
Του Γιώργου Ν. Περαντωνάκη
Από ένα μικρό σχετικά μυθιστόρημα σε ένα ογκωδέστατο έργο, κι από μια αστυνομική ιστορία σε μια οικογενειακή σάγκα που διαπερνά την ιστορία· από έναν νεαρό πρωταγωνιστή που αναζητά τον δολοφόνο σε μια πείσμονα νεαρή ανθρωπολόγο που ψάχνει το παρελθόν, κι από τα σκίτσα τού πρώτου στον πίνακα του πρωτοποριακού ζωγράφου Τζόναθαν Ντόντσον… Κάπως έτσι θα μπορούσε κανείς να διαγράψει την πορεία τής Ντορίνας Παπαλιού από το πρώτο της βιβλίο το 2007 (Γκάτερ, εκδόσεις Κέδρος) στο φετινό Απαραίτητο φως.
Άξονας του νέου της μυθιστορήματος αποτελεί ο χαμένος πίνακας που φιλοτεχνήθηκε στα μέσα τού 19ου αιώνα και μεταφέρθηκε στην εγγονή τού καλλιτέχνη, τη γνωστή ζωγράφο τής γενιάς τού ’30 Λουίζ Χατζηλουκά. Τα ίχνη του όμως χάθηκαν, όταν φέρεται να δόθηκε σε γερμανό αξιωματικό κατά τη διάρκεια της Κατοχής για να απελευθερωθεί η Λουίζ, και τώρα η ομώνυμη εγγονή της, η εργαζόμενη σε μουσείο στην Αγγλία Λουίζα, συνεχίζει την έρευνα του άρτι εκλιπόντος πατέρα της για να τον ξαναβρεί.
Στην ουσία, λοιπόν, το κείμενο μοιράζεται σε δύο χρονικά επίπεδα, το σήμερα που αποτελεί και τον χρόνο τής έρευνας και το τότε, από το 1941 κ.εξ., όταν συναντάμε και τις τελευταίες ενδείξεις για την ύπαρξη του πίνακα. Αυτό το ιστορικό δίπολο εμφανίζεται και στην αφήγηση, η οποία παρακολουθεί εναλλάξ, σε διαδοχικά κεφάλαια, πότε το παρελθόν και πότε το παρόν. Η τριτοπρόσωπη αφήγηση κινείται υπό το πρίσμα τής οπτικής γωνίας τόσο της Λουίζ όσο και της Λουίζας και γενικά δεν ξεφεύγει από τη ρεαλιστική βάση, την ομαλή εξιστόρηση γεγονότων και σκέψεων, την παραδοσιακή πορεία της αφηγηματικής εκφοράς.
Αναθεωρώντας το παρόν μέσα από την αναψηλάφηση του παρελθόντος
Μπορεί κανείς να θαυμάσει την οικονομία του έργου, το οποίο σε πάνω από εξακόσιες σελίδες καταφέρνει να συναρμόσει τα γεγονότα, τα πρόσωπα και τις εξελίξεις σε ένα άρτιο σύνολο, που αποζημιώνει τον αναγνώστη. Μέσα σ’ αυτήν την ολοκληρωμένη πλοκή, η αναζήτηση του πίνακα μετατρέπεται σε αναζήτηση της τύχης τής γιαγιάς Λουίζ και από εκεί σε κάτι ευρύτερο που σχετίζεται με την Αντίσταση αλλά κυρίως με τις εμφύλιες και διαπροσωπικές διαμάχες μέσα στην Κατοχή. Ο αγώνας δεν ήταν μόνο ιδεολογικός και καθόλου δεν συνεπάγεται ότι κάθε φόνος μέσα σ’ αυτήν την κρίσιμη περίοδο είχε εμφυλιακά χαρακτηριστικά, όπως έχουμε συνηθίσει στη λογοτεχνία. Οι προσωπικές διαφορές ήταν εξίσου καταστροφικές τότε όπως και πάντοτε.
Γενικότερα, η Ντορίνα Παπαλιού στήνει μια διπλή ιστορία όπου η διαπροσωπική αντιπαλότητα προξενεί προβλήματα, ψυχικά και κοινωνικά. Η Λουίζ έπεσε θύμα (όχι μόνο) των Γερμανών, ο άντρας της έφυγε άδοξα, ενώ η Λουίζα δείχνει την απέχθειά της απέναντι στον νεκρό πατέρα της που την παραμελούσε και στον Πέτρο που προβιβάστηκε από βοηθός στο δικηγορικό γραφείο του πατέρα της σε ευνοούμενο και δυνάμει γιο του.
Εντέλει η αναψηλάφηση του παρελθόντος μπορεί να κινητοποιήσει την αναθεώρηση του παρόντος; Το μυθιστόρημα με άξονα μια ιστορία που δεν είναι όπως φαίνεται (δεν είναι όλοι αριστεροί ή φασίστες, δεν αντιστάθηκαν μόνο οι κομμουνιστές, οι φόνοι δεν είχαν μόνο ιδεολογικά κίνητρα κ.λπ.) επιχειρεί να καθαρίσει τα θολά τοπία των πρισματικών θεωρήσεων του εθνικού παρελθόντος και ταυτόχρονα να φωτίσει τα οικογενειακά και προσωπικά υπόγεια των σημερινών Ελλήνων.
Η όλη εικονοποιία δημιουργεί εντυπώσεις κινηματογραφικής ταινίας και τα πρόσωπα εντάσσονται πλήρως στον χρόνο και στην ατμόσφαιρα των γεγονότων. Η σχοινοτενής ιστορία δεν κουράζει, αν κανείς δεν επείγεται να μάθει το τέλος, αλλά εξερευνά διάφορα ιστορικά και ψυχικά δεδομένα, καθώς ο αναγνώστης φαντάζεται ποικίλα σκηνικά και περνά από το παρόν στο παρελθόν και τανάπαλιν, βιώνοντας ενεργά το κλίμα της Κατοχής.
ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΗΣ ΝΤΟΡΙΝΑΣ ΠΑΠΑΛΙΟΥ