Το 1941, η δεκατετράχρονη Ντάλια Γκρινκεβιτσούτε και η οικογένειά της εκδιώχθηκαν από την πατρίδα τους, τη Λιθουανία, και μεταφέρθηκαν σε ένα στρατόπεδο καταναγκαστικής εργασίας στη Σιβηρία. Εκεί, ως το δυνατότερο μέλος της οικογένειάς της, υποχρεώθηκε σε δωδεκάωρη χειρωνακτική εργασία. Στα είκοσι ένα της χρόνια, δραπέτευσε από το γκουλάγκ και επέστρεψε στη Λιθουανία. Κατέγραψε τις αναμνήσεις της σε σκόρπιες σελίδες, τις οποίες έθαψε στον κήπο του σπιτιού της, φοβούμενη μην τις ανακαλύψει η KGB. Δεν βρέθηκαν μέχρι το 1991, τέσσερα χρόνια μετά τον θάνατό της. Αυτό το βιβλίο είναι η ιστορία που έθαψε η Ντάλια.
Οι Σκιές στην τούνδρα είναι ένα κείμενο άμεσο, αληθινό, που καθιστά τους αναγνώστες μάρτυρες όχι μόνο των όσων υπέφερε η ηρωίδα, αλλά και της ελπίδας που την κράτησε ζωντανή. Μια λιθουανική ιστορία που, όπως και η συγγραφέας της, κατάφερε να επιβιώσει, ενάντια στις πιθανότητες. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)