Ο έρωτας ως κοινωνικό πρόβλημα - Για το βιβλίο της Eva Illuz «Γιατί πληγώνει ο έρωτας» (μτφρ. Διονύσης Παπαδουκάκης, Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου).
Της Άννας Λυδάκη
Πάντα υπήρχαν οι καημοί του έρωτα. Η μυθολογία μας λέει για τον άτυχο έρωτα του Απόλλωνα προς τη Δάφνη: Ο θεός πρόσβαλε τον Έρωτα και το παιδί της Αφροδίτης τον εκδικήθηκε ρίχνοντας σ’ εκείνον το βέλος που ανάβει το πάθος και στη Δάφνη το βέλος της αδιαφορίας. Έτσι, ο θεός τρέχει πίσω από τη νύμφη παρακαλώντας τη να ανταποκριθεί στον έρωτά του, ενώ εκείνη αδιαφορεί και φεύγει τρέχοντας. Όταν την πλησιάζει επικίνδυνα, η μητέρα της η Γαία τη μεταμορφώνει σε φυτό και ο απελπισμένος Απόλλωνας φορά έκτοτε στεφάνι δάφνινο στα μαλλιά του.
Ο μύθος είναι προφανές ότι ρίχνει το φταίξιμο για τον πόνο του ερωτευμένου Απόλλωνα στον ίδιο, που δεν σεβάστηκε τον φτερωτό θεό. Μια λάθος συμπεριφορά του είχε ως συνέπεια τα βάσανα που επακολούθησαν. Ο μύθος αυτός φαίνεται πως λάθρα είναι ακόμα ζωντανός αφού, κατά ανάλογο τρόπο θα λέγαμε, η ψυχολογία αναζητά συνήθως τα αίτια για τους άτυχους έρωτες, στον ίδιο τον ερωτευμένο που δεν βρίσκει ανταπόκριση. Φταίει το ίδιο το άτομο, είναι ψυχικά ανώριμο, επιλέγει λάθος πρόσωπα…
Oι επιδιώξεις και οι εμπειρίες, που θεωρούμε ότι έχουν ατομικό χαρακτήρα, διαθέτουν σε μεγάλο βαθμό κοινωνικό και συλλογικό περιεχόμενο. Αυτό δεν γίνεται συνήθως αντιληπτό διότι μαθαίνουμε ότι ως άτομα είμαστε υπεύθυνοι για τις πράξεις μας· το αποτέλεσμα είναι να νιώθουμε μειωμένη αυτοεκτίμηση.
Η ψυχολογία μ’ αυτό τον τρόπο υπάγει το αισθηματικό και το ερωτικό στη σφαίρα της προσωπικότητας του ατόμου. Βεβαίως άνδρες και γυναίκες φέρουν και προσωπική ευθύνη για τις ενέργειές τους, και υπάρχουν σημαντικές ψυχικές διαφορές μεταξύ των ανθρώπων οι οποίες παίζουν σημαντικό ρόλο στη ζωή του καθενός. Όμως, οι επιδιώξεις και οι εμπειρίες που θεωρούμε ότι έχουν ατομικό χαρακτήρα, διαθέτουν σε μεγάλο βαθμό κοινωνικό και συλλογικό περιεχόμενο. Αυτό δεν γίνεται συνήθως αντιληπτό διότι μαθαίνουμε ότι ως άτομα είμαστε υπεύθυνοι για τις πράξεις μας· το αποτέλεσμα είναι να νιώθουμε μειωμένη αυτοεκτίμηση. Αυτή την εδραιωμένη στον ατομικισμό άποψη αναλύει στο βιβλίο της η καθηγήτρια κοινωνιολογίας Eva Illouz, καταδεικνύοντας τη δύναμη του συστήματος που επηρεάζει τα άτομα.
Στο ερώτημα «γιατί πληγώνει ο έρωτας;» η Illouz απαντά ότι για τα δεινά της ερωτικής ζωής, από τα οποία στην εποχή μας ελάχιστοι γλιτώνουν, φταίνε οι τρόποι θέσμισης του εαυτού και της ταυτότητας. Παραδείγματος χάρη όταν μια κοινωνία και μια κουλτούρα προωθούν το έντονο πάθος του έρωτα και τον ετεροφυλοφυλικό γάμο ως μοντέλα για την ενήλικη ζωή, διαμορφώνουν όχι μόνο τη συμπεριφορά μας αλλά και τις σκέψεις, τις επιθυμίες, τις προσδοκίες, τις ελπίδες και τα όνειρά μας σχετικά με την επίτευξη της ευτυχίας.
Στο ερώτημα «γιατί πληγώνει ο έρωτας;» η Illouz απαντά ότι για τα δεινά της ερωτικής ζωής, από τα οποία στην εποχή μας ελάχιστοι γλιτώνουν, φταίνε οι τρόποι θέσμισης του εαυτού και της ταυτότητας.
Η συγγραφέας επικεντρώνεται στον ετεροφυλικό έρωτα διότι θεωρεί ότι εδώ εμφανίζεται περισσότερο η ανάμειξη οικονομικών και συναισθηματικών λογικών. Πιο συγκεκριμένα, εξετάζει τις ερωτικές σχέσεις από τη μεριά των γυναικών, κυρίως εκείνων που επιλέγουν να παντρευτούν, να αποκτήσουν παιδιά και να υιοθετήσουν τους τρόπους ζωής των μεσαίων τάξεων. Αυτές οι επιδιώξεις και η θέση τους σε μια ελεύθερη αγορά ερωτικών συναντήσεων δημιουργεί νέες μορφές συναισθηματικής κυριαρχίας των ανδρών πάνω στις γυναίκες.
Η νεωτερικότητα, με τις μεγάλες ανακαλύψεις και την πρόοδο της επιστήμης, προάγει τον ατομικισμό, την αυτονομία, τη δυνατότητα επιλογών και την κυριαρχία του ορθού λόγου έναντι του συναισθήματος. Όμως, παρά το γεγονός ότι ο έρωτας γίνεται ένα από τα στοιχεία της μετάβασης από την καταπίεση στην ελευθερία, οι κακοδαιμονίες της ερωτικής ζωής ταλανίζουν τους ανθρώπους.
Η Illouz στα μυθιστορήματα της Jane Austen διακρίνει τον συναισθηματικό ατομικισμό. Η εξουσία των γονιών στις ερωτικές επιλογές των παιδιών τους έχει αρχίσει να κλονίζεται, όμως τα άτομα οφείλουν να συμμορφώνονται στους ηθικούς κώδικες και στους κοινωνικούς κανόνες. Δηλαδή τα «αντικειμενικά», «ορθολογικά» κριτήρια επιβάλλονται στις επιλογές και στα προσωπικά συναισθήματα. Για τις γυναίκες η σεμνότητα και η αποχή από το σεξ σημαίνουν ηθικότητα, αλλά μπορούν να αποδεχτούν ή να απορρίψουν την πρόταση ενός άνδρα. Τον έρωτα εμπνέουν άντρες για τους οποίους ο περίγυρος έχει καλή γνώμη, εκείνοι που τηρούν τις υποσχέσεις τους και επιδιώκουν τον γάμο, αφού η κοινωνική τους υπόσταση εξαρτάται από αυτόν, τουλάχιστον στη μεσαία τάξη και στην αριστοκρατία του 19ου αιώνα. Οι νεαροί και οι νεαρές αναζητούν την ευτυχία μέσα στη δική τους κοινωνική θέση χωρίς να επιδιώκουν ούτε να ανέβουν ψηλότερα ούτε να πέσουν χαμηλότερα. Τα συναισθήματα, εν ολίγοις, φαίνονται εδραιωμένα στη λογική και στο συμφέρον.
Μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο η σεξουαλικότητα νομιμοποιείται ως αυτοσκοπός, ξεκομμένη από την προοπτική γάμου, ενώ η σεξουαλική ελκυστικότητα (σεξαπίλ, sexiness), προσδίδει στάτους, είναι ανεξάρτητη από ηθικούς κώδικες και κοινωνικές τάξεις, και γίνεται κριτήριο για την επιλογή συντρόφου. Το happy and των χολιγουντιανών ταινιών φανερώνει ότι η κοινωνική κινητικότητα μέσω της αλχημείας του έρωτα είναι εφικτή.
Το σεξ αποσυνδέεται από τα συναισθήματα και την ηθική και η έλξη εξαρτάται πλέον από το εικονικό. Όμως, καθώς το sexy look τυποποιείται, η «αγορά γάμου» χαρακτηρίζεται από έντονο ανταγωνισμό και το προσωπικό γούστο περιλαμβάνει και κοινωνικοοικονομικούς παράγοντες. Παραδείγματος χάρη, η ελκυστικότητα μπορεί να προσφερθεί ως αντάλλαγμα για το οικονομικό στάτους ενός άλλου, ακριβώς επειδή η αγορά γάμου γίνεται φαινομενικά ανοιχτή σε προσωπικές επιλογές και προτιμήσεις. Έτσι, η σεξουαλικότητα συνυφαίνεται στενά με την κοινωνική αξία και οι γυναίκες υποτάσσονται τόσο στους άνδρες –που ως επί το πλείστον κατέχουν το χρήμα– όσο και στη γιγαντιαία οικονομική μηχανή που τροφοδοτείται από τη βιομηχανία ομορφιάς. Τώρα, νέοι και όμορφοι, όμορφοι και φτωχοί μπορούν να βρουν καλύτερες θέσεις εργασίας, ενώ πριν αποκλείονταν από τις μεσαίες και τις ανώτερες τάξεις.
Η σημασία της νεότητας και της ομορφιάς τονίζεται συνεχώς, όπως και οι επιπτώσεις της γήρανσης, και οι γυναίκες στο πλαίσιο μιας ετεροφυλοφιλικής σχέσης, μέσα σε περιορισμένο χρονικό πλαίσιο αισθάνονται ότι πρέπει να επιλέξουν σύντροφο και να τεκνοποιήσουν.
Η ελευθερία στη σεξουαλική σφαίρα οδήγησε σε ένα μετασχηματισμό των σχέσεων και νομιμοποίησε τις ανισότητες. Οι σύγχρονες γυναίκες –περισσότερο μορφωμένες– εισέρχονται στην αγορά γάμου πιο καθυστερημένα σε σχέση με τις γυναίκες των μέσων του 20ού αιώνα και, καθώς εξακολουθούν να επιλέγουν στη συντριπτική πλειονότητά τους τη μητρότητα, είναι αναγκασμένες να λειτουργούν μέσα σε ένα πολύ στενό χρονικό περιθώριο. Η σημασία της νεότητας και της ομορφιάς τονίζεται συνεχώς, όπως και οι επιπτώσεις της γήρανσης, και οι γυναίκες στο πλαίσιο μιας ετεροφυλοφιλικής σχέσης αισθάνονται ότι πρέπει να επιλέξουν σύντροφο και να τεκνοποιήσουν μέσα σε περιορισμένο χρονικό πλαίσιο.
Όμως, οι αγορές γάμου μοιάζουν όλο και περισσότερο με τις καταναλωτικές αγορές, όπου κυριαρχεί ο νόμος της προσφοράς και της ζήτησης, και η διαθέσιμη γυναίκα γίνεται αδιάφορη. Γι’ αυτό και πλήθος εγχειριδίων βρίθουν από συμβουλές για το πώς οι γυναίκες πρέπει να κρατούν αποστάσεις προκειμένου να γίνουν επιθυμητές. Σε ό,τι αφορά το συναίσθημα, στην ύστερη νεωτερικότητα οι εκδηλώσεις φροντίδας και αγάπης όχι μόνο δεν δελεάζουν έναν άνδρα αλλά, αντίθετα, τον κάνουν συχνά να «φεύγει τρέχοντας».
Η Eva Illouz γεννήθηκε στο Μαρόκο και είναι καθηγήτρια κοινωνιολογίας στο Εβραϊκό Πανεπιστήμιο της Ιερουσαλήμ και μέλος του Κέντρου Μελέτης της Λογικής. Έχει γράψει 12 βιβλία κι είναι τακτική συνεργάτιδα των εφημερίδων «Ha'aretz», «Le Monde» και «Die Zeit». Ήταν η πρώτη γυναίκα πρόεδρος της Ακαδημίας Bezalel Art and Design.
|
Η ελευθερία επιλογών, που με το διαδίκτυο έγιναν ακόμη περισσότερες, αναγκάζουν τα άτομα σε μια διαρκή ενδοσκόπηση για να καθορίσουν τις προτιμήσεις τους και να αξιολογήσουν τις επιλογές τους. Υποτίθεται ότι η ενδοσκόπηση βοηθάει στη συναισθηματική διαύγεια, όμως η Illouz διαφωνεί. Η πληροφοριακή υπερφόρτωση και η πληθώρα επιλογών μάς ωθεί να κάνουμε ορθολογικές συγκρίσεις και μειώνει την ικανότητά μας να λαμβάνουμε γρήγορες αποφάσεις στη βάση της διαίσθησης και των συναισθημάτων. Αυτό μειώνει την ικανότητα για ισχυρή συναισθηματική δέσμευση και υπονομεύει τη διαίσθηση.
Ο κίνδυνος της απόρριψης μια ερωτικής πρόσκλησης ελλοχεύει πάντα στις σχέσεις. Οι γυναίκες –και σε πολύ μικρότερο βαθμό οι άντρες– πιστεύουν συχνά ότι ευθύνονται οι ίδιες για τις ερωτικές δυσκολίες και αποτυχίες τους. Η οδύνη που προκαλείται μετατρέπεται σε ένδειξη ελαττωματικού εαυτού και η αυτονομία υπονομεύεται, αφού η αξία μας πιστεύουμε ότι εξαρτάται από το αντικείμενο του έρωτα. Δεν είναι τυχαίο που μια βιομηχανία «ψυχολογικού σχεδιασμού του εαυτού» αναπτύσσεται με στόχο να βοηθήσει τις γυναίκες να καλύψουν τα «ελλείμματά» τους.
Ο ορθός λόγος απομάγευσε τον έρωτα, που έχασε το πάθος του μέσα σε μια απέραντη πολιτισμική διεργασία εξορθολογισμού και συνεθλίβη από τις τυραννικές επιταγές για μια ζωή με υγιείς και ανώδυνους έρωτες. Η ελκυστικότητα και το σεξουαλικό κεφάλαιο έχουν αποκτήσει κεντρική θέση στις διαδικασίες αναγνώρισης και χρησιμοποιούνται πλέον για να σηματοδοτήσουν και να κατασκευάσουν κοινωνική αξία. Όμως, η φοβία δέσμευσης, η αμφιθυμία, η απογοήτευση, αποδιοργανώνουν τη βούληση και την επιθυμία και προσανατολίζουν στη δημιουργία μιας ψυχρής ατομικότητας αντί για τη δημιουργία ισχυρών δεσμών.
Η Illouz, είναι φανερό ότι δεν νοσταλγεί την εποχή που οι γυναίκες βρίσκονταν σε κατάσταση εξάρτησης. Εκείνο που επιδιώκει στην εξαιρετική αυτή μελέτη είναι να καταδείξει ότι οι απογοητεύσεις, που είναι συνυφασμένες με τις ερωτικές εμπειρίες, έχουν τις ρίζες τους στην κοινωνική αναδιοργάνωση της σεξουαλικότητας. Οι κυρίαρχες απόψεις σύμφωνα με τις οποίες οι άνδρες είναι από τη φύση τους ανίκανοι, ψυχολογικά και βιολογικά, να εμπλακούν σε μια σχέση και ότι οι γυναίκες θα έπρεπε να αλλάξουν την ψυχοσύνθεσή τους προκειμένου να βρουν και να διατηρήσουν τον έρωτα στη ζωή τους, είναι λανθασμένες, τονίζει, και με το έργο της επιχειρεί να «απαλύνει τον πόνο του έρωτα μέσα από την κατανόηση των κοινωνικών του ερεισμάτων».
Πέρα όμως από το κεντρικό θέμα της, τον έρωτα και τα βάσανά του, η Illouz μας βοηθά να κατανοήσουμε ότι το σύστημα γενικότερα μας μαθαίνει ότι για τις δυσκολίες της ζωής μας φταίμε εμείς οι ίδιοι που κάνουμε λάθη, που δεν φερόμαστε «όπως πρέπει», που δεν έχουμε ικανότητες. Καιρός είναι να αντιληφθούμε πως τα περισσότερα από τα προσωπικά μας προβλήματα είναι κοινωνικά προβλήματα που ριζώνουν στο σύστημα. Και αυτό είναι κυρίως που πρέπει να αλλάξει.
* Η ΑΝΝΑ ΛΥΔΑΚΗ είναι καθηγήτρια Κοινωνιολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Τελευταίο βιβλίο της, η μελέτη «Αναζητώντας το χαμένο παράδειγμα: Επιτόπια έρευνα, κατανόηση, ερμηνεία» (εκδ. Παπαζήση).
→ Στην κεντρική εικόνα και στην αμέσως επόμενη: © Η Marina Abramovic και ο Ulay από την performance Rest Energy (κεντρική) και ΑΑΑ-ΑΑΑ (μεσαία).
Γιατί πληγώνει ο έρωτας
Μια κοινωνιολογική ερμηνεία
Eva Illouz
Μτφρ. Διονύσης Παπαδουκάκης
Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου 2019
Σελ. 352, τιμή εκδότη €23,30