Στέκομαι μπροστά στον καθρέφτη. Κοιτώ το είδωλό μου στα μάτια. Προσπαθώ να διακρίνω πίσω από τη σκούρα τους ίριδα. Να απαριθμήσω αυτά που ήξερα για μένα, να θυμηθώ ποιος ήμουν, να επιβεβαιώσω ότι αυτός που ήμουν είμαι ακόμα. Ήμουν απαθής και αδιάφορος με όσους δεν ανήκαν στην κλίκα μας.
Εγωιστής και αλαζόνας. Μισούσα οτιδήποτε ξένο, διαφορετικό.
Χλωμιάζω. Τα χείλια μου τρέμουν. Έρχομαι αντιμέτωπος με μια δύσκολη συνειδητοποίηση. Με μια άσχημη αλήθεια. Πως έγινα έτσι; Ήμουν τόσα πράγματα και τίποτα απ' όλ' αυτά δεν ήμουν πραγματικά εγώ. Τίποτε απ' όλ' αυτά δεν είμαι πια. Και τότε, ποιος ήμουν; Ποιος είμαι στ' αλήθεια;