Μεταφραστές και επιμελητές αποκαλύπτουν τις διαδρομές μέσα από τις οποίες προσέγγισαν τη γλώσσα, το ύφος ή και την οικονομία ενός βιβλίου με το οποίο δούλεψαν πρόσφατα και μοιράζονται μαζί μας τα μυστικά του εργαστηρίου τους. Φιλοξενούμενος, ο συγγραφέας και μεταφραστής Θωμάς Σκάσσης με αφορμή το μυθιστόρημα του Julian Barnes, Ο αχός της εποχής (εκδ. Μεταίχμιο).
Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός
Χάρη στις εκδόσεις Μεταίχμιο, είχα την ευκαιρία και την απόλαυση να μεταφράσω πέντε βιβλία του Τζούλιαν Μπαρνς, τα Ιστορία του κόσμου σε 10½ κεφάλαια, Πριν εκείνη με γνωρίσει, Ένα κάποιο τέλος, Τα τρία επίπεδα της ζωής και προσφάτως τον Αχό της εποχής. Λέω απόλαυση, γιατί ένας επαγγελματίας μεταφραστής, που δεν έχει εκ των πραγμάτων την πολυτέλεια να απορρίπτει βιβλία που του προτείνονται, σπανίως βρίσκει κείμενα που να ταιριάζουν στην ιδιοσυγκρασία του τόσο θεματικά όσο και από την άποψη του ύφους και του γενικότερου λογοτεχνικού χειρισμού τους. Έτσι, το Ένα κάποιο τέλος υπήρξε για μένα μια τέτοια «στιγμή» αρμονίας.
Η εξοικείωση με τον τρόπο γραφής κάποιου συγγραφέα καθιστά τη μεταφραστική εργασία κάπως ευκολότερη, αυξάνοντας συνάμα και το βάρος της ευθύνης του μεταφραστή, γιατί στους καλούς συγγραφείς, το ύφος, που είναι και το δυσκολότερο να αποδοθεί στη μετάφραση, μεταβάλλεται από βιβλίο σε βιβλίο.
Η εξοικείωση με τον τρόπο γραφής κάποιου συγγραφέα καθιστά τη μεταφραστική εργασία κάπως ευκολότερη, αυξάνοντας συνάμα και το βάρος της ευθύνης του μεταφραστή, γιατί στους καλούς συγγραφείς, το ύφος, που είναι και το δυσκολότερο να αποδοθεί στη μετάφραση, μεταβάλλεται από βιβλίο σε βιβλίο. Ο μεταφραστής οφείλει να διαβάζει παλιότερες μεταφράσεις του ίδιου ή άλλων έργων του συγγραφέα που μεταφράζει και να τις συμβουλεύεται πριν προχωρήσει στο δικό του δρόμο. Αυτό έκανα κι εγώ με την Ιστορία του κόσμου σε 10½ κεφάλαια που είχε κυκλοφορήσει παλιότερα από άλλο εκδοτικό οίκο σε πολύ καλή μετάφραση του Δημοσθένη Κούρτοβικ στον οποίο οφείλω αρκετές λύσεις σε δυσνόητα σημεία. Στη διαλεύκανση τέτοιων ακριβώς δυσνόητων σημείων μπορεί να συμβάλλει δραστικά και η ύπαρξη μιας μετάφρασης του ίδιου έργου σε τρίτη γλώσσα. Όταν ο μεταφραστής γνωρίζει αυτή την τρίτη γλώσσα, πρέπει απαραιτήτως να τη συμβουλεύεται, πράγμα που συνέβη στη μετάφραση του βιβλίου Εκτιμήσεις για τα αίτια του μεγαλείου και της πτώσης της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας του Μοντεσκιέ (εκδόσεις Πόλις), όπου εκτός από τις τρεις προγενέστερες ελληνικές μεταφράσεις χρησιμοποιήθηκε και μία αγγλική.
Ο Αχός της εποχής, μια μυθιστορηματική βιογραφία του συνθέτη Ντμίτρι Σοστακόβιτς, δεν παρουσίαζε τις δυσκολίες που μπορεί να παρουσιάζει ένα απαιτητικό μυθιστόρημα σε επίπεδο λεξιλογίου, συντακτικού ή νοήματος και εικόνων. Εδώ οι όποιες ιδιαιτερότητες ήταν κυρίως πραγματολογικής υφής και είχαν να κάνουν με τις συνθήκες που επικρατούσαν στη Σοβιετική Ένωση και ειδικά στη Ρωσία κατά την εποχή του Στάλιν και του Χρουτσόφ.
Ο Αχός της εποχής, μια μυθιστορηματική βιογραφία του συνθέτη Ντμίτρι Σοστακόβιτς, δεν παρουσίαζε τις δυσκολίες που μπορεί να παρουσιάζει ένα απαιτητικό μυθιστόρημα σε επίπεδο λεξιλογίου, συντακτικού ή νοήματος και εικόνων. Η αποστασιοποιημένη, οιονεί «αντικειμενική» αφήγηση που επιβάλλεται στη βιογραφία διευκολύνει ως προς το σημείο αυτό τον μεταφραστή. Εδώ οι όποιες ιδιαιτερότητες ήταν κυρίως πραγματολογικής υφής και είχαν να κάνουν με τις συνθήκες που επικρατούσαν στη Σοβιετική Ένωση και ειδικά στη Ρωσία κατά την εποχή του Στάλιν και του Χρουτσόφ, στις οποίες αναφέρεται το βιβλίο, καθώς και με τα πρόσωπα τα οποία διαδραμάτισαν κάποιο θετικό ή αρνητικό ρόλο στη ζωή του συνθέτη. Άλλης τάξεως δυσκολία ήταν η σχετική με τη μουσική ορολογία, αλλά υπάρχουν πάντοτε οι ειδικοί στους οποίους ο μεταφραστής οφείλει να καταφεύγει σε τέτοιες περιπτώσεις – γι’ αυτό άλλωστε υπάρχουν και οι ευχαριστίες στο τέλος ορισμένων μεταφράσεων.
Η μετάφραση είναι διαρκής άσκηση ελεγχόμενης ελευθερίας.
Ελευθερίας, γιατί ο μεταφραστής μπορεί και πρέπει να «γυρίσει» τη φράση στα ελληνικά, να την κόψει στα δύο (αν είναι δυσνόητα μακρά) ή να την ενώσει με την επόμενη (αν δεν βγάζει νόημα μόνη της), να βρει αντίστοιχες παροιμίες ή να σκαρώσει ανάλογα λογοπαίγνια (το χιούμορ είναι το πιο δύσκολα μεταφράσιμο), να ακολουθήσει το συγγραφέα στα γλωσσικά παιχνίδια του, φτάνοντας την απόδοσή του στο όριο της ερμηνείας, μόνο που το αποτέλεσμα πρέπει με δυο λόγια να είναι κατανοητό στη γλώσσα στην οποία μεταφράστηκε, και
Ελεγχόμενης, γιατί κάνοντας τα προηγούμενα δεν πρέπει να προδίδει το κείμενο, τη θερμοκρασία, το ύφος και τον ρυθμό του. Άρα στον άξονα πιστή μετάφραση – καλή μετάφραση, τοποθετούμαι ασυζητητί υπέρ της καλής (της όμορφης άπιστης, όπως λένε στα γαλλικά), αυτής που ρέει στα ελληνικά σαν καλό κείμενο ελληνικής λογοτεχνίας και δεν υποχρεώνει τον αναγνώστη να σταματά κάθε τόσο και να ξαναδιαβάζει ένα απόσπασμα για να καταλάβει τι εννοεί ο συγγραφέας.
Στον άξονα πιστή μετάφραση – καλή μετάφραση, τοποθετούμαι ασυζητητί υπέρ της καλής (της όμορφης άπιστης, όπως λένε στα γαλλικά), αυτής που ρέει στα ελληνικά σαν καλό κείμενο ελληνικής λογοτεχνίας και δεν υποχρεώνει τον αναγνώστη να σταματά κάθε τόσο και να ξαναδιαβάζει ένα απόσπασμα για να καταλάβει τι εννοεί ο συγγραφέας.
Παρανοήσεις και αβλεψίες βέβαια καραδοκούν πάντα και αποτελούν μέγιστη παγίδα για τον μεταφραστή. Όσο καλά κι αν γνωρίζει κανείς μία ξένη γλώσσα, θεωρώ εξαιρετικά δύσκολο έως αδύνατο να αντιλαμβάνεται όλες τις αναφορές και τις εκφραστικές διαβαθμίσεις (ελαφρότητας, σοβαρότητας, χυδαιότητας ή αστειότητας), τη χροιά ενός λεξιλογίου, που πολλές φορές δεν είναι σε θέση να εκτιμήσει φερ’ ειπείν ούτε σε επαγγελματικά ή τοπικά ιδιώματα της δικής του γλώσσας. (Έτσι δικαιολογείται και το κοινώς λεγόμενο ότι καλύτεροι μεταφραστές είναι οι συγγραφείς.) Τότε είναι πολύτιμη η δυνατότητα να καταφύγει στον ίδιο τον δημιουργό ζητώντας διευκρινίσεις. Το έχω κάνει επανειλημμένως, αποφεύγοντας αρκετές γκάφες (ένα παράδειγμα τέτοιας εξαιρετικής συνεργασίας ήταν με τον άγγλο συγγραφέα Γκράχαμ Σουίφτ, του οποίου έχω μεταφράσει τα μυθιστορήματα Στο φως της μέρας, Αύριο, Μακάρι να ήσουν εδώ και το αυτοβιογραφικό Φτιάχνοντας έναν ελέφαντα για τις εκδόσεις της Εστίας), αλλά και υποδεικνύοντας μια δυο φορές την ύπαρξη λάθους στο ίδιο το πρωτότυπο. Θα έλεγα ότι καλός μεταφραστής είναι αυτός που υποψιάζεται την ύπαρξη λάθους όταν κάνει το δεύτερο χέρι της μετάφρασης. Σε όλα αυτά, βέβαια, μπορεί να αποδειχθεί καθοριστική και η συμβολή του καλού διορθωτή ή επιμελητή που χρησιμοποιούν πολλές φορές οι εκδοτικοί οίκοι.
Η μετάφραση δεν παύει να είναι μια μοναχική δουλειά που δεν προσφέρει ποτέ τη βεβαιότητα της τελείωσης. Κατά τη γνώμη μου, είναι από τη φύση της καταδικασμένη να μην αγγίζει ποτέ το οριστικά τέλειο αποτέλεσμα.
Η μετάφραση δεν παύει να είναι μια μοναχική δουλειά που δεν προσφέρει ποτέ τη βεβαιότητα της τελείωσης. Κατά τη γνώμη μου, είναι από τη φύση της καταδικασμένη να μην αγγίζει ποτέ το οριστικά τέλειο αποτέλεσμα. Ένα μεγάλο μάθημα που πήρα διδάσκοντας προ ετών και για έξι χρόνια ο ίδιος λογοτεχνική μετάφραση στο ΕΚΕΜΕΛ, ήταν ότι κάθε φορά στο ίδιο κείμενο γίνονταν βελτιώσεις. Πάντα υπάρχει κάτι που μπορεί να ειπωθεί καλύτερα, πιο εύστοχα. Ο γλωσσικός πλούτος που διαθέτει κάθε μεταφραστής είναι δεδομένος και περιορισμένος, και η συνεισφορά του εκάστοτε συνομιλητή, ο οποίος διαθέτει άλλη ποιότητα λόγου, μπορεί να αποδειχθεί καίρια – μόνο που ο επαγγελματίας μεταφραστής δεν έχει αυτή την πολυτέλεια· δουλεύει μόνος και πρέπει να παραδώσει το κείμενο σε συγκεκριμένο χρόνο. Το μόνο που του απομένει είναι να κάνει το σταυρό του.
Info
Ο Θωμάς Σκάσσης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1953. Σπούδασε νομικά και εργάστηκε ως δικηγόρος. Μεταφράζει λογοτεχνία από τα γαλλικά και τα αγγλικά. Είναι μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων και πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κέντρου Μετάφρασης. Έχει εκδώσει διηγήματα και μυθιστορήματα. Για τη μετάφραση του Τραμ του Claude Simon τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Μετάφρασης το 2004. Έχει μεταφράσει έργα των Henri Troyat, Don DeLillo, Graham Swift, Martin Winckler, Jean-Marie Laclavetine, Francois Salvaing, Claude Simon, Virginia Woolf κ.ά.