
Για την έκθεση του Μισέλ Ουελμπέκ στο Παλέ ντε Τόκιο (23.6 - 11.9.2016), στο Παρίσι.
Του Θωμά Συμεωνίδη
Στην είσοδο της έκθεσης, η πρώτη φωτογραφία, ένας ουρανός (άγνωστο αν είναι ανατολή ή δύση του ηλίου) και ένας στίχος, από το ποίημα του Γάλλου συγγραφέα, Η τέχνη του αγώνα: «Είναι ώρα να τοποθετηθείς στη ζωή» [Εικόνα, 1].
Στην αφίσα την έκθεσης, μία φωτογραφία του αγαπημένου του σκύλου Κλεμάν (2000-2011), γιατί όπως διευκρινίζει ο Ουελμπέκ, αυτή η εικόνα «σε προσκαλεί να αντιμετωπίσεις την αιωνιότητα χωρίς φόβο, με τη βεβαιότητα ότι ο θάνατος είναι μια ψευδαίσθηση» [Εικόνα 2].
Ο τίτλος της έκθεσης, Να μείνεις ζωντανός, αποπνέει μία θετικότητα, μία αισιοδοξία. Πρόκειται για τον τίτλο ενός μικρού κειμένου, το οποίο παραπέμπει στις Συμβουλές στους νέους λογοτέχνες του Μπωντλαίρ. Ο Ουελμπέκ το είχε γράψει όταν ήταν 33 χρονών, έχοντας ως πρότυπο τον λόγο του Αγίου Παύλου και κυρίως το ύφος: την παροχή δυνατών κατευθύνσεων, μία μορφή προστακτικής ηθικής (ναι, ο Ουελμπέκ, ακούγονται παράξενα όλα αυτά, και όμως). Επίσης, Να μείνεις ζωντανός, είναι και ο τίτλος του τελευταίου άλμπουμ του Τζόνι Χαλιντέι (ο εθνικός ροκ σταρ της Γαλλίας) – κάτι το οποίο δεν εκτίμησε ιδιαίτερα ο Ουελμπέκ.
Τα τελευταία χρόνια και ειδικά το Μουσείο του Λούβρου, έχει προσκαλέσει συγγραφείς όπως η Μόρρισον, ο Λε Κλεζιό, ο Παμούκ, για διαλέξεις και εκδηλώσεις με αφορμή το έργο τους. Το Παλέ ντε Τόκιο, στο πλαίσιο της θεματικής του για τον νεωτερικό άνθρωπο, κάλεσε καλλιτέχνες μεταξύ των οποίων και τον Ουελμπέκ. Εδώ βέβαια, υπήρχαν πικρόχολα σχόλια από μερίδα του τύπου στη Γαλλία: (Μα) είναι καλλιτέχνης ο Ουελμπέκ; Να σημειώσουμε εδώ, ότι το Παλέ ντε Τόκιο δεν είναι ακριβώς μουσείο, αλλά κέντρο σύγχρονης τέχνης, ένα από τα πολλά που υπάρχουν στη Γαλλία, αλλά σίγουρα αυτό με τη μεγαλύτερη αίγλη. Να προσθέσουμε επίσης, την εμμονή των Γάλλων σε έναν αυστηρό καταμερισμό εργασίας και την προσήλωση σε διακριτά πεδία. Από αυτή την εμμονή όμως, προκύπτουν και χτυπητές αντιφάσεις: ο ίδιος ο Ουελμπέκ καθιερώνεται ως συγγραφέας έχοντας σπουδές αγρονόμου-τοπογράφου μηχανικού. Ένα πιο κλασικό παράδειγμα, αυτό του Λε Κορμπυζιέ και η επιρροή του στη γαλλική αρχιτεκτονική (και όχι μόνο), χωρίς να έχει την παραμικρή επίσημη εκπαίδευση στην αρχιτεκτονική.
Ο Ουελμπέκ παρόλα αυτά, θεωρείται πλέον και επίσημα εικαστικός καλλιτέχνης καθώς η γκαλερί Ερ ντε Παρί νομιμοποίησε de facto κατά κάποιο τρόπο αυτή την ιδιότητά του, αναλαμβάνοντας να τον εκπροσωπήσει. Αλλά και πριν την έκθεση στο Παλέ ντε Τόκιο, ο Γάλλος συγγραφέας συμμετείχε στην 11η ευρωπαϊκή μπιενάλε σύγχρονης τέχνης, Μανιφέστα, στη Ζυρίχη, με μία εγκατάσταση σε συνεργασία με τον προσωπικό του γιατρό και μετά από εξονυχιστικές εξετάσεις του Ουελμπέκ. Η ιδέα για αυτή την εγκατάσταση ήταν και μία έμμεση απάντηση σε όσους αναρωτιούνται (εύλογα, αν κρίνει κάποιος από την εμφάνισή του από το 2013 και μετά) για την κατάσταση της υγείας του. Στη συγκεκριμένη εγκατάσταση, εκτός από ραδιογραφίες της κρανιακής χώρας του Ουελμπέκ, υπήρχαν πολλά αντίγραφα (τα οποία μπορούσαν να πάρουν μαζί τους οι επισκέπτες) από αποτελέσματα εξετάσεων αίματος, υπερηχογραφήματα και άλλες εξετάσεις στις οποίες υποβλήθηκε. Παλαιότερα, το 2007, είχε συμμετοχή στην Μπιενάλε της Λυόν, ενώ τον Νοέμβριο του 2014, παρουσιάστηκε η έκθεσή του BeforeLanding με φωτογραφίες που του χρησίμευσαν για τη συγγραφή του μυθιστορήματος Ο Χάρτης και η Επικράτεια (2010, βραβείο Γκονκούρ).
Το Παλέ ντε Τόκιο συνηθίζει να προσκαλεί καλλιτέχνες να επέμβουν με τον δικό τους τρόπο σε έναν από τους πολλούς χώρους που έχει – και οι παρεμβάσεις είναι πολλές, υπάρχουν ακόμα και στα βεστιάρια, στο σύστημα κλιματισμού, στον δομικό σκελετό, στις τουαλέτες.
Το Παλέ ντε Τόκιο συνηθίζει να προσκαλεί καλλιτέχνες να επέμβουν με τον δικό τους τρόπο σε έναν από τους πολλούς χώρους που έχει – και οι παρεμβάσεις είναι πολλές, υπάρχουν ακόμα και στα βεστιάρια, στο σύστημα κλιματισμού, στον δομικό σκελετό, στις τουαλέτες. Στην περίπτωση του Ουελμπέκ, δεν πρόκειται απλά για μία παρέμβαση, ούτε για μία έκθεση πάνω στον Ουελμπέκ, όπως θα περιμέναν πολλοί, αλλά για μία έκθεση του Ουελμπέκ, μία έκθεση για τις ανάγκες της οποίας ο Ουελμπέκ σχεδιάζει μία κάτοψη 2000 περίπου τετραγωνικών μέτρων με 18 διαφορετικές αίθουσες, μία έκθεση στην οποία προσκαλεί φίλους καλλιτέχνες, όπως ο Ρομπέρ Κομπάς, πολλοί πίνακες του οποίου έχουν ως αφορμή κάποιον στίχο του Γάλλου συγγραφέα (και ποιητή) ή όπως τον Ρενό Μαρσάντ, του οποίου η εγκατάσταση είναι μία μηχανή κατασκευής του νέου ανθρώπου (!). Μία έκθεση στην οποία ο Ουελμπέκ επιλέγει και τοποθετεί τα εκθέματα, δίνει τις κατευθύνσεις για τον φωτισμό και το ηχητικό τοπίο, μία έκθεση όπου η εικόνα συνυπάρχει με το κείμενο και την αφήγηση, η πραγματικότητα με τη μυθοπλασία. Στον γαλλικό τύπο διαβάζουμε ότι την παραμονή των εγκαινίων, ο Ουελμπέκ έμεινε όλη τη νύχτα στο Παλέ ντε Τόκιο, επιβλέποντας μέχρι και την τελευταία λεπτομέρεια. Μαθαίνουμε επίσης ότι δεν επέστρεψε στο σπίτι του να κοιμηθεί, προτιμώντας έναν από τους καναπέδες που είχαν τοποθετηθεί στον χώρο της έκθεσης.
Αυτή η έκθεση λοιπόν, θα λέγαμε ότι δομείται άτυπα σε δύο μέρη. Στο πρώτο, συναντούμε τη δουλειά του Ουελμπέκ στις θεματικές της αρχιτεκτονικής, του τοπίου, του τουρισμού. Χρησιμοποιεί ως μέσο τη φωτογραφία και τη μουσική επένδυση. Στο δεύτερο, κυριαρχούν τα αυτοβιογραφικά στοιχεία: φωτογραφίες, βίντεο, εγκαταστάσεις συνυπάρχουν με τα έργα των φίλων καλλιτεχνών του Ουελμπέκ, καθώς και της πρώην γυναίκας του, Μαρί-Πιέρ Γκωτιέ. Η έκθεση καταφέρνει να κεντρίσει τις αισθήσεις προς όλες τις κατευθύνσεις – μέσα από τη μουσική επένδυση (κυριαρχούν οι ήχοι διερχομένων αυτοκινήτων, φορτηγών, τραίνων, ηχογραφημένα μηνύματα σταθμών), τις εναλλαγές στο φως, τις επενδύσεις στους τοίχους και τους τάπητες, τις εναλλαγές των θεματικών, ξεκινώντας από ένα τοπίο ζοφερό. Σταδιακά, το παράδοξο, το κωμικό, ο αυτοσαρκασμός και η επαφή με τα έργα των άλλων καλλιτεχνών αναιρούν τον φόβο ότι η έκθεση θα μπορούσε να είναι η μονοδιάστατη έκφραση των εμμονών του συγγραφέα.
Χαρακτηριστικός είναι στην αρχή, ο τρόπος με τον οποίο αποτυπώνεται η φύση στις φωτογραφίες του Ουελμπέκ: άλλοτε φιλική και άλλοτε τρομακτική. Αυτό είναι ένα γενικότερο γνώρισμα της έκθεσης: μία διάχυτη αίσθηση αμφιβολίας. Για παράδειγμα, σε μία φωτογραφία στην πρώτη αίθουσα [εικόνα 3], η φύση παρουσιάζεται σε μία πρώτη ανάγνωση, τιθασευμένη και φιλική: δέντρα με διαμόρφωση του φυλλώματος στο σχήμα του κώνου και της σφαίρας, θάμνοι σε σειρά που σχηματίζουν παράλληλες γραμμές, έντονο φως. Ωστόσο: η απουσία ουρανού, η μονοτονία του πράσινου, έστω και αν η αντίθεση είναι μεγάλη ανάμεσα στις αποχρώσεις του και οι πανύψηλοι φοίνικες σε πρώτο πλάνο, με τον κορμό τους έντονα τονισμένο και αυστηρά κατακόρυφο, αφήνουν να δημιουργηθεί η εντύπωση ενός περίκλειστου, απατηλού, κατασκευασμένου τοπίου, στο οποίο η πρόσβαση είναι ελεγχόμενη. Δεν βλέπουμε κάποιον άνθρωπο, δεν υπάρχει η παραμικρή ένδειξη ζωής. Μονάχα η νύξη της αισθητικής διαμόρφωσης ενός μέρους του τοπίου, η οποία τελικά χάνει το νόημα της δείχνοντας απελπιστικά μικρή σε σχέση με την κλίμακα της βλάστησης που ορίζει η λήψη του Ουελμπέκ.
Στην ίδια αίθουσα, ο Ουελμπέκ μάς παρουσιάζει φευγαλέα δύο ανθρώπινες φιγούρες σε κίνηση που παραπέμπει σε κατάσταση φυγής, σε μία γκριζωπή επιφάνεια, να βρίσκονται ανάμεσα σε δύο ευθύγραμμες και παράλληλες μεταξύ τους σκιές [εικόνα 4]. Ο τρόπος ανάγνωσης της φύσης στην προηγούμενη εικόνα και τώρα της κατάστασης στην οποία βρίσκονται οι ανθρώπινες μορφές, ενισχύεται από την παρουσία μίας τρίτης εικόνας που μας μεταθέτει στην επικράτεια μίας εικονικής πραγματικότητας: «Δεν έχετε καμία ελπίδα. Συνεχίζουμε; (πλήκτρο: ΟΚ)» [εικόνα 5]. Η αίσθηση της ανησυχίας επιτείνεται από το σκοτάδι που επικρατεί στην αίθουσα: για κάθε εικόνα, υπάρχει ένα προβολέας οροφής που τη φωτίζει. Το πλαίσιο από αλουμίνιο πάνω στο οποίο έχουν στερεωθεί οι εικόνες, αντανακλά το φως δημιουργώντας την εντύπωση μίας μακρινής ανάμνησης, μίας υπενθύμισης.
Στη δεύτερη αίθουσα, η έμφαση είναι στη Γαλλία, στο τοπίο των περιαστικών περιοχών και ειδικά αυτών γύρω από το Παρίσι, περιοχές που γνωρίζει καλά ο Ουελμπέκ καθώς ο ίδιος έζησε τα εφηβικά του χρόνια σε αυτές που βρίσκονται περιμετρικά του πάρκου της Eurodisney. Έζησε εκεί, όπου ο κόσμος ψηφίζει τώρα Εθνικό Μέτωπο, εκεί όπου ο κόσμος δεν έχει πολλή δουλειά, που καταναλώνει λίγο και αυτό όταν έχει τη δυνατότητα. Σε μία φωτογραφία, τραβηγμένη τη δεκαετία του 1990, βλέπουμε την επιγραφή από μπετόν του εμπορικού κέντρου Europe, κοντά στο Καλαί [εικόνα 6], σε αυτή δηλαδή την περιοχή όπου βρίσκεται η «ζούγκλα» όπως είναι περισσότερο γνωστός ο καταυλισμός της Λαντ – εμβληματικός και προάγγελος της μεταναστευτικής κρίσης, ο οποίος επανήρθε στο προσκήνιο με τη συζήτηση περί ανέγερσης ενός αντι-μεταναστευτικού τοίχου στην περιοχή. Στη φωτογραφία, ο Ουελμπέκ αφήνει να φανεί διακριτικά το λογότυπο της αλυσίδας Carrefour. Θα σχολιάσει: «Πρέπει να το πούμε, ότι το Carrefοur, είναι κατά κάποιο τρόπο, ο βασιλιάς του εμπορικού κέντρου. Είναι ένα εμπορικό κέντρο παλαιού τύπου, με ένα τεράστιο σούπερ μάρκετ στο κέντρο και πολλά μαγαζιά τριγύρω… Αυτό είναι που κάνουμε στη Γαλλία εδώ και χρόνια. Αλλά οι άνθρωποι είναι τόσο φτωχοί που δεν πηγαίνουν καν σε αυτά τα μαγαζιά, δεν έχουν καν τη δυνατότητα να αγοράσουν ρούχα Zara, είναι πολύ ακριβά για αυτούς, επιλέγουν αυτά στο Carrefour».
Στην τρίτη αίθουσα, βλέπουμε, στο εσωτερικό ενός κύβου από κουτάκια coca-cola, ένα κρανίο και από κάτω την πλακέτα: «Michel Houellebecq, 1958-2037». Ο τόνος της έκθεσης χαλαρώνει, γίνεται πιο κωμικός, πιο οικείος. Λίγο πιο πέρα, στο εσωτερικό ενός γυάλινου πλαισίου, κρέμονται τα εργαλεία του συγγραφέα: ένα σημειωματάριο, μία κάμερα, μία φωτογραφική μηχανή, ένα στυλό. Ανάμεσα στις εγκαταστάσεις, υπάρχει ένα καπνιστήριο με ένα μπαρ και ένα Τζουκ μποξ με αναγνώσεις ποιημάτων του Ουελμπέκ. Ένα καπνιστήριο σε μία έκθεση είναι κάτι το παράξενο. «Είναι απλά μία πράξη αλληλεγγύης, για τους εθισμένους αδελφούς μου», λέει ο Ουελμπέκ, μανιώδης καπνιστής ο ίδιος.
Στη μέση περίπου της έκθεσης, υπάρχει μία εγκατάσταση για την οποία χρειάστηκε o Ουελμπέκ να πείσει τον φίλο του Ρομπέρ Κομπάς να μεταφέρει ένα ολόκληρο τμήμα από το ατελιέ του. Αυτό που αντικρύζουν οι επισκέπτες είναι κυριολεκτικά ένα αχούρι γεμάτο από πεταμένα χαρτιά, βινύλια, υπολείμματα από μπογιές, εφημερίδες, εικόνες πορνό, σημειώσεις στους τοίχους, ράφια ασφυκτικά γεμάτα και ένα αναμμένο λαμπατέρ [εικόνα 7]. Στη συνέχεια, συναντούμε μία αίθουσα ανάγνωσης, η οποία αναπαράγει ένα τμήμα από το σαλόνι του Ουελμπέκ στο 13ο διαμέρισμα στο Παρίσι, στην οποία υπάρχει μία βιτρίνα με τα αγαπημένα του παιδικά μυθιστορήματα [Εικόνα 8].
Μπαίνοντας στην τελική ευθεία, συναντούμε έναν αισθησιακό χώρο με φωτογραφίες γυναικών από το αρχείο του Ουελμπέκ [εικόνα 9], διακοσμημένο από μία θρυλική μορφή της παρισινής δεκαετίας του 1960, τον Μωρίς Ρενομά, πριν βρεθούμε σε ό,τι πιο «ανθρώπινο» έχει να επιδείξει αυτή η έκθεση: την έκφραση της «απόλυτης αγάπης» του Ουελμπέκ για τον σκύλο του Κλεμάν. Στον έναν από τους δύο χώρους που αφιερώνονται στον Κλεμάν, υπάρχει μία προβολή με φωτογραφίες, επενδυμένη από το Amachineforloving του Ίγκι Ποπ. Στον άλλο, με (σκωτσέζικη) μοκέτα και ξύλινη επένδυση (ιρλανδικό ραμποτέ), μία βιτρίνα με τα παιχνίδια του Κλεμάν [εικόνα 10]. Εδώ το ζήτημα έχει ενδιαφέρον. Πρόκειται για τριάντα ένα στον αριθμό αντικείμενα, τα οποία μοιράστηκαν ανάμεσα στον Ουελμπέκ και την πρώην σύζυγό του, όταν χώρισαν. Στην αριστερή πλευρά της βιτρίνας, είναι αυτά που έμειναν στην κατοχή του Ουελμπέκ. Κράτησαν από κοινού μόνο ένα από τα παιχνίδια του Κλεμάν καθώς ο μονός αριθμός στο σύνολο, ήταν απαγορευτικός για μία απόλυτη διαίρεση στα δύο. Πρόκειται για μία μικρή μπάλα ποδοσφαίρου η οποία εναλλάσσεται στα σπίτια των δύο πρώην συζύγων ανά συγκεκριμένα διαστήματα (περισσότερα στοιχεία για αυτή την ενδιαφέρουσα διαδικασία, δεν κοινοποιήθηκαν).
Κυνικός, αλλά και οραματιστής, θλιμμένος αλλά περισσότερο στην εκδοχή ενός κλόουν, ο Ουελμπέκ και η έκθεσή του αφήνουν τον (καλοπροαίρετο) επισκέπτη με μία θετική αίσθηση. Και αυτό γιατί κινείται με θαυμαστή ισορροπία ανάμεσα στην πρόκληση, το χιούμορ, την αγωνία, το συναίσθημα, τη διάθεση για ζωή, τον καυστικό σχολιασμό της κατανάλωσης, της απόλαυσης, της ψυχαγωγίας. Οι κριτικές από την άλλη, μπορεί να είναι πολλές: ένας συγγραφέας που γράφει πεζογραφία, αλλά και
ποίηση, και δοκίμιο, που βγάζει φωτογραφίες, που κάνει ταινίες, αλλά και ένας ηθοποιός, ένας τραγουδιστής, ένας περφόρμερ, ένας εικαστικός, ένας επιμελητής εκθέσεων. Επί της ουσίας, ένα προϊόν της βιομηχανίας του βιβλίου και της επικοινωνίας που γνωρίζει πολύ καλά πώς να στρέφει το ενδιαφέρον πάνω του, με κάθε αφορμή. Σε τελική ανάλυση, ένας κατά βάθος κακός συγγραφέας, αθεράπευτα ναρκισσιστής, που εστιάζει διαρκώς και μυωπικά, στις πιο δυσάρεστες και απωθητικές εκδοχές στις ζωές των ανθρώπων σήμερα. Στην προτελευταία φωτογραφία, πριν φτάσουμε στο τέλος της έκθεσης, διαβάζουμε έναν στίχο του Ουελμπέκ: Κατοικούμε την απουσία [εικόνα 11]. Για τον διευθυντή του Παλέ ντε Τόκιο, Ζαν ντε Λουαζί, αυτός ο στίχος είναι το κλειδί της έκθεσης, αλλά και γενικότερα της ουελμπεκικής ανησυχίας.
Βγαίνοντας από τον χώρο της έκθεσης, μας πλημμυρίζει το φως, είναι νωρίς το απόγευμα και έχει ήλιο. Οι επισκέπτες έχουν γεμίσει κάθε γωνιά και υπάρχουν δεξιά και αριστερά φοιτητές από σχολές καλών τεχνών και διακοσμητικής που γεμίζουν τα μπλοκ τους με σχέδια και χρώματα. Στο πωλητήριο του Παλέ ντε Τόκιο, σε μία από τις κολώνες, κρέμονται τα σακουλάκια με τα μαγικά χάπια της Ντάνα Γουάιζ. Με 8,95€ μπορεί κάποιος από τη μία στιγμή στην άλλη να νιώθει άνετα σε οποιαδήποτε κατάσταση, να καταλάβει την τέχνη, να γίνει διάσημος, να έχει οργασμό, να καλυφθεί με μαλλιά η φαλάκρα του, να μείνει για πάντα ερωτευμένος με το ταίρι του. Ο μικρός τόμος που περιλαμβάνει το δοκίμιο Να μείνεις ζωντανός, κοστίζει 3€. Το t-shirt με το ίδιο λογότυπο και ένα σχέδιο του Ρενομά, κοστίζει 49€. Στο πέτο των σεκιούριτι που αφθονούν στο Παλέ ντε Τόκιο, υπάρχει καρφιτσωμένο το λογότυπο της εταιρείας: Élytis. Οι εικόνες διαδέχονται η μία την άλλη. Πολύ γρήγορα θα μπορούσε να μην μας κάνει εντύπωση τίποτα. Κατοικούμε την απουσία. Υπάρχουν στιγμές που θα μπορούσες να το πεις και έτσι.
* O ΘΩΜΑΣ ΣΥΜΕΩΝΙΔΗΣ είναι συγγραφέας.