Για το μυθιστόρημα του Κυριάκου Γιαλένιου Μόνο τα νεκρά ψάρια ακολουθούν το ρεύμα (εκδ. Ψυχογιός).
Του Κώστα Δρουγαλά
Το Μόνο τα νεκρά ψάρια ακολουθούν το ρεύμα είναι το δεύτερο μυθιστόρημα του Κυριάκου Γιαλένιου (Θεσσαλονίκη 1978). Ο ιδιαίτερος τίτλος του βιβλίου προέρχεται από τίτλο κεφαλαίου του μυθιστορήματος και σαφώς παραπέμπει στη νουάρ διάλεκτο. Από το ξεκίνημα του βιβλίου –κατά τα γκραμσιανά λόγια– βρισκόμαστε σε εκείνο το μεταίχμιο ενός παλιού κόσμου που καταρρέει και ενός καινούργιου που πασχίζει να γεννηθεί.
Από το ξεκίνημα του βιβλίου βρισκόμαστε σε εκείνο το μεταίχμιο ενός παλιού κόσμου που καταρρέει και ενός καινούργιου που πασχίζει να γεννηθεί.
Το μυθιστόρημα ακολουθεί δύο παράλληλες αφηγήσεις: στην πρώτη, ο Ντέιν –ένας οικονομολόγος με «τετράγωνη λογική και μίνιμαλ φαντασία»– μια καλοκαιρινή νύχτα γίνεται άθελά του μάρτυρας της δολοφονίας μιας κοπέλας στο απέναντι διαμέρισμα. Τα αποκαλυπτικά στοιχεία θα τον οδηγήσουν στην Υβόν, την κοπέλα που μετά τον χωρισμό τους του κληροδότησε αϋπνίες, καθώς και στον Εμίλ, τον ιδιόρρυθμο αδερφό της Υβόν.
Στη δεύτερη ιστορία γνωρίζουμε τον στρατιώτη Σνόου, που έχει ξεμείνει μόνος σε ένα στρατιωτικό φυλάκιο της ενδοχώρας· οι υπόλοιποι συνάδελφοί του εγκατέλειψαν τα πόστα τους μετά το χάος που άρχισε να επικρατεί στη χώρα. Σύντομα θα γνωριστεί με τον Ντελόν –ήρωα από τη Νόσο των εραστών, το πρώτο μυθιστόρημα του Γιαλένιου– και έναν αλλοπαρμένο Ιρλανδό. Οι δύο παράνομοι επιβιώνουν ληστεύοντας ηλικιωμένους που ζουν ολομόναχοι στα χωριά της υπαίθρου. Ο Ιρλανδός –ανάμεσα στα άλλα– δεν χορταίνει να διηγείται μακροσκελείς ιστορίες: έτσι μαθαίνουμε τα σαραντάχρονα του παππού του, Ιρλανδού μετανάστη στη Νέα Υόρκη, που σταδιοδρόμησε ως ανθοκαλλιεργητής· τις πολλαπλές ερμηνείες του «Ring of Fire» του Johnny Cash· τη μνήμη των μυών και την ιστορία του στρατιώτη Λέοναρντ· μαθαίνουμε ακόμη τον ανυπεράσπιστο έρωτα του Ιρλανδού για τη νεραϊδόμορφη κόρη ενός σκληρού και παρανοϊκού εργοδότη. Στο τέλος του βιβλίου οι δύο ιστορίες θα ενωθούν και οι αποκαλύψεις θα διαδεχτούν η μία την άλλη.
Ο χώρος δράσης του μυθιστορήματος είναι μια πόλη και μια χώρα που δεν δηλώνεται ρητά. Μαθαίνουμε ωστόσο για επιχειρήσεις που κλείνουν, για εργαζομένους που απολύονται, για χρηματικές απολαβές που μειώνονται, για διαδηλωτές που πολλαπλασιάζονται καθημερινά και για τον στρατό που έχει κατέβει στους δρόμους προκειμένου να σταματήσει μία επερχόμενη επανάσταση: ο αναγνώστης αντιλαμβάνεται πως η χώρα δεν είναι άλλη από την Ελλάδα, όπως και ο τόπος δεν είναι άλλος από τη Θεσσαλονίκη. Τα ξενικά ονόματα όμως των πρωταγωνιστών αφαιρούν κάτι από τον σταθερό ρυθμό της αφήγησης, καθώς δεν καθιστούν εύκολο το αναγνωστικό αγκάλιασμα των ηρώων.
Οι προεκτάσεις του βιβλίου είναι ξεκάθαρες: η διαφθορά και ο χρηματισμός οδηγούν μία κοινωνία άλλοτε παραγωγική στην παρακμή· η προσωπική αξία μετατρέπεται σε ανταλλακτική· οι εργάτες δεν πωλούν τη δουλειά τους αλλά την εργατική τους δύναμη.
Οι χαρακτήρες του βιβλίου είναι αρκετά διαφορετικοί ο ένας από τον άλλον, με αποτέλεσμα να ξεχωρίζουν: ο Ντέιν μοιάζει να κινείται στα όρια της ανυπαρξίας μετά τον χωρισμό του από την Υβόν· τα κοιτάγματά της τον κάνουν να μοιάζει σαν να τον έχει καταπιεί το σύμπαν ολόκληρο. Η Υβόν δεν έχει σχέση με τα πρότυπα μιας γυναίκας-δηλητήριο – παρότι γνωρίζει καλά πώς να αφήνει το αποτύπωμα στο πέρασμά της. Ο Ντελόν είναι λιγομίλητος και μυστηριώδης· το ακριβώς αντίθετο είναι ο Ιρλανδός: πολυλογάς και αιθεροβάμων, σύμφωνα με τον Ντέιν. Όσο για τον στρατιώτη Σνόου, αυτός κινείται από τη μία πλευρά στην άλλη ορίζοντας το παιχνίδι του εκμεταλλευτή-εκμεταλλευόμενου. Και μέσα σε όλα αυτά η πανταχού παρούσα ειρωνεία του ίδιου του συγγραφέα, που αποτελεί ένα αναρχικό τρικ στη διήγηση της ιστορίας.
Το Μόνο τα νεκρά ψάρια ακολουθούν το ρεύμα είναι ένα αστυνομικό μυθιστόρημα χωρίς την ύπαρξη αστυνομικών. Πιο σωστά, θα έπρεπε να το χαρακτηρίσουμε «ψευδοαστυνομικό μυθιστόρημα», μιας και εκτός από το πάντα ενδιαφέρον και καλοδεχούμενο στοιχείο της έκπληξης, δεν έχει τα γνώριμα μοτίβα της αστυνομικής αφήγησης: αντιθέτως επιμένει σταθερά σε μία πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα – περίπου όπως συμβαίνει με τα μυθιστορήματα του Πάκο Ιγνάσιο Τάιμπο Σεγούντο. Οι προεκτάσεις του βιβλίου είναι ξεκάθαρες: η διαφθορά και ο χρηματισμός οδηγούν μία κοινωνία άλλοτε παραγωγική στην παρακμή· η προσωπική αξία μετατρέπεται σε ανταλλακτική· οι εργάτες δεν πωλούν τη δουλειά τους αλλά την εργατική τους δύναμη· οι άνεργοι πετιούνται στον δρόμο –ακριβώς όπως στην εποχή του Ντίκενς.
Ολόκληρο το κοινωνικό σύστημα που παρουσιάζεται στο μυθιστόρημα είναι κλονισμένο συθέμελα: άνθρωποι που σκάβουν με τα χέρια τους μέσα στους κάδους απορριμμάτων· εξαθλιωμένοι μετανάστες, εγκλωβισμένοι σε μία χώρα που απέχει πολύ από τη Γη της Επαγγελίας· στην καλύτερη των περιπτώσεων: έργα από μπετόν που έχουν μείνει ημιτελή. Και μέσα σε όλα αυτά, η κρίση: οικονομική, πολιτική, κοινωνική, ηθική – εκείνη η «τρομακτική λέξη», που τεχνηέντως δεν δηλώνεται πουθενά μέσα στο μυθιστόρημα. Ακόμη κι έτσι όμως, ο αναγνώστης διακρίνοντας τα μυθοπλαστικά παιχνίδια εκμετάλλευσης, αναρωτιέται αν αξίζει λιγότερο τον κόπο η εκμετάλλευση από μία οποιαδήποτε Υβόν σε σχέση με τη φιλοχρηματία, τη μοναξιά, τη μελαγχολία, την απουσία του οργανωμένου χάους ή εν τέλει του αδύνατου να γίνει.
* Ο ΚΩΣΤΑΣ ΔΡΟΥΓΑΛΑΣ είναι εκπαιδευτικός και κριτκός βιβλίου.
Μόνο τα νεκρά ψάρια ακολουθούν το ρεύμα
Κυριάκος Γιαλένιος
Ψυχογιός 2015
Σελ. 416, τιμή εκδότη €16,60