
Για την όπερα «Αντρέι: Ρέκβιεμ σε οκτώ σκηνές» σε σύλληψη, σύνθεση, μουσική διδασκαλία, σκηνοθεσία και μουσική διεύθυνση της Δήμητρας Τρυπάνη και πρωτότυπο ποιητικό κείμενο του Παντελή Μπουκάλα, η οποία παρουσιάστηκε 25, 27 & 28.09 στην Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος της Εθνικής Λυρικής Σκηνής – ΚΠΙΣΝ.
Της Έλενας Χουζούρη
Ο Αντρέι Ταρκόφσκι υπήρξε μια μοναδική περίπτωση στον χώρο του παγκόσμιου κινηματογράφου. Δεν αρκεί να τοποθετηθεί ανάμεσα στους δέκα κορυφαίους σκηνοθέτες όλων των εποχών, διότι το στίγμα του είναι τόσο ιδιαίτερο και ανεπανάληπτο ώστε να απαιτεί μια εξαιρετικά απαιτητική και πολυεπίπεδη ανάγνωση. Αυτήν ακριβώς που επιχείρησαν με τόλμη, γνώση, πίστη και, αξιοθαύμαστα πέτυχαν, η σκηνοθέτις Δήμητρα Τρυπάνη, ο ποιητής Παντελής Μπουκάλας και μια πλειάδα ηθοποιών και μουσικών στην παράσταση ήχου «Αντρέι: Ρέκβιεμ σε οκτώ σκηνές», που παρουσιάστηκε στην αίθουσα Σταύρος Νιάρχος της Εθνικής Λυρικής Σκηνής.
Οσο για τον Αντρέι, να θυμηθούμε ότι γεννήθηκε το 1932 στην Ζαβράζιε, μια μικρή πόλη της Σοβιετικής Ένωσης, ότι βίωσε από μικρός δύσκολα και καθοριστικά για την μετέπειτα πορεία του, την εκούσια απουσία του πατέρα του, ποιητή Αρσένι Ταρκόφσκι, ότι έζησε παιδική και εφηβική ηλικία κάτω από την στοργική σκέπη της μητέρας του, ότι σπούδασε στη Μόσχα, στο Ινστιτούτο Κινηματογράφου Γερασίμοφ, με δάσκαλο τον γνωστό σοβιετικό σκηνοθέτη, Μιχαήλ Ρομ –στον οποίο κατά δήλωσή του χρωστούσε πολλά– και ότι με την πρώτη του κιόλας κινηματογραφική εμφάνιση, στα τριάντα του χρόνια, το 1962 με την ταινία «Τα παιδικά χρόνια του Ιβάν» κέρδισε τον Χρυσό Λέοντα στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας.
...βίωσε από μικρός δύσκολα και καθοριστικά για την μετέπειτα πορεία του, την εκούσια απουσία του πατέρα του, ποιητή Αρσένι Ταρκόφσκι...
Το 1965 έρχεται ο «Αντρέι Ρουμπλιόφ», που έχει ως θέμα τη ζωή και το έργο του κορυφαίου Ρώσου αγιογράφου του 15ου αιώνα. Το 1972 ολοκληρώνει την ταινία του «Σολάρις», βασισμένη στη νουβέλα του Πολωνού συγγραφέα Στανισλάφ Λεμ και υποψήφια για τον Χρυσό Φοίνικα στο Φεστιβάλ των Καννών, ενώ ένα χρόνο αργότερα έρχεται η κατά πολλοίς, αυτοβιογραφική ταινία του «Καθρέφτης», στην οποία εγκιβωτίζει και ποιήματα του πατέρα του, με πυρήνα της τα τραύματα που προκάλεσε στην παιδική του ψυχοσύνθεση ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος. Το 1976 έχουμε τη, βαθιά φιλοσοφικής και υπαρξιακής αναζήτησης, ταινία του «Στάλκερ», βασισμένη στην επιστημονικής φαντασίας νουβέλα των Ρώσων συγγραφέων, Αρκάντι και Μπορίς Στρουγκάτσκι, η οποία θεωρείται σταθμός στον ποιητικό και στοχαστικό κινηματογράφο που με προσήλωση διακονεί.
Το 1982, στην Ιταλία, γυρίζει την ταινία «Νοσταλγία», για την οποία την επόμενη χρονιά στο Φεστιβάλ των Καννών, μοιράζεται μαζί με τον Ρομπέρ Μπρεσόν, το Μεγάλο Βραβείο Δημιουργικού Κινηματογράφου, ενώ οι σοβιετικές αρχές κάνουν ό,τι μπορούν για να μην τιμηθεί με τον Χρυσό Φοίνικα, γεγονός που οδηγεί εκουσίως τον Αντρέι εκτός Σοβιετικής Ένωσης. Η τελευταία του ταινία με τίτλο «Η Θυσία», θα γυριστεί στην Σουηδία πια, το 1985, με Σουηδούς ηθοποιούς και με έντονο μπεργκμανικό χρώμα. Ένα χρόνο αργότερα, στην ωριμότερη στιγμή της ζωής και της δημιουργίας του, στα πενήντα τέσσερα μόλις χρόνια του, θα διαγνωσθεί με καρκίνο του πνεύμονα σε προχωρημένο στάδιο και θα καταλήξει.
Ο ίδιος δεν ήταν θρησκευόμενος με την στενόκαρδη έννοια του όρου, «δεν πιστεύω» έλεγε «αλλά επιλέγω να πιστέψω», θέση που διαφοροποιεί κατά πολύ την οπτική του απέναντι στον άνθρωπο και στη ζωή.
Όλες του οι ταινίες θα αποσπάσουν μια σειρά διακρίσεων και ο πρόωρος θάνατός του θα στερήσει από τον ευρωπαϊκό κινηματογράφο, αυτόν που μπόλιασε την κινηματογραφική τέχνη, όσο κανένας άλλος, με την ποίηση, τον φιλοσοφικό στοχασμό, τη βαθιά μεταφυσική-υπαρξιακή αναζήτηση του ανθρώπου και τα προαιώνια ερωτήματά του για την προέλευσή του, την επί της γης πορεία του, τη μεταθανάτια κατάληξή του. Ερωτήματα που συνομιλούσαν ευθέως, με τα αντίστοιχα φιλοσοφικά του χριστιανισμού, ειδικότερα της μεγάλης, ορθόδοξης παράδοσης της χώρας του. Ο ίδιος δεν ήταν θρησκευόμενος με την στενόκαρδη έννοια του όρου, «δεν πιστεύω» έλεγε «αλλά επιλέγω να πιστέψω», θέση που διαφοροποιεί κατά πολύ την οπτική του απέναντι στον άνθρωπο και στη ζωή. Τον κινηματογράφο που υπερασπιζόταν με ελευθερόφρονο σθένος και αταλάντευτη προσήλωση αποκαλούσε «Ποιητικό κινηματογράφο».
Η παράσταση της Λυρικής, που απολαύσαμε και μας συγκίνησε, ήταν μια ολοκληρωμένη, υψηλής αισθητικής θερμοκρασίας και βαθιάς πνευματικότητας, ηχητική και ποιητική αναπαράσταση των επτά ταινιών του Ταρκόφσκι. Ένα πραγματικό επίτευγμα ήχου, μουσικής, κίνησης και βεβαίως κειμένου, γραμμένου από έναν άξιο ποιητή μας, τον Παντελή Μπουκάλα. Και όλα αυτά τα στοιχεία ήταν συνταιριασμένα με σπάνια αρμονία, ισορροπία και οικονομία, από την σκηνοθέτιδα Δήμητρα Τρυπάνη, της οποίας δουλειά ομολογώ δεν είχα ξαναδεί, και η περισσή ικανότητα της να δημιουργήσει/οικοδομήσει αυτό το τόσο σύνθετο, προκλητικά δύσκολο, καλλιτέχνημα, πραγματικά με εξέπληξε.
Από την πρώτη ήδη σκηνή, θαρρείς και έκανε την εμφάνισή του ο ίδιος ο Ταρκόφσκι με το σκηνικό που, εμένα προσωπικά, με ταξίδεψε στο «Στάλκερ» και τον χαρακτηριστικό ήχο του νερού που γουγλουκίζει από κάτω, τόσο γνώριμο σε όλες σχεδόν τις ταινίες του Ρώσου σκηνοθέτη. Και από κοντά το ποιητικό κείμενο του Παντελή Μπουκάλα που αρχίζει με την εικόνα του χριστιανικού σταυρού που σταδιακά στρεβλώνεται και μετατρέπεται σε αγκυλωτό σταυρό, εικόνα ποιητική που παραπέμπει στις φρικωδίες του Παγκόσμιου Πολέμου, τις οποίες βίωσε παιδί ο Αντρέι και τις μετουσίωσε στην κινηματογραφική φιγούρα του Ιβάν, Ιωάννη, Γιοχανατάν και όλων των παιδιών που χάθηκαν ή χάνονται στους πολέμους.
Ένα πραγματικό επίτευγμα ήχου, μουσικής, κίνησης και βεβαίως κειμένου, γραμμένου από έναν άξιο ποιητή μας, τον Παντελή Μπουκάλα.
Στο ποιητικό κείμενό του ο Μπουκάλας προσεγγίζει και αναδεικνύει όλα όσα βασάνισαν τους βαθυστόχαστους προβληματισμούς του Ταρκόφσκι: Η απώλεια, η ελευθερία, η ανελευθερία, ο πόλεμος, η πίστη, η θρησκεία. Το μοτίβο που διατρέχει αυτήν την ανάγνωση των επτά ταινιών του Αντρέι είναι το δέντρο, σύμβολο αιώνιο της ζωής επί της Γης. Ο ποιητικός αυτός λόγος εγκιβωτίζεται μέσα σε ένα ορμητικό ηχητικό ποτάμι, από μουσική, από πολυφωνικό τραγούδι, από σωματικά κρουστά, τόσο αρμονικά δεμένα μεταξύ τους, τόσο υποβλητικά και επιδραστικά, ώστε να πραγματώνεται στην εντέλεια αυτό που η σκηνοθέτις ονομάζει παράσταση ήχου, με την έννοια ότι ο ήχος είναι ο πυρήνας της αφήγησης. Για να διευρυνθεί, θεωρώ, η έννοια της θρησκευτικότητας που πρέσβευε ο Αντρέι, και που δεν περιορίζεται αποκλειστικά στο ορθόδοξο δόγμα, στο κείμενο είχε εγκιβωτιστεί και το λουθηρανικό ρέκβιεμ καθώς και σπαράγματα λατινικής υμνογραφίας, έτσι ώστε να προσδίδεται μια ιερατική αίσθηση, ίσως υπερβολική κάποιες στιγμές.
Θα πρέπει να σταθώ όμως και στους, μακράν εξαιρετικούς, δεκαοχτώ, επί σκηνής, συντελεστές, οι οποίοι «έπαιζαν» ισάριθμες εκδοχές του ταρκοφσκικού σύμπαντος, ταυτισμένοι με τους ήρωες και τις ταινίες του Αντρέι. Ανάμεσά τους, ηθοποιοί, τραγουδιστές, μουσικοί, χορογράφοι, καθώς και το μουσικό σύνολο οκτώ μουσικών, που ένωσαν τις καλλιτεχνικές τους δυνάμεις για να τιμήσουν τον Αντρέι σε αυτό το μοναδικό Ρέκβιεμ σε οκτώ σκηνές.
* Η ΕΛΕΝΑ ΧΟΥΖΟΥΡΗ είναι συγγραφέας και δημοσιογράφος. Τελευταίο της μυθιστόρημα, «Στη σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού. Μια παλιά ιστορία» (εκδ. Πατάκη).