Τα Σκόπια –η πρωτεύουσα της Βόρειας Μακεδονίας– θα μπορούσε να είναι μια γραφική βαλκανική πόλη με φυσικές ομορφιές και κυρίαρχο χαρακτηριστικό τον Βαρδάρη ποταμό, που τη διασχίζει, καθώς και την παλιά συνοικία της, με τα καλντερίμια στα στενά δρομάκια, τις ταβέρνες και τα σπίτια με τα χαρακτηριστικά χαγιάτια, όπου κυρίως κατοικεί το αλβανικό μουσουλμανικό στοιχείο.
Γράφει η Έλενα Χουζούρη
Δυστυχώς οι ανιστόρητοι, στα όρια της φαιδρότητας, μεγαλοϊδεατισμοί της προηγούμενης εθνικιστικής κυβέρνησης Γκρούεφσκι μετέτρεψαν την πόλη σ’ ένα κακόγουστο μουσείο όπου συνυπάρχουν από τα αντιαισθητικά χοντροκομμένα αγάλματα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, του Φιλίππου και της Ολυμπιάδας, έως τις κακοφτιαγμένες απομιμήσεις αρχαιοελληνικών και ρωμαϊκών αγαλμάτων που συναντά κανείς σε κεντρικά σημεία των Σκοπίων, σε γέφυρες και σε δημόσια κτίρια, με αποκορύφωμα τα, χτισμένα μέσα στον Βαρδάρη, δύο ογκώδη ιστιοφόρα πλοία του 18ου αιώνα!
Η Ρούμενα Μπουζάροφσκα, εκτός από γνωστή διηγηματογράφος στη Βόρεια Μακεδονία και στις άλλες χώρες της πρώην Γιουγκοσλαβίας, είναι και καθηγήτρια αμερικανικής λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο των Σκοπίων. |
Είχα επισκεφτεί για πρώτη φορά τα Σκόπια πριν να έχει λυθεί το περίφημο ονοματολογικό και μου είχε κάνει εντύπωση η δυσφορία την οποία είχα εισπράξει από κύκλους διανοουμένων, νέων κυρίως, για την αδιέξοδη πολιτική Γκρούεφσκι που οδηγούσε τη χώρα σε απομόνωση και μαρασμό. Στη δεύτερη –τον περασμένο Μάιο– επίσκεψή μου, η συνταγματική ονομασία της χώρας μόλις είχε αλλάξει μετά την, ιστορικής σημασίας, Συμφωνία των Πρεσπών – οι πινακίδες στους εθνικούς δρόμους δεν ανέγραφαν πια Οδός Μεγάλου Αλεξάνδρου και γενικότερα η μικρή αυτή βαλκανική χώρα προσπαθούσε να ακολουθήσει τα βήματα των καίριων για το μέλλον της αλλαγών. Τα κακόγουστα βέβαια αγάλματα ήταν ακόμα εκεί αλλά από ό,τι η νέα πορεία της χώρας δείχνει θα έρθει και η δική τους σειρά. Αυτή τη φορά αποφάσισα να εγκαταλείψω την αισθητική, κυρίως, ενόχληση που μου προκαλούσε η θέα των δεκάδων αγαλμάτων της πόλης και να ενδιαφερθώ για το παντελώς άγνωστο σε μας λογοτεχνικό και γενικότερα εκδοτικό τοπίο της Βόρειας Μακεδονίας. Οι συζητήσεις μου με δύο νέους συγγραφείς, την κατά το ήμισυ ελληνικής καταγωγής Ρούμενα Μπουζάροφσκα, τον γνώστη της ελληνικής γλώσσας Πέταρ Αντόνοφσκι –μεταφράζει από τα ελληνικά στα σλαβομακεδονικά– καθώς και με τον σημαντικότατο ποιητή και πρόεδρο του PEN Βόρειας Μακεδονίας Ζόραν Αντσέφσκι, ήταν ιδιαίτερα γόνιμες και διαφωτιστικές.
Από το 1945 έως σήμερα
Η προσπάθεια δημιουργίας εθνικής ταυτότητας και η αναζήτηση ριζών που φτάνουν έως τα χρόνια της οθωμανικής κυριαρχίας στα Βαλκάνια, με αντίστοιχες ιστορικές αφηγήσεις, κυριαρχούν τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες στους συγγραφείς της πρώτης γενιάς.
Το κεφάλαιο «Λογοτεχνία» στη Βόρεια Μακεδονία ανοίγει ουσιαστικά το 1945, με τη δημιουργία του Ομόσπονδου κρατιδίου της Λαϊκής (Σοσιαλιστικής) Δημοκρατίας της Μακεδονίας, στο πλαίσιο της Ένωσης Σλαβικών Κρατών, γνωστής ως Γιουγκοσλαβίας. Τότε ακριβώς επιχειρείται η χρήση και διάδοση μιας τυποποιημένης γραπτής γλώσσας, η οποία διαμορφώνεται από κύκλους σλαβομακεδόνων διανοουμένων. Η προσπάθεια δημιουργίας εθνικής ταυτότητας και η αναζήτηση ριζών που φτάνουν έως τα χρόνια της οθωμανικής κυριαρχίας στα Βαλκάνια, με αντίστοιχες ιστορικές αφηγήσεις, κυριαρχούν τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες στους συγγραφείς της πρώτης γενιάς, όπως είναι οι Slavo Janevski, Biaze Komeski, Stale Popov, Aco Shopov, Gane Todorovski και άλλοι. Την ίδια περίοδο όμως θίγονται και γίνονται ιδιαίτερα δημοφιλή θέματα κοινωνικού ρεαλισμού. Ένα ιδιαίτερο κεφάλαιο αποτελούν συγγραφείς με καταγωγή από την ελληνική Μακεδονία (τη «Μακεδονία του Αιγαίου» όπως την ονόμαζαν) και έντονο το στοιχείο του αλυτρωτισμού στο συγγραφικό τους έργο. Πρόκειται για παιδιά σλαβομακεδόνων από τις ελληνικές περιοχές, που κατέφυγαν στη Γιουγκοσλαβία κατά τη διάρκεια του ελληνικού εμφύλιου πολέμου, και φέρουν μέσα τους ένα ιδιότυπο τραύμα, ανάμεικτο με νοσταλγία για τη «χαμένη πατρίδα», το οποίο οδηγεί σε ένα ισχυρό αίσθημα αλυτρωτισμού, όπως στην περίπτωση του Τάσκο Γκεοργκιέφσκι.
Ο Πέταρ Αντόνοφσκι (1987) έχει εκδώσει μια ποιητική συλλογή και δύο μυθιστορήματα, εκ των οποίων το τελευταίο του, The Body That Has To Be Lived in, βραβεύθηκε με το Utrinski Vesnik βραβείο μυθιστορήματος» για το 2015. |
Από αυτό το στενά εντόπιο και εθνικοπατριωτικού τύπου κλίμα, ξεφεύγει η γενιά των συγγραφέων που γεννήθηκαν από τη δεκαετία του 1980 και έπειτα. Οι συγγραφείς αυτοί ενδιαφέρονται περισσότερο για παγκόσμια θέματα και είναι ήδη ιδιαίτερα δημοφιλείς στο ευρύ κοινό, κάποιοι μάλιστα από αυτούς έχουν μεταφραστεί και σε άλλες γλώσσες. Ενδεικτικά αναφέρω τους/τις, Frosina Parmakavka, Rumena Buzarovska, Nemad Soldaski, Petar Antonovski, Davor Stojanovski. Ένα τρίτο κεφάλαιο συγκροτούν οι Αλαβανόφωνοι συγγραφείς –να σημειωθεί ότι το αλβανικό-μουσουλμανικό στοιχείο αποτελεί το 25% του πληθυσμού της γείτονος– από τους οποίους σημαντικότεροι θεωρούνται οι μυθιστοριογράφοι Luan Stranov και Kim Mahmeti.
Υφολογικά, η λογοτεχνία της Βόρειας Μακεδονίας επηρεάζεται στα πρώτα της βήματα από τους κλασικούς Ρώσους και Γάλλους συγγραφείς. Πολύ αργότερα, από τη δεκαετία του 1980 και εντεύθεν, οι Βορειομακεδόνες συγγραφείς προσυπογράφουν με τα έργα τους τον μοντερνισμό, ενώ κάνει την εμφάνισή της και η λογοτεχνία του φανταστικού. Η λεπτή ειρωνεία και η σάτιρα για τα κακώς κείμενα της χώρας και των συντηρητικών ηθών της εμφανίζονται στους νεότερους συγγραφείς.
Όσον αφορά την παρουσία μεταφρασμένων έργων ελλήνων συγγραφέων, ούτε και η Βόρεια Μακεδονία ξεφεύγει από τον γενικό κανόνα: Καζαντζάκης, Καβάφης, αλλά και Ρίτσος και Ελύτης. Πρόσφατα ο Petar Antonovski μετέφρασε και κυκλοφόρησε ήδη το μυθιστόρημα της Μαρίας Ξυλούρη Πώς τελειώνει ο κόσμος. Θεωρώ ότι το ζήτημα του ονοματολογικού αποτέλεσε μια επιπρόσθετη τροχοπέδη για να μεταφραστούν ελληνικά έργα στη γείτονα και ευελπιστώ ότι σύντομα το «δυσκοίλιο» αυτό σκηνικό, ένθεν και ένθεν των συνόρων, θα αλλάξει προς όφελος της καλής λογοτεχνίας και ποίησης. Η μετάφραση και κυκλοφορία του μυθιστορήματος της Μαρίας Ξυλούρη από έναν συγγραφέα της γενιάς της σηματοδοτεί ήδη αυτή την αλλαγή. Με τη σειρά του ο πρόεδρος του PEN Βόρειας Μακεδονίας, ποιητής Joran Antchevski, απηύθυνε πρόσκληση στους Έλληνες ποιητές να συμμετάσχουν στο Διεθνές Φεστιβάλ Ποίησης της Στρούγκα καθώς και κάλεσμα προς την Εταιρεία [Ελλήνων] Συγγραφέων για μελλοντικές κοινές δράσεις. Να σημειώσω ότι ο πολυμεταφρασμένος Βορειομακεδόνας ποιητής και καθηγητής αγγλικής φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο των Σκοπίων είχε προσκληθεί και συμμετείχε στα δύο Διαβαλκανικά Φεστιβάλ Ποίησης που είχε διοργανώσει η Εταιρεία [Ελλήνων] Συγγραφέων, στο πλαίσιο της Διεθνούς Έκθεσης Βιβλίου της Θεσσαλονίκης, το 2011 και το 2012.
Το διεθνές φεστιβάλ ποίησης στην παραλίμνια πόλη Στρούγκα είναι σημαντικό γεγονός. Το 1985 βραβεύτηκε εκεί ο Γιάννης Ρίτσος. |
Από ξένους συγγραφείς στη γείτονα έχουν μεταφραστεί και εκδοθεί από μικρότερους εκδοτικούς οίκους βιβλία των Μισέλ Ουελμπέκ, Μπέρχαρντ Σλινκ, Ζέιντι Σμιθ, Ίταλο Καλβίνο, Κιουρέισι, Γκοσποντίνοβ και άλλων.
Ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στα λογοτεχνικά δεδομένα της Βόρειας Μακεδονίας παίζει το Διεθνές Φεστιβάλ Ποίησης που γίνεται κάθε καλοκαίρι στην παραλίμνια (Λίμνη της Οχρίδας) πόλη της Στρούγκα.
Ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στα λογοτεχνικά δεδομένα της Βόρειας Μακεδονίας παίζει το Διεθνές Φεστιβάλ Ποίησης που γίνεται κάθε καλοκαίρι στην παραλίμνια (Λίμνη της Οχρίδας) πόλη της Στρούγκα. Το Φεστιβάλ σήκωσε αυλαία το 1961 με συμμετοχές εντόπιων ποιητών, το 1963 άνοιξε και προς τους ποιητές των ομόσπονδων κρατιδίων της πρώην Γιουγκοσλαβίας και το 1966 μετεξελίχθηκε δυναμικά σε διεθνές προσκαλώντας μεγάλα ονόματα της παγκόσμιας ποιητικής σκηνής, όπως τους Άλεν Γκίνσμπεργκ, Γιόζεφ Μπρόντσκι, Σέιμους Χίνι, Πάμπλο Νερούντα, Εουτζένιο Μοντάλε, Γιάννη Ρίτσο, Μάργκαρετ Άτγουντ, Ύβ Μπονφουά και άλλους. Το Φεστιβάλ απονέμει και δύο διεθνή βραβεία ποίησης: Το Golden Wreath Award από το 1966 και το The Bridges of Struga, που καθιερώθηκε το 2003 σε συνεργασία με την Unesco και απονέμεται σε πρωτοεμφανιζόμενο ποιητή. Ανάμεσα στους διεθνώς καταξιωμένους ποιητές που τιμήθηκαν με το Golden Wreath Award και το όνομά του υπάρχει σε ειδική αναμνηστική πλακέτα στο «Πάρκο των Ποιητών» είναι και ο Γιάννης Ρίτσος (1985). Κατά τη μακρά διάρκειά του το Διεθνές Φεστιβάλ Ποίησης της Στρούγκα έχει φιλοξενήσει περί τους τέσσερις χιλιάδες ποιητές, μεταφραστές, δοκιμιογράφους και κριτικούς λογοτεχνίας από 95 χώρες!
Ο πρόεδρος του PEN Βόρειας Μακεδονίας
Ζόραν Αντσέφσκι.
|
Ομολογώ ότι μου προκάλεσε εντύπωση η πληροφορία ότι αυτό το μικρό, νεοσύστατο σχεδόν κράτος, με τις περιορισμένες οικονομικές δυνατότητες, στέκεται αρωγός των εκδοτών και των εκδόσεών τους και μάλιστα θεσμικά. Τι ακριβώς συμβαίνει; Επιδοτούνται και οι εκδόσεις των Βορειομακεδόνων συγγραφέων –σλαβόφωνων και αλβανόφωνων– και οι μεταφράσεις των βιβλίων τους σε ξένες γλώσσες καθώς και οι μεταφράσεις ξένων συγγραφέων προς τα σλαβομακεδονικά. Βέβαια τα ποσά δεν είναι μεγάλα αλλά και τα εκδοτικά τιράζ είναι ανάλογα. Π.χ. η πρώτη έκδοση ενός βιβλίου λογοτεχνίας δεν ξεπερνά συνήθως τα 500 αντίτυπα. Συγκεκριμένα, κάθε Σεπτέμβριο το Υπουργείο Πολιτισμού της χώρας απευθύνει μια δημόσια πρόσκληση προς τους εκδότες για να υποβάλουν τις λίστες με τα βιβλία που προγραμματίζουν να εκδώσουν με τα αντίστοιχα αιτήματα για επιχορήγηση (όπως δηλαδή ακριβώς έκανε και κάνει και το… δικό μας Υπουργείο Πολιτισμού…). Μια άλλη πηγή χρηματοδότησης των συγγραφέων είναι χορηγίες ευρωπαϊκών οργανισμών που υποστηρίζουν μεταφράσεις μικρότερων γλωσσών, όπως είναι οι Traduki και EACEA. Δεν λείπουν βέβαια και κάποιοι εμπορικοί εκδοτικοί οίκοι που δημοσιεύουν μπεστ-σέλερς με αστυνομικά μυθιστορήματα και αισθηματικά ρομάντσα, καθώς και βιβλία αυτό-βελτίωσης.
* Η ΕΛΕΝΑ ΧΟΥΖΟΥΡΗ είναι συγγραφέας και κριτικός λογοτεχνίας.
Τελευταίο βιβλίο της, η επανέκδοση του μυθιστορήματός της «Σκοτεινός Βαρδάρης» (εκδ. Πατάκη).