Εκδόσεις: Τόπος 2011
Σελ: 180 Τιμή: 21,90 €
Αύριο θα σμίξω τα δυο σου σκέλη, μήπως γεννηθεί ένα μικρό
λυπητερό παιδάκι, θα το λένε Ιούς, Μανιούς, ίσως και
Aqua Marina.
Φέρτε μου να γεννήσω όλα τα μωρά της πλάσης, δώστε μου να
πεθάνω όλους τους θανάτους.
Μάτση Χατζηλαζάρου
Θεωρώ τη Μάτση Ανδρέου [Χατζηλαζάρου] τη μεγαλύτερη Ελληνίδα ποιήτρια. Τα ποιήματά της μπορούν να θεωρηθούν μια κορύφωση της γυναικείας ευαισθησίας, η οποία εκφράζεται με τρόπο εντελώς προσωπικό, απολύτως πρωτότυπο και παράφορο.
Ανδρέας Εμπειρίκος
Αγαπητή Μάτση Χατζηλαζάρου, ποτέ Ανδρέου
Διαβάζοντας τώρα μαζί το 7Χ3 και Το δίχως άλλο βεβαιώθηκα πως παραμένετε η πολυτιμότερη ερωτική ποιήτρια που διαθέτει η γλώσσα μας.
Γ. Π. Σαββίδης
Γεννήθηκε δεν ξέρω πού. Έζησε, όπως κι εγώ, στην Κατοχή. Κι έφυγε από την Ελλάδα, λίγο μετά το τέλος του πολέμου. Χάθηκε μες στην κατεστραμμένη Ευρώπη –τότες που η Ελλάδα ήταν Ελλάδα και η Ευρώπη, Ευρώπη. Χάθηκε… που λέει ο λόγος. Γιατί τα αληθινά κορίτσια, δεν χάνονται ποτέ. Δεν τ’ αρπάζει ο καιρός. Ξανάρχονται με τη μορφή βιβλίων, προσευχών και τραγουδιών […]
Γυναίκα αθάνατη και Μάτση των ονείρων. Σ’ αναγνωρίζω ολόκληρη μες απ’ αυτό το απελπισμένο κέφι σου που μ’ εξοντώνει. Και τραγουδώντας τα οράματά σου, σ’ ακολουθώ. Μήπως και ξαναγεννηθεί ο χρόνος που μας γέννησε, που θα τον λεν Ιούς, Μανιούς, ίσως και Άκουα Μαρίνα.
Μάνος Χατζιδάκις
Το Ιούς, Μανιούς ίσως και Aqua Marina είναι μια περιπετειώδης βιογραφία σε μορφή λευκώματος, με ανέκδοτο εικονογραφικό υλικό, για τη Μάτση Χατζηλαζάρου (1914-1987), την πρώτη γυναίκα υπερρεαλίστρια, πρώτη σύζυγο του Ανδρέα Εμπειρίκου, στη συνέχεια σύντροφο του ποιητή Ανδρέα Καμπά, του ζωγράφου, ανιψιού του Πικάσο, Χαβιέρ Βιλατό και του φιλοσόφου Κορνήλιου Καστοριάδη. Μια αισθαντική φωνή που έγραψε ποίηση με τα ανθεκτικά υλικά του έρωτα και η οποία κινήθηκε ως ισότιμη συνομιλήτρια στους κύκλους του Ελύτη, του Παπατζώνη της Κρανάκη, του
Αξελού, της Γιουρσενάρ, του Πικασό κ.ά., μια ποιήτρια, η πιο ερωτική στην Ελλάδα (κατά τον Γ.Π. Σαββίδη), η θρυλική Μάτση των Ονείρων κατά τον Μάνο Χατζιδάκι.
Ο συγγραφέας του τόμου Χρήστος Δανιήλ σημειώνει σχετικά (στον πρόλογο του βιβλίου): «Αναμφίβολα, η Μάτση Χατζηλαζάρου υπήρξε η πρώτη Ελληνίδα ποιήτρια που συνέθεσε ποιήματα ακολουθώντας το νεωτερικό ποιητικό κλίμα που εισήγαγε στη χώρα μας η Γενιά του Τριάντα. Έχοντας μια οικογενειακή ιστορία που εντυπωσιάζει, μια προσωπική ζωή εντονότατη (από τα πρώτα χρόνια της εφηβείας της), καταφεύγει στην ψυχανάλυση και συναντιέται με τον Ανδρέα Εμπειρίκο. Πρώτη σύζυγος του Εμπειρίκου μαθητεύει στον υπερρεαλισμό και αποτελεί δυναμικό κομμάτι της ομάδας των πρωτοπόρων καλλιτεχνών που συσπειρώθηκαν γύρω από αυτόν την περίοδο της Κατοχής. Κάνοντας πράξη την ελευθερία έκφρασης που ευαγγελίζεται ο υπερρεαλισμός και υιοθετώντας τη συνειρμική γραφή, καταθέτει τον δικό της έντονα προσωπικό, ιδιότυπο ποιητικό λόγο· μεταϋπερρεαλιστικό, όπως η ίδια τον χαρακτηρίζει.
Η πρώτη της ποιητική κατάθεση είναι και η πρώτη ποίηση γραμμένη από γυναίκα στη νεοελληνική γλώσσα που με τόση ελευθερία, αμεσότητα και βιωματικότητα συζητά τα του έρωτα και της ζωής, χωρίς ενοχές, χωρίς αναστολές, χωρίς περιστροφές αλλά και χωρίς εκχυδαϊσμούς και περιττές προκλήσεις.
Μια λυρική, εν τέλει, ποίηση που, απευθυνόμενη με τρόπο ολοκληρωτικό και απόλυτο σε δεύτερο πρόσωπο, σ’ αυτό με το οποίο πραγματώνεται ο έρωτας, απευθύνεται με τρόπο καθολικό στον καθένα μας. Μια ποίηση καθολική των αισθήσεων που απαιτεί την ενεργή συμμετοχή των αναγνωστών της, κινητοποιεί και τις δικές τους αισθήσεις και ανακαλεί ανάλογες μνήμες».
Αυτό το πλούσιο ποιητικό λεύκωμα, με εικόνες που αντλήθηκαν από το Ιστορικό Αρχείο του Μουσείου Μπενάκη, καθώς και από αρχεία ιδιωτών, εικονογραφείται επίσης με γκραβούρες από περιοδικά και εφημερίδες όπως αυτές που χρησιμοποιούσαν οι Γάλλοι υπερρεαλιστές για τα κολάζ, εικόνες από το περίφημο, πρώτο graphic novel, το Une semaine de bonté, του Max Ernst, καθώς και με εξαιρετικά χαρακτικά του Χαβιέρ Βιλατό που είχαν φιλοτεχνηθεί αποκλειστικά για το έργο της Μάτσης. Αποτελεί μια προσπάθεια να αποδοθεί με εικαστικό τρόπο, ανάλογο της τεχνοτροπίας της, η μοναδική ποίηση της Μάτσης Χατζηλαζάρου.
Ο Χρήστος Δανιήλ γεννήθηκε στον Εμμανουήλ Παπά Σερρών το 1969 και ζει στη Θεσσαλονίκη. Σπούδασε στα Γιάννενα. Η διδακτορική του διατριβή εξετάζει τις σχέσεις του μεταπολεμικού υπερρεαλισμού με το δημοτικό τραγούδι. Διδάσκει στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο και στο Ανοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρου. Άρθρα και μελέτες του έχουν δημοσιευθεί σε λογοτεχνικά περιοδικά (Μανδραγόρας, Πόρφυρας, Ποίηση, Θέματα Λογοτεχνίας, Οδός Πανός κ.ά) και σε πρακτικά επιστημονικών συνεδρίων. Έχει εκδώσει τα βιβλία: «γυάλινα και μαλαματένια…» τα Γιάννενα στη νεοελληνική πεζογραφία (1997), Γιώργος Λίκος, μια παρουσίαση από τον Χρήστο Δανιήλ (2005), Ξαναδιαβάζοντας τον Νίκο Καββαδία, Ποιητική και πρόσληψη (2010).