Η Κορεάτισσα πεζογράφος Han Kang μίλησε στο Korean Literature Now για το μυθιστόρημά της «Μάθημα ελληνικών». Το βιβλίο κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Καστανιώτη, σε μετάφραση Αμαλίας Τζιώτη.
Επιμέλεια: Book Press
Στη συνέντευξη, η Χαν Γκανγκ μίλησε για το πώς έγραψε το μυθιστόρημά της Μάθημα ελληνικών:
Χρειάστηκα συνολικά τεσσερισήμισι χρόνια για να ολοκληρώσω το τέταρτο μυθιστόρημά μου, Leave Now, the Wind is Blowing. Μετά από τρία χρόνια ασταμάτητης δουλειάς, έκανα ένα διάλειμμα και σταμάτησα να γράφω για έναν περίπου χρόνο, για διάφορους λόγους. Κατά τη διάρκεια του διαλλείματος, έγραψα εκατόν πενήντα σελίδες σε μόλις έναν μήνα, οι οποίες ήταν στην ουσία το πρώτο προσχέδιο για το Μάθημα ελληνικών. Στην πραγματικότητα, το Leave Now, the Wind is Blowing ήταν ένα πολύ προσωπικό μυθιστόρημα, ανάλωσα πολλή ενέργεια. Μετά από την κυκλοφορία του, αποφάσισα να ξαναγράψω από την αρχή το Μάθημα ελληνικών. Όταν έφτασα στις τριακόσιες σελίδες, σκέφτηκα: «Θα ήθελα η ιστορία να είναι λίγο μεγαλύτερη», οπότε την ξαναέγραψα για ακόμα μια φορά, και κάπως έτσι το βιβλίο έφτασε στη σημερινή του έκταση. Καθώς έγραφα την ιστορία, ένιωθα μια απίστευτη ηρεμία, μια πληρότητα. Ειλικρινά, δυσκολεύτηκα περισσότερο όταν εντέλει εκδόθηκε, καθώς έπρεπε να διαχειριστώ το γεγονός πως δεν θα έγραφα άλλο. Μόλις τελειώσει ένα μυθιστόρημα, ο συγγραφέας πρέπει να αποχαιρετίσει τον κόσμο που έπλασε.
Το βιβλίο παρουσιάζει την ιστορία ενός δασκάλου ελληνικών που χάνει την όρασή του, και της μαθήτριας του που χάνει τη φωνή της. Οι ιστορίες των δύο πρωταγωνιστών ξετυλίγονται ξεχωριστά. Ωστόσο, προς το τέλος του μυθιστορήματος, οι πορείες τους τέμνονται.
Νομίζω πως το συγκεκριμένο μυθιστόρημα είναι το πιο αισιόδοξο έργο μου. Δεν ήταν μια συνειδητή επιλογή, δεν σκόπευα εξαρχής να βγει αισιόδοξο ή συγκινητικό. Αντιθέτως, διαπίστωσα πως η ιστορία πορευόταν προς το φως από μόνη της, καθώς την έγραφα. Κατάλαβα πως πλησίαζα και εγώ προς το φως. Κάποια σημεία του βιβλίου ήταν τόσο τρυφερά, συχνά με τρόπους που δεν μπορούσα να καταλάβω απόλυτα. Ήξερα όμως πως πλησίαζα προς το φως. Έγραψα αυτά τα σημεία με προτεραιότητα τους ίδιους τους χαρακτήρες, επέλεξα να μην ακουστεί η δική μου φωνή, η φωνή της συγγραφέα. Καθώς οι χαρακτήρες ξεπερνούσαν τα προβλήματα που τους βασάνιζαν, το μυθιστόρημα αποκτούσε σταδιακά μια ειλικρίνεια. Ήταν μια περίεργη, μια αξέχαστη εμπειρία.
Οι χαρακτήρες της Χαν Γκανγκ αντιμετωπίζουν πρόσωπο με πρόσωπο τις φοβίες τους, συγκρούονται με τον εαυτό τους. Σύμφωνα με τη συγγραφέα, η αποδοχή της τυφλότητας και της απώλειας της φωνής των δύο ηρώων έχει να κάνει με την αποδοχή του αναπόφευκτου θανάτου.
Στο Μάθημα ελληνικών, πρωταγωνιστούν ένας άνδρας που χάνει σταδιακά την όρασή του και μια γυναίκα που χάνει ξαφνικά τη φωνή της. Ο χαρακτήρας του άνδρα είναι στην ουσία ένα πορτρέτο του μέσου ανθρώπου. Η σταδιακή απώλεια της όρασής του έχει να κάνει με την αποδοχή της ανθρώπινης φύσης, με τη σταδιακή πορεία προς το αναπόφευκτο. Όσο ζούμε, αγωνιζόμαστε ενάντια στον θάνατο, συχνά αναλωνόμαστε προσπαθώντας να κερδίσουμε. Κάτι αντίστοιχο ισχύει με την ομιλία και τη σιωπή. Η ανθρώπινη συνείδηση συνυπάρχει με το σκοτάδι, οι φωνές μας ακούγονται πιο καθαρά όταν επικρατεί το μαύρο σκοτάδι. Κατά τη διάρκεια αυτής της μάχης ενάντια στη θνησιμότητα, η δύναμη του λόγου δεν αρκεί και τελικά η γυναίκα πρωταγωνίστρια χάνει εντελώς τη φωνή της. Νομίζω πως και οι δύο χαρακτήρες εντέλει μας αντιπροσωπεύουν όλους. Αυτές οι σκέψεις μου γεννήθηκαν καθώς έγραφα το Leave Now, the Wind is Blowing. Τα τέσσερα χρόνια που διήρκησε η συγγραφή του μυθιστορήματος, προβληματιζόμουν συνεχώς για τη χρήση της γλώσσας. Δεν με προβλημάτιζε η γραμματική, αλλά τα συναισθήματα που βιώνει ο ίδιος ο συγγραφέας καθώς γράφει, τα οποία με βάραιναν. Όλες οι λέξεις που χρησιμοποιούσα έμοιαζαν ανούσιες, πονούσα. Ξεπέρασα τα βάσανά μου γράφοντας το Μάθημα ελληνικών.