Ο τόπος του Αμίρ ήταν κάποτε πλούσιος και εύφορος και όλοι ζούσαν ευτυχισμένοι. Οι άντρες είχαν δουλειά τα πρωινά και χωράτευαν στα καφενεία τα βράδια. Τα παιδιά έτρεχαν μέχρι που χόρταιναν παιχνίδι στα σοκάκια. Και οι γυναίκες τα παρακολουθούσαν άγρυπνα και τα κυνηγούσαν να τα ταΐσουν με πιάτα ξέχειλα από φαγητό στα χέρια. Στον ουρανό πετούσαν πουλιά αποδημητικά και μόνο τα κακαρίσματα του κόκορα τους ξύπναγαν άγρια χαράματα.
Μα μετά ήρθαν αυτοί που δεν είχαν ιερό και όσιο, αυτοί που αγαπούσαν τα όπλα πιο πολύ από τους ανθρώπους και... όλα άλλαξαν.