Με νέες μορφές εγκλήματος καταπιάνεται το σύγχρονο αστυνομικό μυθιστόρημα.
Η αποκάλυψη της ταυτότητας του δολοφόνου έρχεται σε δεύτερη μοίρα.
H ελληνική καθημερινότητα θυμίζει αστυνομικό θρίλερ: Οι χολιγουντιανές αποδράσεις από τις φυλακές και τα συμβόλαια θανάτου, τα οικονομικά σκάνδαλα, οι νέες τρομοκρατικές επιθέσεις, ο ρατσισμός και η μετανάστευση συνθέτουν εκρηκτικό σκηνικό με φόντο την οικονομική κρίση.
Η ελληνική αστυνομική λογοτεχνία, ευαίσθητος δέκτης των κοινωνικών προβλημάτων, στρέφεται στη χαρτογράφηση των νέων μορφών εγκλήματος. Η ηθική απαξίωση του πολιτικού και επιχειρηματικού κόσμου και η δυσπιστία προς τις διωκτικές αρχές αποτυπώνονται στο έργο Ελλήνων συγγραφέων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο τρίτος τόμος της συλλογής αστυνομικών ιστοριών «Ελληνικά εγκλήματα» (εκδόσεις Καστανιώτη). Στο διήγημα του Τεύκρου Μιχαηλίδη μια πολυεθνική εταιρεία δολοφονεί εν ψυχρώ νεαρό επιστήμονα, που με την εφεύρεσή του απειλούσε τα συμφέροντά της.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ
Ελληνικά εγκλήματα 3
ΣΥΛΛΟΓΙΚΟ
ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ
Στάχτες
ΣΕΡΓΙΟΣ ΓΚΑΚΑΣ
ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ
Φονικό φιλί
ΜΕΧΜΕΤ ΜΟΥΡΑΤ ΣΟΜΕΡ
ΠΑΤΑΚΗΣ
Μisteriozo
ΑΡΝΕ ΝΤΑΛ
ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ
Το κορίτσι με το τατουάζ
ΣΤΙΓΚ ΛΑΡΣΟΝ
ΨΥΧΟΓΙΟΣ
Οι εκατομμυριούχοι
ΜΠΡΑΝΤ ΜΕΛΤΖΕΡ
BELL
Αντρικά παιχνίδια
ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΜΑΡΙΝΙΝΑ
ΚΕΔΡΟΣ
Τσακισμένη ακτή
ΠΙΤΕΡ ΤΕΜΠΛ
ΤΟΠΟΣ
Διαβολεμένη μέρα
ΠΙΤΕΡ ΤΕΜΠΛ
ΤΟΠΟΣ
Το έγκλημα συγκαλύπτεται με άνωθεν εντολές, καθώς η εταιρεία δωροδοκεί ανθρώπους-κλειδιά σε όλα τα κόμματα. Ο Ανδρέας Αποστολίδης, επηρεασμένος από το «Αμερικανικό ταμπλόιντ» του Ελρόι, αλλά και από την απόδραση των Παλαιοκώστα-Ριτζάι, μας μεταφέρει στον Κορυδαλλό, για να σκιαγραφήσει ένα παράνομο δίκτυο με πρωταγωνιστές βαρυποινίτες, επίορκους αστυνομικούς, μέλη του παραδικαστικού κυκλώματος και στάρλετ της τηλεόρασης. Η βία των αστυνομικών αρχών προς τους μετανάστες καυτηριάζεται αναλόγως με τις ιστορίες των Βασίλη Δανέλλη, Φίλιππου Φιλίππου και Ιερώνυμου Λύκαρη, οι οποίοι φαίνεται ότι εντάσσουν στην πλοκή τους πραγματικά στοιχεία του αστυνομικού δελτίου. Με τις ιερές μπίζνες –αγαπημένο θέμα του από παλιά– ασχολείται ο Πέτρος Μαρτινίδης, ενώ ο Μάρκαρης ενδιαφέρεται για την υποκρισία και τη διαφθορά στον ακαδημαϊκό χώρο. Ο Βασίλης Βασιλικός υπογράφει ένα κατασκοπικό θρίλερ την περίοδο της δικτατορίας, σχολιάζοντας το πολιτικό κλίμα της εποχής. Στη συλλογή συμμετέχει για τρίτη φορά ο Σέργιος Γκάκας με το διήγημά του «Γιασεμιών 7»: ένας αριστερός δολοφόνος λιποψυχά λίγο πριν από την εκτέλεση του τέλειου εγκλήματος. Ο συγγραφέας ήταν υποψήφιος για το λογοτεχνικό βραβείο του περιοδικού «Διαβάζω» με το δεύτερο αστυνομικό μυθιστόρημά του «Στάχτες» (εκδόσεις Καστανιώτη). Εκεί ξαναβρίσκουμε τον αλκοολικό δικηγόρο της πρώτης λογοτεχνικής του προσπάθειας («Κάσκο», εκδόσεις Καστανιώτη), ο οποίος προσπαθεί να εξιχνιάσει τον μυστηριώδη εμπρησμό του σπιτιού μιας φίλης του. Ο Γκάκας περιβάλλει την απελπισία των ρομαντικών της μεταπολίτευσης με το φωτοστέφανο της νουάρ μυθολογίας, έχοντας ως πρότυπό του τον αξέχαστο Ζαν Κλοντ Ιζό. Στην Αθήνα του 2004 οι ήρωές του ακολουθούν τα ίχνη μιας νεοναζιστικής ομάδας με πολιτικές διασυνδέσεις. Μεσογειακά εγκλήματα Στα «Ελληνικά εγκλήματα» συμμετέχει ο σκληρός πυρήνας της ελληνικής αστυνομικής λογοτεχνίας: Η Αθηνά Κακούρη, ο Πέτρος Μάρκαρης, ο Φίλιππος Φιλίππου, ο Πέτρος Μαρτινίδης ανέτρεψαν τη στερεότυπη εικόνα του αστυνομικού μυθιστορήματος ως ελαφρού αναγνώσματος και το μπόλιασαν με ισχυρές δόσεις κοινωνικής κριτικής και πολιτικού σχολιασμού, ακολουθώντας τα βήματα της μεσογειακής αστυνομικής λογοτεχνίας. Το ενδιαφέρον δεν επικεντρώνεται πλέον αποκλειστικά στην αναζήτηση της ταυτότητας του δολοφόνου, αλλά στην ανάδειξη της κοινωνικής παθογένειας που προκαλεί την εγκληματική συμπεριφορά. Η διαφθορά δεν έχει σύνορα, ούτε αγγίζει συγκεκριμένες κοινωνικές τάξεις. Πρώτοι φαίνεται ότι το συνειδητοποίησαν οι συγγραφείς του μεσογειακού αστυνομικού μυθιστορήματος. Ιδρυτής του είδους θεωρείται τη δεκαετία του ’70 ο Γάλλος Ζαν Πατρίκ Μανσέτ, με αξιόλογους συνεχιστές αργότερα, όπως ο πρόωρα χαμένος Ζαν Κλοντ Ιζό. Στην ισπανόφωνη λογοτεχνία τα σκήπτρα κρατάει ο Μανουελ Βάθκεθ Μονταλμπάν και στην Ιταλία ο Αντρέα Καμιλέρι. Και ο νεαρός Τούρκος συγγραφέας Μεχμέτ Μουράτ Σόμερ εμφανίζεται πολλά υποσχόμενος, με το «Φονικό φιλί» (εκδόσεις Πατάκη), καθώς καυτηριάζει τη διασύνδεση της πολιτικής ελίτ με τη μαφία και τη λογοκρισία στον Τύπο. Ο ήρωάς του το πρωί εμφανίζεται ως γοητευτικός σύμβουλος επιχειρήσεων σε θέματα ηλεκτρονικής ασφάλειας, ενώ το βράδυ φοράει τακούνια και διευθύνει δυναμικά ένα κλαμπ για τραβεστί. Τα golden boys Η διαφθορά και τα οικονομικά σκάνδαλα δεν περιορίζονται στον «φτωχό Νότο», αλλά επεκτείνονται και στις λεγόμενες ανεπτυγμένες χώρες. Αδιάψευστος μάρτυρας γι’ αυτό είναι η νουάρ λογοτεχνία. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η σουηδική αστυνομική λογοτεχνία, γιατί οι συγγραφείς της περιγράφουν ένα τοπίο ανάλογο με εκείνο που γνωρίσαμε κι εμείς την εποχή της τρελής ανόδου του χρηματιστηρίου. Στο μυθιστόρημα του Άρνε Νταλ «Misteriozo» (εκδόσεις Μεταίχμιο) ένας απολυμένος γίνεται κατά συρροήν δολοφόνος, αναλαμβάνοντας να τιμωρήσει τα εγκλήματα της επιχειρηματικής ελίτ που κλόνισαν το σουηδικό τραπεζικό σύστημα τη δεκαετία του ’90. Οι αναγνώστες μπορούν να κάνουν ενδιαφέροντες παραλληλισμούς, όσον αφορά τη λειτουργία του σουηδικού και του ελληνικού χρηματοπιστωτικού συστήματος. Ο συμπατριώτης του Άρνε Νταλ Στιγκ Λάρσον κάνει κι αυτός εκτενείς αναφορές στη δεκαετία του ’90, στο εξαιρετικό του μυθιστόρημα «Το κορίτσι με το τατουάζ» (εκδόσεις Ψυχογιός): Ο δημοσιογράφος Μίκαελ, προσπαθώντας να αποκαλύψει τις –κρατικά επιχορηγούμενες– σκοτεινές δραστηριότητες γνωστού μεγαλοεπιχειρηματία, καταλήγει απένταρος στη φυλακή, μετά από μια αγωγή συκοφαντικής δυσφήμισης. Προκειμένου να αποκαταστήσει την επαγγελματική του αξιοπρέπεια, εμπλέκεται στην εξιχνίαση ενός περίεργου φόνου, που συνέβη πριν από 36 χρόνια. Βοηθός του σε αυτή τη δύσκολη περιπέτεια είναι μια ανορεξική, απροσάρμοστη και κακοποιημένη κοπέλα. Ο Φίλιππος Φιλίππου, προλογίζοντας το μυθιστόρημα του Σουηδού ομότεχνού του Χένινγκ Μανκέλ «Firewall» (εκδόσεις Ψυχογιός), επισημαίνει ότι ο Μανκέλ, παρότι Σκανδιναβός, φαίνεται άμεσα επηρεασμένος από το μεσογειακό αστυνομικό μυθιστόρημα. Ο Χένινγκ Μανκέλ οργανώνει την πλοκή με επίκεντρο το ηλεκτρονικό και οικονομικό έγκλημα. Οι ριζοσπάστες ήρωές του κινούνται με άνεση ανάμεσα στη Δύση και στον Τρίτο Κόσμο, ασκούν κριτική στην πολιτική της Παγκόσμιας Τράπεζας και ετοιμάζονται να διαλύσουν το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα, μέσω της ηλεκτρονικής τρομοκρατίας. Μπορεί η πρόσφατη οικονομική κρίση να παρουσιάστηκε ως κεραυνός εν αιθρία στα διεθνή ΜΜΕ, όμως οι Αμερικανοί είχαν μελετήσει εδώ και χρόνια την παραβατική συμπεριφορά των γιάπηδων (ή golden boys, όπως επιτάσσει η μόδα). Το έγκλημα του «λευκού κολάρου» χρησιμοποιήθηκε ως όρος για πρώτη φορά τη δεκαετία του ’40 από τον Αμερικανό εγκληματολόγο Σάδερλαντ, για να περιγράψει την παραβατική συμπεριφορά της ανώτερης τάξης που γίνεται στο όνομα του κέρδους. Ο Μπραντ Μέλτζερ στο θρίλερ του «Οι εκατομμυριούχοι» (εκδόσεις Bell) μας δίνει μια μικρή ιδέα για το πώς γίνεται το ξέπλυμα βρόμικου χρήματος σε ευυπόληπτες τράπεζες και πώς μπορείς να ανοίξεις ορισμένες off shore εταιρείες μεταφέροντας κεφάλαια από ύποπτες συναλλαγές μέσα σε ελάχιστη ώρα. Δύο αφελή αδέλφια, με οικονομικά προβλήματα, υποκύπτουν στον πειρασμό να ιδιοποιηθούν τον τραπεζικό λογαριασμό ενός εξαφανισμένου πελάτη, προκαλώντας ντόμινο αποκαλύψεων για τις ασφάλειες των τραπεζικών συναλλαγών. Η Αλεξάνδρα Μαρινίνα, γνωστή εγκληματολόγος, έχει αναδείξει στα μυθιστορήματά της αρκετές πλευρές της ρωσικής διαφθοράς. Στο βιβλίο της «Αντρικά παιχνίδια» (εκδόσεις Κέδρος) η ηρωίδα της Νάστια βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα παρακλάδι των μυστικών υπηρεσιών, που στόχο έχει να ελέγξει την πολιτική ζωή, χρησιμοποιώντας ως πρόσχημα μια νέα υπηρεσία για την καταπολέμηση του οικονομικού εγκλήματος. Ρατσισμός Ο Αυστραλός Πίτερ Τεμπλ τιμήθηκε από τη Διεθνή Ομοσπονδία Συγγραφέων Αστυνομικού Μυθιστορήματος για το βιβλίο του «Τσακισμένη ακτή» (εκδόσεις Τόπος), ίσως επειδή ανέδειξε με το ταλέντο του τον ρατσισμό των λευκών προς τους ιθαγενείς Αβορίγινες. Με αφορμή τη δολοφονία ενός πλούσιου παράγοντα σε ένα παραθαλάσσιο θέρετρο, δύο νεαροί Αβορίγινες καταδιώκονται από τις αστυνομικές αρχές. Η τραγική έκβαση της σύλληψής τους προκαλεί αλλεπάλληλους πολιτικούς κλυδωνισμούς στα κόμματα εξουσίας, επηρεάζοντας την πορεία της αστυνομικής έρευνας. Στο δεύτερο μυθιστόρημά του, που μεταφράστηκε στα ελληνικά, στη «Διαβολεμένη μέρα» (εκδόσεις Τόπος), ο Τεμπλ ξεδιπλώνει τα εγκλήματα των αμερικανικών δυνάμεων στην Αγκόλα και τα ισχυρά συμφέροντα των πολυεθνικών εταιρειών στην περιοχή. Στο μυθιστόρημα πρωταγωνιστεί ένας σκληροτράχηλος μισθοφόρος ελληνικής καταγωγής, ο Κον Νίμαντ, ο οποίος έχει το ταλέντο να εμφανίζεται στο λάθος μέρος την πιο ακατάλληλη στιγμή και, περιέργως, να επιβιώνει. Καθώς η ευφορία της ελεύθερης αγοράς δίνει τη θέση της στην απογοήτευση και στα οικονομικά προβλήματα, οι νουάρ ήρωες ανακτούν την αίγλη τους, υποδεικνύοντας ως ένοχο της σύγχρονης εγκληματικότητας το πολιτικό σύστημα. Ευτυχώς, οι περισσότεροι συγγραφείς δεν υποκύπτουν στον πειρασμό του λαϊκισμού, όπως τα ΜΜΕ. Κι αυτό, γιατί επισημαίνουν ότι ακόμη και ο ανώνυμος πολίτης έχει το δικό του μερίδιο σε αυτό το παιχνίδι διαφθοράς. Δεν είμαστε μόνο θύματα αλλά και θύτες.
Μάνια Στάικου