Για την ποιητική συλλογή του Χαράλαμπου Γιαννακόπουλου «Ο θάνατος πλένει το πρόσωπό του στα νερά που κυλάνε απ' το σώμα σου» (εκδ. Πόλις). Κεντρική εικόνα: Η Catherine Deneuve στην «Ωραία της ημέρας» (1967).
Γράφει ο Γιώργος Βέης
«Αλλά εμείς που ζούμε μέσα στο σώμα μας, βλέπουμε με τη φαντασία του σώματος τα πράγματα στις γενικές τους γραμμές».
Βιρτζίνια Γουλφ, Τα Κύματα
Ερωτική γραφή καθόλου τυποποιημένη ή ανιαρή, εμφανώς πειστική προοπτική διερμηνείας του κρίσιμου βιώματος, κομψές επινοήσεις, αλλεπάλληλες αλλά καθόλου προβλέψιμες, διαδοχικές προσφυγές στο μυστήριο της φύσης για καθαρά ιαματικούς σκοπούς, απόπειρες κατανόησης του Νέου Κόσμου, όπως έχει εμπεδωθεί στην πολυεπίπεδη, επικοινωνιακά ασίγαστη Νέα Υόρκη, συνεπείς αξιοποιήσεις των ρηματικών δεδομένων του νεωτερισμού στο χώρο του δημιουργικού λόγου, αυτοαναλύσεις αιτίων και αιτιατών της ειδικής ποιητικής συμπεριφοράς, αλλά και δοκιμές κωδικοποίησης ορισμένων κινήτρων και ισάριθμων αφορμών της αναστοχαστικής προσέγγισης του κόσμου και των συμφραζομένων του: ιδού τι, κυρίως, συναπαρτίζει την ταυτότητα του πρόσφατου ποιητικού βιβλίου του Χαράλαμπου Γιαννακόπουλου (1971).
Η όλη λεκτική σκευή υποστηρίζει ενεργά, μεταξύ άλλων, και τη διαχείριση της (απαραίτητης ενίοτε) κειμενικής έκπληξης. Το ανάλαφρο από καθαρά νοητικής σκοπιάς καθίσταται αυτομάτως ηθικά βαρύτιμο. Το δήθεν σημασιολογικά αδιάφορο ανάγεται σε εξαιρετική σωματική ευφορία. Ο κλαυσίγελος του βίου μας δείχνει αμελητέος μπροστά στην ακεραιότητα του σεξουαλικού πληρώματος. Παραθέτω ένα χαρακτηριστικό κομμάτι με τίτλο «Ο ποιητής και η Μούσα του» για τις ανάγκες της αναγκαίας εποπτικής στιγμής:
«Με τα πόδια γυμνά και ωραία / Περπατώντας στον κήπο η μούσα, / Στο τραπέζι που γράφω μονάχος / Πλησιάζει χωρίς να μιλήσει. / Κι όπως σκύβω χτυπώντας τα πλήκτρα / Γονατίζει εκείνη μπροστά μου / Και μου λέει «Μη γυρεύεις τις λέξεις / Στου μυαλού τα στεγνά μονοπάτια./ Μες στα χείλη μου βούτα την πένα / Και βαθιά θ’ αναβλύσουν οι στίχοι». / Και προτού να αρθρώσω μια λέξη / Με τα χέρια τη ζώνη μού λύνει».
Οι αφορισμοί σε μορφή αυστηρού δεκαπεντασύλλαβου, οι οποίοι τέμνονται μαθηματικά στη μέση, συνιστούν ένα ασφαλές μέτρο της συγκεκριμένης Ars Poetica. Διαπιστώνω ότι στην πλειονότητά τους αποτελούν αποτυπώματα ομολογούμενης πρωτοτυπίας. Παραθέτω μερικά ενδεικτικά τινά:
«Εγώ αν γράφω ποιήματα, / είναι για να τα ζήσω»,
«Ένα μικρό όρος Θαβώρ / το κάθε σου στηθάκι»,
«Τη γεύση του ιδρώτα σου / μοχθώ να μεταφράσω»,
«Κι η τέχνη ένας λόξιγκας / στα σωθικά του χρόνου»,
«Ανάμεσα στις συλλαβές / το ποίημα λέει σε θέλω» και
«Κι η ποίηση μικρή ρωγμή / στο κύτος του θανάτου».
Το δε ποιητικό εγώ δρα ως κατεξοχήν φορέας της λίμπιντο. Η σχέση τους παραμένει άρρηκτη σε όλη την έκταση της προκείμενης συλλογής. Από μια άλλη πλευρά, το ποιητικό εγώ δεν είναι τίποτε άλλο παρά η κοιτίδα, η πατρογονική εστία της λίμπιντο και σ΄ ένα βαθμό το στρατηγείο της, για να θυμηθούμε τη φροϋδική ανάλυση.
Από μια άλλη πλευρά, το ποιητικό εγώ δεν είναι τίποτε άλλο παρά η κοιτίδα, η πατρογονική εστία της λίμπιντο και σ΄ ένα βαθμό το στρατηγείο της.
Φρονώ ότι αρκεί το ποίημα, το οποίο σκοπίμως τιτλοφορείται απλώς «Άνοιξη». Το παραθέτω αυτούσιο:
«Την άνοιξη δεν μου τη φέρνει πια όπως παλιά / η μυρωδιά της ανθισμένης νεραντζιάς / κι οι τρίλιες των πουλιών έξω απ’ το τζάμι μου, / ούτε το πρώτο παγωτό απ’ το περίπτερο, / το πρώτο κοντομάνικο μπλουζάκι στη βεράντα /κι η μέρα που νυχτώνει όλο και πιο αργά. / Άνοιξη είναι το στήθος σου, / όταν το πρώτο χάπι για την αλλεργία της χρονιάς / σε ρίχνει ζαλισμένη και βαριά στην πολυθρόνα / και ξεγλιστράει μέσ’ απ’ τη ρόμπα σου γυμνό».
Κοντολογίς, οι στίχοι επιβεβαιώνουν στην προκείμενη εφαρμογή τους, εκτός όλων των άλλων, την ικανότητά τους να συναιρούν επιτυχώς τις δομές του πνευματικού με τις αντίστοιχες δομές των καθόλα υλικών στοιχείων του κόσμου, ο οποίος εκ προοιμίου επείγεται να τους περιβάλλει. Κι αυτό είναι το πλέον αντιπροσωπευτικό, το βασικό πλεονέκτημα της έκφανσης σε όλη μάλιστα την έκταση του παρόντος έργου απαιτητικής αισθητικής.
*Ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΕΗΣ είναι πρέσβης επί τιμή και ποιητής. Τελευταίο του βιβλίο, η ποιητική συλλογή κειμένων «Καταυλισμός» (εκδ. Ύψιλον).
Απόσπασμα από το βιβλίο
Λόρενς Φερλινγκέτι
Ποιητής δεν είναι τόσο αυτός που εμπνέεται, όσο αυτός / που μας εμπνέει να κατοικήσουμε μέσα στα ποιήματά του. / Όπως για μένα πάντοτε έκανε ο Λόρενς Φερλινγκέτι, / που ίδρυσε μέσα μου, με στίχους του, ένα άλλο / Σαν Φρανσίσκο, με δρόμους που κυλάνε προς τη θάλασσα / και αγόρια όμορφα, κορίτσια θαρραλέα, / παγκάκια ξύλινα που τα ζεσταίνει ο ήλιος και κλαμπ / που παίζουν τζαζ και το πρωί σερβίρουνε καφέ και σοκολάτα. / Και ανθρώπους που αγωνίζονται και ζουν / για μια άλλη ελευθερία.