«Όσο τα πράγματα δυσκόλευαν, οι μέρες που είχαμε περάσει όμορφα έμοιαζαν σαν πολύτιμοι λίθοι στο περιδέραιο που μας είχε χαρίσει ο χρόνος. Η αισιοδοξία είχε ντυθεί καρναβάλι και δεν έλεγε να βγάλει τα αποκριάτικα.»
Είναι μια βιωματική ιστορία. Όλα είναι αληθινά. Πώς η ζωή ενός ανθρώπου που δεν ξέρεις φωτίζει τη ζωή ενός ανθρώπου που νομίζεις ότι ξέρεις.
Πόσα δάκρυα είναι κρυμμένα πίσω από ένα γέλιο. Βραδιές, ταξίδια, παραστάσεις, χειροκροτήματα, γέλια, ανάσες, απιστίες, γιατροί- σωτήρες που εμφανίζονται από το πουθενά σε μια διαδρομή που σου κόβει την ανάσα. Ακριβώς όπως μια μελωδία λίγο πριν γίνει το μουσικό μοτίβο της πιο σκληρής σκηνής!
Ακριβώς όπως ένα σκοινί γίνεται απότομα θηλιά.
Όλα ήταν αλήθεια και ψέματα μαζί.
Ένα σχιζοφρενικό ασανσέρ συναισθημάτων.
Μέχρι εκείνο το καλοκαίρι που έμεινε μόνο η αλήθεια να σε κοιτάει κατάματα. Και εκείνη είχε πια φύγει.
Έμειναν μόνο τα γράμματά της να μιλούν για όλα τα ανείπωτα μιας ζωής.
Και τα φουστάνια της, που άλλες γυναίκες πια θα φοράνε.
Η πάλη με τον καρκίνο είναι μια πάλη με ένα θηρίο που δεν μπορείς να του κάνεις τον μάγκα. Μία ελπίδα έχεις μόνο. Να σε λυπηθεί το θηρίο και να σε αφήσει. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
Μια αφήγηση στην οποία η φωνή του αντηχεί σε κάθε γραμμή. Μια ιστορία που δίνει το σκληρότερο μάθημα ζωής. Η στιγμή που όλοι φοβόμαστε.
Πώς θα είναι αυτή η στιγμή; σκέφτηκα. Άναψε πράσινο, σκούπισα τα δάκρυα βιαστικά, όπως συνήθιζα να κάνω τον τελευταίο πολύ καιρό, και έβαλα το χαμόγελο επάνω μου, σαν ξένο ρούχο.
Καιρός πολύς που ένιωθα ότι είμαι κάτι σαν άγαλμα, που επειδή οι άνθρωποι έχουν συνηθίσει να με βλέπουν χαμογελαστό, δεν θα έπρεπε εγώ σε καμία περίπτωση να πειράξω τη σχεδόν μαρμάρινη όψη μου, χαραγμένη από μια άλλη συναισθηματική μου πλευρά. Τα δάκρυα δεν υπάκουσαν παρ' όλα αυτά και έκαναν μια ανθρώπινη βόλτα στο πρόσωπό μου, με χίλιες δυο προφυλάξεις, ώστε να μη με δουν από τα διπλανά αυτοκίνητα.
Ο Λάκης Λαζόπουλος γίνεται διάφανος, μοιράζεται τις αναμνήσεις μιας ολόκληρης ζωής με έναν άνθρωπο που αγάπησε βαθιά και μαζί μας αναψηλαφεί το χρονικό της καταραμένης ασθένειας. Με τα χέρια του σκάβει στην ψυχή του για όλα όσα δεν είπε. Για την παραδοχή και την εξομολόγηση για αυτά που έκανε και κανείς δεν έμαθε. Για τη ζωή που συνέχεια ξεφεύγει από το άγγιγμά μας. Για τα παιχνίδια του μυαλού. Για τον έρωτα.
Τι είναι έρωτας;
Έρωτας είναι δυο άλογα που σέρνουν ένα κάρο μαζί και έτσι τρέχει γρήγορα το κάρο.
Κι αγάπη τι είναι;
Αγάπη είναι όταν φύγουν τα άλογα και πρέπει να κουβαλήσετε το κάρο οι δυο σας, μόνοι σας.
Λοιπόν, το κουβαλήσαμε μαζί το κάρο. Ίσως η ίδια κουράστηκε, αλλά τώρα με βλέπει να κουβαλάω μόνος μου το κάρο της αγάπης μας. (Από την παρουσίαση της έκδοσης)