Με αφορμή το βιβλίο της «Καλή πατρίδα, σύντροφε» (εκδ. Εταιρεία Σύγχρονης Ιστορίας), η Ελένη Νικολαΐδου μάς μιλάει για ένα από τα πλέον αμφιλεγόμενα και υποφωτισμένα θέματα της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας που έχει να κάνει με τους πολιτικούς πρόσφυγες που κατέφυγαν στην πρώην Ανατολική Ευρώπη μετά το τέλος του Εμφυλίου Πολέμου.
Συνέντευξη στον Διονύση Μαρίνο
Όσα χρόνια κι αν περάσουν, όση σκόνη κι αν πέσει πάνω σε γεγονότα και καταστάσεις, ο ιστορικός θα έχει το αναφαίρετο δικαίωμα να διατρέξει το παρελθόν, να το ανασυνθέσει και με τη βοήθεια της έρευνας και των πηγών, να φωτίσει άγνωστες πτυχές του.
Αυτό ακριβώς κάνει η συγγραφέας Ελένη Νικολαΐδου με το βιβλίο της Καλή πατρίδα, σύντροφε (εκδ. Εταιρεία Σύγχρονης Ιστορίας»), καθώς φέρνει στο προσκήνιο της συζήτησης ένα από τα πιο ευαίσθητα και αμφιλεγόμενα ζητήματα της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας, αυτό της εγκατάστασης στην Ανατολική Ευρώπη και τη Σοβιετική Ένωση των πολιτικών προσφύγων.
Μέσω της έρευνάς της βλέπουμε τα προβλήματα που αντιμετώπισαν τα τμήματα του ΔΣΕ και ο πληθυσμός που τον ακολούθησε μετά τη λήξη του Εμφυλίου Πολέμου τον Αύγουστο του 1949, με έμφαση στους πολιτικούς πρόσφυγες στη μακρινή Τασκένδη του ανατολικού Ουζμπεκιστάν. Τα ευρήματα είναι άκρως ενδιαφέροντα, όπως και το βιβλίο που αποτελεί μέρος της διδακτορικής διατριβής της.
Η πολιτική αλλαγή που επεβλήθει επί Νικήτα Χρουσόφ, επέφερε ρήξη στους κόλπους του ΚΚΕ και φυσικά και στους πολιτικούς πρόσφυγες.
Μπορούμε να βρούμε αιτιώδη σχέση ανάμεσα στη διαδικασία αποσταλινοποίησης επί εποχής Χρουστσόφ και στη τύχη που είχαν, τελικά, οι πολιτικοί πρόσφυγες στις χώρες του πρώην Ανατολικού μπλοκ;
Ας ξεκινήσουμε από την αρχή. Οι πολιτικοί πρόσφυγες όταν έφτασαν στις Λαϊκές Δημοκρατίες και τη Σοβιετική Ένωση έτυχαν μεγάλης στήριξης και από τις κυβερνήσεις αλλά και από τους απλούς ανθρώπους. Τακτοποιήθηκαν τα παιδιά, ξεκίνησαν σχολείο, οι ενήλικες βρήκαν στέγη και εργασία, μορφώθηκαν. Τώρα, όσον αφορά στην αλλαγή της πολιτικής ηγεσίας μετά το θάνατο του Στάλιν, ο Ν. Χρουσόφ επέφερε πολλές και σημαντικές αλλαγές. Η καθημερινότητα δεν παρουσίασε ιδιαίτερη αλλαγή. Σπίτια, εργασία, μόρφωση, ασφάλεια εξακολουθούσαν να υφίστανται στην κοινωνία, και αυτό αφορούσε και τους πολιτικούς πρόσφυγες.
Η πολιτική αλλαγή που επεβλήθει επί Νικήτα Χρουσόφ επέφερε ρήξη στους κόλπους του ΚΚΕ και φυσικά και στους πολιτικούς πρόσφυγες. Η θεωρητική στροφή και η θεωρία περί ειρηνικού περάσματος και ειρηνικής συνύπαρξης, η προσπάθεια κοινής γραμμής και των άλλων ΚΚ οδήγησε στην ρήξη ανάμεσα στα μέλη του ΚΚΕ, με αιτία και αφορμή την καθαίρεση τού Νίκου Ζαχαριάδη, με κυριότερες συγκρούσεις αυτές της Τασκένδης. Κάτω από αυτό το πρίσμα, σίγουρα η ζωή των πολιτικών προσφύγων επηρεάστηκε. Επιβλήθηκε νέα ηγεσία στο ΚΚΕ και οι πρώην σύντροφοι βρέθηκαν ο ένας απέναντι στον άλλον. Ειδικά το Σεπτέμβριο του 1955 οδηγήθηκαν σε ακρότητες μεταξύ τους, που κατέληξαν μέχρι σε εξορίες για τους ηττημένους.
Γιατί η μοίρα των πολιτικών προσφύγων μετά το τέλος του Εμφύλιου δεν έχει αναλυθεί εις βάθος; Φταίει ότι δεν υπάρχουν πολλές πηγές ή κάτι άλλο;
Μετά το τέλος του εμφυλίου πολέμου, δηλαδή κατά την μετεμφυλιακή περίοδο, η επικράτηση της δεξιάς και της άκρας δεξιάς επέβαλε μία σιωπή για πάρα πολλές δεκαετίες και μία φρασεολογία επίσης, όπως συμμορίτες, ληστοσυμμορίτες, παραπέτασμα. Καιρός, λοιπόν, είναι να ανασύρουμε από τις σιωπές της ιστορίας και να αναδείξουμε τα πραγματικά γεγονότα. Δειλά δειλά πριν αρκετά χρόνια άρχισαν να μιλάνε για την εθνική αντίσταση και τον ΕΛΑΣ. Γεγονότα εξαφανισμένα για δεκαετίες από την ελληνική ιστορία. Μετά από λίγα χρόνια, πάλι πιο δειλά ακόμη άρχισαν να μιλάνε για τον εμφύλιο, να γίνονται κάποια συνέδρια να εκδίδονται κάποια βιβλία. Στη χώρα μας υπήρξε εμφύλιος και πρέπει να μιλήσουμε γι αυτόν. Πρέπει να δούμε τις αιτίες που μας οδήγησαν στον εμφύλιο. Και το πιο κρυφό κομμάτι είναι οι Πολιτικοί Πρόσφυγες γιατί είναι ακόμη πληγή. Και γιατί είναι ακόμη πληγή; Γιατί τους κάνανε πολλά. Γιατί δεν μπόρεσαν να μείνουν στην χώρα τους έστω και ηττημένοι, γιατί δεν μπορούσαν να επικοινωνήσουν με τους δικούς τους στην Ελλάδα, γιατί τους είχαν αφαιρέσει την ιθαγένεια.
Ακόμη επικρατεί σκοτάδι σε αυτό το τμήμα της ιστορίας μας. Είναι πληγή ο επαναπατρισμός, γιατί όταν επέστρεψαν η ελληνική κυβέρνηση τους φέρθηκε σαν πολίτες τρίτης κατηγορίας. Σε αρκετούς δεν δίνανε δουλειά και τους αφήνανε να επαιτούν για να λένε να ποιοι είναι οι κομμουνιστές, σε κάποιους είχαν καταπατήσει την περιουσία τους και δεν μπορούσαν να την πάρουν πίσω γιατί δεν τους προστάτευε κανένας νόμος, άλλοι δεν μπορούσαν να μεταφέρουν τα συντάξιμα έτη τους. Συνάντησαν πάρα πολλές δυσκολίες. Πρόκειται για μια σκοτεινή περίοδο και πρέπει να βγει στο φως. Η τριπλέτα, εθνική αντίσταση, εμφύλιος, πολιτικοί πρόσφυγες, πρέπει να αναδειχθεί, πρέπει να μάθουμε την ιστορία μας. Πηγές υπάρχουν, ο ερευνητής άλλες μπορεί να τις βρει και άλλες βρίσκονται ακόμη κρυμμένες. Οι πολιτικοί πρόσφυγες, οι ίδιοι, είναι και αυτοί πηγή πληροφόρησης και οι περισσότεροι έχουν φύγει από τη ζωή. Τα παιδιά τους και τα εγγόνια τους κουβαλούν αναμνήσεις, αρχεία. Πρέπει να καταγραφούν.
Η Τασκένδη ήταν δύσκολη πόλη από την άποψη πως επρόκειτο για ανθρώπους του βουνού και ξαφνικά βρέθηκαν σε μία πόλη με διαφορετική καθημερινότητα, έπρεπε να μάθουν ρωσικά που δεν είναι και κάποια εύκολη γλώσσα.
Αν και εξηγείτε στο βιβλίο γιατί επελέγη η εσχατιά της Τασκένδης, έχει ενδιαφέρον ότι αυτοί οι άνθρωποι εκ προοιμίου μεταφέρθηκαν σε ένα δύσκολο περιβάλλον. Αυτό δεν επηρέασε την ψυχοσύνθεσή τους;
Κατά κύριο λόγο στην Τασκένδη οδηγήθηκε το στρατιωτικό τμήμα του Δημοκρατικού Στρατού και γι αυτό κιόλας τα δύο πρώτα χρόνια ζούσαν με στρατιωτικό σχηματισμό. Θα έλεγα πως η Τασκένδη ήταν δύσκολη πόλη από την άποψη πως επρόκειτο για ανθρώπους του βουνού και ξαφνικά βρέθηκαν σε μία πόλη με διαφορετική καθημερινότητα, έπρεπε να μάθουν ρωσικά που δεν είναι και κάποια εύκολη γλώσσα. Η Τασκένδη ήταν και πολυπολιτισμική, δηλαδή είχε πολλούς λαούς μέσα της και αυτό βοήθησε πιο πολύ στην προσαρμογή τους.
Δύσκολο περιβάλλον επειδή ήταν πρωτοειδομένο, φαίνεται όμως πως με τον καιρό προσαρμόστηκαν, έχει σημασία πως το ουζμπέκικο κράτος τους δέχθηκε ως πολίτες του, δεν αντιμετώπισαν δυσκολίες, δεν ένιωσαν πολίτες β' κατηγορίας. Οι πολιτικοί πρόσφυγες ζούσαν σε 14 κοντινές σχετικά, πολιτείες, δεν σκόρπισαν δηλαδή. Δεν υπάρχουν πηγές που να αναφέρουν πως η ψυχοσύνθεσή τους επηρεάστηκε από κάτι. Πουθενά κανένας επαναπατρισμένος πολιτικός πρόσφυγας από τα δεκάδες βιβλία που έχω διαβάσει (πολλοί με την επιστροφή τους στην πατρίδα είχαν ανάγκη να γράψουν για την εμπειρία τους) δεν γράφει κάτι αρνητικό όσον αφορά την προσαρμογή τους.
Ποια χώρα αποδείχθηκε πιο φίλια για τους πολιτικούς πρόσφυγες;
Στην έρευνα που έκανα δεν έχω παρατηρήσει καμία διάκριση στην υποδοχή των πολιτικών προσφύγων.
Οι τοπικές κοινωνίες (συνολικά) πώς υποδέχθηκαν τους πολιτικούς πρόσφυγες;
Όλες οι πηγές που έχω ερευνήσει δείχνουν μια ανοιχτή αγκαλιά, οι χώρες αυτές άνοιξαν τα χέρια τους και αγκαλιάσανε τα παιδιά, τις γυναίκες, τους άρρωστους, τους ηλικιωμένους, τους γέροντες, τις γερόντισσες. Τους δώσανε να φάνε, τους ντύσανε, τους έδωσαν δουλειά, έκαναν χώρο για να ενσωματωθούν στις κοινωνίες τους και γενικά δεν είχε παρουσιαστεί σε όλη την έρευνα που διεξήγαγα κάποιο δείγμα ρατσιστικής αντιμετώπισης ή κάτι άλλο, όπως βλέπουμε τώρα εμείς στη σημερινή κοινωνία που ζούμε.
Υπάρχει εξήγηση ή κάποιο κριτήριο γιατί, το ποιος πήγαινε πού;
Εκτός από την αποστολή του στρατιωτικού τμήματος που για ευνόητους λόγους εστάλη στην Τασκένδη, οι υπόλοιποι πήγαν σε Τσεχοσλοβακία, Πολωνία, Ουγγαρία, Βουλγαρία, ΛΔ Γερμανίας και Ρουμανία χωρίς ακόμη να γνωρίζουμε με ποιο σκεπτικό έφταναν σε κάθε χώρα. Σίγουρα κριτήριο ήταν να υπάρχουν δομές για να τους φιλοξενήσουν. Ωστόσο υπάρχουν πολλά ακόμη που δεν γνωρίζουμε και πρέπει να ερευνηθούν και να ανοίξουν αρχεία.
Η Ελένη Νικολαΐδου γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη. Σπούδασε στο τμήμα Ιστορίας του Ιονίου Πανεπιστημίου και ολοκλήρωσε τις μεταπτυχιακές της σπουδές και εκπόνησε τη διδακτορική της διατριβή στο τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου. Τα επιστημονικά και ερευνητικά της ενδιαφέροντα εστιάζονται στον χώρο της σύγχρονης ιστορίας κυρίως στην περίοδο της Κατοχής, τον εμφύλιο πόλεμο και τους πολιτικούς πρόσφυγες. Άρθρα της έχουν δημοσιευθεί σε εφημερίδες και επιστημονικά περιοδικά. |
Από την μεριά των προσφύγων διαφαίνεται μια άρνηση να ενσωματωθούν στο νέο τους περιβάλλον. Δεν θέλουν καν να μάθουν τη γλώσσα. Έφταιγε το χαμηλό μορφωτικό τους επίπεδο ή ότι πίστευαν πως θα έμεναν προσωρινά και θα επέστρεφαν σχετικά σύντομα στην πατρίδα;
Κοιτάξτε, είναι σημαντικό να γνωρίζουμε τι ήταν οι άνθρωποι που πήγαν εκεί. Πρόκειται για ανθρώπους οι οποίοι για δέκα χρόνια βρίσκονταν στα βουνά είτε με τον ελληνοϊταλικό πόλεμο, είτε με την εθνική αντίσταση, είτε με τη λευκή τρομοκρατία είτε με τον Δημοκρατικό Στρατό. Μιλάμε δηλαδή για ανθρώπους που για δέκα χρόνια δεν μπόρεσαν να πάνε σχολείο, δεν μπόρεσαν να κάνουν οικογένεια, κοιμόντουσαν με μαξιλάρι την πέτρα και αγκαλιά το ντουφέκι. Αυτοί λοιπόν οι άνθρωποι δεν είχαν δει ποτέ τους εργοστάσιο, δεν γνώριζαν στην Πίνδο εργοστάσιο. Πάνε, λοιπόν, σε μία πόλη, την Τασκένδη, την πρωτεύουσα του Ουζμπεκιστάν, στην οποία πόλη είχαν μεταφερθεί και πάρα πολλά εργοστάσια λόγω του Β Παγκοσμίου Πολέμου και χρειάζονταν εργατικά χέρια, και βλέπουν για πρώτη φορά στη ζωή τους τεράστιες μηχανές, τεράστια εργοστάσια και ξαφνικά από τις κορφές της Πίνδου, από τις κορφές του Γράμμου πρέπει να μπούνε σε μία σειρά ενός οκταώρου μιας παραγωγικής διαδικασίας με μηχανές που τίποτα από αυτά δεν γνώριζαν μέχρι τότε. Άρα το ότι δυσκολεύτηκαν στην αρχή κάποιοι να προσαρμοστούν, είναι πάρα πολύ φυσιολογικό.
Και αυτά τα περιστατικά δεν ήταν πολλά. Από την άλλη πρέπει να σημειώσουμε πως πέρασαν λίγοι μήνες προσαρμογής και φαίνεται πως ενσωματώθηκαν αρκετά γρήγορα. Φυσικά υπήρχαν και άνθρωποι που όπως πηγάδανε τα βράχια και τις ραχούλες για να πάνε στη μάχη πηδάγανε τις μάντρες των εργοστασίων και πηγαίναν και τρώγανε παγωτό. Δεν ήταν στη λογική τους αυτοί οι ρυθμοί, και μην ξεχνάμε πως κυριαρχούνταν και από το σοκ της αλλαγής του νέου τόπου παρ΄ όλα αυτά όμως, εν τέλει, προσαρμόστηκαν, μπήκαν στην παραγωγή, μάθανε να δουλεύουν με ωράριο και μάλιστα πάρα πολλοί από αυτούς έβγαιναν πρώτοι στην παραγωγικότητα. Είχαν και στο νου τους, τα πρώτα χρόνια, ότι μπορεί η παραμονή τους εκεί να είναι προσωρινή. Άλλωστε στην Τασκένδη τα δύο πρώτα χρόνια ζούσαν με στρατιωτικό σχηματισμό, δηλαδή παρουσιάζονταν, φύλαγαν σκοπιά, οι έξοδοί τους ήταν με βήμα. Πέρασαν δύο χρόνια και μετά έβγαλαν τα στρατιωτικά ρούχα και φόρεσαν πολιτικά.
Σκληρή ήταν η μοίρα των επαναπατρισθέντων. Στην ουσία αποδείχθηκε πως ήταν ξένοι ακόμη και στη χώρα τους ή ακόμη και στις οικογένειές τους. Τι αντίκτυπο είχε αυτό;
Όταν άρχισαν να γυρίζουν μαζικά, μετά τη μεταπολίτευση, δηλαδή από το 1974 και μετά, αντιμετώπισαν σοβαρότατα προβλήματα. Έρχονταν με τη νόστο της πατρίδας τους. Για δεκαετίες έλεγαν μεταξύ τους όταν αποχαιρετιζόντουσαν «Καλή πατρίδα, σύντροφε!» γιατί ήταν άνθρωποι που αγαπούσαν την πατρίδα τους, θέλαν να γυρίσουνε, θέλαν να ζήσουν στην πατρίδα τους, και γυρίζουν και αντικρύζουν μία αφιλόξενη πατρίδα. Γύρισαν απάτριδες γιατί τους είχε αφαιρεθεί η ιθαγένεια. Γυρνάνε και βλέπουν πως το κράτος όχι μόνο δεν τους στηρίζει αλλά τους υπονομεύει και αρκετοί από αυτούς αντιμετώπισαν εχθρικό κλίμα ακόμη και από την οικογένειά τους. Γιατί τους πήραν τις περιουσίες και ξαφνικά αυτοί επιστρέψανε και τις ζητούσαν πίσω. Δεν αναγνωρίζονταν τα πτυχία τους, ή κάτι που είχαν σπουδάσει δεν είχε εφαρμογή στην Ελλάδα, τους μάστιζε η ανεργία και όλη αυτή η πίεση οδήγησε μερικούς στην αυτοκτονία. Ενώ δεν έχουμε αυτοκτονίες ούτε στην εθνική αντίσταση ούτε στον εμφύλιο. Δεν αντέχανε άλλο μετά από τόσες δεκαετίες να επιστρέψουν στο χωριό τους και να είναι ξένοι.
Όσον αφορά στις εξορίες των αντιφρονούντων στην Σοβιετική Ένωση είναι λυπηρό να σκεφτεί κανείς πώς γίνεται σύντροφοι που για χρόνια προστάτευαν ο ένας τον άλλον τώρα να είναι στην ουσία εχθροί και ο πρώην σύντροφος που πλέον διαφωνεί να εξορίζεται.
Τα επεισόδια της Τασκένδης με στόχο τον Ζαχαριάδη και κυρίως οι διώξεις των αντιφρονούντων αποτελούν, όπως σημειώνετε κι εσείς στο βιβλίο σας, κηλίδα στην ιστορία του κόμματος. Συν τω χρόνω υπήρξε αποκατάστασή τους από το ΚΚΕ;
Το ΚΚΕ απεκατέστησε πλήρως τον Νίκο Ζαχαριάδη, ακύρωσε όλες της αποφάσεις της 6ης Ολομέλειας του 1956 και της 7ης Ολομέλειας του 1957 καθώς και τα πορίσματα του 1964 και του 1967. Αυτό όσον αφορά στον Νίκο Ζαχαριάδη, όσον αφορά στις εξορίες των αντιφρονούντων στην Σοβιετική Ένωση είναι λυπηρό να σκεφτεί κανείς πώς γίνεται σύντροφοι που για χρόνια προστάτευαν ο ένας τον άλλον τώρα να είναι στην ουσία εχθροί και ο πρώην σύντροφος που πλέον διαφωνεί να εξορίζεται. Πάντως αυτά τα γεγονότα δεν πρέπει να φοβόμαστε να τα κουβεντιάζουμε γιατί μάλλον είναι και το μοναδικό αντίδοτο για να μην επαναληφθούν.
Υπήρξε μήπως κάποιος εφησυχασμός από τη μεριά των προσφύγων, όταν βρέθηκαν εκτός Ελλάδας;
Τι εννοούμε «εφησυχασμός»; Το μυαλό τους ήταν πάντα στην πατρίδα τους. Δεν ησύχαζαν ποτέ, μην ξεχνάμε πως είχαν αφήσει συγγενείς στην Ελλάδα, μάθαιναν στα παιδιά τους ελληνικά, ανέβαζαν θεατρικά έργα και σύγχρονα και από το αρχαίο ελληνικό δράμα, διεξήγαγαν αθλητικούς αγώνες όπως οι σπαρτακιάδες για να μένουν κοντά στην μνήμη της πατρίδας τους. Δεν εφησυχάστηκαν ποτέ, πάντα τους έτρωγε το σαράκι της επιστροφής.
Μην ξεχνάμε πως το ΚΚΕ δεν ήταν στην πατρίδα του, έδρευε σε μία άλλη πατρίδα και όσο και αν ήτανε η Σοβιετική Ένωση το όραμά τους παρ΄ όλα αυτά δεν είχαν την ευχέρεια να δρουν μόνοι τους.
Το γεγονός ότι οι παρεμβάσεις του ΚΚΣΕ στα εσωτερικά του ΚΚΕ συνεχίστηκαν με απροκάλυπτο τρόπο επέτειναν το σχίσμα και τα συντροφικά μαχαιρώματα;
Μα όλα όσα έγιναν, έγιναν λόγω των παρεμβάσεων των σοβιετικών στα εσωτερικά του ΚΚΕ. Μην ξεχνάμε πως το ΚΚΕ δεν ήταν στην πατρίδα του, έδρευε σε μία άλλη πατρίδα και όσο και αν ήτανε η Σοβιετική Ένωση το όραμά τους, παρ΄ όλα αυτά δεν είχαν την ευχέρεια να δρουν μόνοι τους. Ένας λόγος παραπάνω το ΚΚΣΕ να παρεμβαίνει. Αυτό επέφερε τη ρήξη και με τα γεγονότα της Τασκένδης το 1955 αλλά και του 1962 που οδήγησαν σε εξορίες, φυλακίσεις και ως εκ τούτου διάσπαση των κοινοτήτων των Πολιτικών Προσφύγων. Οπότε δημιουργήθηκαν και νέα πολιτικά ρεύματα, υπέρ του Νίκου Ζαχαριάδη, υπέρ της Κίνας, εμφανίστηκαν τα μ-λ κινήματα, εμφανίστηκε το περιοδικό Επαναστάτης.
Τελικά, το «Καλή πατρίδα, σύντροφε» ήταν μια ευχή ή ένας πικρός νόστος;
Το «Καλή πατρίδα, σύντροφε!» ήταν η ζωή τους. Ήταν τα όνειρά τους, η αγάπη τους για έναν δίκαιο κόσμο, η νοσταλγία τους, ήταν η οικογένειά τους, το κόμμα τους. Όλα όσα έζησαν χωρούσαν σε αυτές τις τρεις λέξεις.
*Ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΜΑΡΙΝΟΣ είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας.
INFO
Την Τρίτη, 23 Απριλίου και ώρα 19:00, η Ελένη Νικολαΐδου, Δρ Ιστορίας, και η Εταιρεία Σύγχρονης Ιστορίας, παρουσιάζουν το βιβλίο «Καλή πατρίδα, σύντροφε!» στο Πνευματικό Κέντρο Δήμου Αθηναίων (Ακαδημίας 50. Είσοδος από Σόλωνος).
Ομιλητές: θα είναι οι: Προκόπης Παπαστράτης, ομότιμος καθηγητής Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου, Λη Σαράφη, Δρ Ιστορίας και Ελένη Νικολαΐδου, η συγγραφέας. Θα χαιρετίσει η Κατερίνα Πορφυρογένη, κόρη του ιστορικού στελέχους του ΚΚΕ Μιλτιάδη Πορφυρογένη.