Για το μυθιστόρημα της Λίας Μεγάλου-Σεφεριάδη «Μέρες και νύχτες της ζωής μας» (εκδ. Κέδρος).
Του Μάνου Κοντολέων
Η Λία Μεγάλου-Σεφεριάδη είναι μια χαρακτηριστική παρουσία στη σύγχρονη πεζογραφία μας. Γεννημένη στη Θεσσαλονίκη το 1945, μετοικεί μόνιμα από το 1965 στην Αθήνα και σχεδόν αμέσως δίνει το λογοτεχνικό της παρόν με ένα διήγημα σε σοβαρό περιοδικό εκείνης της εποχής. Από τότε μέχρι σήμερα έχει κυκλοφορήσει σημαντικό αριθμό πεζογραφικών, κυρίως, έργων και μπορεί κανείς να της αναγνωρίσει μια πολυετή θητεία στον χώρο του μυθιστορήματος.
Το ιστορικό παρελθόν ως βίωμα ατομικής εμπειρίας υπήρξε πολύ συχνά ο καμβάς όπου η Λία Μεγάλου-Σεφεριάδη στήριξε την ανάπτυξη μυθιστορηματικών αφηγήσεων.
Το ιστορικό παρελθόν ως βίωμα ατομικής εμπειρίας υπήρξε πολύ συχνά ο καμβάς όπου η Λία Μεγάλου-Σεφεριάδη στήριξε την ανάπτυξη μυθιστορηματικών αφηγήσεων. Θα έλεγα, μάλιστα, πως δυο είναι οι άξονες που γύρω τους περιστρέφει τους προβληματισμούς της: η συλλογική ευθύνη, από τη μια, και από την άλλη η ατομική αδελφή της.
Ο απλός καθημερινός άνθρωπος μέσα στο ιστορικό συμβάν. Πώς αντιδρά αυτός που ζει ένα γεγονός; Και τελικά η όποια δική του ευθύνη κληροδοτείται στους απογόνους του; Ακριβώς αυτές οι δυο ερωτήσεις αποτελούν τον πυρήνα του τελευταίου μυθιστορήματός της, όπως βέβαια και οι απαντήσεις τους.
Για το μυθιστόρημα
Αλλά η Λία Μεγάλου-Σεφεριάδη είναι πεζογράφος και μάλιστα ιδιαιτέρως έμπειρη. Κι έτσι αποφάσισε σ’ αυτόν τον διπλό προβληματισμό να χαρίσει μια ιδιότυπα διπλή μυθιστορηματική οντότητα. Το έργο βασικά χωρίζεται σε δύο μέρη. Αν και τα δυο περιγράφουν σκέψεις και συναισθήματα με τριτοπρόσωπη εκφορά εμπλουτισμένη όμως με ολοζώντανους διαλόγους, εντούτοις είναι εστιασμένα σε δυο διαφορετικούς χαρακτήρες.
Στο πρώτο μέρος παρακολουθούμε την καθημερινότητα μιας αστής, της Δέσποινας, που ξαφνικά μέσα στην απόλυτα τακτοποιημένη και σε ένα βαθμό αποστειρωμένη ζωή της, εισβάλει μια πληροφορία από το παρελθόν που θα ανατρέψει όλα τα συναισθήματα και τις ιδέες που πάνω τους είχε στηρίξει τη ζωή της.
Αλλά η όποια κατάληξη που μπορεί να υποψιαστεί κανείς πως είναι πιθανή, το δεύτερο μέρος του έργου, έρχεται αν όχι να την ανατρέψει, σίγουρα πάντως να τη διευρύνει.
Θα είναι μια απόλυτη ανατροπή που η Δέσποινα θα θελήσει να την ανιχνεύσει σε κάθε της λεπτομέρεια και να ξεκαθαρίσει αν αυτή η γονιδιακή εγγραφή αποτελεί ή όχι κεντρικό θεμέλιο της ίδια της ταυτότητας της. Με τρόπο διεξοδικό όσο σπαρακτικό ο αναγνώστης παρακολουθεί την αυτομαστίγωση της ηρωίδας. Αλλά η όποια κατάληξη που μπορεί να υποψιαστεί κανείς πως είναι πιθανή, το δεύτερο μέρος του έργου, έρχεται αν όχι να την ανατρέψει, σίγουρα πάντως να τη διευρύνει.
Εδώ το κεντρικό πρόσωπο είναι ο Κουρτ, ένας Γερμανός άνδρας που δεν μπορεί να βρει ψυχική ισορροπία καθώς ολοένα και πιο βαθιά συνειδητοποιεί πως οι δικοί του υπήρξαν πιστοί οπαδοί του ναζισμού, ειδικά δε πατέρας του ένας ψυχρός εκπρόσωπος της πολεμικής μηχανής του Γ’ Ράιχ.
Τα δυο αυτά πρόσωπα, η μυθιστορηματική ευρηματικότητα της Λίας Μεγάλου-Σεφεριάδη θα τα φέρει σε επαφή και τότε πλέον θα ξεδιπλωθεί απόλυτα ο προβληματισμός πάνω στη συλλογική ευθύνη ενός έθνους, αλλά και στην ατομική συνείδηση εκείνων που καλούνται, δίχως να έχουν από τα πριν ρωτηθεί, να πάρουν μια θέση απέναντι στο τι μπορεί να σημαίνει να έχουν εγγεγραμμένη στα κύτταρά τους την εγκληματική συμπεριφορά των πατέρων τους.
Ιδιαιτέρως πρωτότυπη η μυθιστορηματική ιδέα, αλλά και πολύ επιτυχημένη η γλωσσική της υλοποίηση. Στο πρώτο μέρος η γραφή έχει κάτι το ψυχρό, το αποστασιοποιημένο. Κι έτσι ταιριάζει με την γενικότερη στάση της ηρωίδας που άξαφνα καλείται να γνωρίσει το αποτρόπαιο που την είχε γεννήσει. Το δεύτερος μέρος είναι γραμμένο με περισσότερη εσωτερική αναταραχή. Ακριβώς όπως αναταραγμένη είναι και η συναισθηματική κατάσταση του ήρωα αυτού του μέρους.
Δίπλα στις αισθαντικές και εύστοχες περιγραφές συναισθημάτων, υπάρχουν πολλές πληροφορίες ιστορικών συμβάντων, από αυτά που ίσως δεν θα τα συναντήσει κανείς σε επίσημα ιστορικά γραφτά. Λεπτομέρειες που όμως αποτέλεσαν συνθήκες σκληρής διαβίωσης και αιτίες σκληρών θανάτων, που όλες μαζί εκφράζουν μια συλλογική μνήμη και η οποία με τη σειρά της, και καθώς τα χρόνια περνάνε, μετατρέπεται σε προσωπική πλέον εμπειρία που απαιτεί να δηλώσει κι αυτή το παρόν της.
Ενδιαφέρον μυθιστόρημα. Με καλή δόμηση. Και γλωσσική ευστοχία.
* Ο ΜΑΝΟΣ ΚΟΝΤΟΛΕΩΝ είναι συγγραφέας. Τελευταίο του βιβλίο, «Η μάσκα του Καπιτάνο» (εκδ. Πατάκη).
Απόσπασμα από το βιβλίο
«Ευτυχώς που είχε κάνει μόνο δύο παιδιά. Αν έκανε περισσότερα, θα αυξάνονταν οι πιθανότητες να γεννηθεί ένα τέρας… Άραγε το τέρας που της έσπειρε ζούσε ακόμα ή είχε πεθάνει;» (σελ. 133)
«Κι εγώ ξέρεις τι έκανα; Ξέρεις τι έκανα εγώ; Αυτό ακριβώς που εφαρμόζανε οι ναζί: ευγονική. Έκανα στείρωση, στείρωση έκανα για να κόψω το δρόμο στα καταραμένα του γονίδια». (σελ. 232)