Για το βιβλίο του Αλέξανδρου Αδαμόπουλου «Για τον Γιάννη Χρήστου» (εκδ. Οδός Πανός).
Γράφει η Άλκηστις Σουλογιάννη
Συνεπής στη δημιουργική τακτική του, ο Αλέξανδρος Αδαμόπουλος ενίσχυσε την καθ’ ημάς πολιτισμική αγορά με μια ενδιαφέρουσα όσο και χρήσιμη μονογραφία για τον Γιάννη Χρήστου (1926-1970).
Στο πλαίσιο αυτό, ο Αλέξανδρος Αδαμόπουλος εξασφαλίζει ευκαιρίες συνάντησης με έναν σπουδαίο σύγχρονο πρωτοπόρο, στοχαστή δημιουργό και με το σημαντικό έργο του, απευθυνόμενος σε όσους παρακολουθούν σταθερά ή έστω περιστασιακά την κινητικότητα των σύγχρονων (και όχι μόνον) έργων της διανοίας, αλλά και σε όσους αναζητούν φάρους για προσωπικές διαδρομές γενικής ενημέρωσης μέσα στα ποικίλα πεδία της δημιουργικής παραγωγής.
Με αυτή την προϋπόθεση, και σε ένα πρώτο επίπεδο ανάγνωσης, εντοπίζουμε λεπτομέρειες από τον προσωπικό, οικογενειακό, κοινωνικό βίο του Γιάννη Χρήστου, όπως:
- Η γέννησή του στο προάστιο Ηλιούπολις του Καΐρου, στο πλαίσιο της οικογένειας του επιχειρηματία με καταγωγή από την Ήπειρο Ελευθέριου Χρήστου και της φιλότεχνης κυπρίας Λιλίκας Ταβερνάρη, που εγκαταστάθηκε αργότερα στην Αλεξάνδρεια,
- οι σπουδές του στο Λονδίνο αρχικά στην Οικονομία, και κατόπιν στη Φιλοσοφία με καθηγητές τον Ludwig Wittgenstein και τον Bertrand Russell,
- οι σπουδές του στην Ιταλία, στη μουσική Accademia Chigiana της Σιέννας,
- ο γάμος του με τη ζωγράφο και γλύπτρια Θηρεσία Χωρέμη, θυγατέρα του Γεωργίου Χωρέμη, επιφανούς με καταγωγή από τη Χίο επιχειρηματία που συνεργάσθηκε με τον ευπατρίδη, επίσης επιχειρηματία, ευεργέτη Αντώνη Μπενάκη για την ίδρυση της εταιρείας Choremi-Benaki Cotton Company στην Αλεξάνδρεια,
- τα παιδιά του Γιάννη Χρήστου και της Θηρεσίας Μαρίνα, Σάντρα και Εύης,
- η πλούσια βιβλιοθήκη του με βιβλία ιστορίας, φιλοσοφίας, ψυχολογίας, θρησκειολογίας, πνευματισμού, λογοτεχνίας, τέχνης, μουσικής,
- η εγκατάσταση στην Αθήνα και οι μετακινήσεις προς τη Χίο,
- οι επιχειρηματικές δραστηριότητές του στο πλαίσιο της οικογενειακής οικονομικής ευρωστίας (δημιουργία μιας Ανώνυμης Εταιρείας εμπορίας χάλυβος, επενδύσεις γης),
- ο πρόωρος και αιφνίδιος θάνατός του στην Αθήνα.
Σε συνάρτηση με αυτές τις λεπτομέρειες, εντοπίζουμε ποικίλα πρόσωπα-παράγοντες του κοινωνικού, πολιτικού, πολιτισμικού, οικονομικού βίου της εποχής αλλά και αργότερα (ο επίμονος αναγνώστης είναι δυνατόν να αναγνωρίσει ιδιότητες, έστω και από την απλή παράθεση ονομάτων) που διασταυρώνουν τις διαχρονικές και παλινδρομικές διαδρομές τους μέσα στον κειμενικό κόσμο της ανά χείρας έκδοσης, και προσδιορίζουν την ιδιαίτερη ποιότητα του ποικιλόμορφου, άμεσου και ευρύτερου περιβάλλοντος του Γιάννη Χρήστου.
Εδώ συντούμε [...] τον Γιάννη Χρήστου συνομιλητή του Γιάννη Ξενάκη, επίσης τον Γιάννη Χρήστου συνομιλητή του Γιώργου Σεφέρη.
Εδώ συναντούμε τον Κωνσταντίνο Τσάτσο και τον Γιάγκο Πεσμαζόγλου, τον Χρήστο Λαμπράκη, τον Ζήνωνα Ρωσσίδη, εκπρόσωπο (μεταξύ άλλων) της Κύπρου στον ΟΗΕ, τον Laurence Durrell, ποιητή, συγγραφέα, αλλά και ανώτερο υπάλληλο του Foreign Office με υπηρεσία (μεταξύ άλλων πόστων) στην Ελλάδα και στην Κύπρο, τον συλλέκτη Δημήτρη Πιερίδη, τον κόπτη χριστιανό διπλωμάτη και ζωγράφο εκ των ιδρυτών της σύγχρονης αιγυπτιακής τέχνης Mohamed Naghi Bey, δεύτερο σύζυγο της μητέρας του Χρήστου, την πιανίστα Gina Bachauer και τον αρχιμουσικό Alec Sherman, τον Κορνήλιο Καστοριάδη, τον Νίκο Σβορώνο και τον Κώστα Αξελό, τον Μάνο Χατζιδάκι, τον εφοπλιστή Γιάννη Γουλανδρή (ο γνωστός Big John) και τον καπνοβιομήχανο Τάσο Παπαστράτο, τον Κώστα Χοϊδά, νομικό και μετέπειτα αυλικό σύμβουλο (μεταξύ άλλων), τον συγγραφέα Δημήτρη Κοπανίτσα, τον οικονομολόγο Στέφανο Τριάντη, την πιανίστα Ρένα Κυριακού, τον Αλέξη Μινωτή και τον Κάρολο Κουν, τον αρχιμουσικό Ανδρέα Παρίδη και τη χορογράφο Ντόρα Τσάτσου-Συμεωνίδη, τον διπλωμάτη και ιστορικό τέχνης Αλέξανδρο Ξύδη, τον συνθέτη και αρχιμουσικό Θεόδωρο Αντωνίου, τον πιανίστα Γιώργο Χατζηνίκο και την Πία Χατζηνίκου-Αγγελίνη με τη σημαντική δραστηριότητα στον τομέα διεθνούς καλλιτεχνικής συνεργασίας, την ερμηνεύτρια του τσέμπαλου Λίνα Λαλάντη που ίδρυσε και διηύθυνε το English Bach Festival στην Οξφόρδη, τον μουσικολόγο, αρχιτέκτονα, πολεοδόμο Γιάννη Γ. Παπαϊωάννου (ο «συναισθηματικός» Νανάκος), τον μουσικολόγο Γιώργο Λεωτσάκο, τον συνθέτη και μουσικοπαιδαγωγό Στέφανο Βασιλειάδη, κυρίως τον Γιάννη Χρήστου συνομιλητή του Γιάννη Ξενάκη, επίσης τον Γιάννη Χρήστου συνομιλητή του Γιώργου Σεφέρη.
Μέσα στο περιβάλλον αυτών των συμφραζομένων εντοπίζουμε την αυτονόητη έμφαση, την οποία ο Αλέξανδρος Αδαμόπουλος προσδίδει στη μορφή και στη βαθειά δομή του δημιουργικού έργου του Γιάννη Χρήστου.
Οι αποδέκτες των προϊόντων της δημιουργικής παραγωγής στην πολύμορφη, εκτενή περιοχή της τέχνης, κατά τη συνάντησή τους με τη μουσική του Γιάννη Χρήστου μέσα από ανοικτούς διαύλους επικοινωνίας που ορίζουν οι βιωματικές και κυρίως οι γνωστικές αποσκευές καθενός, αναγνώρισαν έργα «πολύτεχνα» ως συνδυασμό ήχου, θεάματος, κίνησης/δράσης, πρωτοποριακά, νεωτερικά, πλήρη πνευματικότητας και συναισθήματος, με φιλοσοφικά, μεταφυσικά, θρησκειολογικά στοιχεία, αποκλίνοντα από τα κοινά περί λόγιας μουσικής ισχύοντα, αλλά και ενίοτε από τη σειραϊκή μουσική γραφή ως μια εκδοχή «μετα-σειραϊκών» έργων: εδώ το πρώτο συνθετικό «μετα-» αποδίδει ακριβώς την απόκλιση από τη σειραϊκή μουσική ή και υπέρβαση των κανόνων αυτής, και όχι χρονική σχέση προς τη σειραϊκή μουσική.
Πρόκειται για ευρηματική πρόσληψη και αξιοποίηση κοινού υλικού κατά τη σύνθεση οργανωμένου μουσικού έργου σύμφωνα με την αντίληψη και την αισθητική του δημιουργού, όπου η ανθρώπινη φωνή και η κίνηση του σώματος, τα όργανα της συμφωνικής ορχήστρας, το πιάνο, μηχανήματα παραγωγής ήχου (μαγνητοταινίες, ποικίλα ηχητικά αντικείμενα) δεν αποτελούν απλώς εργαλεία για την απόδοση των ιδεών του δημιουργού, αλλά συμμετέχουν ως θεματικοί και υφολογικοί/αισθητικοί παράγοντες στη σύνθεση του μουσικού έργου.
Με αυτή την ευκαιρία, θα ήταν χρήσιμο να θυμηθούμε αφενός τη μεταμουσική του Γιάννη Ξενάκη, όπου ήχοι οργάνων συμφωνικής ορχήστρας συνδυάζονται με ήχους από τη φύση και από τον βιομηχανικό κόσμο, με ήχους τεχνητούς από αναλογικά όργανα (όπως γεννήτριες συχνοτήτων), με ήχους από ηλεκτρονικούς υπολογιστές σε συνάρτηση με ήχους από την ανθρώπινη φωνή, καθώς και αφετέρου τη μεταγλωσσική λογοτεχνία (π.χ. ο δημιουργικός λόγος του Γιώργου Χειμωνά), όπου γλωσσικά στοιχεία και φαινόμενα αξιοποιούνται ως δομικό υλικό κατά τη σύνθεση του λογοτεχνικού έργου, ανεξάρτητα από την κοινή χρήση της γλώσσας ως οχήματος για τη μετάδοση πληροφοριών.
Με αυτή την ευκαιρία, θα ήταν χρήσιμο να θυμηθούμε αφενός τη μεταμουσική του Γιάννη Ξενάκη, όπου ήχοι οργάνων συμφωνικής ορχήστρας συνδυάζονται με ήχους από τη φύση και από τον βιομηχανικό κόσμο [...] και αφετέρου τη μεταγλωσσική λογοτεχνία (π.χ. ο δημιουργικός λόγος του Γιώργου Χειμωνά), όπου γλωσσικά στοιχεία και φαινόμενα αξιοποιούνται ως δομικό υλικό κατά τη σύνθεση του λογοτεχνικού έργου...
Ο Αλέξανδρος Αδαμόπουλος κατά την οργάνωση του κειμενικού κόσμου του βιβλίου, αξιοποιεί για την προσέγγιση σημαινομένων ως «συναισθηματικούς οδοδείκτες» (απαραίτητη η παραπομπή στον Ρίχαρντ Βάγκνερ) έργα του Γιάννη Χρήστου μέσα σε συνθήκες δημιουργίας και παρουσίασης αυτών με τις συνακόλουθες συνεργασίες.
Υπ’ αυτή την έννοια, παρακολουθούμε ανεξάρτητα από σχετικές χωροχρονικές παραμέτρους τα έργα: «Μουσική του Φοίνικα» (η οποία είχε τεθεί υπό την κρίση του Δημήτρη Μητρόπουλου), «Πύρινες Γλώσσες», «Αναπαράστασις I» και «Αναπαράστασις III ή Ο Πιανίστας», «Εναντιοδρομία», «Λατινική Λειτουργία», «Έξι τραγούδια σε ποίηση T. S. Eliot» τόσο για μεσόφωνο και πιάνο όσο και στη μεταγραφή για μεσόφωνο και ορχήστρα, 1η και τη 2η Συμφωνία του, «Μετατροπές» και το μπαλέτο «Δαίμων», «Τοκκάτα για πιάνο και ορχήστρα», τη μουσική για τις τραγωδίες του Αισχύλου Προμηθεύς Δεσμώτης και Αγαμέμνων σε παραστάσεις του Εθνικού Θεάτρου, καθώς και Πέρσαι και Οιδίπους Τύραννος σε παραστάσεις του Θεάτρου Τέχνης, επίσης τη μουσική για την κωμωδία του Αριστοφάνη Βάτραχοι σε παράσταση και πάλι του Θεάτρου Τέχνης, περαιτέρω: το έργο «Επίκυκλος», το ορατόριο «Μυστήριον» με υλικό από ιερά νεκρικά κείμενα της αρχαίας Αιγύπτου, το έργο «Πράξις για Δώδεκα» με έντεκα έγχορδα και έναν μαέστρο-πιανίστα, την εμβληματική «Κυρία με τη στρυχνίνη» για μια γυναίκα σολίστ βιόλας, πέντε ηθοποιούς, οργανικό σύνολο, μαγνητοταινία και ένα κόκκινο ύφασμα (από εδώ, ο γνωστός επίμονος αναγνώστης που είναι εξοικειωμένος με τη συγκριτική πρόσληψη των έργων της τέχνης, θα φθάσει στο Τρίτο Πρόγραμμα της ΕΡΤ και στη σειρά εκπομπών του Χρίστου Παπαγεωργίου υπό τον τίτλο «Αναζητώντας την Κυρία με τη στρυχνίνη»).
Υπ’ αυτές τις συνθήκες, η έκδοση καλύπτει το μουσικό έργο του Γιάννη Χρήστου από το έτος 1948 έως και το έτος 1969 στη διάσταση της παραγωγής και στη διάσταση της παρουσίασης σε χώρους συναυλιών και θεάτρου στα καθ’ ημάς και διεθνώς (ενδεικτικά: Ηρώδειο, αρχαίο θέατρο Επιδαύρου, Aldwych Theatre και Covent Garden στο Λονδίνο, English Bach Festival στην Οξφόρδη, μεταξύ άλλων).
Στο πλαίσιο αυτό εντοπίζουμε ιδιαιτέρως τη συμμετοχή έργων του Χρήστου στις πρωτοποριακές Ελληνικές Εβδομάδες Σύγχρονης Μουσικής, η πρώτη στο Ζάππειο το 1966, η δεύτερη και η τρίτη στις αίθουσες του ξενοδοχείου Hilton (είχε τη σημασία του, για λόγους ευνοήτους!) το 1967 και το 1968, αντιστοίχως.
Το καλοκαίρι του 1969 ο Γιάννης Χρήστου ετοίμαζε έργο υπό τον τίτλο «Ορέστεια» με «βασικά στοιχεία του αρχαίου μύθου όπως […] τον έδωσε ο Αισχύλος, όχι όμως παραστατικά, αλλά στοιχεία ιδέες. Υπάρχουν ο Ορέστης, η Τροία που έπεσε, υπάρχει το κακό – οι Ερινύες. […]. Η πτώση της Τροίας είναι ένα γεγονός, που όμως είτε δεν το αντιλαμβάνεται ο Ορέστης, είτε το αντιπαρέρχεται: επειδή δεν οδηγεί […] σε μια συγκεκριμένη και οριστική λύση του ανθρωπίνου δράματος που το εκφράζει ο Ορέστης. Και οι Ερινύες όχι μόνον δεν μεταβάλλονται σε Ευμενίδες, όπως συμβαίνει στον Αισχύλο, […], αλλά αντίθετα πολλαπλασιάζονται […] η λύση δεν έρχεται», καθώς υποστήριζε.
Το έργο, για το οποίο η Πία Χατζηνίκου-Αγγελίνη φρόντιζε να παρουσιασθεί στην Οσάκα στο πλαίσιο της Διεθνούς Έκθεσης «Expo ’70» στην Ιαπωνία, ενώ και ο ίδιος έκανε σχετικές συνεννοήσεις με τη Λίνα Λαλάντη του English Bach Festival, δεν ολοκληρώθηκε (στην ουσία δεν υπήρξε κείμενο σύνθεσης), εξαιτίας του αιφνίδιου θανάτου του Γιάννη Χρήστου τον Ιανουάριο 1970.
Ο Αλέξανδρος Αδαμόπουλος παραθέτει λεπτομέρειες από μια εκδοχή «μετα-ζωής» του Γιάννη Χρήστου, για την οργάνωση της οποίας ο ίδιος συνέβαλε αποφασιστικά.
Εδώ εντάσσονται συναυλίες με έργα του Χρήστου στο Ηρώδειο (2η Συμφωνία, «Μουσική του Φοίνικα», «Εναντιοδρομία»), στην αίθουσα του Παλλάς (1η Συμφωνία, μαζί με τα «Έξι τραγούδια σε ποίηση T. S. Eliot»), στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών («Πύρινες γλώσσες»), παρουσίαση έργων του Χρήστου στο Goethe Institut από τον Θεόδωρο Αντωνίου, στο 34ο Φεστιβάλ Σύγχρονης Μουσικής στη Βαρσοβία («Πύρινες γλώσσες») με την παρουσία του σπουδαίου πολωνού συνθέτη Κρυστόφ Πεντερέτσκι, καθώς και στον κύκλο «Brahms – Schönberg – Christou» στο Αμβούργο.
Σε παραπληρωματική σχέση προς αυτά, εντοπίζονται η Maitrise en Musique της Anne Martine Lucciano (Université de Provence I) με θέμα τη μουσική του Χρήστου, τέσσερα cd με έργα του Χρήστου από τη δισκογραφική εταιρεία «Σείριος» του Μάνου Χατζιδάκι με χορηγία του Απόστολου Δοξιάδη, η παρουσίαση έργων του Χρήστου από τον Αλέξανδρο Αδαμόπουλο στη σειρά εκπομπών «Ο συνθέτης της εβδομάδας» του Τρίτου Προγράμματος της ΕΡΤ, ενώ ο Γιώργος Χρονάς «υποδέχθηκε» τον Γιάννη Χρήστου στο «Ξενοδοχείο Βαλκάνια», επίσης στο Τρίτο Πρόγραμμα της ΕΡΤ.
Στο πλαίσιο αυτό, περιλαμβάνονται ακόμα δύο σημαντικά γεγονότα, που αποτελούν αφενός η ίδρυση της «Εταιρείας Φίλων Μουσικής του Γιάννη Χρήστου», και αφετέρου η κατάθεση του αρχείου του Χρήστου στο Κέντρο Ερευνών και Τεκμηρίωσης του Ωδείου Αθηνών.
Εξάλλου, στο ίδιο κλίμα εντάσσεται η σύνθεση έργων στη μνήμη του Γιάννη Χρήστου από σπουδαίους δημιουργούς, όπως είναι ο Μιχάλης Αδάμης, ο Θεόδωρος Αντωνίου, ο Δημήτρης Δραγατάκης, ο Στέφανος Βασιλειάδης, ο Γιάννης Ιωαννίδης, ο Νίκος Μαμαγκάκης, ο Φίλιππος Τσαλαχούρης, ο Γιώργος Κουρουπός, ο Ιωσήφ Παπαδάτος, ο Κωστής Ζουλιάτης, μεταξύ άλλων.
...αποδίδει την κριτική, συγκριτική, συνδυαστική αντίληψη του Αλέξανδρου Αδαμόπουλου, η επιχειρηματολογία του οποίου αποδομεί τον μύθο που ακολουθούσε τον Γιάννη Χρήστου εν ζωή και μετά θάνατον με ποικίλες παρανοήσεις, υπερβολές, αμφιβολίες και αμφισβητήσεις, με «ψεύδη» και με κατάχρηση της μουσικής του (έστω και με καλή πίστη).
Το υλικό του βιβλίου είναι τακτοποιημένο σε είκοσι επτά ενότητες με πρόλογο και δύο εισαγωγικά κείμενα. Στο πλαίσιο αυτό, ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν οι συζητήσεις του Αλέξανδρου Αδαμόπουλου με τον μουσικολόγο Σταύρο Χουλιαρά, με τον συνθέτη Παναγιώτη Θεοδοσίου και με τον ποιητή Γιώργο Χρονά.
Τις εν προκειμένω πληροφορίες διεκπεραιώνει λόγος βιωματικός, πνευματώδης, παραστατικός, πυκνός, ενίοτε αφοριστικός, ενισχυμένος με την αμεσότητα προφορικής επικοινωνίας, που αποδίδει την κριτική, συγκριτική, συνδυαστική αντίληψη του Αλέξανδρου Αδαμόπουλου, η επιχειρηματολογία του οποίου αποδομεί τον μύθο που ακολουθούσε τον Γιάννη Χρήστου εν ζωή και μετά θάνατον με ποικίλες παρανοήσεις, υπερβολές, αμφιβολίες και αμφισβητήσεις, με «ψεύδη» και με κατάχρηση της μουσικής του (έστω και με καλή πίστη).
Η έκδοση ενισχύεται με ποικίλο φωτογραφικό υλικό και με κατάλογο των έργων του Γιάννη Χρήστου.
Τούτων δοθέντων, λοιπόν, είναι φανερό ότι έχουμε στη διάθεσή μας ένα χρήσιμο όχημα πρόσβασης σε ιδιαίτερα θεματικά και υφολογικά πεδία που αποδίδουν την ποιότητα μιας πρωτότυπης, πρωτοποριακής δημιουργικής παραγωγής, και περαιτέρω τις σύνθετες διεργασίες ενός παραγωγικού εργαστηρίου έργων υψηλής διανοίας.
* Η ΑΛΚΗΣΤΙΣ ΣΟΥΛΟΓΙΑΝΝΗ είναι διδάκτωρ Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και κριτικός βιβλίου. Τελευταίο της βιβλίο, η μελέτη «Ο δημιουργικός λόγος του Γιώργου Χειμωνά» (εκδ. Παρατηρητής).
Αποσπάσματα από το βιβλίο
Εκείνο το βράδυ, όπως μας διηγόταν δώδεκα χρόνια μετά ο ίδιος ο [Κώστας] Γεωργούλης που ήταν ακόμη διευθυντής της Fondation Hellénique, συναντήθηκαν για πρώτη φορά ο Γιάννης Χρήστου με τον Γιάννη Ξενάκη. Αμέσως κόλλησαν, πήγαν και κάθισαν μόνοι παράμερα σε μια γωνιά στο βάθος της μεγάλης αίθουσας και για μια δυο ώρες μιλούσαν ασταμάτητα [οι] δυο τους αγνοώντας εντελώς τους υπόλοιπους κι ό,τι συνέβαινε γύρω τους. Τι είπαν όμως, συμφωνούσαν, διαφωνούσαν; Κανείς δεν ξέρει.
Τετάρτη 9 Δεκέμβρη 1964
«… Χτες στου Δοξιάδη ύστερα από εκνευριστική μέρα, άκουσα την ηχογράφηση της σύνθεσης ενός νέου μουσικού [… του Νίκου Μαμαγκάκη…] πάνω σε μια περίληψη του Ερωτόκριτου. Ο Χρήστου, ο μουσικός, που συνάντησα εκεί, μού έλεγε ότι στην Ιταλία άκουσε έναν “τροβαδούρο” που ραψωδούσε με παραπλήσιο τρόπο – κάποτε μάλιστα έπεφτε σε κατάσταση καταληψίας (état de trance). Το βρήκα πολύ φυσικό. Με ρώτησε αν η μουσική στην απαγγελία του Ερωτόκριτου συνηθιζότανε από την αρχή. Ομολογώ πως δεν το σκέφτηκα αυτό το θέμα, μήτε ξέρω κανέναν που τον απασχόλησε…»
Γ. Σεφέρης, Μέρες Θ’(εκδ. Ίκαρος, 2019)