Από τα μέσα του 19ου αιώνα έως τις αρχές του 20ού, ο ρεαλισμός συνδέθηκε, τόσο νοηματικά όσο και πρακτικά, με την πιστή απεικόνιση της εξωτερικής πραγματικότητας, συνώνυμο της εικαστικής και φωτογραφικής αποτύπωσης αυτής. Ως καλλιτεχνικό ρεύμα, ολοκλήρωσε την πορεία του στα χρονικά πλαίσια τα οποία ορίσαμε στην αρχή του κείμενου. Ως μηχανισμός, ωστόσο, η χρήση του οποίου επιτρέπει στον δημιουργό να κατασκευάσει τον λόγο (βλ. έργο τέχνης - προϊόν πνευματικής παραγωγής) ως αντιπρόταση στον εκάστοτε παρόντα χρόνο, λειτουργεί συνδυαστικά με τα όρια της πραγματικότητας. Το ερώτημα το οποίο θέτουμε είναι απλό και συνάμα περίπλοκο ως προς την απάντησή του. Ποιος ορίζει τα όρια της πραγματικότητας; (όχι την ίδια αυτή εικόνα, αλλά το πλαίσιο προσδιορισμού της). Με άλλα λόγια, από ποιο σημείο εκκινα και σε ποιο σημείο τέμνεται, η πραγματικότητα, τόσο στην υποκειμενική ερμηνεία των συνθετικών υλικών αυτής, όσο κι από τους ρυθμούς αναπαραγωγής της, δίχως την παρέμβαση του υποκειμενικού στοιχείου; Σε αυτό το ερώτημα, επιχειρεί να απαντήσει το εγχείρημα του Φιλολογικού Ομίλου. Οφείλουμε να χαράξουμε δυο γραμμές στο πεδίο αναφοράς του ρεαλισμού. Από τη μία πλευρά, ορίζουμε τον πνευματικό δημιουργό ως πρώτο και τελευταίο διαμορφωτή της πραγματολογικής αναδιαμόρφωσης του κοινωνικού συνόλου· από την άλλη πλευρά, προσδίδουμε στον ρεαλισμό εργαλειακη χρήση, όχι για την αντιγραφή της εξωτερικής εικόνας του συνόλου, που διαμορφώνεται στην καθημερινή του όψη, αλλά για την κατασκευή της αντιπρότασης στην ίδια αυτή πραγματικότητα, το μέλλον της οποίας -πρώτης ύλης- δεν αφορά τον πνευματικό δημιουργό-καθοδηγητή. Ο ρόλος του τελευταίου αρχίζει και τελειώνει στη διαμόρφωση του αντιλόγου, της νέας πρότασης. Για να προσεγγίσουμε, ωστόσο, το τελευταίο στάδιο αυτής, είναι αναγκαίο να ορίσουμε το πρώτο βήμα προς την ίδια κατεύθυνση, το οποίο αφορά την έννοια της «αλήθειας». [...] ("Δυο σχολές του ρεαλισμού", από την έκδοση)