Για το μυθιστόρημα Πρίγκιπας ή βάτραχος; (μτφρ. Λίλιαν Τσιάβου) του Χέρμιεν Στέλμαχερ που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κέδρος.
Της Βίκυς Βασιλάτου
Ο καιρός είναι βροχερός. Φθινοπωρινός παρά ανοιξιάτικος. Κατάλληλος για να χαθώ στις σελίδες κάποιου βιβλίου, σκέφτομαι, παρά στους δρόμους της Αθήνας. Φτιάχνω έναν αχνιστό καφέ και έπειτα από την πρώτη ρουφηξιά, ρίχνω μια ματιά στα δεκάδες στοιχισμένα βιβλία που περιμένουν εναγωνίως να μου ανοίξουν την πύλη τους.
Μου τραβούν την προσοχή διάφοροι τίτλοι μα περισσότερο από όλους ένας που θέτει ένα all time classic ερώτημα. Ένα ερώτημα που θέτουμε οι γυναίκες στον εαυτό μας όταν γνωρίζουμε έναν άνδρα: Πρίγκιπας ή βάτραχος;
Παρά τα φαινόμενα, όχι, δεν είναι κάποιο βιβλίο εκλαϊκευμένης ψυχολογίας. Για να διαμορφώσετε μια πιο συγκεκριμένη εικόνα στο μυαλό σας, θα σας δώσω δύο βασικά στοιχεία: το εξώφυλλό του έχει μια teenager που με κοιτά στα μάτια, ενώ στο οπισθόφυλλο γράφει ότι ενδείκνυται για αναγνώστες άνω των 12 ετών. Εντάξει, σκέφτομαι, δεν χρειάζομαι γονική συναίνεση. Μήπως όμως χρειάζομαι τη συναίνεση των εφήβων μιας και μπαίνω στα λογοτεχνικά τους χωράφια; Σαν να τους ακούω να μου λένε «καλά μεταξύ τόσων βιβλίων για “ενήλικες”, αυτό επέλεξες;».
Για να είμαι ειλικρινής είμαι φανατική αναγνώστρια παιδικών και εφηβικών μυθιστορημάτων. Είναι βιβλία που με χαλαρώνουν και συμβαδίζουν με το παιδί που όχι μόνο δεν το αφήνω να κρυφτεί μέσα μου αλλά του δίνω το ελεύθερο να εκφραστεί όσο πιο δυνατά επιθυμεί, καθώς και όπως και όποτε το ευχαριστεί. Αυτό είναι άλλωστε που επέλεξε να διαβάσει το Πρίγκιπας ή βάτραχος της Χέρμιεν Στελμάχερ.
Από τις πρώτες κιόλας σελίδες, συνειδητοποίησα ότι κρατάω στα χέρια μου ένα εξαιρετικό κείμενο που πέρα από τη βασική ερώτηση του τίτλου, σε κάθε κεφάλαιο θέτει και από ένα άλλο -συνήθως υπαρξιακό- ερώτημα. Από τα πιο επιτυχημένα και θεωρώ από αυτά που τριβελίζουν συχνά πυκνά το μυαλό των νέων είναι τα εξής: «Γιατί δεν πρέπει να δίνουν οι ενήλικες εξετάσεις όταν θέλουν να αποκτήσουν παιδιά; Επειδή οι περισσότεροι θα αποτύγχαναν;», «Τι συμβαίνει με τα ανεκπλήρωτα όνειρα; Συνεχίζουν να αιωρούνται στον αέρα; Ή αφυδατώνονται και σκεβρώνουν σαν παλιά μπισκότα;», «Γιατί όταν η ζωή είναι όμορφη, δεν μπορεί απλώς να μείνει για πάντα έτσι;».
Ερωτήματα που αδυνατούμε να απαντήσουμε σωστά εμείς οι ενήλικες, πως λοιπόν να μην μοιάζουν βουνό στα μάτια των νέων και άπειρων ακόμα ανθρώπων. Τα ουσιαστικά θέματα που θέτει επί τάπητος η ηρωίδα του βιβλίου, Μίρα, με ξανάβαλαν με πολύ έξυπνες ατάκες στον δύσκολο χωροχρόνο των εφήβων, ξαναθυμίζοντάς μου τις τότε -μη σαν πω και τις τώρα- ανησυχίες, φιλίες, επαναστάσεις, αγάπες μου.
Επομένως, παρακολουθώντας κατά γράμμα τη ζωή της Μίρα, που μόλις μετακόμισε από την Φραγκφούρτη στην -κατά τα λεγόμενά της- νεκρή πόλη, Χέλενμπουργκ, εισχώρησα σε μια νοσταλγική στρατόσφαιρα. Σε μια εποχή που οι περισσότεροι γονείς δυσκολεύονται να κατανοήσουν τον πόλεμο που διεξάγεται μέσα στο μυαλό των παιδιών τους και ότι αυτά τα παιδιά δεν είναι πλέον μόνο παιδιά. Πέρα από το να πάνε σχολείο και να κάνουν τα μαθήματά τους, οφείλουμε να μην λησμονούμε το γεγονός ότι θέλουν να καλλωπιστούν, να ερωτευτούν, να ψαχτούν, να δημιουργήσουν.
Έτσι, μέσω της γλυκιάς Μίρα που ομολογώ ότι έχει πολύ ανεπτυγμένη την αίσθηση του χιούμορ, η Χέρμιεν Στελμάχερ, μια συγγραφέας που μετρά στο δυναμικό της δεκάδες βιβλία, καταπιάνεται με οξυδέρκεια με τα σημαντικότερα θέματα που απασχολούν και αφορούν τους εφήβους τόσο σε σχέση με τους γονείς και τους συνομήλικούς τους όσο - και κυρίως- με την ταυτότητά τους. Ενώ εμμέσως δίνει εύστοχες απαντήσεις σε απορίες και προβληματισμούς που πρωταγωνιστούν στην δύσκολη αυτή περίοδο που αιωρείται επικίνδυνα μεταξύ παιδικότητας και ενηλικίωσης…
Και με αυτές τις σημειώσεις τελείωσε το αναγνωστικό μου ταξίδι. Ο καφές έπαψε να είναι αχνιστός. Η βροχή έπαψε να ακούγεται στα τζάμια. Και μόλις πέρασα ένα όμορφο απόγευμα, γεμάτο στιγμές γέλιου και κατανόησης απέναντι στη Μίρα που ίσως να έχει ακόμα κάποια αναπάντητα ερωτήματα, μα που η βασική ερώτησή της έχει ως απάντηση το παραμυθένιο «και ζήσανε αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα»...
Εκδόσεις Κέδρος, 2011