Ήταν χειμώνας και εκείνη ακόμη νεαρή όταν έχασε για πρώτη φορά την ικανότητα της ομιλίας της. Χωρίς καμία ένδειξη, χωρίς συγκεκριμένη αιτία. Αυτό που την έκανε να αρχίσει και πάλι να μιλά ήταν μια λέξη από μια άλλη, ξένη γλώσσα, τη γαλλική. Η ίδια γυναίκα, η οποία κατόπιν χώρισε, στερήθηκε την επιμέλεια του παιδιού της και έχασε ξανά την ομιλία της, αποφασίζει κάποια στιγμή να ασχοληθεί με τα αρχαία ελληνικά. Τότε λοιπόν συναντά έναν καθηγητή του οποίου η όραση φθίνει μέρα με τη μέρα. Εκείνος, έχοντας τα δικά του υπαρξιακά αδιέξοδα, ριζωμένα στο παρελθόν, παρατηρεί προσεκτικά την αμίλητη και αγέλαστη γυναίκα που φοιτά στην Ακαδημία, συγχρόνως όμως, παρά τη συμπόνια του, αισθάνεται τρόμο μπροστά στην αδιαπέραστη σιωπή της. Και μολονότι δεν το επιδιώκουν, ούτε καν το ελπίζουν, το εγκόσμιο θαύμα συντελείται. Δύο τραυματισμένοι άνθρωποι τα καταφέρνουν, τα καταφέρνουν μαζί, ξαναβρίσκουν την επιθυμία να επικοινωνήσουν και σταδιακά έρχονται όλο και πιο κοντά ο ένας στον άλλο. Η Χαν Γκανγκ, η πιο διάσημη συγγραφέας της σημερινής Νότιας Κορέας, αφηγείται μοναδικά την ιδιαίτερη πορεία δύο πληγωμένων ψυχών προς το φως. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
«Το κείμενο χαρακτηρίζεται από έντονα ποιητικό ύφος, το οποίο του προσδίδει μια αίσθηση ρευστότητας και βρίθει μεταφορών, οι οποίες ομολογουμένως παρουσιάζουν εξαιρετική πρωτοτυπία. Οι πλούσιες εικόνες και ο λικνιστικός ρυθμός της ποιητικής εκφοράς του λόγου, παρασύρουν και καθηλώνουν τον αναγνώστη. Ίσως δεν ταιριάζει και τόσο να πούμε ότι ο αναγνώστης βυθίζεται στο συγκεκριμένο μυθιστόρημα, αλλά ότι το ίδιο το μυθιστόρημα εισχωρεί με κάποιον τρόπο στον αναγνώστη, καταλαμβάνει το μέσα του, ρέει στους αγωγούς των ζωτικών του λειτουργιών, γίνεται, ως ένα βαθμό, βίωμα». (Χριστίνα Μουκούλη, bookpress.gr, 18/05/2022)