Για την ποιητική συλλογή της Μαίρης Μπαϊρακτάρη «Μετάφραση άνευ όρων» (εκδ. Σαιξπηρικόν).
Γράφει η Μαρία Πατακιά
Η ποιητική συλλογή της Μαίρης Μπαϊρακτάρη Μετάφραση άνευ όρων (εκδ. Σαιξπηρικόν) είναι διπλά ενδιαφέρουσα – ως καθαρή ποίηση αλλά και ως ποιητικό δοκίμιο για τη μετάφραση. Η δημιουργός είναι ποιήτρια είναι και μεταφράστρια. Οι δύο αυτές ιδιότητες είναι άρρηκτα συνδεδεμένες στην προκειμένη περίπτωση, δεν τίθεται θέμα ιεράρχησης ή δεσπόζουσας θέση της μιας ή της άλλης.
Πράγματι, η Μαίρη Μπαϊρακτάρη είναι εγγενώς ποιήτρια είναι και μεταφράστρια με τη διπλή έννοια, κυριολεκτικά και μεταφορικά - αφού μεταφράζει έργα μη ελληνόφωνων λογοτεχνών προς τα ελληνικά αλλά "μεταφράζει" και τα δικά της βιώματα, τις δικές της αισθητικές εμπειρίες, συγκινήσεις και σκέψεις, σε ποιητικό λόγο και αυτό γίνεται με φυσικότητα αφού η ποίηση είναι η μητρική της γλώσσα.
Μοιραία λοιπόν, αναγκαία, προέκυψε ο τίτλος και η δηλωμένη με αυτόν διπλή θεματική της συλλογής, στην οποία όμως υφέρπει ένα άλλο ισχυρό θέμα που είναι και το οδηγούν νήμα κατά την εκτύλιξή της: το θέμα του έρωτα.Τα τρία αυτά στοιχεία της θεματικής συνδέονται πράγματι στενά μεταξύ τους.
Αυτό δεν κάνουμε και στον γνήσιο έρωτα; Δεν κάνουμε χώρο για να υποδεχτούμε τον άλλο, παραχωρώντας ένα κομμάτι του εαυτού μας;
Η ποίηση είναι η κατεξοχήν "μετάφραση" ήχων, εικόνων, εσωτερικών σκιρτημάτων και σκέψεων σε λέξεις, έτσι ώστε να αποδοθεί συμπυκνωμένη η ουσία τους. Σε αυτό τουλάχιστον στοχεύει. Ο έρωτας αποτελεί τη γενεσιουργό αιτία και τη συνεκτική ουσία πάντων. Και εν προκειμένω, ο έρωτας νοείται με την ευρεία έννοια, πέραν της σχέσης μεταξύ ατόμων, ως έρως για τη μετάφραση, έρως για την ποίηση.
Άλλωστε και η μετάφραση άλλο δεν είναι παρά μια πράξη αγάπης, μια ερωτική πράξη, αφού με ταπεινότητα ο μεταφραστής - δημιουργός και ο ίδιος - υποδέχεται στη δική του γλώσσα, το δικό του πολιτιστικό σύστημα τον έτερο, παραμερίζοντας για να περάσει με σκοπό να τον συστήσει, να τον κάνει γνωστό και στο δικό του κοινό. Αυτό δεν κάνουμε και στον γνήσιο έρωτα; Δεν κάνουμε χώρο για να υποδεχτούμε τον άλλο, παραχωρώντας ένα κομμάτι του εαυτού μας;
Και η ποίηση; Δεν είναι και αυτή μια πράξη μοιράσματος με τους άλλους; μια πράξη επικοινωνίας όπως η μετάφραση και ο έρωτας; Και μήπως δεν έχουν τούτο το κοινό ακόμα ο έρωτας και η μετάφραση, το ζήτημα της πίστης; (είναι μεγάλη συζήτηση τι θεωρείται πιστή μετάφραση, ποιος ο ρόλος των belles infidèles κλπ.) Ιδού λοιπόν πώς συνδέονται άρρηκτα τα τρία αυτά στοιχεία. Η σύνδεση αυτή τονίζεται στη δεύτερη περίοδο της φράσης του τίτλου: "άνευ όρων".
Και μήπως δεν έχουν τούτο το κοινό ακόμα ο έρωτας και η μετάφραση, το ζήτημα της πίστης;
Πέραν της όποιας πρόθεσης της ποιήτριας, εισάγεται εδώ εξαρχής, στον ίδιο τον τίτλο μια αμφισημία - και η αμφισημία είναι ίδιον της καλής ποίησης. Αναρωτιόμαστε σε ποια έννοια του όρου "όρος" αναφέρεται η ποιήτρια. Σαν ορολογία, εφόσον μας ξεναγεί και στα χωράφια της μετάφρασης, ή στον όρο - προϋπόθεση, που μας παραπέμπει κατευθείαν στον Εμπειρίκο και το " άνευ ορίων και άνευ όρων" του; Και εντός της πρώτης έννοιας μια ακόμη αμφισημία. Αισθάνεται άραγε η ποιήτρια ανεπαρκής ως προς την ορολογία ή θεωρεί πως η ορολογία δεν χρειάζεται εν (ποιητικώ) προκειμένω; Αισθάνεται αυτή τη συστολή, την ανεπάρκεια της γλώσσας που οδηγεί στη "συνεννόηση στην ατέλεια", όπως μας λέει;
Αν, αντίθετα, εκλάβουμε τον «όρο» ως προϋπόθεση, ποιες θα ήταν αυτές οι προϋποθέσεις; η απλή υποδοχή ή η επιβολή; - και αν, αντίθετα, πρόκειται περί παράδοσης, σε ποιον παραδίδεται και μάλιστα άνευ όρων; στη γλώσσα και στην ποίηση; στον δημιουργό; στην πράξη της μετάφρασης; ή, κυρίως, στον ερωτά τους; Θέλει να πάει στα άκρα και δεν κρατά τίποτα για τον εαυτό της, εκτιθέμενη πλήρως;
Σε κάθε περίπτωση η αμφισημία λειτουργεί, με διαφορετική μεν πρόσληψη από τον κάθε αναγνώστη αλλά λειτουργεί και σηματοδοτεί μια γενναία στάση που είναι ορατή και στο σώμα της συλλογής, ιδίως σ' αυτό, όσο τη διατρέχουμε, όσο διαβάζουμε και ξαναδιαβάζουμε τα ποιήματα.
Είναι γενναία η στάση της ποιήτριας γιατί παίρνει ρίσκα - γλωσσικά, μορφολογικά, περιεχομένου - όλα αυτά "άνευ όρων" και το ρίσκο, η διακινδύνευση είναι ίδιον της καλής ποίησης. "Οι ποιητές είναι τέκνα του κώδωνος κινδύνου" έλεγε ο René Char και η Μαίρη Μπαϊρακτάρη το επιβεβαιώνει εμπράκτως ποιητικά αφού επικεντρώνει το λόγο της σε ".. προδιαγραφές εξορίας/ ψυχή απώλείας/ και το βλέμμα έτοιμο/ της πιθανής ενδότερης φρίκης" (απόσπασμα από το πρώτο ποίημα τη συλλογής " Ο επιζών "). Η διακινδύνευση αυτή εικονογραφείται ιδιαίτερα στο ποίημα "Κλείσε τον γκρεμό" όπου νιώθουμε μέσω των λέξεων σωματικά τον κίνδυνο, τον ίλιγγο και την ηδονή του «Κι όταν η ωύχτα μας άγγιξε/ μας έκοψε βαθιά/ στα μέτρα της/ μας πέρασε κορδέλα/ στα μαλλιά της/ και έτσι δεμένοι/ κάναμε επιτέλους ένα βήμα./ Κενό./ Στο κενό.»
Ακόμα μεγαλύτερη είναι η διακινδύνευση γιατί εάν κλείσει ο γκρεμός, πίσω υπάρχει το ρέμα με τις λέξεις. Η ανάληψη του ρίσκου και η ηδονή πάσης φύσεως συνδέεται με τον τρόπο που η ποιήτρια κατορθώνει να μας μεταδώσει με τις λέξεις, τις φράσεις της που εισπνέουν και εκπνέουν ερωτικό πάθος αλλά και αναστοχασμό πάνω στα θέματα που την απασχολούν. ( "εισπνέει/ σηκώνει το ρούχο της/ κι αδειάζει τη γυμνή της αιώρηση / πάνω απ' τις στάχτες" )
Είναι και αυτό ίδιον της καλής ποίησης, ο συγκερασμός συναισθημάτων και στοχασμού και η μετάφρασή τους σε δυνατές εικόνες.
Είναι και αυτό ίδιον της καλής ποίησης, ο συγκερασμός συναισθημάτων και στοχασμού και η μετάφρασή τους σε δυνατές εικόνες. Η ποιήτρια κατορθώνει να είναι συγχρόνως ερωτική και εγκεφαλική και να προκαλεί μια άμεση συγκίνηση («Λίγο πριν χάσει το παιχνίδι/ με τα δευτερόλεπτα η ηδονή/ το σώμα αφήνεται στον τοίχο καρφωμένο/ πριν το δουλέψει μερόνυχτα ο ζωγράφος/ γεμίζοντας κενά που μόνο εκείνος βλέπει/ πριν θυμηθεί/ στο σκούρο φόντο να προσθέσει/ έστω και την τελευταία στιγμή/ τα εξ ων συνετέθη.- απόσπασμα από «Πίνακες σε (εντελώς) ιδιωτική συλλογή»). Επιτυγχάνει επίσης η ποιήτρια να συνθέτει ετερόκλητα, ακόμα και αντιφατικά στοιχεία σε ποιητική ενότητα (" πυράκτωση σε πάγο / με σκέψη σώμα / με σάρκα χώρο" - απόσπασμα από "Χρονοτριβή")
Όσον αφορά τη μορφή, η ποίηση της Μαίρης Μπαϊρακτάρη έχει ιδιαίτερη μουσικότητα - ρυθμό πολλές φορές κοφτό, ασθμαίνοντα, με την επανάληψη λέξεων που οδηγεί σε επιτάχυνση και κορύφωση εφάμιλλη της ερωτικής. Οι συνηχήσεις και τα γλωσσικά παιχνίδια επιτείνουν τη μουσικότητα έτσι που πολλές φορές είναι ο ήχος των λέξεων που παρασύρει ώστε να αφεθούμε στην καθαρή σαγήνη της γλώσσας (εισπνοή εδώ / εκπνοή εκεί / σε ενδιαμέσως άγγιγμα/ Επανάληψη / χ.ε/ Εισπνοή εσοχή/ εκπνοή προεξοχή / ενδιαμέσως μάχη/ επανάληψη/ χ. ε." - απόσπασμα από τα " Εκτός Χαρακτικού" και "Αδαμαστος/ να με χτίσεις/ Αδαμαστος/ δάγκωσε/ Αδαμαστος/ μνημόσυνα μνημοσύνες/ Αδαμαστος/ στην άκρη / Αδαμαστος/ παραμέρισε να περάσω/ Αδαμαστος / και δες με να σε παίρνω" - απόσπασμα από " Τα υλικά").
Η ποιήτρια χρησιμοποιεί συχνά τον τριτοπρόσωπο λόγο, παίρνοντας τη σχετική απόσταση αλλά και την απεύθυνση σε δεύτερο πρόσωπο, στον έτερο ως εαυτόν ή ως ερωτικό υποκείμενο - ή αντικείμενο; - (βλ. " Μεταφρασιμότητας υπολογισμοί"), Πόσο οικείο ή ανοίκειο είναι το προς μετάφραση κείμενο, τα προς λεκτική μετάφραση αισθήματα, απωθήσεις και έλξεις; (" Είδε/ άγγιξε / δύο/ έδωσε ένα/ ή μάλλον ένωσε δύο / κι ένιωσε ένα/ Νόμισε πως έδωσε ένα /αλλά στην πράξη έσωσε ένα" - απόσπασμα από " Δύο;" ).
Ποια η ποιητική persona και πού τοποθετείται; από τη μεριά του παρατηρητή η από τη μεριά της ταύτισης; Ο αναγνώστης/ ακροατής μπορεί να το δει από διαφορετική γωνία κάθε φορά και με την ιδιαίτερη, δική του πρόσληψη, τη μοναδική, να ολοκληρώσει την επιτέλεση του ποιήματος ως συνδημιουργός. Η ποιήτρια του πετάει το μπαλάκι - το γήπεδο είναι η μετάφραση και το δίχτυ (καθόλου ασφαλείας) είναι η ποίηση.
Ο μεταφραστής και η μετάφραση, ο εραστής με την ερωμένη " la belle infidèle" που διαρκώς του διαφεύγει, ο μεταφραστής -εραστής που διαρκώς αναλώνεται αναγεννώμενος από τις στάχτες του έρωτά του.
Για αυτό και ΕΠΙΖΩΝ. Από την αρχή ως το τέλος.* Κι ο αναγνώστης, το τρίτο πρόσωπο σ' αυτό το ερωτικό τρίγωνο.
Αυτές είναι οι εντυπώσεις που δέχτηκα σαν ερωτικά βέλη κατάστηθα, καθώς διάβαζα τα ποιήματα αυτής της συλλογής. Κανονικά, αυτό αρκεί. Γιατί απλώς συμβαίνει. Όπως ο έρωτας. Χωρίς εξήγηση. Μαγικά. Αν προσπάθησα να επικαλεστώ και κάποιους λόγους που να εξηγούν τη συγκίνησή μου, είναι για λόγους " μετάφρασης" της συγκίνησης αυτής με αποδέκτη τον αναγνώστη. Το μοίρασμα και η επικοινωνία είναι εξάλλου το ίδιον τόσο της ποίησης όσο και της μετάφρασης.
Και συμβαίνει απευθείας και άμεσα με την ανάγνωση των εξαιρετικών ποιημάτων αυτής της συλλογής.
* "Ο Επιζών" είναι ο κοινός τίτλος του πρώτου και του τελευταίου ποιήματος της συλλογής.