Για το αστυνομικό μυθιστόρημα του Αντώνη Γκόλτσου Η αφιέρωση (εκδ. Μεταίχμιο).
Του Γιώργου Ν. Περαντωνάκη
Ανάμεσα στις σημαίνουσες διαφορές του νουάρ από τα (υπόλοιπα) αστυνομικά μυθιστορήματα είναι αφενός η φύση του ερευνητή, που δεν είναι ντετέκτιβ αλλά συχνά το ίδιο το θύμα, και αφετέρου η ατμόσφαιρα που προσεγγίζει το θρίλερ και αποπνέει φόβο και απειλή. Το νουάρ βλέπει τον κίνδυνο από μέσα και μυεί στο κλίμα του τον αναγνώστη, που συν-κινδυνεύει νοερά και ψυχολογικά όσο κι ο πρωταγωνιστής.
Ο Αντώνης Γκόλτσος, χρόνια στον χώρο της αστυνομικής λογοτεχνίας (μέσα στην Ελληνική Λέσχη Αστυνομικής Λογοτεχνίας) αλλά με πρώτο μυθιστόρημα φέτος, γράφει ένα πολιτικό νουάρ που αποδεικνύεται ερωτικό θρίλερ, με έναν κύκλο ο οποίος ναι μεν ξεκινά από το ιδιωτικό αλλά ολοένα και διευρύνεται, καθώς μεταβαίνει ανεπαίσθητα στο πολιτικό και τελικά καταλήγει πάλι ατομικό.
Ο συγγραφέας μπαίνει στο αστυνομικό αφήγημα έτοιμος να συνθέσει μια αρραγή πλοκή και τα καταφέρνει, καθώς διασυνδέει έντεχνα το παρόν με το παρελθόν και την έρευνα με τα μακρινά αίτια των εγκλημάτων.
Η αφιέρωση της μαχητικής αντικαθεστωτικής εκδότριας του «Κήρυκα» Μαίρης Χάλαρη στον φιλοχουντικό Πύρρο Πικρό πυροδοτεί τη σκέψη του γιου του Άλκη, σχετικά καταξιωμένου συγγραφέα αστυνομικών έργων, ο οποίος αρχίζει να ψάχνει το παρελθόν του πατέρα του. Το παράδοξο είναι ότι ο πατέρας του, στενός φίλος των συνταγματαρχών, παντρεύτηκε τη Φιλιώ που ήταν ενεργή αντιφρονούσα. Έτσι, κι οι δύο κέρδιζαν την ασυλία των αντιπάλων, ενώ ο γάμος τους βρισκόταν σε μια διελκυστίνδα έλξης και άπωσης. Η Φιλιώ τελικά δολοφονείται αναίτια μια βραδιά του 1974 από έναν περιθωριακό τύπο (ο οποίος ναι μεν καταδικάστηκε κι έπειτα αυτοκτόνησε, μα πλέον δεν πείθει ότι ήταν όντως ο ένοχος, αλλά ένα καλό άλλοθι που βρήκε η Δικτατορία), ο Πύρρος σκοτώνεται σε ατύχημα το 1983 κι η λεσβία Χάλαρη με την ερωμένη της Μάγια εξαφανίζεται από το προσκήνιο.
Ο συγγραφέας μπαίνει στο αστυνομικό αφήγημα έτοιμος να συνθέσει μια αρραγή πλοκή και τα καταφέρνει, καθώς διασυνδέει έντεχνα το παρόν με το παρελθόν και την έρευνα με τα μακρινά αίτια των εγκλημάτων. Για να το πετύχει αυτό, χρησιμοποιεί το Αρχείο ως σύστημα αντικειμενικών δεδομένων, τα οποία ωστόσο είναι κι αυτά πειραγμένα, ως γραπτή πηγή πληροφόρησης για τα ταραγμένα χρόνια της Χούντας και της πρώτης Μεταπολίτευσης, και ως τρόπο ανασύνθεσης της δίκης και των τεκμηρίων που εμφανίστηκαν τότε. Ωστόσο, αυτή η φαινομενική αντικειμενικότητα των γραπτών ντοκουμέντων κι η θολή εικόνα των μαρτύρων που συναντά ο Άλκης (τον θείο του Αλέξανδρο, τον ιατροδικαστή Καρρά, την ίδια τη γηραιά πλέον Χάλαρη και τη Μάγια Κάσδαγλη, τον νυν διευθυντή του «Κήρυκα» Μάξιμο Μέγα) συγχέουν παρά ξεκαθαρίζουν τα πράγματα.
Ακόμα κι όταν ο πραγματικός ένοχος αποκαλύπτεται, αρκετές σελίδες πριν τελειώσει το βιβλίο, ο αναγνώστης δεν είναι σίγουρος ότι δεν επίκειται μια ακόμα ανατροπή.
Το μυστήριο της ανασύνθεσης ενός ασαφούς παρελθόντος αποκτά διαστάσεις θρίλερ όταν οι κίνδυνοι, άλλοτε ως προειδοποιήσεις κι άλλοτε ως παράπλευρες απώλειες, ενσκήπτουν στο σήμερα. Ο ίδιος ο Άλκης πολλές φορές τραυματίζεται και καθηλώνεται στο δωμάτιό του, ενώ σκοτώνεται η φίλη του Δήμητρα που τον βοηθούσε στις έρευνες. Η αδιόρατη απειλή από κάποιον που έρχεται τριάντα χρόνια μετά να «προτείνει» λήθη κάνει όλο το περιβάλλον γύρω από τον πρωταγωνιστή να θεωρείται ύποπτο. Ακόμα κι όταν ο πραγματικός ένοχος αποκαλύπτεται, αρκετές σελίδες πριν τελειώσει το βιβλίο, ο αναγνώστης δεν είναι σίγουρος ότι δεν επίκειται μια ακόμα ανατροπή, ειδικά όσο ο θείος φαίνεται να ανησυχεί αλλά συνάμα επιζητεί την παύση των ερευνών.
Τελικά, ο ευφυής χειρισμός της πλοκής με αρμοστές συνάψεις στοιχείων, προσώπων και γεγονότων, η απειλητική ατμόσφαιρα να πλανάται πάνω από την ανάγνωση και η πολιτική νότα που δίνει στις ανθρώπινες σχέσεις άλλο χρώμα, κάνουν πετυχημένο ένα τέτοιο νουάρ. Βέβαια, δεν πρέπει να παραλείψω ότι τα τελευταία αστυνομικά μυθιστορήματα, όπως κι αυτό, ξαναγυρίζουν, εν μέρει ή εν όλω, στην απόδοση ευθυνών για το έγκλημα όχι μόνο σε κοινωνικοπολιτικούς παράγοντες αλλά και σε ατομικά κίνητρα. Οι ατομικές φιλοδοξίες δεν παύουν να παράγουν πάθη.
* Ο ΓΙΩΡΓΟΣ Ν. ΠΕΡΑΝΤΩΝΑΚΗΣ είναι Διδάκτορας Νεοελληνικής Φιλολογίας και κριτικός βιβλίου.
Η αφιέρωση
Αντώνης Γκόλτσος
Μεταίχμιο 2016
Σελ. 456, τιμή εκδότη €16,60