
Προδημοσίευση αποσπάσματος από το μυθιστόρημα του Ulrich Alexander Boschwitz «Ο ταξιδιώτης» (μτφρ. Μαρία Αγγελίδου), που κυκλοφορεί στις 13 Νοεμβρίου από τις εκδόσεις Κλειδάριθμος.
Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός
Ο Ζίλμπερμαν έκλεισε με τους αντίχειρες τ' αυτιά του. Κάθε τηλεγραφόξυλο ολόιδιο με τ' άλλα, κάθε τηλεγραφόξυλο ολόιδιο με τ' άλλα, όταν προσπαθείς να ξεφύγεις. Κάθε τηλεγραφόξυλο ολόιδιο με τ' άλλα... Α, θα χαζέψω τελείως, απελπίστηκε. Τόσο πολύ τον βασάνιζε ο μονότονος ρυθμός των τροχών.
Είχε παρατήσει στον επαρχιακό δρόμο τη βαλίτσα, αφού πρώτα έβγαλε τα λεφτά και τα έβαλε στον χαρτοφύλακα. Στην κατάσταση που βρισκόταν μετά την αποτυχημένη απόπειρά του να περάσει τα σύνορα, του ήταν αδύνατον να συνεχίσει να την κουβαλάει.
Πώς να κοιμηθεί έτσι άνθρωπος; σκέφτηκε και, με το αριστερό χέρι, παραμέρισε τον χαρτοφύλακα, που τον είχε στριμώξει πίσω του στη ράχη του καθίσματος και που το κούμπωμα σούβλιζε την πλάτη του. Είχε παρατήσει στον επαρχιακό δρόμο τη βαλίτσα, αφού πρώτα έβγαλε τα λεφτά και τα έβαλε στον χαρτοφύλακα. Στην κατάσταση που βρισκόταν μετά την αποτυχημένη απόπειρά του να περάσει τα σύνορα, του ήταν αδύνατον να συνεχίσει να την κουβαλάει.
Μιάμιση ώρα είχε περπατήσει την περασμένη νύχτα. Μετά σταμάτησε ένα μεγάλο φορτηγό και τον πήρε μέχρι το Μενχενγκλάντμπαχ. Οι δύο σκυθρωποί οδηγοί τού θύμισαν τον Φραντς, αλλά τα ξερά σχόλια πού έκαναν πότε πότε κι η γκρινιάρικη, αλλά θετική στάση τους απέναντι στη ζωή τού έκαναν καλό και τον συνέφεραν κάπως.
Τώρα είχε πάρει και πάλι το τρένο και επέστρεφε στο Βερολίνο. Η αποτυχημένη του απόπειρα τον είχε τόσο απογοητεύσει, που είχε παραιτηθεί από τη σκέψη να ξαναπροσπαθήσει να περάσει στο Βέλγιο. Του έλειπε η αποφασιστικότητα, που ήταν απαραίτητη για τέτοιου είδους εγχειρήματα.
Άνοιξε το παράθυρο κι έγειρε προς τα έξω ν' ανασάνει. Ο δυνατός κρύος αέρας του 'κανε καλό. Αλλά μετά κάτι μπήκε στο δεξί του μάτι και πέρασε τα επόμενα πέντε λεπτά τρίβοντάς το για να το καθαρίσει. Όταν έκλεισε το παράθυρο, το βαγόνι, που ως τότε ήταν ολοδικό του, είχε κρυώσει. Έφαγε ένα κομμάτι σοκολάτα και προσπάθησε να κοιμηθεί. Αλλά ο θόρυβος των τροχών, το ελαφρύ τράνταγμα και κούνημα του τρένου ήταν απελπισία.
Περπάτησε πολλές φορές πάνω κάτω σε όλο το βαγόνι, διάβασε με μεγάλη προσοχή τις ανακοινώσεις και τους κανονισμούς που ήταν κολλημένα δίπλα στις πόρτες, κάθισε πάλι, ξανασηκώθηκε, βγήκε στον διάδρομο για να συνεχίσει την βόλτα του σ' όλο το μήκος του συρμού. Αδιάφορα κοίταζε τους επιβάτες που συναντούσε. Κάποια στιγμή, ωστόσο, συνοφρυώθηκε άθελά του, όταν είδε κάποιον που του φάνηκε Εβραίος. Στον διάδρομο της τρίτης θέσης συνάντησε άλλον ένα που του φάνηκε κι αυτός ύποπτος.
Πολλοί Εβραίοι είναι σ' αυτό το τρένο, σκέφτηκε ο Ζίλμπερμαν. Έτσι κινδυνεύουμε όλοι. Εσείς φταίτε για όλα. Αν δεν ήσασταν εσείς, θα είχα την ησυχία μου. Εξαιτίας σας, όμως, με παίρνει και μένα η μπάλα της συμφοράς! Εγώ δεν διαφέρω σε τίποτα από τους άλλους ανθρώπους, αλλά εσείς ίσως είστε στ' αλήθεια αλλιώτικοι, πάντως εγώ δεν είμαι σαν εσάς. Ναι, αν δεν ήσασταν εσείς, δεν θα με κυνηγούσαν. Θα συνέχιζα να είμαι ένας συνηθισμένος άνθρωπος. Επειδή υπάρχετε εσείς, θα με ξεπαστρέψουν μαζί σας. Ενώ, στην ουσία, εσείς κι εγώ δεν έχουμε καμία σχέση!
Ήταν αναξιοπρεπές να σκέφτεται έτσι, ασφαλώς. Αλλά έτσι σκεφτόταν. Όταν όλος ο κόσμος σού λέει και σου ξαναλέει: Εσύ είσαι καλός άνθρωπος, αλλά η οικογένειά σου είναι άχρηστη. Τα ξαδέρφια σου, σε αντίθεση με σένα, είναι παλιάνθρωποι – ε, μπορεί άνετα να επηρεαστείς από την κοινή γνώμη.
Αυτό ακριβώς συνέβη τώρα στον Ότο Ζίλμπερμαν, ο οποίος, υπό κανονικές συνθήκες, δεν ανήκε στις κωμικο- τραγικές φιγούρες που ονομάζονται Εβραίοι αντισημίτες. Αλλά αυτή τη στιγμή δεν ήταν ικανός να σκεφτεί καθαρά, παρά ήταν τόση η ταραχή και η υπερέντασή του, που ένιωθε προσβλητική ακόμα και την απλή παρουσία των άλλων.
Εσείς με μπλέξατε έτσι, σκέφτηκε τσαντισμένος και κοίταξε με κακία τον άντρα, του οποίου το παρουσιαστικό τον είχε σπρώξει να σκεφτεί ότι ήταν ομόθρησκός του. Εκείνος πρόσεξε το βλέμμα του και του το ανταπέδωσε αμέσως όλος εκνευρισμό.
Άφησε τη θέση του στο παράθυρο και πλησίασε τον Ζίλμπερμαν. «Θέλετε τίποτα;» ρώτησε θυμωμένος.
Ο Ζίλμπερμαν, αιφνιδιασμένος, δεν μίλησε.
«Γιατί με κοιτάτε έτσι;» ρώτησε ο άντρας, προφανώς κάποιος υπαλληλάκος.
Ο Ζίλμπερμαν δεν του απάντησε.
«Σ' εσάς μιλάω!» τον χτύπησε ο άντρας με το δάχτυλο στον ώμο.
«Δεν σας επιτρέπω», είπε κοφτά ο Ζίλμπερμαν.
«Αν δεν ήμασταν στο τρένο...» απάντησε ο άλλος και έριξε μια ματιά όλο νόημα.
«Τι θα γινόταν;» ρώτησε ψυχρά ο Ζίλμπερμαν.
«Θα βλέπατε!»