Για το βιβλίο «Η Αυλή του Χίτλερ, Ο Στενός Κύκλος του Φύρερ στο Τρίτο Ράιχ και Μετέπειτα» της Γερμανίδας ιστορικού Heike B. Gortemaker (μτφρ. Γιάννης Κέλογλου, εκδ. Gutenberg).
Του Γιώργου Σιακαντάρη
Ο πολιτικός και οι πολιτικές του Χίτλερ έχουν γίνει αντικείμενο μεγίστης ανάλυσης από τους ιστορικούς, με αποκορύφωμα το βιβλίο Χίτλερ του Ίαν Κέρσοου (μετάφραση Γρηγόρης Κονδύλης, Στέφανος Ροζάνης, εκδ. Μεταίχμιο). Ο Κέρσοου περιγράφει το ποια ήταν τα πολιτικά και ιδεολογικά μονοπάτια που ακολούθησε ο Χίτλερ για να γίνει Φύρερ. Ποιοι ήταν όμως οι άνθρωποι που συνέβαλαν στην μετατροπή ενός ατάλαντου ζωγράφου, άεργου και αποτυχημένου μποέμ σε ταλαντούχο ρήτορα και ηγέτη ενός κόμματος που σε ελεύθερες εκλογές έφτασε έως το 37,4%; Και ποιοι ήταν οι άνθρωποι που τον συνόδευαν, τον ψυχαγωγούσαν αλλά και τον υπηρετούσαν πιστά, αρχικά στο Μόναχο και συνέχεια στην τεράστια και πολυτελή κατοικία του στο Μπέργκχοφ στις βαυαρικές Άλπεις;
Ποιοι ήταν όμως οι άνθρωποι που συνέβαλαν στην μετατροπή ενός ατάλαντου ζωγράφου, άεργου και αποτυχημένου μποέμ σε ταλαντούχο ρήτορα και ηγέτη ενός κόμματος που σε ελεύθερες εκλογές έφτασε έως το 37,4%;
Αυτό μας περιγράφει η Γερμανίδα ιστορικός Γκερτεμάκερ σ’ ένα βιβλίο εξαιρετικά τεκμηριωμένο στη βάση αρχείων, πρακτικών των δικών, πολλών βιβλίων και απομνημονευμάτων των ανθρώπων που αποτελούσαν την αυλή του Χίτλερ. Κατά την ιστορικό είναι μύθος η εικόνα του μοναχικού λύκου που αποδόθηκε μετά το τέλος του στον Χίτλερ. Λύκος ήταν, αλλά καθόλου μοναχικός. Δεν ήταν μόνος του ούτε προτού κατακτήσει τον Ιανουάριο του 1933 την εξουσία ούτε όμως και όταν ήταν νέος και άσημος και πήγε στο Μόναχο της Βαυαρίας για να φτιάξει τον κύκλο του και το Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα. Χρησιμοποίησε γι’ αυτό πολλούς και διαφορετικούς ανθρώπους και άλλους τους αντάμειψε με αξιώματα και δόξα και άλλους από κάποια στιγμή και ύστερα τους πέταξε έξω από την «αυλή» του. Ο Χίτλερ όμως σε καμία φάση δεν έδρασε ως «μοναχικός» ηγέτης. Ακόμη και μετά το αποτυχημένο «πραξικόπημα της μπυραρίας» στο Μόναχο το 1923, όπου υπερεκτίμησε τις συμμαχίες του με τους αστούς εθνικιστές, όπως ο πρώην πρωθυπουργός της Βαυαρίας και τότε γενικός επίτροπος Γκούσταφ Ρίτερ φον Καρ. Ακόμη όμως και στις φυλακές που κλείστηκε για λίγους μήνες, σε εξαιρετικές συνθήκες διαβίωσης, δεχόταν τις επισκέψεις φίλων και πιστών.
Στο βιβλίο διακρίνουμε δυο κύκλους του Χίτλερ. Ο πρώτος ήταν αυτός που ξεκινά από το 1919 με την ίδρυση του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος από τον Άντον Ντρέξλερ και συνεχίζεται από το 1925 με την επανίδρυσή του από τον Χίτλερ έως την άνοδό και την εδραίωσή του στην εξουσία το 1933-1935. Και ο δεύτερος, είναι ο κύκλος που σχηματίστηκε στο Ομπερζάλτσμπεργκ, δηλαδή στην προαναφερθείσα «κατοικία» του στο Μπέργκχοφ. Ο Χίτλερ δεν ακολούθησε την τακτική του Στάλιν, όσον αφορά τους ανθρώπους των κύκλων του. Όταν κάποιος έπεφτε σε δυσμένεια απομακρυνόταν, αλλά τις περισσότερες φορές γλύτωνε τη ζωή του είτε παραγκωνισμένος στη Γερμανία είτε καταφεύγοντας στη Δύση. Τέτοιες περιπτώσεις ήταν ο Έρνστ Χάνφστενγκλ, υπεύθυνος των σχέσεων του Εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος με τον ξένο τύπο μέχρι το 1937, ο επιτελικός υπαρχηγός Ρούντολφ Ες, οποίος κάποια στιγμή φαντάστηκε πως θα μπορούσε μόνος του να συνάψει ειρήνη με την Αγγλία, ο Κουρτ Λίντεκε, ο μυστηριώδης και κοσμοπολίτης Βερολινέζος επιχειρηματίας που ως το 1937 λειτουργούσε ως απεσταλμένος του κόμματος στον Μουσολίνι, και ο σωματοφύλακας πρώην έμπορος αλόγων Κρίστιαν Βέμπερ. Ο μόνος από τον στενό του κύκλο, μέχρι την άνοδο του στην εξουσία, που αποστασιοποιήθηκε και στη συνέχεια δολοφονήθηκε ήταν ο Έρνστ Ρεμ.
Ο Χίτλερ δεν ακολούθησε την τακτική του Στάλιν, όσον αφορά τους ανθρώπους των κύκλων του. Όταν κάποιος έπεφτε σε δυσμένεια απομακρυνόταν, αλλά τις περισσότερες φορές γλύτωνε τη ζωή του είτε παραγκωνισμένος στη Γερμανία είτε καταφεύγοντας στη Δύση.
Στον πρώτο κύκλο, αποκληθείς και «η κλίκα του Μονάχου», συναντάμε πάλι τον Χάνφστενγκλ, τον Ες, τον Λίντεμαν, μεγιστάνες του πλούτου (Χούγκο και Έλζα Μπρούκμαν- Έντβιν και Χελένε Μπεχστάιν), συγγενείς του μουσικοσυνθέτη Βάγκνερ, όπως τη νύφη του Βίνιφρεντ Βάγκνερ, ακροδεξιούς ψευδοδιανοούμενους και συγγραφείς (Άλφρεντ Ρόζερμπεργκ, Γκρέγκορ Στάσερ, Ντίτριχ Έκαρτ (που έφυγε νωρίς), Χέρμαν Έσερ (που εξέδωσε το 1927 και επανεξέδωσε το 1937 τον αντισημιτικό λίβελο υπό τον τίτλο «Η παγκόσμια εβραϊκή πανούκλα»), πρώην συνάδελφούς του στον πόλεμο (Μαξ Άμαν), σωματοφύλακες (Κριστιάν Βέμπερ, Εμίλ Μορίς και Ούλριχ Γκράφ), πρωτοπαλίκαρα (Βίλχελμ Μπρίκνερ), προπαγανδιστές (Γιόζεφ Γκέμπελς), αλλά και ακτιβιστές όπως ο λοχαγός της Ράιχσβερ Έρνστ Ρεμ. Και φυσικά, τον μέχρι τέλους φωτογράφο του Χάινριχ Χόφμαν, ο οποίος έπαιξε τεράστιο ρόλο στο στήσιμο της εικόνας του Χίτλερ. Ο πολύ καλός και γενναίος συγγραφέας Κουρτ Τουχόλσκι αποκαλούσε όλους αυτούς «αχαΐρευτους Πρώσους» και συνιστούσε στους τουρίστες να αποφεύγουν τη Βαυαρία. Όλοι αυτοί «διέθεταν προσωπική πρόσβαση στον “Φύρερ”, τον συνόδευαν στις εμφανίσεις του, προσέγγιζαν μέλη των οικογενειών τους, φίλους και γνωστούς υπέρ του» (σ. 141). Αλλά και επωφελούνταν από το χρήμα του κόμματος και τη διαφθορά γύρω απ’ αυτό.
Πρόσωπα όπως ο Χέρμαν Γκέρινγκ, ο Ερνστ Καλτενμπρούνερ, ο Γιόακιμ φον Ρίμπεντροπ, ο Βίλχελμ Κάιτελ, ο Ρόμπερτ Λέι, ο Χάινριχ Χίμλερ, ο επικεφαλής της καγκελαρίας Χανς Λάμερς, ο Ράινχαρντ Χάιντριχ παρόλο που έδρασαν καθοριστικά για την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία και την εδραίωση σ’ αυτήν, και παρόλο που εφάρμοσαν τις δολοφονικές οδηγίες του για την εξόντωση εκατομμυρίων ανθρώπων, δεν αποτελέσαν το στενό περιβάλλον του ούτε στο Μόναχο ούτε στις Άλπεις. Επίσης, σκοτεινό σημείο στον κύκλο του Μονάχου ήταν ο θάνατος της ανιψιάς του Χίτλερ, της Γκέλι Ράουμπαλ. Αν και ο Χίτλερ θεωρήθηκε ύποπτος γι’ αυτόν, ποτέ δεν αποδείχθηκε τι πραγματικά συνέβη. Μετά την ανάληψη της εξουσίας στις 30 Ιανουαρίου 1933, η αυλή μεταβλήθηκε από κύκλος που δούλευε για τον Χίτλερ σε κύκλο γύρω από τον Χίτλερ. Ο δεύτερος κύκλος ξεκινά το 1935 στο Ομπερζάλτσμπεργκ όταν και κτίστηκε εκεί το αλπικό καταφύγιο με το όνομα Μπέργκχοφ. Οι δυο κύκλοι διέφεραν τόσο ως προς τη σύνθεση όσο και ως προς τη λειτουργία.
Σκοτεινό σημείο στον κύκλο του Μονάχου ήταν ο θάνατος της ανιψιάς του Χίτλερ, της Γκέλι Ράουμπαλ.
Στο Μπέργκχοφ συναγελάζονται ο γραμματέας της καγκελαρίας του κόμματος Μάρτιν Μπόρμαν, οι Γιόζεφ και Μάγδα Γκέμπελς, ο προσωπικός του γιατρός Καρλ Μπραντ με τη σύζυγό του Άνι, πρώην πρωταθλήτρια της κολύμβησης, ο άλλος γιατρός Τέοντορ Μορέλ, ο αρχιτέκτονας Αλμπερτ Σπέερ και η σύζυγός του Μαργκαρέτε, ο επικεφαλής τύπου Ότο Ντίτριχ, γραμματείς, υπασπιστές, γλύπτες, ηθοποιοί, σκηνοθέτες και αυλοκόλακες κάθε είδους. Όχι όμως και διανοούμενοι ή απλά μορφωμένοι άνθρωποι. Φυσικά δέσποζε η «κρυφή» του ερωμένη Εύα Μπράουν. Κρυφή όσον αφορά την παρουσία της στον πολιτικό βίο, δεσπόζουσα όμως όσον αφορά την ιδιωτική ζωή του Χίτλερ. Αυτή η συντροφιά ήταν υποχρεωμένη να ακολουθεί τους ρυθμούς της ζωής του Χίτλερ. Αυτός κοιμόταν μέχρι αργά το μεσημέρι κι έπεφτε για ύπνο μετά τις δυο τη νύχτα, οπότε το ίδιο πρόγραμμα ήταν υποχρεωμένοι να ακολουθούν και εκείνοι. Φρόντιζαν να διασκεδάζουν τον ηγέτη σ’ αντάλλαγμα της οικονομικής και πολιτικής εξουσίας που αυτός τους παραχωρούσε.
Όλοι αυτοί φιλοτέχνησαν την εικόνα ενός ανθρώπου κανονικού, που ζούσε στο μικρό του κτήμα, μιλούσε με τους κηπουρούς του, τον σοφέρ και το υπηρετικό του προσωπικό. Κι αγαπούσε τους γερμανικούς ποιμενικούς. Τα Σαββατοκύριακα απολάμβανε την παρέα φίλων και επισκεπτόταν τα πανηγύρια των χωρικών. Κι όλοι συμπεριφέρονταν σαν να μην γνώριζαν τίποτε για τα εγκλήματά του. Αυτό βεβαίως είναι ψέμα. Αυτοί οι άνθρωποι όχι μόνο γνώριζαν τι συνέβαινε, αλλά και πολλοί εξ αυτών είχαν ενεργή συμμετοχή σ’ αυτό. Η συγγραφέας, παρά την προσπάθεια όλων τους να απαλλάξουν τους εαυτούς τους από την κατηγορία του εγκληματία πολέμου, τονίζει πως ήξεραν πολύ καλά το τι συνέβαινε. Προτίμησαν τη διαφθορά και τα αγαθά της εξουσίας από την απομάκρυνση απ’ αυτήν. Αλλά ταυτοχρόνως εμπνέονταν και οι ίδιοι από τον αντισημιτισμό του Φύρερ. Μετά τις ήττες του Χίτλερ στο σοβιετικό μέτωπο, αυτός όλο και περισσότερο κλεινόταν στο Μπέργκχοφ και μόνο λίγα διαστήματα πήγαινε στο Βερολίνο και στο λεγόμενο πολεμικό καταφύγιο με το όνομα «Το λημέρι του Λύκου», που βρισκόταν στην τότε πρωσική πόλη Ράστενμπουργκ, σημερινό Κέντζιν της Πολωνίας. Τις ίδιες στιγμές, ακόμη και αυτός ο κύκλος άρχισε να προβληματίζεται για τις ικανότητες του Χίτλερ και κάποιοι άρχισαν να προσπαθούν να συνεννοηθούν με τους Δυτικούς. Δέκα μήνες όμως πριν από το οριστικό τέλος τους τα ηγετικά στελέχη των ναζί σκλήραιναν τη στάση τους έναντι των Εβραίων, των αιχμαλώτων πολέμου αλλά και κατά των ίδιων των Γερμανών.
Τις ίδιες στιγμές, ακόμη και αυτός ο κύκλος άρχισε να προβληματίζεται για τις ικανότητες του Χίτλερ και κάποιοι άρχισαν να προσπαθούν να συνεννοηθούν με τους Δυτικούς.
Στη συνέχεια, όλοι αυτοί, ακόμη και ο ειδεχθής εγκληματίας γιατρός Καρλ Μπραντ, που έκανε πειράματα σε ανθρώπους, υποστήριξαν πως δεν είχαν καμιά ευθύνη. Στις δίκες που ακολούθησαν, αρνήθηκαν τα πάντα. Μερικοί, όπως ο Μπραντ, εκτελέστηκαν, άλλοι όπως ο Σπέερ, ο Μπάλντουρ φον Σίραχ, ο επικεφαλής της νεολαίας των ναζί και γκαουλάιτερ της Βιέννης μετά το 1940, ο σμήναρχος Νικολάους φον Μπέλο, ο φωτογράφος Χάινριχ Χόφμαν, αφού βρήκαν πρόθυμους δημοσιογράφους και ιστορικούς, «πούλησαν» τις βολικές γι’ αυτούς ιστορίες τους. Τα μέλη του κύκλου έγιναν περιζήτητοι για την δημοσιογραφία των εντυπώσεων και την φιλοναζιστική ιστορία. Ο Σπέερ καλλιέργησε την εικόνα του απαραίτητου τεχνοκράτη. Ο υπεύθυνος τύπου Ότο Ντίτριχ δεν είχε ακούσει τίποτε για τις πολεμικές προθέσεις του Φύρερ. Ο παλιός και δηλητηριώδης αντισημίτης Χέρμαν Έσερ υποστήριξε ότι από το 1935 δεν συμμετείχε στην πολιτική ζωή. Ο σμήναρχος και υπασπιστής φον Μπέλο θεωρούσε πως οι κατηγορίες κατά των ναζί απαξίωναν τον γερμανικό λαό, αφού τα γεγονότα της περιόδου ήταν «ιστορικά και εξελικτικά αναγκαία». Η γραμματέας του Χίτλερ Κρίστα Σρέντερ, συνδρομήτρια ναζιστικών περιοδικών που εκδίδονταν στην Αργεντινή, αναφερόταν στην «τόσο θαμμένη αλήθεια». Η ιστορικός όμως δεν χαρίζεται ούτε στον κύκλο ούτε σε όσους προσπαθούν να εξωραΐσουν την εικόνα του. Μερικούς από τον κύκλο τούς χαρακτηρίζει συνεργούς και άλλους, ακόμη χειρότερα, τους θεωρεί συναυτουργούς στο έγκλημα. Όλοι αυτοί γνώριζαν για το Ολοκαύτωμα, για το πρόγραμμα ευθανασίας των ψυχικά ασθενών και για τα εγκλήματα πολέμου των ναζί. Ουδέν κρυπτόν υπό το φως της παρέας του Χίτλερ. Μεταπολεμικά, οι επιζώντες του κύκλου, σε αντίθεση με τους ηγέτες τους που εκτελέστηκαν, τιμωρήθηκαν με ολιγόχρονες φυλακίσεις. Μετά δε το 1948 και την είσοδο στον Ψυχρό Πόλεμο τα ειδικά δικαστήρια αποναζιστικοποίησης σταμάτησαν να λειτουργούν, έτσι οι άνθρωποι του Μπέργκχοφ ουδέποτε απαρνήθηκαν τον εθνικοσοσιαλισμό. Όπως γράφει χαρακτηριστικά η ιστορικός, ακόμη και μετά τον πόλεμο «η “τιμωρία” τους δεν τους οδηγούσε σε αισθήματα ενοχής ή μεταμέλειας, αλλά στην ανάπτυξη μιας δυνατής μεταξύ τους αλληλεγγύης και στη δημιουργία συλλογικών βίων» (σ. 435).
Μετά δε το 1948 και την είσοδο στον Ψυχρό Πόλεμο τα ειδικά δικαστήρια αποναζιστικοποίησης σταμάτησαν να λειτουργούν, έτσι οι άνθρωποι του Μπέργκχοφ ουδέποτε απαρνήθηκαν τον εθνικοσοσιαλισμό.
Πρόσφατες εκδόσεις όπως τα απομνημονεύματα της γραμματέως του Γιόζεφ Γκέμπελς Μπρουνχίλντε Πόμζελ με τίτλο Δεν θέλαμε να ξέρουμε (εκδ. Μεταίχμιο, μετάφραση Λένια Μαζαράκη), αλλά και μυθιστορήματα όπως το Πρωσικό μπλε του Φίλιπ Κερ (εκδ. Κέδρος, μετάφραση Γιώργου Μαραγκού) έχουν καταδείξει πολλές πλευρές της ζωής του Χίτλερ και της αυλής του στο Μπέργκχοφ. Βιβλία όμως όπως αυτό της Γκερτεμάκερ αποδεικνύουν με αδιάσειστα στοιχεία το τι πραγματικά συνέβαινε με τους ανθρώπους του Χίτλερ. Ανασκευάζεται εδώ ο μύθος που θέλει τον Χίτλερ να είναι ένοχος γι’ όλα. Η ιστορικός ξεγυμνώνει την προσπάθεια κάποιων να υποστηρίξουν πως ένοχος ήταν μόνο αυτός και μερικοί από τους επιτελείς του κι όλοι όσοι υποστηρίζουν το αντίθετο επιδιώκουν να ενοχοποιήσουν ένα ολόκληρο λαό. Απολαυστικό βιβλίο, παρά την ατμόσφαιρα ζόφου και σήψης που το περιβάλλει, και μια πρωτότυπη προσέγγιση των «φίλων» του Φύρερ. Πολύ καλή η μεταφραστική δουλειά του Γιάννη Κέλογλου. Αξίζει έπαινος στις εκδόσεις Gutenberg και γι’ αυτή την έκδοση.
* Ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΙΑΚΑΝΤΑΡΗΣ είναι συγγραφέας και δρ Κοινωνιολογίας. Τελευταίο βιβλίο του, η μελέτη «Το πρωτείο της δημοκρατίας - Σοσιαλδημοκρατία μετά τη σοσιαλδημοκρατία» (εκδ. Αλεξάνδρεια).
«Πέραν όλων των θρυλούμενων περί ηγετικής ιδιοφυΐας, τώρα κυβερνούσε ένας αριβίστας και αυτοδίδακτος πολιτικός. Σε όλη του τη ζωή, ο Χίτλερ, που είχε εγκαταλείψει το σχολείο χωρίς να πάρει απολυτήριο, προσπαθούσε να κρύψει την ανασφάλειά του απέναντι στους μορφωμένους… Δεν προκαλεί έκπληξη συνεπώς ότι στις παρέες του στο ιδιωτικό καταφύγιο δεν περιλαμβάνονταν λόγιοι, προεξάρχοντες στρατιωτικοί ή νομικοί και ότι στο Ομπερζάλτσμπεργκ δεν ήταν εγκατεστημένη καμία διασημότητα» (σ. 201).