Για το αστυνομικό μυθιστόρημα του Δημήτρη Καπετανάκη Ας πέσουμε (εκδ. Εστία).
Του Γιώργου Ν. Περαντωνάκη
Το σκηνικό, σ’ αυτό το νέο βιβλίο του Δημήτρη Καπετανάκη, κινείται σε δύο επίπεδα· από τη μία το πραγματικό σκηνικό που είναι η Ύδρα με τα σοκάκια της, την απουσία αυτοκινήτων, την παρουσία πλουσίων με πολυτελή οικήματα κι από την άλλη το συμβολικό σκηνικό που είναι το σκάκι με τα άσπρα και μαύρα τετράγωνά του, με τα λευκά και μαύρα πιόνια, με τη στρατηγική σε άμυνα και επίθεση, με τον διωκόμενο βασιλιά και την παντοδύναμη βασίλισσα.
Το αστυνομικό σκέλος του βιβλίου, που συναρμόζει όλα τα άλλα, αφορά στην εξαφάνιση της Διδώς Λύρα και του Χρύσανθου Μποργκοπά, γιου του εύπορου Ισίδωρου Μποργκοπά, τις επιθέσεις στη θαλαμηγό του τελευταίου και σε μια αίθουσα τέχνης, μέχρι τον τετραπλό φονικό στη βίλα των Πάλλα. Χρέη ερευνητών αναλαμβάνουν επίσημα ο αστυνόμος Ντίνος Μαρτίνης, η ψυχολόγος παραβατικότητας (profiler) Ρωξάνη Ρήγα και ανεπίσημα ο σύντροφος της τελευταίας Άγις Πλατής, ο οποίος ζει επαγγελματικά από το σκάκι, καθώς συμμετέχει επί πληρωμή σε παρτίδες με τα παιδιά του τοπικού συλλόγου και με τους ενήλικους πλούσιους του νησιού. Ο Άγις είναι και ο πρωτοπρόσωπος αφηγητής, μέσα από τη ματιά του οποίου διυλίζονται και καταγράφονται τα πάντα.
Στην ουσία η επιφανειακή δομή της υδραίικης πραγματικότητας με τους πατρίκιους και τους πληβείους αλλά και τις απανωτές εξαφανίσεις και θανάτους αντανακλά τη σκακιστική πραγματικότητα, όπου ένα ένα τα πιόνια τρώγονται, ακούσια ή εκούσια, για να προστατεύσουν τον βασιλιά τους… ή για να εξοντώσουν τον φερόμενο βασιλιά της αντίπαλης παράταξης.
Στην ουσία η επιφανειακή δομή της υδραίικης πραγματικότητας με τους πατρίκιους και τους πληβείους αλλά και τις απανωτές εξαφανίσεις και θανάτους αντανακλά τη σκακιστική πραγματικότητα, όπου ένα ένα τα πιόνια τρώγονται, ακούσια ή εκούσια, για να προστατεύσουν τον βασιλιά τους… ή για να εξοντώσουν τον φερόμενο βασιλιά της αντίπαλης παράταξης. Αλλά και η εξιχνίαση ακολουθεί τους κανόνες του παιχνιδιού, όχι μόνο στις προβλέψεις και στις πιθανές κινήσεις (αυτές που έγιναν και όχι αυτές που θα γίνουν), αλλά και στην αναπαράσταση του παιχνιδιού ξεκινώντας από το τέλος (τον θάνατο) και προχωρώντας καρκινικά προς τα πίσω (μέχρι την αρχή της παρτίδας).
Η ευφυής διάταξη των παραμέτρων δεν φαίνεται με την πρώτη ματιά, καθώς όλα κινούνται μέσα στη ζέστη της υδραίικης μέρας: αφενός στους χαλαρούς ρυθμούς του ελληνικού καλοκαιριού με τον (υπερβολικά πυκνό) ερωτισμό να διαχέεται στην ατμόσφαιρα και να κολλάει σαν ιδρωμένο μπλουζάκι στο δέρμα του πρωταγωνιστή κι αφετέρου στις ταχείες έρευνες της αστυνομίας, που κινητοποιεί δυνάμεις προς όλες τις κατευθύνσεις. Φαίνεται όμως, από ένα σημείο και μετά, ότι ποικίλα περιμετρικά στοιχεία, όπως η αντικομφορμιστική διάθεση των νέων, το κινηματογραφικό σενάριο που ετοιμάζει μια ομάδα ξένων και αφορά έναν άνθρωπο-καρχαρία, η ιστορία του κόμη Δράκουλα και άλλα παίζουν τελικά πιο καταλυτικό ρόλο στην καλοστημένη παρτίδα.
Η εξέλιξη της υπόθεσης και η λύση του αινίγματος δεν συνταιριάζει όλα αυτά με τον καταλληλότερο τρόπο, κι αυτό κοστίζει στην αφηγηματική ενότητα και ακολουθία του έργου. Ωστόσο, αυτό αναπληρώνεται εν μέρει από την ιδεολογική γραμμή που το μυθιστόρημα περνάει, αφού οι θύτες είναι η απηνής νέα γενιά που προτιμά να τιμωρήσει την ύβριν των μεγάλων, να σκοτώσει παρά να πεθάνει από τα λάθη των προγόνων της και να φέρει μια αιματηρή κάθαρση παρά να μείνει αμέτοχη και απαθής.
Η εξέλιξη της υπόθεσης και η λύση του αινίγματος δεν συνταιριάζει όλα αυτά με τον καταλληλότερο τρόπο, κι αυτό κοστίζει στην αφηγηματική ενότητα και ακολουθία του έργου. Ωστόσο, αυτό αναπληρώνεται εν μέρει από την ιδεολογική γραμμή που το μυθιστόρημα περνάει, αφού οι θύτες είναι η απηνής νέα γενιά που προτιμά να τιμωρήσει την ύβριν των μεγάλων, να σκοτώσει παρά να πεθάνει από τα λάθη των προγόνων της και να φέρει μια αιματηρή κάθαρση παρά να μείνει αμέτοχη και απαθής. Αν λοιπόν ο κόσμος της Ύδρας και των πλουσίων της, το σκάκι και η νεανική επαναστατικότητα δέσουν στο μυαλό του αναγνώστη σε ένα ενιαίο σύνολο, θα μπορέσει να δει πίσω από τον αστυνομικό γρίφο την κοινωνία να κινείται στα ασπρόμαυρα τετράγωνα και να τρώει τις σάρκες της.
Ο Δημήτρης Καπετανάκης έχει ήδη αφήσει το στίγμα του με δυο βιβλία επιστημονικής σκέψης και λογοτεχνικής φαντασίας (οι επιθετικοί προσδιορισμοί μπορεί να τεθούν και αντίστροφα). Ο ιππότης της βαρύτητας (Εστία 2005) και κυρίως Η συμμορία της συγκίνησης (Εστία 2007) συνδυάζουν το μυστήριο με τα θαύματα της επιστήμης και δείχνουν μια μαθηματική σκέψη που μπορεί να δώσει λύσεις. Αυτή η σκέψη εδώ μεταφέρεται στο σκάκι, το οποίο εκλαμβάνεται ως πεδίο υπολογιστικής λογικής και νόμων των πιθανών συνάψεων, αν και ο ανθρώπινος νους εντέλει μπορεί, όπως αποδεικνύεται, να νικήσει οποιοδήποτε μηχανιστικό σύστημα υπολογισμών.
* Ο ΓΙΩΡΓΟΣ Ν. ΠΕΡΑΝΤΩΝΑΚΗΣ είναι Διδάκτορας Νεοελληνικής Φιλολογίας και κριτικός βιβλίου.
Ας πέσουμε
Δημήτρης Καπετανάκης
Εστία 2016
Σελ. 272, τιμή εκδότη €14,00