Μεταφραστές και επιμελητές αποκαλύπτουν τις διαδρομές μέσα από τις οποίες προσέγγισαν τη γλώσσα, το ύφος ή και την οικονομία ενός βιβλίου με το οποίο δούλεψαν πρόσφατα και μοιράζονται μαζί μας τα μυστικά του εργαστηρίου τους. Φιλοξενούμενος, ο μεταφραστής Γιώργος Βαρθαλίτης, με αφορμή την ανθολογία του Stefan George «Ποιήματα και Πεζά» το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Gutenberg.
Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός
Ανάμεσα στα ποικίλα είδη μεταφράσεων (πεζογραφία, δοκίμιο, πραγματεία), η μετάφραση της ποίησης –και ιδιαίτερα της έμμετρης– κατέχει μιαν ιδιαίτερη θέση. Είναι το πιο δυσμετάφραστο είδος, αλλά ταυτόχρονα επιτρέπει και την μέγιστη δυνατή δημιουργικότητα. Η ερμηνεία εδώ είναι μια αναδημιουργία, περίπου όπως αναδημιουργεί ερμηνεύοντας ένα μουσικό έργο ή ένα άσμα ο μουσικός κι ο τραγουδιστής ή όπως ενσαρκώνει ερμηνεύοντας τον ρόλο του ο ηθοποιός.
Συχνά επαναλαμβάνεται το απόφθεγμα πως «ποίηση είναι ό,τι χάνεται στη μετάφραση». Θα μπορούσε, βέβαια, να ισχύει και το αντίθετο. Ο Οράτιος έλεγε πως αν εξαρθρώσουμε ένα δυνατό ποίημα, και πάλι διακρίνονται τα διασκορπισμένα μέλη του ποιητή: invenias etiam disjecti membra poetae. Πόσο μάλλον όταν προσπαθείς να αναδιαρθρώσεις, σε μιαν άλλη γλώσσα, αυτά τα σκόρπια μέλη, όπως η Ίσιδα εκείνα του Οσίριδος.
Η ποίηση, κατ’ εμέ, είναι εν μέρει αμετάφραστη κι εν μέρει μεταφράσιμη, αλλά τα όρια μεταξύ του μεταφράσιμου και του αμετάφραστου συνεχώς μετατοπίζονται.
Ο Γκεόργκε όμως, όπως κι ο Χόπκινς κι ο Μαλλαρμέ, αποτελεί μιαν ακόμη πιο ιδιαίτερη περίπτωση, καθώς ανήκει σ’ αυτούς, που όπως θα έλεγε ο Σικελιανός, έφτασαν «στα σύνορα τ’ ακρότατα του λόγου». Είναι ποιητές οριακοί και γι' αυτό, θα έλεγε κανείς, αμετάφραστοι. Ποια όμως μεγαλύτερη πρόκληση από το να μεταφράσεις έναν ποιητή που θεωρείται αμετάφραστος;
Ο Γκεόργκε όμως, όπως κι ο Χόπκινς κι ο Μαλλαρμέ, αποτελεί μιαν ακόμη πιο ιδιαίτερη περίπτωση, καθώς ανήκει σ’ αυτούς, που όπως θα έλεγε ο Σικελιανός, έφτασαν «στα σύνορα τ’ ακρότατα του λόγου». Είναι ποιητές οριακοί και γι' αυτό, θα έλεγε κανείς, αμετάφραστοι. Ποια όμως μεγαλύτερη πρόκληση από το να μεταφράσεις έναν ποιητή που θεωρείται αμετάφραστος;
Εδώ δεν υπήρχε κάποια γέφυρα εκ των προτέρων κατασκευασμένη. Αυτή τη γέφυρα έπρεπε να την φτιάξω εγώ. Θέλω να πω πως έπρεπε να επινοηθεί μια ποιητική γλώσσα αντίστοιχη με την αλήθεια του πρωτοτύπου. Κανένα από τα μοντέλα έμμετρης μετάφρασης –ούτε το μεσοπολεμικό, που είναι και το πιο ισχυρό που διαθέτουμε στη γλώσσα μας– δεν επαρκούσε για να αποδοθεί ο τόνος του ποιητή. Ιδιαίτερα δύσκολα ήταν τα ομοιοκατάληκτα τετράστιχα. Κάθε φορά που καταπιανόμουν μ’ αυτά, η μετάφραση θύμισε τη λύση ενός λυρικού γρίφου, ενός ποιητικού αλγεβρικού προβλήματος.
Η μετάφραση ενός κομματιού του Γκεόργκε είναι δυσκολότερη από αυτήν ενός τυπικού παραδοσιακού ποιήματος. Μερικοί από τους λόγους είναι οι εξής:
— Υπάρχει μεγαλύτερη συμπύκνωση νοημάτων σε σχέση με ένα παραδοσιακό ποίημα.
— Ακολουθείται η αρχή της ισομετρίας, δηλαδή κάθε στίχος δίνει αυτοτελές νόημα. Αυτό σημαίνει πως κάθε κομμάτι έπρεπε να δουλευτεί στίχο με στίχο, δίχως διασκελισμούς ή διαχύσεις του νοήματος στους επόμενους στίχους, όπου αυτά δεν υπήρχαν στο πρωτότυπο.
— Ο Γκεόργκε χρησιμοποιεί πλούσια, χτυπητή ρίμα.
Αν θεωρήσουμε πως πέρα από το νόημα άρρηκτα συστατικά ενός ποιήματος είναι και το μέτρο, ο ρυθμός, η ρίμα, ο βαθύτερος τόνος, αυτό που ο Σαίν-Τζον Περς θα αποκαλούσε «μεγάλο προσωδιακό χιτώνα», τότε προσπάθησα να είμαι πιστός, με την έννοια πως προσπάθησα να διατηρήσω όσο περισσότερα γινόταν από τα στοιχεία συναπαρτίζουν, σε αδιάρρηκτην, οργανικήν ενότητα, τα στιχηρά του Γκεόργκε.
Οι ελευθερίες που πήρα (ας πω όμως πως κι όταν απομακρύνθηκα από την κατά λέξιν απόδοση προσπάθησα να μην προδώσω τον βαθύτερο «νουν» του κειμένου) ουσιαστικά ανταποκρίνονταν στην επιδίωξη μιας βαθύτερης πειθαρχίας. Προσπάθησα να μείνω «πιστός», αλλά με μία πιο ουσιαστική σημασία. Εξηγούμαι. Αν θεωρήσουμε πως πέρα από το νόημα άρρηκτα συστατικά ενός ποιήματος είναι και το μέτρο, ο ρυθμός, η ρίμα, ο βαθύτερος τόνος, αυτό που ο Σαίν-Τζον Περς θα αποκαλούσε «μεγάλο προσωδιακό χιτώνα», τότε προσπάθησα να είμαι πιστός, με την έννοια πως προσπάθησα να διατηρήσω όσο περισσότερα γινόταν από τα στοιχεία συναπαρτίζουν, σε αδιάρρηκτην, οργανικήν ενότητα, τα στιχηρά του Γκεόργκε. Όπου απίστησα, το έκανα, επιδιώκοντας αυτή τη βαθύτερη πίστη. Θα σας θύμιζα και την ευαγγελική ρήση «το μεν πνεύμα ζωοποιεί, το δε γράμμα αποκτείνει». Θα σας παρακαλούσα όμως να δώσετε στη λέξη πνεύμα και την παλιά της ετυμολογική σημασία, που εδώ θα σήμαινε τη ρυθμική ανάσα, την πνοή (και την εμπνοή, βέβαια!), του λόγου.
Σημειώνω ακόμη πως κι ο ίδιος ο Γκεόργκε υπήρξε μέγας μεταφραστής. Μετέφρασε ποίηση από όλες τις σύγχρονες σχεδόν ευρωπαϊκές γλώσσες, από τα εγγλέζικα, τα ιταλικά, τα ολλανδικά, τα δανέζικα, τα πολωνικά, τα γαλλικά, τα νορβηγικά. Η μεταφράσεις του του Δάντη, του Μπωντλαίρ και των σονέτων του Σαίκσπηρ θεωρούνται κλασσικές. Ουσιαστικά τις δικές του μεταφραστικές αρχές εφάρμοσα. Στα γερμανικά υπάρχει η λέξη Umdicthung για να δηλώσει την ποιητικήν ανάπλαση ενός λυρικού κειμένου σε μιαν άλλη γλώσσα. Επιδίωξα κι οι δικές μου μεταγραφές να είναι Umdichtungen.
Αυτές οι μεταφράσεις δουλεύτηκαν σε βάθος χρόνου με προδημοσιεύσεις σε διάφορα περιοδικά: στην «Ποίηση», τη «Νέα Εστία», τη «Νέα Ευθύνη» και το «Πλανόδιον». Μέσα από τις προηγούμενες δημοσιεύσεις είχα την ευκαιρία να ξαναδουλεύω και να λειαίνω συνεχώς τα μεταφράσματά μου.
Συμβουλεύθηκα τις περισσότερες παλιότερες μεταφράσεις στις γλώσσες που μπορώ να παρακολουθήσω. Ήθελα να δω τι λύσεις έδωσαν οι προηγούμενοι μεταφραστές.
Ως μεταφραστής, αντιμετώπισα και το εξής δίλημμα: ή θα εκπονούσα μια πιο εκτεταμένη επιλογή ή θα περιοριζόμουν σε ένα μικρότερο απάνθισμα, που, με συνεχή και υπομονητική κατεργασία, θα το έφερνα σε ένα υψηλό επίπεδο αρτιότητας. Προτίμησα το δεύτερο.
Συμβουλεύθηκα τις περισσότερες παλιότερες μεταφράσεις στις γλώσσες που μπορώ να παρακολουθήσω. Ήθελα να δω τι λύσεις έδωσαν οι προηγούμενοι μεταφραστές. Ένα παράδειγμα: την απόδοση του Weltenkronen ως «διαδήματος των κόσμων» στον στίχο: Το έκπαγλο διάδημα των κόσμων δεν θαμπώνει μου την υπέβαλε μια γαλλική μετάφραση που χρησιμοποιεί το diadême για να αποδώσει το Krone. Αλλά το Diademe το χρησιμοποιεί αλλού κι ο ίδιος ο Γκεόργκε.
Info
Ο Γιώργος Βαρθαλίτης είναι φιλόλογος με σπουδές στην Αθήνα και στη Χαϊδελβέργη, ποιητής και μεταφραστής.