Η πόλη που μεγάλωσα, η Ξάνθη, είχε στη γειτονιά μου αρκετούς Αρμένιους και Αρμένισσες. Η μαμά μου είχε φίλες, κι εγώ γνώριζα κάποια παιδιά. Στην αγορά έβλεπα πολλά μαγαζιά τους. Μεγαλώνοντας, έμαθα την ιστορία τους και τα βάσανά τους. Αργότερα, διάβασα κείμενά τους και κυρίως την ποίησή τους, που έχει μια τόσο μακρόχρονη πορεία.
Αγάπησα και θαύμασα τους ποιητές και τις ποιήτριες της Αρμενίας, της διασποράς, των δεκαετιών του αποδεκατισμού και της γενοκτονίας. Μίλησα και έγραψα για την αρμενική ποίηση κοντά τέσσερες δεκαετίες. Επαναλαμβάνω κάτι που έγραφα σε προηγούμενο δημοσίευμά μου: "Οι όποιοι κατακτητές, όσο και να αλλοιώνουν τα υλικά στοιχεία ενός πολιτισμού, τους ναούς, τα αγάλματα, τις εικόνες, είναι αδύνατο να βγάλουν από τη μια μέρα στην άλλη το τραγούδι, το παραμύθι και τον στίχο από το στόμα του απλού ανθρώπου. Η αρμενική ποίηση υπάρχει και συνεχίζει τη σταδιοδρομία της σε όλο τον πλανήτη και είναι ένας αψευδής μάρτυρας για τα μαρτύρια ενός λαού, που τα δίκαιά του παρασιωπούνται ή χαντακώνονται μπροστά στα συμφέροντα." [...]
(Από τον πρόλογο του Θανάση Μουσόπουλου)