Για το μυθιστόρημα της Dorothy B. Hughes «Σ' έναν έρημο τόπο» (μτφρ. Βάσια Τζανακάρη, εκδ. Μίνωας).
Της Χίλντας Παπαδημητρίου
Στη δεκαετία που διανύουμε, παρότι οι γυναίκες συγγραφείς αστυνομικής λογοτεχνίας είναι ισάριθμες αν όχι περισσότερες από τους άνδρες ομοτέχνους τους, είναι παράλογο το γεγονός ότι αγνοούμε τις παλαιότερες εκπροσώπους του είδους. Με εξαίρεση την επονομαζόμενη "Χρυσή Εποχή της Αστυνομικής Λογοτεχνίας" (Άγκαθα Κρίστι, Ντόροθι Σέγιερς, Νάιο Μαρς και Μάρτζερι Άλλινγχαμ), ο χώρος του αστυνομικού φαντάζει ανδροκρατούμενος μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του '80. Ήταν έτσι, όμως; Κάθε άλλο. Ήδη από την εποχή των Χάμετ & Τσάντλερ υπήρχαν οι εξαιρετικά επιτυχημένες Elisabeth Sanxay Holding και Charlotte Armstrong, ενώ μπαίνοντας στην περίοδο του noir θα συναντήσουμε πολλές ταλαντούχες και συγχρόνως εμπορικές συγγραφείς: την Ντόροθι Μπ. Χιουζ (Dorothy B. Hughes), τη Vera Caspary, τη Margaret Millar (σύζυγο του Ρος ΜακΝτόναλντ), την Πατρίσια Χάισμιθ, και πολλές άλλες.
Επηρεασμένη από τον Έρικ Άμπλερ, τον Γκρέαμ Γκρην και τον Γουίλιαμ Φόκνερ, η Χιουζ έγραψε δεκατέσσερα αστυνομικά μυθιστορήματα, hardboiled και noir, αρκετά από τα οποία μεταφέρθηκαν στον κινηματογράφο.
Χάρη στην αστυνομική σειρά των εκδόσεων Μίνωας, η οποία ξεκίνησε το 2017 με τέσσερις κλασικούς τίτλους, είχαμε την ευκαιρία να διαβάσουμε για πρώτη φορά σε ελληνική μετάφραση την παλαιότερη εξ αυτών, Ντόροθι Μπ. Χιουζ, και το πιο γνωστό βιβλίο της με τίτλο Σ' έναν έρημο τόπο (1947). Επηρεασμένη από τον Έρικ Άμπλερ, τον Γκρέαμ Γκρην και τον Γουίλιαμ Φόκνερ, η Χιουζ έγραψε δεκατέσσερα αστυνομικά μυθιστορήματα, hardboiled και noir, αρκετά από τα οποία μεταφέρθηκαν στον κινηματογράφο. Εκτός αυτού, υπήρξε κριτικός αστυνομικής λογοτεχνίας για τη New York Herald Tribune και τη Los Angeles Times, και τιμήθηκε με το βραβείο Edgar για το σύνολο του έργου της.
Στο Σ' έναν έρημο τόπο, ο βετεράνος αεροπόρος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, Ντίξον Στιλ, τριγυρίζει στο Λος Άντζελες χάρη σ' ένα πενιχρό επίδομα και διατείνεται ότι γράφει ένα αστυνομικό μυθιστόρημα. Την ίδια περίοδο, στην πόλη δρα ένας κατά συρροή δολοφόνος ο οποίος στραγγαλίζει νεαρές γυναίκες, αφού τις βιάσει. Τη διαλεύκανση των φόνων αναλαμβάνει ο παλιός συστρατιώτης του Ντιξ Στιλ, ντετέκτιβ Μπραμπ Νικολάι, από τον οποίο ο επίδοξος συγγραφέας μαθαίνει λεπτομέρειες και στοιχεία των δολοφονιών — για να τα χρησιμοποιήσει στο βιβλίο του. Ή μήπως όχι; Τη μοναχική ζωή του Ντιξ φωτίζει για λίγο με την παρουσία της η γοητευτική και φιλόδοξη ηθοποιός Λόρελ Γκρέι, η οποία κατοικεί στο ίδιο συγκρότημα πολυτελών διαμερισμάτων. Θα είναι άραγε η Λόρελ το επόμενο θύμα του σήριαλ κίλερ;
Προειδοποίηση: το βιβλίο δεν είναι το τυπικό whodunit. Από τις πρώτες σελίδες του βιβλίου, ο αναγνώστης αισθάνεται καχυποψία για τον κυκλοθυμικό Ντιξ Στιλ. Η Ντόροθι Μπ. Χιουζ, με την ιδιαίτερα κομψή γραφή και την οξυδερκή ματιά της, εστιάζει στο μισογυνισμό της μεταπολεμικής αμερικανικής κοινωνίας, στις παραμονές του Μακαρθισμού. Το βιβλίο γράφτηκε τη χρονιά της δολοφονίας της Μαύρης Ντάλιας, εποχή της μαζικής επιστροφής των στρατιωτών από την Ευρώπη και τον Ειρηνικό. Εντούτοις, η Αμερική στην οποία επέστρεφαν είχε αλλάξει ριζικά. Στη διάρκεια του πολέμου, οι γυναίκες και οι μαύροι είχαν "επανδρώσει" τα εργοστάσια και τις επιχειρήσεις, και τώρα αρνούνταν να επιστρέψουν στις κουζίνες τους και στα μπαμπακοχώραφα. Οι βετεράνοι-σωτήρες του πολιτισμού από τον Χίτλερ αναγκάστηκαν να προσαρμοστούν σε αντιηρωικές δουλειές ρουτίνας και αναζήτησαν έναν καινούργιο εχθρό. Με την αντικομουνιστική υστερία που επικρατούσε, η αναζήτηση ενός ταξικού εχθρού ήταν αδιανόητη και ο αμέσως ευκολότερος εχθρός ήταν οι γυναίκες (και οι μαύροι) που απειλούσαν τη λευκή ανδρική κυριαρχία. Ένα κύμα βίας κατά των γυναικών ξέσπασε στις μεγαλουπόλεις, το οποίο αντικατοπτρίζεται στην αστυνομική λογοτεχνία και στον κινηματογράφο. Στα μυθιστορήματα του Χάμετ και του Τσάντλερ, οι αρρενωποί ήρωες αντιμετωπίζουν τη femme fatale με ψυχραιμία, αρνούμενοι να πέσουν στην παγίδα της, αλλά ο Μάικ Χάμερ, ο ήρωας του αντικομουνιστή συγγραφέα Μίκυ Σπιλέιν, κομπάζει πόσο εύκολο τού είναι να σκοτώνει τις «προδότρες γυναίκες».
Οι περιγραφές της Χιουζ πηγαίνουν την αστυνομική μυθοπλασία ένα βήμα παραπέρα από την ηθελημένη εκφραστική λιτότητα του Χάμετ και την καυστική ειρωνεία του Τσάντλερ, ενώ όλοι οι χαρακτήρες της διαθέτουν το ψυχολογικό βάθος θα συναντήσουμε μια δεκαετία αργότερα στον Ρος ΜακΝτόναλντ.
Αυτή την εποχή μελετάει με διεισδυτική ματιά η Χιουζ. Οι δύο ηρωίδες της, η ηθοποιός Λόρελ και η σύζυγος του αστυνομικού, η Σύλβια, δεν είναι femme fatale που προσπαθούν να παρασύρουν τον Ντιξ Στιλ στο «κακό». Είναι έξυπνες και γοητευτικές γυναίκες που παρατηρούν προσεκτικά την περίεργη συμπεριφορά του και τον υποψιάζονται. Οι περιγραφές της Χιουζ πηγαίνουν την αστυνομική μυθοπλασία ένα βήμα παραπέρα από την ηθελημένη εκφραστική λιτότητα του Χάμετ και την καυστική ειρωνεία του Τσάντλερ, ενώ όλοι οι χαρακτήρες της διαθέτουν το ψυχολογικό βάθος θα συναντήσουμε μια δεκαετία αργότερα στον Ρος ΜακΝτόναλντ.
Το βιβλίο μετέφερε στη μεγάλη οθόνη ο Νίκολας Ραίη, το 1950, με πρωταγωνιστές τον Χόμφρεϊ Μπόγκαρτ και τη Γκλόρια Γκρέαμ. Ωστόσο, η ταινία δεν αποδίδει την ουσία του βιβλίου, αφού οι σεναριογράφοι άλλαξαν την οπτική της Χιουζ και παρότι κράτησαν τον οξύθυμο χαρακτήρα του Ντιξ και διατήρησαν τις υποψίες εναντίον του, στο τέλος τον παρέδωσαν αθώο στους θεατές. Αυτό δεν αλλάζει το γεγονός ότι είναι ένα από τα ωραιότερα κλασικά film noir της μεταπολεμικής περιόδου.
Μια μικρή παρατήρηση: Ένας από τους λόγους που αγνοούμε πολλές συγγραφείς των δεκαετιών του '40 και του '50 σαν τη Ντόροθι Μπ. Χιουζ, είναι επειδή τα μυθιστορήματά τους (όπως και των ανδρών ομοτέχνων τους) κυκλοφορούσαν κυρίως σε χαρτόδετες φτηνές εκδόσεις τσέπης. Το πλεονέκτημα για τους αναγνώστες ήταν η χαμηλή τιμή, και για τους εκδότες το χαμηλό κόστος που τους επέτρεπε να ρισκάρουν σε άγνωστους συγγραφείς και στη θεωρούμενη ελαφριά ψυχαγωγική λογοτεχνία, όπως θεωρείτο τότε η αστυνομική. Χάρη στις εκδόσεις αυτές έγιναν γνωστοί συγγραφείς σαν τον Τζιμ Τόμσον, τον Ντέιβιντ Γκούντις, τον Τσέστερ Χάιμς, τον Τσαρλς Γουίλφορντ, κ.ά. Το μειονέκτημα ήταν ότι δεν γίνονταν επανεκδόσεις των εξαντλημένων τίτλων. Η φτηνή τιμή των αστυνομικών τσέπης έφερε το τέλος των pulp περιοδικών που απευθύνονταν στο ίδιο αναγνωστικό κοινό. Τα βιβλία των γυναικών συγγραφέων της περιόδου ανατυπώθηκαν από τις Φεμινιστικές Εκδόσεις (The Feminist Press), από το 1970 και ένθεν, όπως αντίστοιχα τα βιβλία πολλών μαύρων συγγραφέων αστυνομικής λογοτεχνίας έγιναν γνωστά από εκδοτικούς οίκους ειδικευμένους στην αφροαμερικανική κουλτούρα.
* Η ΧΙΛΝΤΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ είναι μεταφράστρια και συγγραφέας.
** Στην κεντρική φωτογραφία, πλάνο από την ταινία In a Lonely Place, του 1950, με σκηνοθέτη τον Nicholas Ray και στους πρωταγωνιστικούς ρόλους τον Humphrey Bogart και την Gloria Grahame.
Απόσπασμα από το βιβλίο
«Ήταν ωραία να στέκεται εκεί το σούρουπο, στο ακρωτήρι, αγναντεύοντας τη θάλασσα, με την ομίχλη να σηκώνεται σαν αραχνοΰφαντο πέπλο για να χαϊδέψει το πρόσωπό του. Θύμιζε κάπως το να πετάς, την αίσθηση ότι σηκωνόσουν ψηλά, πάνω από τη γη που γύριζε αργά, ότι ανήκες στον μανιασμένο αέρα. Καθώς επίσης κι ότι ήσουν παγιδευμένος σε έναν άγνωστο, παράξενο κόσμο από ομίχλη και σύννεφα και άνεμο. Του άρεσε να πετάει νύχτα· του έλειπε από τότε που ο πόλεμος είχε φτάσει στο συντριπτικό φινάλε του, μέσα από μια αργή πορεία προς το τέλος. Δεν ήταν το ίδιο να πετάει με μια μικρή ιδιωτική σακαράκα. Το είχε δοκιμάσει· ήταν σαν να ξανάπιανε πέτρινο σφυρί έπειτα από εργαλεία ακριβείας. Ακόμα δεν είχε βρει τίποτα που να μπορεί να αντικαταστήσει μια ξέφρενη πτήση».
Σ' έναν έρημο τόπο
Ντόροθι Μπ. Χιούζ
Μτφρ. Βάσια Τζανακάρη
Μίνωας 2017
Σελ. 308, τιμή εκδότη €14,00