Για το μυθιστόρημα του Ta-Nehisi Coates «Ο χορευτής του νερού» (μτφρ. Βάσια Τζανακάρη, εκδ. Ίκαρος), μια ανανεωμένη ματιά στην ιστορία της σκλαβιάς στην Αμερική του 19ου αιώνα και νωρίτερα.
Του Νίκου Ξένιου
Ο Χορευτής του Νερού, το πρώτο μυθιστόρημα του Τα-Νεχάσι Κόουτς, είναι μια χειμαρρώδης πρωτοπρόσωπη αφήγηση για την περίοδο της δουλείας στην Αμερική, με στοιχεία «fantasy». Το μυθιστόρημα φέρνει στο προσκήνιο την «Αφρόκρεμα», τους εκμεταλλευτές, ιδιοκτήτες γης και δουλεμπόρους λευκούς και τα τσιράκια τους, τους «Παρακατιανούς», και βέβαια τους μαύρους σκλάβους που γδύνονται, κρανιομετρούνται, ταπεινώνονται, κακοποιούνται και δημοπρατούνται σαν ζώα.
O συμπαθέστατος, ανεπιτήδευτος Τα-Νεχάσι Κόουτς έγινε γνωστός στις Ηνωμένες Πολιτείες με το πρώτο του βιβλίο, το Between the World and Me, καθώς και με τα επόμενα τρία, επίσης non fiction, τα The Beautiful Struggle, Between the World και We Were Eight Years in Power (το βιβλίο του για την Προεδρία Ομπάμα). Όμως τόσο με τη δουλειά του για τη σειρά κόμικ Black Panther της Μάρβελ, όσο και με τον Χορευτή του νερού (Water danser), η φήμη του εκτοξεύτηκε.
Κοινωνική ιεραρχία και τοπογραφία
Στο καταφανούς αδικίας και βιαιότητας σκηνικό της ζωής των σκλάβων επικρέμαται διαρκώς ως φόβητρο η μεταφορά τους στη φρικτή πόλη Νάτσεζ, τόπο απομόνωσης από τα αγαπημένα πρόσωπα και οριστικής υποδούλωσης (πόλη του Μισσισιπή, κέντρο δουλεμπορίου και τόπος καταναγκαστικών έργων των νέγρων σε φυτείες βαμβακιού και ζαχαροκάλαμου στις αρχές του 19ου αιώνα). Ο αφηγητής και κεντρικός χαρακτήρας, ο μιγάς Χάιραμ Γουόκερ, έχει ισχυρή φωτογραφική μνήμη, με μοναδική εξαίρεση τη μορφή της μητέρας του, η οποία, όταν ο Χάιραμ ήταν μικρός, πουλήθηκε ως σκλάβα από τον πατέρα του Γουόκερ, ιδιοκτήτη μιας φάρμας της Βιρτζίνια που φέρει το όνομα Λόκλες και βρίσκεται στο Στάρφολ, στην κομητεία του Ελμ.
«Με σήκωσαν, σαν πράγμα που ήμουν, και με έβαλαν στο πίσω μέρος της άμαξας».
Ο λευκός πατέρας/αφέντης έχει φέρει τον Χάιραμ στο σπίτι του Λόκλες και τον έχει εντάξει στο οικιακό υπηρετικό του προσωπικό, του έχει αναθέσει δε τη φροντίδα του λευκού ετεροθαλούς αδελφού του, του Μέιναρντ. Παρά το γεγονός ότι οι μαύροι σκλάβοι έχουν πρόσβαση στην κύρια κατοικία μόνο μέσω μιας υπόγειας σήραγγας, και παρότι εκεί επιστρέφουν κάθε βράδυ για να κοιμηθούν, ο Χάιραμ αισθάνεται πως η μοίρα τού επιφυλάσσει κοινωνική ανέλιξη στις τάξεις της «Αφρόκρεμας», ενώ η Θίνα, γεροντότερη σκλάβα και θετή μητέρα του, δεν παύει να τον προσγειώνει. Είναι ενδιαφέρον το ότι στην ταξική διαστρωμάτωση του μυθιστορήματος οι φτωχοί, αγράμματοι λευκοί που επίσης υπηρετούν ως επιστάτες την «Αφρόκρεμας» φέρουν τον χαρακτηρισμό «Low» –οι ίδιοι συναπαρτίζουν τις ομάδες των Ανθρωποκυνηγών, που κυνηγούν μαύρους που προσπαθούν να δραπετεύσουν– και φυσικά υπάρχουν και οι απελευθερωμένοι, πρώην σκλάβοι, οι οποίοι όμως πόρρω απέχουν από το να απολαμβάνουν ίσα δικαιώματα.
Η γυναίκα που χόρευε στη γέφυρα
Τον Χάιραμ τον διακρίνει η περίεργη ιδιότητα της «Μεταφοράς», δηλαδή η υπερφυσική ικανότητα να μεταβιβάζεται αυτόματα σε άλλους τόπους στην επαφή του με το νερό και να μπορεί να μεταφέρει μαζί του και κάποιον άλλον, με την προϋπόθεση, όμως, να έχει μιαν εικόνα της χαμένης του μητέρας. Μια μέρα, καθώς συνοδεύει τον λευκό του αδελφό μιαν ιππήλατη άμαξα πάνω από ένα γεφύρι, ο Χάιραμ βλέπει σε όραμα τη μητέρα του να χορεύει τον «χορό του νερού», έναν παραδοσιακό αφρικανικό χορό τελετής με στάμνα νερού στο κεφάλι για τον οποίο ήταν φημισμένη, ο οποίος ανασύρει στη μνήμη του μια βαθύτατη φυλετική εγγραφή, καθώς και ένα καταλύτη χειραφέτησης.
Ο ποταμός Γκους, ως τοπογραφική αναφορά, λειτουργεί ως χώρος λογοτεχνικού μαγικού ρεαλισμού, με τον τρόπο του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες.
Το όραμα ενεργεί καταλυτικά γιατί, πριν καλά καλά το καταλάβει, βρίσκεται μαζί με την άμαξα και τον αδελφό του στα άγρια και δολοφονικά νερά του ποταμού. Εκεί, ο Μέιναρντ πνίγεται ενώ ο ίδιος γλιτώνει. Ο ποταμός Γκους, ως τοπογραφική αναφορά, λειτουργεί ως χώρος λογοτεχνικού μαγικού ρεαλισμού, με τον τρόπο του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες.
O Τα-Νεχάσι Κόουτς είναι Αμερικανός συγγραφέας και δημοσιογράφος. Γεννήθηκε στη Βαλτιμόρη το 1975 και θεωρείται ως ένας από τους πιο σημαντικούς διανοούμενους των ΗΠΑ. O Coates γράφει τακτικά στο περιοδικό The Atlantic, σχετικά με την πολιτική, την κοινωνία, καθώς και για ζητήματα διαρθρωτικού ρατσισμού και «λευκής υπεροχής». Ο «Χορευτής του νερού» είναι το πρώτο του μυθιστόρημα. Ζει στη Νέα Υόρκη με την οικογένειά του. |
Πέραν του χωρισμού στους «πάνω» και στους «κάτω», πέρα από την αφομοιωμένη αίσθηση κατωτερότητας των μαύρων, υπάρχουν κι άλλες διαχωριστικές γραμμές: η ενδυμασία, η κοινωνική ζωή και οι εκδηλώσεις επίδειξης υπεροχής των μελών της «Αφρόκρεμας» που παίρνουν διαστάσεις μιας νοσηρής κανονικότητας που τους διαχωρίζει, πλέον, ως «είδος» από τους άξιους κι αποτελεσματικούς σκλάβους τους, παράλληλα όμως αναδεικνύει τη δική τους ανικανότητα και εξάρτηση από τις παραγωγικές τάξεις που έχουν υποτάξει δια της βίας: έτσι, στο μυθιστόρημα του Κόουτς τα επίθετα Χάουελ και Μέιναρντ λειτουργούν ως αλληγορία της ηθικής σήψης και παρακμής της πολιτείας της Βιρτζίνια. Με την παρακμή της καπνοφυτείας κάποιοι θα μετακινηθούν προς τη Δύση και τα κέντρα της εξουσίας θα μετατεθούν.
Δισημίες και σύμβολα φυγής
Εκτός από τη διακριτή ευφυία και την οξεία μνήμη του, εκτός από τα διαβάσματα που τον διαφοροποιούν από την τάξη του, ο Χάιραμ θα ενώσει τη μοίρα του με το τοπικό «Υπόγειο Δίκτυο», προσφέροντας την ιδιότητά του της Μεταφοράς στην υπηρεσία της απελευθέρωσης των μαύρων σκλάβων. Αυτό το εύρημα, κατ’ αναλογία με το μυθιστόρημα του Κόλσον Γουάιτχεντ Υπόγειος Σιδηρόδρομος, εντάσσει το έργο του Κόουτς σε μια χορεία μυθιστορημάτων που, εκκινώντας από την Καλύβα του Μπαρμπα-Θωμά της Χάριετ Μπήτσερ Στόου και φτάνοντας ως την Τόνι Μόρισον, τον Μπούκερ Ουάσιγκτον και τον Τζέιμς Μπόλντουϊν, αποτυπώνουν τη συλλογική μνήμη αυτής της τεράστιας ιστορικής αδικίας εις βάρος του συνανθρώπου που βρίσκεται στην ίδια τη δομή της αμερικανικής δημοκρατίας.
Πέρα από τη διακριτή ευφυία και την οξεία μνήμη του, πέρα από τα διαβάσματα που τον διαφοροποιούν από την τάξη του, ο Χάιραμ θα ενώσει τη μοίρα του με το τοπικό «Υπόγειο Δίκτυο»...
Ο Κόουτς μεταπλάθει δημιουργικά τον ευσεβή πόθο κάθε σκλαβωμένου ανθρώπου και φτιάχνει μια λογοτεχνική πραγματικότητα πολύ οικεία στο αφροαμερικανικό φολκλόρ. Η υική αφοσίωση του Χάιραμ στον δυνάστη πατέρα, όπως και η αίσθηση ελευθερίας στη Φιλαδέλφεια εντάσσονται στα αμφίσημα σημεία του αφηγήματος. Επίσης, στο βιβλίο κυρίαρχη είναι μια παράδοξη αίσθηση «πατρίδας» (homeland) ως νοερού τόπου επιστροφής. Η βιβλιοθήκη που επισκέπτεται ο ήρωας είναι, επίσης, ένας χαρακτηριστικός τόπος διατήρησης της μνήμης. Τέλος, η ιστορική αναφορά στην ακτιβίστρια Χάριετ Τάμπμαν, προασπίστρια της κατάργησης της δουλείας, υπηρετεί απόλυτα την αληθοφάνεια του κειμένου.
Ο Κόουτς αρέσκεται σε πληθώρα συμβολικών/τελετουργικών εικόνων, όπως π.χ. η αναπαράσταση ιστοριών για φαντάσματα του Λόκλες που εμφανίζονται στη συνείδηση του αφηγητή. Το μπαστούνι από καουτσουκόδεντρο της Χάριετ συμβολίζει τις φρικτές μέρες της νεότητάς της, η μνήμη των οποίων διατηρεί ενεργή τη συνείδησή της. Το χάλκινο νόμισμα είναι, τρόπον τινά, το «εισιτήριο» της μεγάλης Εξόδου που ονειρεύεται ο Χάιραμ και η απώλειά του ταυτίζεται με την απομύθευση κάθε ονείρου ταξικής εξίσωσης με τους λευκούς. Η γέφυρα πάνω από τον ποταμό Γκους κατ’ ουσίαν είναι ένα όριο, ένα μεταβατικό (liminal) σημείο ανάμεσα στον χώρο των ζωντανών κι εκείνον των νεκρών, τον υπερβατικό, ενώ και ψυχολογικά βιώνεται έτσι, εφόσον οδηγεί στο αποτρόπαιο εμπόριο ανθρώπινων ψυχών της Νάτσεζ. Η μετάφραση της Βάσιας Τζανακάρη μάς μεταφέρει σε μιαν εποχή τόσο μακρινή χωρίς εκκεντρικότητες, σε μια γλώσσα απλή και κατανοητή.
* Ο ΝΙΚΟΣ ΞΕΝΙΟΣ είναι εκπαιδευτικός και συγγραφέας. Τελευταίο βιβλίο του, το μυθιστόρημα «Τα σπλάχνα» (εκδ. Κριτική).
Ο χορευτής του νερού
TA-NEHISI COATES
Μτφρ. ΒΑΣΙΑ ΤΖΑΝΑΚΑΡΗ
ΙΚΑΡΟΣ 2021
Σελ. 528, τιμή εκδότη: €17,70
Απόσπασμα από το μυθιστόρημα
«Υπήρχαν πολλοί τρόποι να είσαι σκλάβος στη Βιρτζίνια, τρόποι πέρα από τα χωράφια, τις κουζίνες ή την αποθήκη. Υπήρχε σκλαβιά όχι και τόσο υλική. Πρόσφερες ψυχαγωγία, μοιραζόσουν σοφία. Και υπήρχε και πιο σκοτεινή σκλαβιά. Να είσαι τα μάτια και τα αυτιά τους, οι πληροφορίες τους ανάμεσα στους άλλους σκλάβους, ώστε εκείνοι, οι αφέντες, να ξέρουν ποιος χαμογελούσε μπροστά και κορόιδευε από πίσω, ποιος τους έκλεβε, ποιος είχε κάψει τον αχυρώνα, ποιος είχε δηλητηριάσει και ποιος συνωμοτούσε. Συνέπεια τούτου ήταν μια κάποια επαγρύπνηση μεταξύ των σκλάβων, ιδίως ανάμεσα σε αυτούς που δεν γνωρίζονταν» (σελ. 145)