
Σκέψεις και παρατηρήσεις με αφορμή την τηλεοπτική σειρά τεσσάρων επεισοδίων Adolescence που πραγματεύεται τον φόνο ενός 13χρονου κοριτσιού από έναν συνομήλικο συμμαθητή της. «Το βασικό μοτίβο της σειράς είναι τα διάφορα φάσματα της τοξικής αρρενωπότητας».
Γράφει ο Αντώνης Γουλιανός
Η νέα σειρά του Νetflix Adolescence, των Τζακ Θορν και Στίβεν Γκράχαμ (που είναι επίσης και ένας από τους πρωταγωνιστές της μίνι σειράς, ενσαρκώνοντας τον πατέρα του δεκατριάχρονου Τζέιμι) σε σκηνοθεσία Φίλιπ Μπαραντίνι, αποτελεί ένα αριστούργημα της streaming τηλεόρασης. Η τεχνική της σκηνοθεσίας βασίζεται σε μονοπλάνα (το κάθε επεισόδιο αποτελεί μία και μοναδική λήψη) συνεισφέροντας σε μια πολυφωνική διαλογικότητα που δίνει στην αφήγηση έναν νατουραλιστικό χαρακτήρα. Ο φακός μοιάζει με τριτοπρόσωπο αφηγητή πολυεστιακής αφήγησης και η ευρηματική σκηνοθεσία ανάγει την αλληλεπίδραση των ηθοποιών σε μια χορογραφία ακριβείας.
Τα διάφορα φάσματα της τοξικής αρρενωπότητας
Το βασικό μοτίβο της σειράς είναι τα διάφορα φάσματα της τοξικής αρρενωπότητας. Ακριβώς λόγω του ότι η έννοια της τοξικής αρρενωπότητας αποτελείται από ένα ευρύ φάσμα επιζήμιων πράξεων, αντιλήψεων και χαρακτήρων, πολλές από τις συμπεριφορές του πατέρα δεν αναγνωρίζονται από το ευρύ κοινό ως προβληματικές. Έτσι τα περισσότερα άτομα ανέγνωσαν τη σειρά ως μια αφήγηση νουθέτησης με έμφαση στο στοιχείο του bullying καθώς και των κινδύνων του διαδικτύου. Αυτή η ανάγνωση είναι λανθασμένη, αφού, όπως θα δούμε και παρακάτω, δεν θίγονται τα συγκεκριμένα ζητήματα ως γενικά προβλήματα των νέων αλλά ως θεματικές που σχετίζονται με την σεξιστική κουλτούρα και το πώς τα παιδιά έρχονται από νωρίς σε επαφή με μια ακραία σεξουαλικοποιημένη και σεξιστική θέαση της πραγματικότητας.
Από τον παππού του Τζέιμι που χτυπούσε τα παιδιά του, μέχρι την πιο έμμεσα τοξική αρρενωπότητα του πατέρα του, Έντι, καθώς και τις ακραίες εκφάνσεις που συναντά ένα άτομο στα social media, όπως η κουλτούρα των incels, η ρητορική του Άντριου Τέιτ κ.ο.κ, δίνεται εμφανή έμφαση στις επιπτώσεις τις τοξικής αρρενωπότητας.
Έτσι, η σειρά εξερευνά τις προβληματικές συμπεριφορές αλλά και τον μιντιακό λόγο που σχετίζεται με το κραταιό φαινόμενο του σεξισμού. Από τον παππού του Τζέιμι που χτυπούσε τα παιδιά του, μέχρι την πιο έμμεσα τοξική αρρενωπότητα του πατέρα του, Έντι, καθώς και τις ακραίες εκφάνσεις που συναντά ένα άτομο στα social media, όπως η κουλτούρα των incels, η ρητορική του Άντριου Τέιτ κ.ο.κ, δίνεται έμφαση στις επιπτώσεις τις τοξικής αρρενωπότητας.
Τέσσερα επεισόδια, τέσσερις πράξεις
Το πρώτο επεισόδιο ξεκινά απευθείας στην καρδιά της δράσης: αστυνομικοί εισβάλλουν στο σπίτι της τετραμελούς οικογένειας Μίλερ για να συλλάβουν τον δεκατριάχρονο Τζέιμι (Owen Cooper), ο οποίος φέρεται να διέπραξε την δολοφονία της συμμαθήτριάς του το προηγούμενο βράδυ, μαχαιρώνοντας την πολλαπλά. Και ενώ αρχικά, λόγω της άρνησης του Τζέιμι να ομολογήσει το έγκλημα, οι θεατές πιστεύουν πως θα παρακολουθήσουν ένα whodunit mystery, με την παρουσίαση του αδιάσειστου στοιχείου ενός βίντεο κλειστού κυκλώματος η ενοχή του Τζέιμι, παρόλο που δεν έχει ακόμα ομολογήσει, γίνεται αρκετά πρόδηλη.
Ο γιος του αστυνομικού, μαθητής στο ίδιο σχολείο, τον πληροφορεί πως ο Τζέιμι δεν είχε ρομαντική σχέση με το θύμα, όπως αρχικά πίστευαν, αλλά με βάση την ερμηνεία ορισμένων emoji στο προφίλ του στο instagram αποδεικνύεται ότι δεχόταν bullying από το θύμα.
Στο δεύτερο επεισόδιο παρακολουθούμε τους δύο αστυνομικούς που ερευνούν την υπόθεση να μεταβαίνουν στο σχολείο του Τζέιμι και του θύματος προκειμένου να πάρουν καταθέσεις για να φωτίσουν τα αίτια αλλά και για να βρουν το όργανο του εγκλήματος, δηλαδή το μαχαίρι. Ο γιος του αστυνομικού, μαθητής στο ίδιο σχολείο, τον πληροφορεί πως ο Τζέιμι δεν είχε ερωτική σχέση με το θύμα, όπως αρχικά πίστευαν, αλλά με βάση την ερμηνεία ορισμένων emoji στο προφίλ του στο instagram αποδεικνύεται ότι δεχόταν bullying από το θύμα. Στο τέλος του επεισοδίου ένας από τους φίλους του Τζέιμι ομολογεί πως εκείνος του δάνεισε το μαχαίρι και συλλαμβάνεται επίσης για συνέργεια σε φόνο.
Στο τρίτο επεισόδιο η αφήγηση προχωράει αρκετούς μήνες μπροστά. Ο Τζέιμι βρίσκεται σε αναμορφωτήριο και τον επισκέπτεται μία εκ των ψυχιάτρων για την αξιολόγησή του πριν από τη δίκη. Στο συγκεκριμένο επεισόδιο ξεδιπλώνεται με ενάργεια όλο το νοηματικό υπόβαθρο της σειράς, όπως θα δούμε με συγκεκριμένα παραδείγματα και παρακάτω.
Στο τέταρτο και τελευταίο επεισόδιο η σειρά επικεντρώνεται στη ζωή της οικογένειας Μίλερ για να εξερευνήσει τις προσωπικότητες των γονιών του ενόχου και κυρίως του πατέρα του.
Πατέρας συναισθηματικά απόμακρος, ο τυπικά μάτσο «ακίνδυνος» χαρακτήρας
Αναλυτικότερα, από το πρώτο ήδη επεισόδιο γίνεται φανερό πως ο πατέρας του Τζέιμι είναι συναισθηματικά απόμακρος. Παρουσιάζεται ως λαϊκός τύπος, ένας τυπικά μάτσο «ακίνδυνος» χαρακτήρας που, όπως μας πληροφορεί ο Τζέιμι στο τρίτο επεισόδιο, έχει εκρήξεις θυμού. Παρότι δεν γίνεται ποτέ σωματικά βίαιος, ξεσπάει την οργή του σπάζοντας πράγματα και είχε μάλιστα γκρεμίσει μια ολόκληρη αποθήκη στο παρελθόν μπροστά στα παιδιά του. Η γλώσσα που χρησιμοποιεί και συγκεκριμένα το «mate» (αντίστοιχο του «φίλε» και «μπρο») δηλώνει από τη μία την ταξική του θέση και τον συσχετισμό της τοξικής αρρενωπότητας με τον καπιταλισμό και την ανισότητα και από την άλλη ότι είναι και ο ίδιος ένας «τυπικός mate» του οποίου η κοσμοαντίληψη βασίζεται στον φυσιολογικοποιημένο σεξισμό. Σε όλη τη διάρκεια του συναισθηματικού μαρτυρίου του Τζέιμι στο πρώτο επεισόδιο, όταν πια έχει συλληφθεί, η πατρική φιγούρα στέκεται απόμακρη, δεν αγκαλιάζει ούτε αγγίζει το παιδί, ενώ όταν τον πιάνουν τα κλάματα βλέποντας το βίντεο του γιου του να χτυπάει το θύμα, γυρίζει το κεφάλι του από την άλλη για να μην τον δει ο γιος του να κλαίει. Με αυτόν τον τρόπο αποτυπώνεται ένα συχνό εύρημα εγκληματολογικών μελετών που συνδέουν τη σχέση του πατέρα με τον γιο ως μια αλληλεπίδραση του φόβου της πρόσληψης ενός αρσενικού που νιώθει πως δεν είναι αρκετά «άντρας» (not man enough complex)
Ακόμα όμως και τις γυναίκες της οικογένειάς του, το αγόρι δεν φαίνεται να τις αντιμετωπίζει ισότιμα. Στο τελευταίο επεισόδιο, όταν τηλεφωνεί στον πατέρα του για να του ανακοινώσει ότι θα δηλώσει ένοχος στο δικαστήριο, ξαφνιάζεται όταν αντιλαμβάνεται ότι στη συνομιλία, μιας και είναι σε ανοιχτή ακρόαση, είναι παρούσες η μητέρα και η αδερφή του...
Στη συνέχεια διαπιστώνουμε από τις πληροφορίες που δίνει ο δεκατριάχρονος στην ψυχίατρο, ότι ο πατέρας του δεν έχει γυναίκες φίλες, πρακτική που ακολουθεί και ο ίδιος ο Τζέιμι, καταλήγοντας να ετεροποιεί τις γυναίκες και να τις βλέπει αποκλειστικά ως σεξουαλικά αντικείμενα. Ακόμα όμως και τις γυναίκες της οικογένειάς του το αγόρι δεν φαίνεται να τις αντιμετωπίζει ισότιμα. Στο τελευταίο επεισόδιο, όταν τηλεφωνεί στον πατέρα του για να του ανακοινώσει ότι θα δηλώσει ένοχος στο δικαστήριο, ξαφνιάζεται όταν αντιλαμβάνεται ότι στη συνομιλία, μιας και είναι σε ανοιχτή ακρόαση, είναι παρούσες η μητέρα και η αδερφή του, με τις οποίες δεν δείχνει και καμία διάθεση να συζητήσει αυτή τη σημαντική απόφαση. Ζητάει μάλιστα συγγνώμη αποκλειστικά από τον πατέρα του, λες και η οικογένειά του δεν μετράει ως ολότητα πέρα από τη φιγούρα του πατέρα, ενώ παράλληλα δεν κάνει καμία προσπάθεια να συζητήσει ουσιαστικά ή έστω τυπικά με τις δύο γυναίκες.
Ο Έντι παρουσιάζεται να πίεζε τον γιο του να εξασκηθεί σε κάποιο «αρρενωπό» σπορ, όπως το ποδόσφαιρο, κάτι που δεν ανταποκρινόταν στην κλίση του Τζέιμι ο οποίος είχε καλλιτεχνική ροπή και ήθελε να ζωγραφίζει. Η καλλιτεχνική δημιουργία δεν ενθαρρύνθηκε από το περιβάλλον του με εξωσχολικές δραστηριότητες, χαρακτηριστικό που αποτελεί πραγματικότητα για πολλά παιδιά και στην Ελλάδα, ειδικότερα σε κλειστές κοινωνίες της επαρχίας, όπου το ποδόσφαιρο θεωρείται η μοναδική δραστηριότητα στην οποία οφείλει να εξασκηθεί ένα αγόρι.
Τα ανταγωνιστικά σπορ, αρένες τοξικής αρρενωπότητας
Το ποδόσφαιρο, φυσικά, όπως και τα περισσότερα ανταγωνιστικά σπορ, δύναται να θρέψει προβληματικές συμπεριφορές και να καταλήξει μια αρένα τοξικής αρρενωπότητας. Δεν είναι τυχαίο πως σπανίως ένας αθλητής που τυγχάνει γκέι δηλώνει ανοιχτά την σεξουαλικότητά του όταν το σπορ είναι παραδοσιακά «ανδροκρατούμενο». Με τον ίδιο τρόπο ο Τζέιμι επίσης αρνείται κατηγορηματικά και με προσβεβλημένη ενόχληση την πιθανότητα να είναι γκέι ενώ στο τέλος της συνεδρίας καταλήγει να εκφράσει σεξουαλικό ενδιαφέρον για την ψυχίατρο.
Ο Τζέιμι αντλεί ικανοποίηση από το να τρομοκρατεί την ψυχίατρο, την οποία και φαίνεται να μην την αντιμετωπίζει με ιδιαίτερο κύρος, όπως τον αντίστοιχο άνδρα συνάδελφό της.
Παρά το ότι ο Έντι δεν ήταν το ίδιο επιθετικός με τον δικό του πατέρα, που τον χτυπούσε, και δεν κακοποιούσε σωματικώς τα παιδιά του, ο Τζέιμι υιοθέτησε την τοξική του αρρενωπότητα. Έτσι στο τρίτο επεισόδιο τον βλέπουμε να ξεσπά σε μια οργισμένη κρίση θυμού, αναπαριστώντας έμμεσα τις περιγραφόμενες σκηνές του θυμού του πατέρα του. Ο Τζέιμι αντλεί ικανοποίηση από το να τρομοκρατεί την ψυχίατρο, την οποία και φαίνεται να μην την αντιμετωπίζει με ιδιαίτερο κύρος, όπως τον αντίστοιχο άνδρα συνάδελφό της. Της λέει μάλιστα, όταν του δίνει ένα σάντουιτς, πως και η μαμά του φτιάχνει, παραπέμποντας στο γνωστό σεξιστικό κατάλοιπο που θέλει τη γυναίκα να βρίσκεται στην κουζίνα για οικιακές εξυπηρετήσεις του άνδρα («go make me a sandwich»). Την ίδια υποτίμηση βιώνει η ειδικός και από τον φύλακα του αναμορφωτηρίου που την ενοχλεί σε όλη τη διάρκεια της παρουσίας της με αγενή και πιεστικά σχόλια, φλερτ, αντιεπαγγελματισμό και αδιακρισία. Ανάλογη υποτίμηση της γυναικείας επαγγελματικότητας βλέπουμε και στην επίσκεψη των αστυνομικών στο σχολείο: η καθηγήτρια που συστήνει στην τάξη τους δύο αστυνομικούς, λέει αρχικά το όνομα μόνο του άνδρα αστυνομικού, φανερώνοντας τον έμμεσο και συχνά ακούσιο σεξισμό που υπάρχει στον εργασιακό τομέα, όχι απλώς στο ποιο άτομο θα πάρει ευκολότερα προαγωγές ή θα αμείβεται καλύτερα με βάση το φύλο του, αλλά και στην αντίληψη του κύρους με βάση την ιδιότητά του. Έτσι, ένας άνδρας οποιασδήποτε ειδικότητας είναι συχνότερο να απολαμβάνει απρόσκοπτα την εκτίμηση όχι λόγω ικανοτήτων αλλά εξαιτίας των προκαταλήψεων για τις γυναίκες.
Σεξιστικά και άλλα «ανώδυνα» σχόλια
Στο τελευταίο επεισόδιο ο φακός ακολουθεί την οικογένεια Μίλερ όπως έχει διαμορφωθεί η καθημερινότητά της με την απουσία του Τζέιμι. Ο πατέρας κάνει διάφορα σχόλια που ο μέσος θεατής θα εκλάβει ως ανώδυνα, αλλά που στην πραγματικότητα παραμένουν προβληματικά. Λέει, για παράδειγμα, στις δύο γυναίκες, την κόρη και τη σύζυγό του, όσο βρίσκονται στο κατάστημα να πάνε να ψωνίσουν: «είστε καλές σε αυτό, στο να ξοδεύετε χρήματα», καταλήγει χιουμοριστικά μεταφέροντας μία από τις κλασικότερες αντιλήψεις σεξισμού προς τις γυναίκες στη σύγχρονη εποχή.
Η σεξουαλικοποίηση των πάντων
Στη διάρκεια της οδήγησης προς το κατάστημα για να τα υλικά αφαίρεσης του συνθήματος από το φορτηγάκι του, ο Έντι και η γυναίκα του επιδίδονται μπροστά στην κόρη τους σε έναν διαχυτικό διάλογο που, παρά το ότι δεν φαίνεται εκ πρώτης όψεως σεξουαλικοποιημένος, κουβαλά πολλά προβληματικά στοιχεία. Οι δυο τους αναφέρουν ότι γνωρίστηκαν όταν ήταν δεκατριών ετών και μάλιστα ότι είχαν φιληθεί με πάθος. Υπονοούν την καλή σεξουαλική τους ζωή μέσα από εκ πρώτης όψεως ακίνδυνα αστεία σε έναν διάλογο που κάποιο άτομο θα μπορούσε να εισπράξει ακόμα και ως «χαριτωμένο», ενώ στην πραγματικότητα είναι επιζήμιος. Δεδομένου ότι μπορούμε σίγουρα να υποθέσουμε ότι είχε διεξαχθεί και ενώπιον του Τζέιμι στο παρελθόν, αναμφίβολα τον επηρέασε, πιέζοντάς τον να ψάξει τη σεξουαλική εμπειρία από την ηλικία των δεκατριών αντιστοίχως. Η κουλτούρα του σεξ, διάχυτη τόσο κοινωνικά όσο και διαδικτυακά, σπρώχνει πολλά νέα άτομα στην αναζήτηση εμπειριών από μικρή ηλικία. Ο Τζέιμι απαντώντας στις ερωτήσεις της ψυχιάτρου (η οποία αξίζει να αναφερθεί ότι ακόμα και από πολλούς θεατές αναφέρεται ως «ψυχολόγος» και όχι ως ψυχίατρος, φανερώνοντας επίσης σεξισμό, αφού ο ψυχίατρος συνήθως έχει περισσότερο κύρος και αναφέρεται ως άνδρας) λέει πως είναι φυσιολογικό για ένα δεκατριάχρονο παιδί να έχει έναν βαθμό σεξουαλικής εμπειρίας. Με τον ίδιο τρόπο τον ακούμε να χαρακτηρίζει με σεξισμό το σώμα της δολοφονημένης από τον ίδιο συμμαθήτριάς του, λέγοντας πως ήταν «πλάκα» επειδή δεν είχε μεγάλο στήθος, ενώ δεν του φαίνεται κακό το γεγονός ότι κάποιο άλλο αγόρι είχε μοιραστεί γυμνές της φωτογραφίες. Μάλιστα περιγράφει, χωρίς να αντιλαμβάνεται την παρενοχλητική συμπεριφορά του, πως ο ίδιος υπήρξε «καλός», επειδή θέλησε να προσεγγίσει το θύμα σε μια ευάλωτη στιγμή προκειμένου να συνάψει ερωτική σχέση μαζί του.
Η ρητορική των incels δεν συνδέεται μόνο με τα αληθή περιστατικά εφηβικής εγκληματικότητας που ενέπνευσαν το σενάριο της σειράς (οι δημιουργοί αναφέρουν πως άντλησαν υλικό από τις συχνές επιθέσεις σε μαθήτριες στο Ηνωμένο Βασίλειο τα τελευταία χρόνια) αλλά ακόμα και με μαζικές δολοφονίες.
Η υποκουλτούρα των incels, δηλαδή ανδρών που θεωρούν ότι υπόκεινται σε ακούσια ερωτική μοναχικότητα (involuntary celibate), παρουσιάζεται ως το ακραίο απότοκο της τοξικής αρρενωπότητας. Ψευδοστατιστικές όπως το 80/20, που προκύπτουν από λανθασμένες αναγωγές της incel ρητορικής για την αρχή του Παρέτο στον τομέα του dating -δηλαδή πως το 80% των γυναικών έλκεται μόνο από το 20% των ανδρών- διασπείρονται στο ίντερνετ αφήνοντας τα νεαρά άτομα εκτεθειμένα. Η ρητορική αυτή δεν συνδέεται μόνο με τα αληθή περιστατικά εφηβικής εγκληματικότητας που ενέπνευσαν το σενάριο της σειράς (οι δημιουργοί αναφέρουν πως άντλησαν υλικό από τις συχνές επιθέσεις σε μαθήτριες στο Ηνωμένο Βασίλειο τα τελευταία χρόνια) αλλά ακόμα και με μαζικές δολοφονίες. Το 2014 ο Έλιοτ Ρότζερς, ενεργό μέλος της incel διαδικτυακής κοινότητας (είχε συμμετοχή σε πολλά ανάλογα forums), κατέληξε να κάνει επίθεση μαζικής δολοφονίας στο Ista Vista της Καλιφόρνιας. Στο «μανιφέστο» του, ένα σύνολο από ημερολογιακές καταγραφές και επιθετικότητας προς τις γυναίκες, ο Έλιοτ εξέφραζε την αποστροφή του προς τις γυναίκες και την απόγνωσή του για το γεγονός ότι δεν αναγνωρίζεται το μεγαλείο της αρρενωπότητάς του.
Η ψευδής και ανακριβής μετάφραση της εξελικτικής θεωρίας στο κοινωνικό πεδίο καταλήγει σε έναν ακραίο κοινωνικό δαρβινισμό που κάνει λόγο για alpha male, beta male, sigma male κ.ο.κ.
Φιγούρες εξεζητημένου ανδρισμού που αναφέρονται στη σειρά, όπως αυτή του Άντριου Τέιτ, οδηγούν πολλά άτομα στη μίμηση ανάλογων συμπεριφορών. Η ψευδής και ανακριβής μετάφραση της εξελικτικής θεωρίας στο κοινωνικό πεδίο καταλήγει σε έναν ακραίο κοινωνικό δαρβινισμό που κάνει λόγο για alpha male, beta male, sigma male κ.ο.κ. Αυτές οι αναγωγές οδηγούν στην εξιδανίκευση του υλισμού μέσω δημοφιλών μουσικών ειδών, όπως της trap, που τραγουδάνε για τον πλούτο και τις γυναίκες ως τρόπαια της επιτυχίας και αποτελούν τις μεταφρασμένες ακρότητες της σύγχρονης υποκουλτούρας του σεξισμού.
Καταλήγοντας, η σειρά θίγει ένα σημαντικό ζήτημα που δεν συζητιέται αρκετά, ενώ το γεγονός ότι δεν γίνονται αντιληπτά τα θέματα που θέτει, δείχνει ένα γενικότερο κοινωνικό πρόβλημα. Ο Τζέιμι δεν αποτελεί κάποιο εγκληματικό master mind, αλλά απότοκο αυτού του κοινωνικού ζητήματος. Δίνοντας μεγαλύτερη βάση στη σχέση του γιου με τον πατέρα, αποφεύγοντας τον κλασικό φροϋδικό συσχετισμό για την επίδραση της μητέρας, τα επεισόδια επικεντρώνουν στο φαινόμενο του «φυσιολογικού» τοξικού ανδρισμού, ως ένα χαρακτηριστικό που μπορεί να οδηγήσει, άμεσα ή έμμεσα, σε εγκληματικές συμπεριφορές.
* Ο Αντώνης Γουλιανός είναι συγγραφέας και αρθρογράφος.