Για το βιβλίο της Στέργιας Κάββαλου «Φαμιλιάλ» (εκδ. Μελάνι)
Του Γιώργου Ν. Περαντωνάκη
Η οικογένεια όχι ως εστία στοργής και φωλιά συναισθηματικής ασφάλειας αλλά ως άντρο λεόντων και κέντρο συγκρούσεων έρχεται και ξανάρχεται τον τελευταίο καιρό στις λογοτεχνικές σελίδες, λες και οι συγγραφείς μας ψυλλιάζονται βαθύτερα ρήγματα πίσω από την επιφανειακή ομαλότητα. Λες και αναζητούν μέσα στην κρίση τα προσωπικά δράματα που είναι πιο σημαντικά από τα εθνικά. Λες και ο θεσμός της οικογένειας φορτώθηκε με ιερά τάματα που σήμερα φαίνονται άτοπα. Το έκαναν παλιότερα μυθιστοριογράφοι, δημιουργοί δηλαδή της μεγάλης φόρμας, το κάνουν τώρα μαζικά διηγηματογράφοι ή γενικότερα λογοτέχνες της μικρής φόρμας, όπως ο Ν. Κουφάκης, η Β. Τζανακάρη, ο Χ. Βλαβιανός και τώρα η Στέργια Κάββαλου.
Ο τρόπος γραφής της είναι άμεσα ή έμμεσα ανατρεπτικός. Γράφει κοφτά, στακάτα, μικροπερίοδα, χτυπά την τελεία σαν μαχαίρι, κόβει την πρόταση από ένταση, από οργή. Το ύφος της αποπνέει επαναστατικότητα, ειρωνεία, καθώς πλάγιες ματιές ραπίζουν την καθημερινότητα, κλονίζουν πάγιες αντιλήψεις, διασαλεύουν το ορατό με μαστιγώσεις από το αλλόκοτο και το αντικομφορμιστικό. Οι λέξεις αναβαφτίζονται καθώς εκτοξεύονται προς τον τοίχο της πραγματικότητας, άλλοτε μέσα στην αφήγηση κι άλλοτε στην αυτόνομη κάθοδό τους στο λογοτεχνικό μετερίζι.
Στιγμιότυπα καθημερινά όσο και αλμοδοβαρικά, τόσο συνηθισμένα που φαίνονται απίστευτα.
Στην ουσία το δεκαοχτώ ολιγοσέλιδα κείμενά της μπορούν να χωριστούν σε δύο κατηγορίες, στα διηγήματα-ζωγραφιές και στα διηγήματα-φιλμ μικρού μήκους. Τα πρώτα, πιο λίγα συγκριτικά, φτιάχνουν ατμόσφαιρα, αναπλάθουν μια στιγμή, αποδίδουν με γρήγορες πινελιές το κλίμα και το συναίσθημα. Τα δεύτερα αφηγούνται μια μικρή συνήθως ιστορία, στήνουν ένα σκηνικό με την αφηγήτρια και τους άλλους, οι περισσότεροι από τους οποίους είναι ο μικρός θίασος της οικογένειάς της, σε στιγμιότυπα τόσο καθημερινά όσο και αλμοδοβαρικά, τόσο συνηθισμένα που μερικές φορές φαίνονται απίστευτα.
Αυτοκτονίες αλλά και δύναμη ψυχής
Μια αυτοκτονία ξεκινάει τη συλλογή που έρχεται αυθόρμητα αντί για τον επικείμενο γάμο και μια άλλη, σ' ένα από τα τελευταία διηγήματα, δείχνει πως η μελαγχολία δεν μπορεί να κρυφτεί πίσω από την επιφανειακή ευτυχία και τα likes στο facebook. Γενικά, ο θάνατος και η βία εμφιλοχωρούν σε πολλά κείμενα της Στ. Κάββαλου: άλλοτε το παιχνίδι-καρουζέλ γίνεται φονικό όργανο κι άλλοτε ο μικρός πέφτει από το παράθυρο, λες και θα μπορούσε να πετάξει. Στον αντίποδα, ο θάνατος φέρνει γλυκές αναμνήσεις κι έρχεται γαλήνιος ή αναμενόμενος: ο θάνατος του παππού είναι συσχετισμένος με τα ξυλοκούλουρα ή, αφού ο παππούς δεχτεί από την εγγονή τα χρόνια πολλά για τα πολύχρονα γενέθλιά του, πεθαίνει αθόρυβα μέσα στη νύχτα. Συμπέρασμα: ο θάνατος είναι παρών για να ολοκληρώσει –συνήθως βίαια– μια σκληρή ζωή ή για να κλείσει ένα γεμάτο κεφάλαιο.
Σαν τα παιδικά μάτια να μην μπορούν να χωρέσουν τον κόσμο, όπως είναι, και τον τεντώνουν αφύσικα.
Για να πετύχει η διηγηματογράφος την επιδιωκόμενη απόσταση, υιοθετεί συχνά την οπτική γωνία του παιδιού, του παιδιού που η ίδια ήταν ή του παιδιού που μπορεί ο καθένας να είναι. Έτσι, μέσα από το παραμορφωτικό γυαλί της μνήμης και το επινοητικό πρίσμα της φαντασίας βλέπει τη γιαγιά ή τη μητέρα, τον πατέρα ή τους άλλους και στήνει ευφάνταστες σκηνές, στις οποίες άλλοτε εμφανίζονται αληθοφανείς κι άλλοτε με διογκωμένα χαρακτηριστικά σαν γουντυαλλενικές καρικατούρες. Αυτοί οι τύποι ανθρώπων έχουν κάτι το γκροτέσκο, το μυστηριώδες, το παράξενο, σαν τα παιδικά μάτια να μην μπορούν να χωρέσουν τον κόσμο, όπως είναι, και τον τεντώνουν αφύσικα. Κι εκεί που ποντάρεις στην ωμότητα του λόγου της νεαρής πεζογράφου, έρχεται ένα διήγημα να δείξει πως η ψυχή του άστεγου πατέρα, που ζει με την οικογένειά του στο Μοναστηράκι, «είναι ακόμα δυνατή, ταπεινή και σε εγρήγορση», σε αντίθεση με αυτήν των περαστικών.
* Ο ΓΙΩΡΓΟΣ Ν. ΠΕΡΑΝΤΩΝΑΚΗΣ είναι Διδάκτορας Νεοελληνικής Φιλολογίας και κριτικός βιβλίου.
Φαμιλιάλ
Στέργια Κάββαλου
Μελάνι 2014
Σελ. 96, τιμή € 9,00