Ο Βρετανός πολιτικός φιλόσοφος Τζον Γκρέι [John Gray] απαντάει μέσω των βιβλίων του στο καίριο ερώτημα αν ο νεοφιλελευθερισμός είναι η ύστατη «ουτοπία» που πρόκειται να ζήσουμε. Κεντρική εικόνα: © Connie Lee/Marcus Garvey Park Alliance.
Γράφει ο Μύρων Ζαχαράκης
Στην εποχή μας, δεν είναι σπάνιο να επιχειρείται από μερικούς επιστήμονες στον χώρο της βιολογίας η εξήγηση των ηθικών μας εννοιών και κινήτρων με εξελικτικούς όρους. Συνήθως γίνεται λόγος για έναν συνετό «ωφελιμισμό», που έχει ως στόχο του τη μεγιστοποίηση της προσαρμογής, με τελικό πάντα ζητούμενο την διαιώνιση των γονιδίων μας.
Σ’ αυτό το πλαίσιο, η ανιδιοτέλεια ορίζεται σαν (ή ως) μια μορφή μακροπρόθεσμης συναλλαγής, αντικαθιστώντας μια μορφή εγωιστικού ωφελιμισμού (την άμεση και βραχυπρόθεσμη) με μιαν άλλη (την έμμεση και μακροπρόθεσμη). Δηλαδή η ανιδιοτέλεια είναι εξελικτικά συμφέρουσα.
Για παράδειγμα, λέγεται πως τόσες κοινωνίες έμβιων ειδών όντως φροντίζουν τους πιο αδυνάμους, διότι αυτό συντελεί μακροπρόθεσμα και στη δική τους επιβίωση, άρα η φυσική επιλογή ευνοεί μακροπρόθεσμα την ηθική μας βελτίωση. Θα μπορούσε η σύγχρονη επιστήμη να μας παρέχει ένα στέρεο πλαίσιο ηθικής; Κατηγορηματικά όχι, απαντά ο Βρετανός πολιτικός φιλόσοφος και ακαδημαϊκός John N. Gray.
Σύμφωνα με τον John N. Gray, ο «επιστημονισμός», η ιδεολογία που δεσπόζει ακόμη στον επιστημονικό χώρο, είναι η ίδια που λειτούργησε ως η βάση κάθε πολιτικού ολοκληρωτισμού: ο άνθρωπος είναι ένα αμιγώς βιολογικό ον, ένα «μηχάνημα» της φύσης που μπορεί κανείς να το στρέψει προς την επιθυμητή, για τον ίδιο, κατεύθυνση, φτάνει να του ασκήσει τον κατάλληλο συνδυασμού πειθούς και βίας.
Οι θετικιστές επιστήμονες και διανοούμενοι του 19ου αιώνα (ο Gray τους αποδίδει καθοριστική σημασία στην ιστορία των ιδεών) έτειναν να συλλαμβάνουν το κακό σαν ένα είδος «έλλειψης», το οποίο μέλλει να εκλείψει σχεδόν αυτόματα, μετά την επιστημονική ή τεχνολογική πρόοδο.
Οι θετικιστές επιστήμονες και διανοούμενοι του 19ου αιώνα (ο Gray τους αποδίδει καθοριστική σημασία στην ιστορία των ιδεών) έτειναν να συλλαμβάνουν το κακό σαν ένα είδος «έλλειψης», το οποίο μέλλει να εκλείψει σχεδόν αυτόματα, μετά την επιστημονική ή τεχνολογική πρόοδο. Το κακό όμως, όπως και αν επιλέξουμε να το προσδιορίσουμε, δεν είναι μια απλή έλλειψη γνώσης και δυνατοτήτων.
Το κακό όπως και το καλό είναι ενδόμυχες τάσεις του ανθρώπινου είδους, και παίρνει διαρκώς νέες μορφές ανάλογα με τα δεδομένα. Η επιστήμη δεν εξαλείφει το κακό. Απλώς το μετασχηματίζουν και του δίνουν νέα μορφή. Αυτή είναι η σχετικά απλή αλλά και κομβική αλήθεια, που οι περισσότεροι ερευνητές και εγκωμιαστές της προόδου τείνουν να λησμονούν:
«Ο νεωτερικός μύθος είναι ότι η επιστήμη θα προσφέρει τη δυνατότητα στην ανθρωπότητα να πάρει στα χέρια τη μοίρα της. Αλλά η “ανθρωπότητα” καθαυτή είναι ένας μύθος, ένα σκονισμένο απομεινάρι της θρησκευτικής πίστης. Στην πραγματικότητα δεν υπάρχουν παρά άνθρωποι, οι οποίοι χρησιμοποιούν τη μεγέθυνση της γνώσης που τους παρέχεται από την επιστήμη για να επιδιώξουν τους ανταγωνιστικούς τους σκοπούς». (σελ. 21).
Ολοκληρωτισμός είναι αυτό που επέρχεται οποτεδήποτε τυχόν επιδιώκεται η έλευση ενός κόσμου δίχως συγκρούσεις ή εξουσία. Αυτό είναι η ουτοπία. Ως ουτοπία, ο Gray έχει ορίσει οποιοδήποτε όραμα είναι εντελώς αδύνατο να εφαρμοσθεί γενικά ή σε μια ορισμένη χρονική στιγμή. Σύμφωνα με τον Gray, μέσω των λογικών θετικιστών φιλοσόφων του εικοστού αιώνα, οι θετικιστικές ιδέες πέρασαν στην αμερικανική ήπειρο και με την πτώση του κομουνισμού κυριάρχησαν στον χώρο των οικονομικών και του πολιτικού φιλελευθερισμού. Όταν το τείχος του Βερολίνου έπεσε, πλείστοι επίστεψαν πως έφτασε το η ολοκλήρωση των ανθρωπίνων σκοπών.
Καμία οριστική λύση
Σύμφωνα με το εν λόγω αφήγημα, σταδιακά όλες οι χώρες θ’ ασπάζονταν τη φιλελεύθερη οικονομία και πολιτική και, προς τον τούτο, θα μπορούσε η αμερικανική υπερδύναμη να τους «βοηθήσει», μεταδίδοντάς τους τις δικές της αρχές και αξίες. Η πραγματικότητα διέψευσε βίαια το όραμα αυτό. Το «τέλος της ιστορίας», που εξήγγειλε ο Fukuyama δεν διήρκεσε ούτε μία δεκαετία. Σύμφωνα με τον Gray, που στη σημείο αυτό είναι κατηγορηματικός, καμία οριστική λύση στα προβλήματά μας δεν πρόκειται να υπάρξει ποτέ.
Το μόνο που μπορεί να επιτευχθεί είναι μερικές προσωρινές και επισφαλείς «εξισορροπήσεις». Οι άνθρωποι έχουμε πολλές και ασυμβίβαστες επιθυμίες. Είναι πιο συνετό να ομολογήσουμε ότι αυτές δεν πρόκειται να υλοποιηθούν οριστικά, παρά να επιχειρούμε επικίνδυνα σχέδια που φέρνουν πίσω τους ποταμούς αίματος και απογοητευμένα πλήθη. Ο Gray υποστηρίζει ότι, όπως όλες οι άλλες ουτοπίες του παρελθόντος, ο νεοφιλελευθερισμός είναι καταδικασμένος ν’ αποτύχει, αφού πρώτα διαλύσει και αποσταθεροποιήσει τον κόσμο μας.
Ο γερμανικός ναζισμός και ο μαρξιστικός κομουνισμός της Σοβιετικής Ένωσης ήταν βαθιά αντιφιλελεύθεροι, ωστόσο εμπνέονταν αμφότεροι από νεωτερικά ιδεώδη.
Και πράγματι, δεν έχει ήδη φέρει (ή έστω ενισχύσει) την «παγκοσμιοποίηση» της πολιτικής και οικονομικής αστάθειας; Εδώ απαιτείται μια διευκρίνιση. Είναι λάθος, σύμφωνα πάντα με τον Gray, να ταυτίζουμε τον Διαφωτισμό με τη φιλελεύθερη πολιτική. Ο γερμανικός ναζισμός και ο μαρξιστικός κομουνισμός της Σοβιετικής Ένωσης ήταν βαθιά αντιφιλελεύθεροι, ωστόσο εμπνέονταν αμφότεροι από νεωτερικά ιδεώδη.
Ακόμη περισσότερο, η Al Qaeda, βαθιά σκοταδιστική και βίαιη, στηρίζεται στις απόψεις του ισλαμιστή φονταμενταλιστή θεωρητικού Sayyid Quṭb, ο οποίος ακολουθούσε ιδέες και πρακτικές που πρώτοι διακήρυξαν οι Ρώσοι αναρχικοί του 19ου αιώνα, συνδυάζοντάς τες με παραδοσιακές ιδέες από το Κοράνι. Οι αναρχικοί ήταν οι πραγματικοί πρόδρομοι του Quṭb και του ακολούθου του, Osama Bin Laden. Από άποψη φανατισμού, όμως, δεν είναι οι μόνοι που συμπεριφέρονται φονταμενταλιστικά.
Ο Τζον Γκρέι είναι πολιτικός φιλόσοφος, Ομότιμος Καθηγητής της Ευρωπαϊκής Σκέψης στο London School of Economics. Φιλελεύθερος -θατσερικός- στοχαστής, πρώην σύμβουλος της κυβέρνησης της Μάργκαρετ Θάτσερ στη Μ. Βρετανία, εξελίχθηκε τα τελευταία χρόνια σε συστηματικό πολέμιο του καπιταλισμού και της παγκοσμιοποίησης. |
Ο Gray, ο οποίος αναλύει διεξοδικά τις στρατηγικές αποτυχίες των ΗΠΑ με τον πόλεμο στο Ιράκ, παραπέμπει στο έργο του Robert D. Kaplan, σύμφωνα με τον οποίον ζούμε σ’ έναν κόσμο «αναρχικών» συγκρούσεων και γι’ αυτό απαιτείται η υιοθέτηση ενός οιονεί «παγανιστικού» ήθους. Ωστόσο, αντίθετα απ’ ότι ο Kaplan, εκείνος υποστηρίζει πως η Αμερική δεν είναι σε θέση να διαφεντεύει τον κόσμο ολόκληρο. Για τον Gray, απαιτείται η αναγνώριση ότι δεν μπορούν να επιβληθούν τα δικά της ιδανικά σε όλους.
Τα ιδανικά
Γιατί; Διότι τα ιδανικά αυτά είναι σε πολλούς άλλους λαούς ανεπιθύμητα. Αν οι Αμερικανοί δεν το βλέπουν αυτό, είναι διότι διέπονται από μία βασική ιδέα στην οποία στηρίχθηκε η Αμερική εξαρχής. Η ιδέα, όμως, αυτή είναι στην πραγματικότητα φονταμενταλιστική, επηρεασμένη από διάφορες ευαγγελικές προτεσταντικές σέχτες, και σε τελική ανάλυση, στηρίζεται στον χιλιασμό:
«Οι διανοητές του Διαφωτισμού αρέσκονταν να θεωρούν τους αυτούς τους ως σύγχρονους παγανιστές στην πραγματικότητα όμως ήταν χριστιανοί της ύστερης εποχής- και αυτοί επίσης στόχευαν στη διάσωση του ανθρώπινου είδους. Οι αρχαίοι παγανιστές δεν πίστευαν ότι μπορούσε, ή ότι άξιζε, να σωθεί η πλειονότητα των ανθρώπων. Στον βαθμό που καλλιεργούν την πίστη ότι ένας τρόπος ζωής είναι ο βέλτιστος για όλο το ανθρώπινο είδος, και καθώς θεωρούν ότι η ιστορία είναι ένας αγώνας για την επίτευξη αυτού του σκοπού, ο μαρξισμός και ο φιλελευθερισμός συνιστούν μετα-χριστιανικές λατρείες» (σελ. 169).
Για τη φιλοσοφία του Gray, είχε καθοριστική σημασία η ανάγνωση της πραγματείας του ιστορικού Norman Cohn, για τους χιλιαστές στον Μεσαίωνα και στην πρώιμη Νεωτερικότητα. Αρκετά χρόνια τώρα, ο Gray επιτίθεται σταθερά και ανυποχώρητα στον νεωτερικό «μύθο» της κοινωνικής προόδου, κατηγορώντας τον σαν ένα επικίνδυνα υπεραπλουστευτικό (και εν δυνάμει φονικό) απομεινάρι του χριστιανικού μονοθεϊσμού. Όπως μας εξηγεί:
«Ο νεωτερικός μύθος ισχυρίζεται ότι με την πρόοδο της επιστήμης ένα σύνολο αξιών θα γίνει αποδεκτό παντού. Δεν μπορούμε να αποδεχτούμε ότι τα ανθρώπινα όντα έχουν αποκλίνουσες αξίες, και να μάθουμε να ζούμε με αυτό το γεγονός; Η αντίληψη ότι η ανθρωπότητα είναι προορισμένη για έναν μοναδικό τρόπο ζωής φαντάζει παράξενη όταν η ιστορία είναι τόσο πλούσια σε συγκρούσεις και επινοήσεις» (σελ. 182).
Μήπως άραγε ο Gray χρεώνει υπερβολικά πολλά στη Δύση για να «ξεμπερδέψει» εύκολα μαζί της; Επιπλέον, γιατί η προσπάθεια εύρεσης κάποιων κοινών ηθικών αρχών κοσμικού χαρακτήρα για όλη την ανθρωπότητα. Δεν είναι, άραγε, εφικτή μια συμφωνία, έστω στα βασικά, όπως στο σεβασμό στην ανθρώπινη ζωή και αξιοπρέπεια, στην ισότητα και ισονομία; Στη βάση αυτή δεν έχουν δημιουργηθεί τα ανθρώπινα δικαιώματα, τα οποία ευνοούν τη συνύπαρξη διαφορετικών λαών; Δεν έχουμε κάνει ήδη πολύ δρόμο, ως ανθρωπότητα, για να μην θεωρούμε τέτοια προβλήματα άλυτα; Αυτός είναι ο πιθανός αντίλογος.
Kοσμικό και επιλύσιμο
Το ότι κάτι είναι «κοσμικό» όμως, θα απαντούσε ίσως ο Gray, δεν συνεπάγεται ότι είναι πιο εύκολα επιλύσιμο. Αν σήμερα υπάρχει πολύ μεγαλύτερη σταθερότητα από ό,τι στις εποχές όπου κυριαρχούσε κοινωνικά η χριστιανική θρησκεία, αυτό δεν συμβαίνει επειδή οι άνθρωποι απλώς συζητήσαμε λογικά και τα βρήκαμε, αλλά επειδή μερικές χώρες είναι ασύγκριτα ισχυρότερες από άλλες, οικονομικά και στρατιωτικά, οπότε μπορούν να τις πιέζουν και να τους επιβάλουν τη θέση τους (προσωρινά). Η κοσμική σκέψη, πάρα τα αναντίρρητα οφέλη της, δεν είναι λιγότερο «θανατηφόρα» από τις διάφορες μονοθεϊστικές θρησκείες.
Αλλά δεν είναι η επιστήμη ένας τρόπος παγκόσμιας συνεννόησης; Κατά πάσα πιθανότητα, όχι. Ο λόγος που μάλλον δεν πρόκειται να βρουν τη λύση οι επιστήμονες στην παγκόσμια ειρήνη είναι διότι οι επιστήμονες όλου του κόσμου έχουν διαφορετικές αρχές όσον αφορά στον τρόπο ζωής. Η επιστήμη μπορεί να μας ενώνει και να ευνοεί τη συνεργασία, ωστόσο αυτό συμβαίνει μονάχα με μια προϋπόθεση: να παραμερίζει τις ηθικές κρίσεις και να είναι «αντικειμενική» (δηλ. ηθικά ουδέτερη). Αυτό είναι το βασικό πλεονέκτημά της αλλά και την ίδια στιγμή είναι ο λόγος που δεν μπορούν να ενωθούν οι απανταχού επιστήμονες για να χαράξουν το μέλλον της ανθρωπότητας.
* Ο ΜΥΡΩΝ ΖΑΧΑΡΑΚΗΣ είναι υποψήφιος διδάκτωρ φιλοσοφίας.