Ο λόγος για τον οποίο έγινα συγγραφέας είναι τα ψηλά τακούνια που πάντοτε φορώ, και την ισορροπία πάνω τους καθώς και τη μύηση στην «ιδέα» τους μου τη δίδαξε η θεία μου η Σοφία, μία από τις μεγαλύτερες αδελφές της μητέρας μου. Το βράδυ που γλίστρησα εξαιτίας τους, πατώντας ένα γαρύφαλλο σε σκυλάδικο της Λάρισας, και γκρεμίστηκα από τα ανεμοδαρμένα τους ύψη έπαθα διάστρεμμα και έτσι αναγκάστηκα να παραμείνω ολόκληρο εικοσάλεπτο οκλαδόν στο δάπεδο της πίστας, ανάμεσα σε ζαλισμένους πότες, σπασμένα πιάτα και λιμνούλες από χυμένες σαμπάνιες. Στο διάστημα που μεσολάβησε, μέχρι να σηκωθώ, κατάλαβα πως η ζωή, από την αρχή ως το φινάλε, είναι ένας ανυποχώρητος αγώνας σε ρινγκ. Μπες βγες, από μικρή, σε αυτά που οι άλλοι λένε κωλάδικα και εγώ λιμάνια, τον διακαή μου πόθο τον έφτιαξα και τον υπηρέτησα. Πενθώ εκείνους οι οποίοι καταδέχονται να ηττηθούν από τη μετριότητα και από ολοένα μικρότερα πράγματα. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)