
Για το μυθιστόρημα της Μουρασάκι Σικίμπου (Murasaki Shikibu) «Γκέντζι», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Νύμφη, σε μετάφραση του Νίκου Πιτσινού. Στην κεντρική εικόνα, η Μουρασάκι Σικίμπου, γράφοντας το έργο της.
Γράφει η Χριστίνα Μουκούλη
Ο Γκέντζι είναι ο δεύτερος γιος του αυτοκράτορα της Ιαπωνίας και είναι τόσο όμορφος, χαρισματικός και αξιαγάπητος, που τον αποκαλούν Γκέντζι, ο Ακτινοβόλος. Ο αυτοκράτορας θέλει πολύ να τον κάνει διάδοχό του, όμως δεν μπορεί να σπάσει το πρωτόκολλο και να παρακάμψει τον πρώτο του γιο, στον οποίο δικαιωματικά ανήκει ο τίτλος. Κάνει λοιπόν αρχικά τον Γκέντζι λοχαγό και του παρέχει κάθε πολυτέλεια που μπορεί να επιθυμήσει.
Ο Γκέντζι περιφέρεται στην πόλη και στην Αυλή του αυτοκράτορα και γοητεύει τους πάντες με την παρουσία του. Οι γυναίκες τον ερωτεύονται τόσο για την εμφάνισή του, όσο και για τους λεπτούς του τρόπους και την καλλιέργειά του. Εκείνος χρησιμοποιεί κάθε είδους τέχνασμα για να κάνει δική του όποια γυναίκα του αρέσει. Αναρίθμητες οι κατακτήσεις του. Όμως, όσες και να κατακτήσει ο Γκέντζι, ποτέ δεν θα είναι αρκετές γι’ αυτόν, ποτέ δεν θα είναι ικανοποιημένος. Και βέβαια, εκείνο που τον γοητεύει περισσότερο, είναι κάθε τι το απαγορευμένο. Όπως απαγορευμένη είναι και η σχέση με τη νεαρή μητριά του, για την οποία ο Γκέντζι εκδηλώνει έντονο πάθος και με την οποία αποκτά κι ένα παιδί. Με κάποιο τρόπο, ο πανέμορφος πρίγκιπας γίνεται πάντα η αφορμή για να βιώνουν τραγικά γεγονότα οι γυναίκες που βρίσκονται στον δρόμο του. Το ίδιο συμβαίνει και με την ανήλικη Αόι, την οποία απαγάγει και παντρεύεται, χωρίς όμως και να την κάνει ευτυχισμένη.
Ένα βιβλίο με διαχρονική ομορφιά
Το βιβλίο γράφτηκε στις αρχές του ενδέκατου αιώνα, θεωρείται το πρώτο σύγχρονο μυθιστόρημα και ένα από τα σπουδαιότερα έργα της ανατολικής λογοτεχνίας. Παρέχει πλήθος πληροφοριών για την Αυλική ζωή της περιόδου Χεϊάν (794-1185), για τις συνήθειες των αριστοκρατών, για τον τρόπο της ζωής τους, για την ενασχόλησή τους με τη ζωγραφική, την καλλιγραφία, τη θρησκεία, τη μουσική και την ποίηση. Μάλιστα παρατίθενται στο κείμενο πολλοί στίχοι ποιημάτων, τους οποίους οι ήρωες άλλοτε απαγγέλλουν κι άλλοτε χρησιμοποιούν στις επιστολές που ανταλλάσσουν μεταξύ τους.
Η δράση εκτυλίσσεται σ' ένα περιβάλλον συχνά ειδυλλιακό
Η δράση εκτυλίσσεται σ' ένα περιβάλλον συχνά ειδυλλιακό: οι ανθισμένοι κήποι του παλατιού με λουλούδια κάθε χρώματος, φθινοπωρινά φύλλα που επιτείνουν τη μελαγχολική διάθεση των ερωτευμένων, φεγγαρόφωτες βραδιές για τις ρομαντικές ψυχές, σκιές στις οποίες καταφεύγουν οι παράνομοι εραστές. Πολυτελή παλάτια, εξωτικά εδέσματα, μεταξωτά υφάσματα, πανέμορφα σώματα, ευγενικές παρουσίες με λεπτούς τρόπους. Χωρίς βέβαια να λείπουν οι ίντριγκες, οι προδοσίες και οι απώλειες, όπως επίσης θυμός και πόνος επιμελώς καλυμμένος, πίσω από την ευγένεια και τους καλούς τρόπους.
Εκτός από τον Γκέντζι, που είναι ο πρωταγωνιστής της ιστορίας, στο βιβλίο κάνουν την εμφάνισή τους αμέτρητοι άλλοι χαρακτήρες, τους οποίους η συγγραφέας σκιαγραφεί με μεγάλη μαεστρία. Οι φίλοι του Γκέντζι, οι οικογένειές τους, οι γυναίκες με τις οποίες σχετίζονται, οι Κυρίες επί των Τιμών, διάφοροι Υπουργοί, γυναίκες που εργάζονται στο παλάτι, ο ίδιος ο Αυτοκράτορας και οι παλλακίδες του. Οι ήρωες μπλέκουν σε ερωτικές ιστορίες, παθιάζονται, ζηλεύουν, αγαπούν και χάνουν τους αγαπημένους τους, παίρνουν μέρος σε εξωσυζυγικές περιπέτειες, συζητούν και αναλύουν τις σκέψεις τους, οι περισσότεροι απολαμβάνουν τα θετικά της κοινωνικής τους θέσης, κάποιοι άλλοι υφίστανται στωικά ό,τι δεν μπορούν να αποφύγουν.
Και βέβαια, ως συνήθως, οι χαμένες της υπόθεσης είναι οι γυναίκες.
Και βέβαια, ως συνήθως, οι χαμένες της υπόθεσης είναι οι γυναίκες. Ακόμα και στην περίπτωση που μια γυναίκα ανήκει στην ανώτερη τάξη, ή μάλλον κυρίως τότε, η συμπεριφορά που της επιτρέπεται είναι συγκεκριμένη. Δεν μπορεί να εκφράσει τα θέλω της. Είναι καλύτερα να μην δείχνει όσα ξέρει και να μην λέει όσα θα ήθελε να πει. Δεν μπορεί να δείξει τον θυμό ή τη ζήλια της, με αποτέλεσμα να κλονίζεται η υγεία της. Ανεξήγητες αρρώστιες κάνουν την εμφάνισή τους στις γυναίκες της αριστοκρατίας, οι οποίες παραιτούνται από τη ζωή και μπορεί να οδηγηθούν και στον θάνατο. Λεπτεπίλεπτες γυναικείες υπάρξεις περιφέρονται στους ανθισμένους κήπους του παλατιού, ονειρεύονται ρομαντικές ιστορίες με κάποιον που ελπίζουν να τις αγαπήσει, δίνονται στον αγαπημένο τους, όμως πολύ συχνά, αν όχι πάντα, αντιμετωπίζουν τη ματαίωση των προσδοκιών τους. Το ζητούμενο γι’ αυτές είναι να αποδεικνύουν διαρκώς τη δύναμή τους και να μην σταματούν να είναι δημιουργικές.
Η συγγραφέας
Η συγγραφέας του μυθιστορήματος, το πραγματικό όνομα της οποίας μας είναι άγνωστο, είναι μια γυναίκα μορφωμένη, που μετά από τον θάνατο του συζύγου της γίνεται Κυρία επί των Τιμών της Αυτοκρατορικής Αυλής. Το βιβλίο στην πρωτότυπη μορφή του αποτελούνταν από πενήντα τέσσερα κεφάλαια και αριθμούσε τουλάχιστον 1100 σελίδες. Γράφτηκε κατά τη διάρκεια μιας δεκαετίας περίπου. Αν και γνωρίζει καλά την επίσημη γραφή, η συγγραφέας επιλέγει να χρησιμοποιήσει τη γραφή Κάνα, τη γραφή των γυναικών, μια γραφή εκφραστική και άμεση, στην οποία έχει πρόσβαση μεγαλύτερος αριθμός αναγνωστών.
Η κομψότητα και οι λεπτοί τρόποι που χαρακτηρίζουν την αριστοκρατική κοινωνία αποτελούν και χαρακτηριστικά της γραφής της.
Η κομψότητα και οι λεπτοί τρόποι που χαρακτηρίζουν την αριστοκρατική κοινωνία αποτελούν και χαρακτηριστικά της γραφής της. Περίπλοκη αφήγηση, μακροπερίοδος λόγος, ήρεμος ρυθμός, εξαιρετική περιγραφή εικόνων της φύσης, και των κάθε λογής τελετουργιών, διεισδυτική ανάλυση χαρακτήρων, και ένα πλήθος ερωτικών ιστοριών. Ένα βιβλίο που αιχμαλωτίζει τον αναγνώστη, είτε είναι λάτρης της μοναδικής και ιδιαίτερης ιαπωνικής κουλτούρας, είτε όχι, και, χάριν του οποίου, δικαίως η συγγραφέας του κατατάσσεται στους εκατό σημαντικότερους λογοτέχνες όλων των εποχών.
Πολύ λειτουργική η μετάφραση του Νίκου Πιτσινού, και εξαιρετικά διαφωτιστικό το εισαγωγικό του σημείωμα.
*Η ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΜΟΥΚΟΥΛΗ είναι συγγραφέας και εκπαιδευτικός.
Απόσπασμα από το βιβλίο
«Γκέντζι, ο Ακτινοβόλος. Γνώριζε καλά ότι η κληρονομιά ενός τέτοιου ονόματος δεν θα μπορούσε να παραμείνει άθικτη από τις κοφτερές γωνίες της ζήλειας και του φθόνου, κι ότι η παραμικρή παρασπονδία στην οποία θα υπέπεφτε, θα στιγμάτιζε τις επόμενες γενεές του αυτοκρατορικού στέμματος. Φοβούμενος μην χαρακτηριστεί, μετά από πολλά χρόνια, ως κάποιος ανήθικος και ανάξιος, και γνωρίζοντας άριστα(τόσο αναθεματισμένες είναι οι γλώσσες που κουτσομπολεύουν) ότι οι πιο κρυφές του πράξεις θα μπορούσαν να δουν ανά πάσα στιγμή το φως του ήλιου, ήταν υποχρεωμένος να λειτουργεί πάντα με σύνεση, διατηρώντας μια σεβάσμια εικόνα.»
Δυο λόγια για τη συγγραφέα
Η Μουρασάκι Σικίμπου έζησε στα τέλη του δέκατου - αρχές του ενδέκατου αιώνα, και υπήρξε Κυρία επί των Τιμών, της Αυτοκρατορικής Ιαπωνικής Αυλής. Το πραγματικό όνομα της συγγραφέως είναι άγνωστο· εικάζεται ότι απέκτησε το προσωνύμιο Μουρασάκι από το όνομα του γυναικείου χαρακτήρα του μυθιστορήματός της, ενώ το όνομα Σικίμπου, ίσως, αντικατόπτριζε τη θέση του πατέρα της ως υπεύθυνου αξιωματούχου της τέλεσης των εθιμοτυπικών δρώμενων, της Αυλής.
Ήταν ιδιαιτέρως μορφωμένη, και μία από τις ελάχιστες γυναίκες που γνώριζαν τόσο καλά την κινεζική γλώσσα. Εκτός από το αριστουργηματικό «Γκέντζι», είχε συγγράψει επίσης και τα βιβλία, «Τα Ημερολόγια των Κυριών της Αυλής στην Παλαιά Ιαπωνία», («Diaries of Court Ladies of Old Japan»), που μεταφέρθηκαν στα Αγγλικά, σε μετάφραση των Annie Shepley Ōmori και Kōchi Doi, καθώς και τα «Ποιητικά Απομνημονεύματα», («Poetic Memoirs»).