Μεταφραστές και επιμελητές αποκαλύπτουν τις διαδρομές μέσα από τις οποίες προσέγγισαν τη γλώσσα, το ύφος ή και την οικονομία ενός βιβλίου με το οποίο δούλεψαν πρόσφατα και μοιράζονται μαζί μας τα μυστικά του εργαστηρίου τους. Φιλοξενούμενος, ο μεταφραστής Θεοδόσης Αγγ. Παπαδημητρόπουλος για τις μεταφράσεις του στα θεατρικά του Henrik Ibsen, οι οποίες κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Gutenberg.
Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός
Τὸ 1814, ἡ Νορβηγία χειραφετοῦνταν ἀπ’ τήν, γιὰ τέσσερεις αἰῶνες, δανικὴ κηδεμονία καὶ πέρναγε σὲ μιὰν ὑποχρεωτικὴ ἕνωση βασιλείων ὑπὸ τὸν Σουηδὸ μονάρχη· θάπρεπε σιγά-σιγὰ νὰ γίνῃ ἀπὸ ἐπαρχία τῆς Δανίας καὶ παρακολούθημα τῆς πολιτιστικῆς ζωῆς τῆς Κοπεγχάγης, κράτος αὐτόνομο ἑδραιώνοντας τὴν ἐθνική της συνείδηση. Οἱ δυσκολίες, μεγάλες: ἡ ἐπίσημη γλῶσσα τοῦ κράτους γιὰ αἰῶνες ἦταν ἡ Δανική· οἱ ἀστικοὶ πληθυσμοὶ τὴ μιλοῦσαν μὲ κάποιους ἰδιωματισμοὺς καὶ καθαρὰ νορβηγικὲς λέξεις· ἡ πολιτιστικὴ ζωὴ ἦταν δανοθρεμμένη· τὸ Θέατρο γραφόταν καὶ παιζόταν στὰ Δανικά. Ὅλα αὐτὰ θ’ ἀλλάξουν κυρίως κατὰ τὴ γενιὰ τοῦ Ἴψεν κι ὁ ἴδιος ὁ δημιουργὸς θὰ νοιώσῃ βαριὲς πάνω του τὶς ἀπαιτήσεις τοῦ λαοῦ, ὡσότου ἐλευθερωθῇ ἐντελῶς κι ἀνακαλύψῃ τὸν ὁλόδικό του, προσωπικὸ βηματισμό.
Ὁ Ἴψεν ξεκινάει στὰ 21 του, τὴ δραματουργική του παραγωγὴ μὲ τόν, σαιξπηρικῶν τόνων, Κατιλίνα. Γιὰ τὴ συγγραφή του ἄντλησε ὑλικὸ ἀπ’ τοὺς λόγους τοῦ Κικέρωνα Κατὰ Κατιλίνα, σὰν τοὺς διάβαζε γιὰ τίς (ἀνεπιτυχεῖς του) έξετάσεις στὴν Ἰατρικὴ Σχολὴ τῆς Χριστιανίας (τοῦ σημερινοῦ Ὄσλο). Παράλληλα, εἶχε ξεκινήσει τὴ σύνθεση λυρικῶν ποιημάτων· ὁ νεαρὸς τότε φαρμακοποιὸς θ’ ἀποδεικνυόταν ἕνας ἀπ’ τοὺς ἱκανότερους καὶ πλέον εὐφάνταστους στιχουργοὺς τῆς Νορβηγικῆς παράδοσης μ’ ἀποκορύφωμα τὸ λιτώτατο κ’ εὐκίνητο στίχο στὸν δραματικὸ Μπρὰντ 16 χρόνια ὕστερα ἀπ’ τὸν Κατιλίνα. Στὴ μιάμιση δεκαετία, ὁ Ἴψεν ἔμαθε τὴ θεατρικὴ τεχνικὴ στὴ σκηνὴ τοῦ Μπέργκεν, ἀναγκάστηκε λόγῳ ἀνέχειας νὰ μεταναστεύσῃ καί, ἐσωτερικεύοντας τὴν ἐμπειρία, κατανόησε πὼς ἄλλα εἶναι ποὺ ὁρίζουν τὸν Κόσμο κι ὄχι ἡ ἐθνικιστικὴ διάθεση τῶν συμπατριωτῶν του πούθελαν σώνει καὶ καλὰ σὲ κάθε παράσταση νὰ βλέπουν «ἀντρειωμένους βίκινγκ νὰ καῖν χωριὰ τοῦ Νότου καὶ νὰ προσεύχωνται στὸν Ὄντιν»...
O Ἴψεν ἔμαθε τὴ θεατρικὴ τεχνικὴ στὴ σκηνὴ τοῦ Μπέργκεν, ἀναγκάστηκε λόγῳ ἀνέχειας νὰ μεταναστεύσῃ καί, ἐσωτερικεύοντας τὴν ἐμπειρία, κατανόησε πὼς ἄλλα εἶναι ποὺ ὁρίζουν τὸν Κόσμο κι ὄχι ἡ ἐθνικιστικὴ διάθεση τῶν συμπατριωτῶν του πούθελαν σώνει καὶ καλὰ σὲ κάθε παράσταση νὰ βλέπουν «ἀντρειωμένους βίκινγκ νὰ καῖν χωριὰ τοῦ Νότου καὶ νὰ προσεύχωνται στὸν Ὄντιν»...
Ἀντιλήφθηκε ὁ δραματουργὸς πὼς ἡ ἐποχή του χρειαζόταν ἕνα θέατρο σύγχρονης θεματολογίας, ὅπου θὰ ξαναχύνονταν μέσα του τὰ κατεξοχὴν ἐρωτήματα ἰδωμένα μές ἀπ’ τὸν καιρό του καὶ πλάι στὰ μυθικὰ μεγέθη. Πρῶτος σταθμὸς σὲ τούτη τὴν πορεία ὑπῆρξε Ἡ Ἕνωση τῆς Νεότητας ποὺ καταπιάνεται μὲ τὴ φαυλότητα μιᾶς ἐπαρχιακῆς νορβηγικῆς πόλης- τῆς ἴδιας ποὺ ἐπανέρχεται στό: Ἕνας ἐχθρὸς τοῦ λαοῦ καὶ σΤὰ στηρίγματα τῆς κοινωνίας. Σ’ ἐκεῖνο τὸ ἔργο ἀναφωνεῖ ἡ Ντίνα Ντόρφ: Φρίκη νοιώθω μπρὸς σὲ τόση ἀρετὴ καὶ τελειότητα!.. Τέτοιο εἶναι τὸ αἴσθημα ποὺ ὁδηγεῖ τὸν Ἴψεν, ὅταν ἀναπτύσσῃ στ’ ὁμώνυμο δρᾶμα τὸν Πέερ Γκὺντ τοῦ: Νάσαι ἀρκετός... γιὰ τὸν ἑαυτό σου!.. κι ὄχι Νάσαι ὁ ἑαυτός σου!
Στὴ σκηνὴ τῆς τρίτης πράξης ὅπου ἡ Ὦζε, ἡ μάνα τοῦ ἐλαφρόμυαλου Πέερ, ξεψυχάει στὰ χέρια τοῦ γιοῦ της, ἔχει ἐπιτευχθῆ μιὰ ἁρμονικώτατη σὐνθεση τοῦ ὑψηλοῦ ποὺ ἐπιβάλλει ὁ στίχος, καὶ τῆς ρεαλιστικῆς ἀναπαράστασης τῆς συγκινητικῆς στιγμῆς. Τοῦτο τὸ κατόρθωμα, ἐξαιρετικὰ σπάνιο στὴν εὐρωπαϊκὴ δραματουργία κ’ ἐντοπιζόμενο σὲ ποιητὲς ὅπως ὁ Σοφοκλῆς, ὁ Σαίξπηρ, ὁ Σίλλερ, ὁ Γκαῖτε (ἀναφέροντας προγενέστερους), θὰ ἐπαναληφθῇ στὸν Μπρὰντ καὶ θὰ λειανθῇ -θὰ διυλιστῇ- στὰ πεζολογικῶς συνταγμένα κατοπινὰ ἔργα προβληματικῆς, ὡσότου φτάσῃ στὰ σχεδὸν συμβολικὰ δράματα τῶν τελευταίων χρόνων. Στὸ προτελευταῖο δημιούργημα, τὸν Ἰωάννη Γαβριὴλ Μπόρκμαν, ἡ καταληκτικὴ σκηνὴ μεταξὺ τῆς Ἔλα καὶ τῆς Γκούνχιλντ, τῶν δυὸ διεκδικητριῶν τῆς καρδιᾶς τοῦ μεγαλομανῆ τραπεζίτη, ἔχει μές στὴν ἁπλότητά της κάτι τ’ ὁλότελα τραγικό: Ἀπ’ τἀ λίγα λόγια ποὺ ἀνταλλάσουν, προβάλλει τὸ χάσμα μεταξὺ δύο συγκρουόμενων ὑπάρξεων ποὺ στέκουν ἀκέραιες ἐντὸς τοῦ α ὐ τ ο ῦ Κόσμου.
H μεταφραστικὴ ἐργασία ἐπιβάλλει ἄλλη προσέγγιση στὰ πρώιμα, ρομαντικὰ σχεδόν, ἔργα, διαφορετικὴ στὶς ποιητικὲς κορυφὲς τοῦ Πέερ Γκὺντ καὶ τοῦ Μπράντ, ξέχωρη στὰ περισσότερα ρεαλιστικὰ δράματα ὅπως Ἡ Ἀγριόπαπια, καὶ διακριτὴ στὰ τελευταῖα θεατρικά. Ὅλα, ὅμως, τά «μονοπάτια» ἔχουν ἀφετηρία καὶ καταλήγουν σὲ μιὰ σημειακὴ πύκνωση: τὴν ἰδιαίτερη ποιότητα τοῦ ἱστορικοῦ προσώπου καὶ τῆς αὐτόνομης δημιουργίας του.
Τὸ ἰψενικὸ σῶμα, ὄντας ἀποτέλεσμα μιᾶς ἐξελικτικῆς πορείας (ὅπως κάθε ἔργο ἄξιου δημιουργοῦ), θέτει αὐτομάτως γιὰ τὴν ἑρμηνεία καὶ τὴ μετάφρασή του, δύο καίρια ζητήματα: πρῶτον, τὴν ἀναγνώριση καὶ τὴν υπαγωγὴ στὴν τεχνοτροπία τοῦ ἐπι μέρους καί, δεύτερον, τὴ συνεχῆ ἀναγωγὴ τοῦ μερικοῦ στ’ ὁλικό, ὅπως αὐτὸ ἀποκαλύπτεται ἀπ’ τὴ μελέτη τοῦ καθέκαστου. Ἔτσι, λοιπόν, ἡ μεταφραστικὴ ἐργασία ἐπιβάλλει ἄλλη προσέγγιση στὰ πρώιμα, ρομαντικὰ σχεδόν, ἔργα, διαφορετικὴ στὶς ποιητικὲς κορυφὲς τοῦ Πέερ Γκὺντ καὶ τοῦ Μπράντ, ξέχωρη στὰ περισσότερα ρεαλιστικὰ δράματα ὅπως Ἡ Ἀγριόπαπια, καὶ διακριτὴ στὰ τελευταῖα θεατρικά. Ὅλα, ὅμως, τά «μονοπάτια» ἔχουν ἀφετηρία καὶ καταλήγουν σὲ μιὰ σημειακὴ πύκνωση: τὴν ἰδιαίτερη ποιότητα τοῦ ἱστορικοῦ προσώπου καὶ τῆς αὐτόνομης δημιουργίας του.
Στὴ μεταφραστικὴ προσπάθεια τοῦ Ἀρχιμάστορα Σόλνες, τοῦ Μικροῦ Ἔγιολφ, τοῦ Ἰωάννη Γαβριὴλ Μπόρκμαν καὶ τοῦ: Ὅταν ξυπνήσουμε ἐμεῖς οἱ νεκροί, ἐλήφθη ἡ ἑξῆς πρωτοβουλία: Στὰ σημεῖα, ὅπου ἡ λυρικὴ ἔξαρση ὑπερέβαινε τὴ στενὴ ρεαλιστικὴ φόρμα, τὰ λόγια ἀποδόθηκαν σ τ ι χ η ρ ά. Στὸν Πέερ Γκύντ, ἀντιθέτως, ἐνῷ κάθε στίχος μετρικὰ εἶναι ἐλεγμένος καὶ σ’ ἕ ν α π ρ ὸ ς ἕ ν α ἀντιστοιχία μὲ τὸ νορβηγικὸ κείμενο, δέν ἀκολουθήθηκαν τὰ ποικίλα ὁμοιοκατάληκτα σχήματα τῆς Νορβηγικῆς, γιατί, ὥς τώρα, δέν ἔχω βρεῖ τρόπο ποὺ νὰ μήν καταστρέφῃ τὴ ρεαλιστικὴ λειτουργία τοῦ πρωτοτύπου, ὅταν μεταφέρωνται οἱ ρῖμες στὴν Ἑλληνική. Πίσω ἀπ’ τὶς συγκεκριμένες ἐπιλογές, λειτουργοῦσε συνέχεια ἡ αἴσθηση τοῦ μεταφραστῆ συνολικὰ γιὰ τὸν Ἴψεν.
Μέτρο τῆς ἀξίας μιᾶς μετάφρασης εἶναι ἡ πιστότητα, κ’ ἡ ἐκφραστικὴ δύναμη φανερώνει εὔληπτα τὴν πιστότητα. Τὰ δυὸ αὐτὰ αἰτούμενα δέν ἀποτελοῦν ἀντίρροπες δυνάμεις, ἀλλὰ τρόποι πού, ἀπὸ κοινοῦ, στηρίζουν τὸ Λόγο τοῦ πρωτοτύπου στὴν καινούργια γλῶσσα. Ἀρκεῖ, ὡς σημείωση, ἡ μεταφραστικὴ προσπάθεια τοῦ Χαίλντερλιν στὸν Πίνδαρο καὶ τὸ Σοφοκλῆ παρὰ τὶς ὅποιες, ἴσως, ἀδυναμίες. Ἄλλωστε, σὲ κάθε τέχνη ἰσχύει τὸ ἱπποκράτειο: Ὁ βίος βραχύς, ἡ μὲν τέχνη μακρή... Μιὰ ζωὴ δέ φτάνει, γιὰ νὰ τελειοποιηθῇ ἡ ἐξάρτυση τοῦ ὅποιου μεταφραστῆ. Κάθε πόνημα ἀποτελεῖ στοιχεῖο αὐτοκριτικῆς καὶ περαιτέρω ἐμβάθυνσης στὰ ἐργαλεία τῆς μαστορικῆς...
Μέτρο τῆς ἀξίας μιᾶς μετάφρασης εἶναι ἡ πιστότητα, κ’ ἡ ἐκφραστικὴ δύναμη φανερώνει εὔληπτα τὴν πιστότητα. Τὰ δυὸ αὐτὰ αἰτούμενα δέν ἀποτελοῦν ἀντίρροπες δυνάμεις, ἀλλὰ τρόποι πού, ἀπὸ κοινοῦ, στηρίζουν τὸ Λόγο τοῦ πρωτοτύπου στὴν καινούργια γλῶσσα.
Τὰ παραπάνω, βεβαίως, δὲ γίνονται μόνο μὲ τὴ μελέτη κι ἀναπαραγωγὴ τῆς γερμανικῆς μετάφρασης τοῦ ἰψενικοῦ ἔργου ἀπ’ τὶς ἐκδόσεις Fischer (θεωρημένης ἀπ’ τὸν ἴδιο τὸν Ἴψεν), ποὺ ὑπῆρξε τὸ πρῶτο ἐργαλεῖο γιὰ τὴν ἀντιμετώπιση τῶν ἀρχικῶν τεσσάρων ἐκδόσεων. Σύντομα, αὐτὴ ἡ σειρὰ βιβλίων ἔγινε, στὴ μεταφραστικὴ πρακτική, δευτερεύον ὄργανο. Ἀναζητήθηκε ἡ ἔκδοση στὴν Ἀγγλικὴ ἀπ’ τοὺς Ἄρτσερ· ἔγινε σύγκριση μὲ τὶς νεώτερες τοῦ Μέγιερ καὶ τῆς Ὀξφόρδης (μὲ τὶς σημαντικὲς εἰσαγωγές τους καὶ τὰ πλούσια παραρτήματα). Γιὰ τὸν Πέερ Γκὺντ χρησιμοποιήθηκαν συνολικὰ 8 μεταφράσεις στὰ Γερμανικά, τ’ Ἀγγλικὰ καί, ἐν μέρει, τὰ Γαλλικά. Τελικό, ὅμως, κριτήριο ὑπῆρξε ἡ ἀντιβολὴ μὲ τὸ πρωτότυπο νορβηγικό. Πλάι σ’ αὐτά, γιὰ τὴ σύνταξη τῶν σχολίων -ἀπαραίτητα γιὰ τὴν κατανόηση καὶ τὴ δραματουργικὴ ὑποβοήθηση τῆς θεατρικῆς πράξης- χρησιμοποιήθηκαν λεξικὰ συνωνύμων, δίγλωσσα, ἐτυμολογικά (ἀκόμα καὶ τῆς Ἀρχαίας Σκανδιναβικῆς, ὥστε νὰ ὑπογραμμιστῇ τὸ μυθικὸ υπόστρωμα ποὺ λειτουργεῖ ἀδιάλειπτα στὸν ἰψενικὸ λόγο)· προστίθεται ἡ διεθνὴς βιβλιογραφία ὅσο κατέστη δυνατὴ ἡ πρόσβαση σ’ ἐκείνη κ’ ἡ ἐξακρίβωσή της.
Ὡς ἠθοποιὸς καὶ σκηνοθέτης, μές ἀπ’ αὐτὴ τὴ διαδικασία διεπίστωσα γι’ ἄλλη μιὰ φορὰ πὼς τὸ Θέατρο εἶναι μιὰ πολύ μεγάλη προσπάθεια -ἴσως κορωνίδα- τοῦ εὐρύτερου πολιτισμοῦ. Κανένα σχῆμα ἑρμηνευτικὸ τῆς συνήθειας ἢ τῆς μόδας, δέν ἐπαρκεῖ. Κατὰ τὴ θεατρικὴ ἐνασχόληση (μ’ ὑποσύνολο τὴ μεταφραστικὴ ἐργασία στὸν Ἴψεν), ὀφείλω νὰ διελάσω τὶς ἐποχὲς καὶ τὶς διαφορετικὲς τοποθετήσεις, ὥστε νὰ φτάσω στὸ πρωτογενὲς τῆς δημιουργίας.
Info
Ο Θεοδόσης Αγγ. Παπαδημητρόπουλος γεννήθηκε το 1982 στην Αθήνα. Εργάζεται ως ηθοποιός, μεταφραστής και προγραμματιστής. Απ' το 2013 ξεκίνησε τη μετάφραση του ιψενικού σώματος και συνεργάζεται με το λογοτεχνικό περιοδικό Διορθώσεις. Διατηρεί το ιστολόγιο Διέλευση μ' αναρτήσεις μεταφράσεων (απ' τ' Αρχαία Ελληνικά, τα Γερμανικά, τ' Αγγλικά και τα Νορβηγικά) και δικών του κειμένων (ποιήματα, δοκίμια, σύντομους στοχασμούς).