Του Παναγιώτη Γούτα
Δύο βιβλία για τις παθήσεις του σώματος
Δύο βιβλία που προκάλεσαν αίσθηση μέσα στο 2012 (το ένα ανατύπωση), αφορούν παθήσεις του φθαρτού ανθρώπινου σώματος και τις επιπτώσεις που έχουν αυτές στο άμεσο συγγενικό περίγυρο των ασθενών. Πρόκειται για το ολιγοσέλιδο αφήγημα Η αδελφή μου, του Σταύρου Ζουμπουλάκη, και το ανατυπωμένο μυθιστόρημα του Φίλιπ Ροθ Πατρική κληρονομιά. Και τα δύο κυκλοφορούν από τις καλαίσθητες και ποιοτικές εκδόσεις ΠΟΛΙΣ.
Ο Σταύρος Ζουμπουλάκης, που μέχρι πρότινος και επί μακρό χρονικό διάστημα (1998-2012) υπήρξε διευθυντής του λογοτεχνικού περιοδικού Νέα Εστία, που κυκλοφορούσε σε μηνιαία βάση (μιλάμε, φυσικά, για άθλο, αν συνυπολογίσει κανείς και την εκλεκτή και πάντα προσεγμένη ύλη του), έγραψε ένα αφήγημα-δοκίμιο, στο οποίο εκθέτει την περιπέτεια υγείας της αδελφής του, Γιούλας Ζουμπουλάκη, που έχασε τη μάχη με τον καρκίνο στα εξήντα της χρόνια, τον δεκαπενταύγουστο της περασμένης χρονιάς. Στη ζωή της ταλαιπωρήθηκε από μια σπάνιας μορφής επιληψία, που δεν ήταν δυνατόν να ελεγχθεί με φαρμακευτική αγωγή, γεγονός που έδρασε ποικιλοτρόπως στους συγγενείς της, ιδίως στον αδελφό της (και συγγραφέα), με τον οποίον (όπως φαίνεται και στο κείμενο) υπήρχε ένα υπερβολικό συναισθηματικά δέσιμο, που άγγιζε τα όρια ενός λανθάνοντος ερωτισμού. Η γραφή του Ζ. ισορροπεί περίτεχνα ανάμεσα στο εξομολογούμενο βίωμα και στις θρησκευτικές-φιλοσοφικές του γνώσεις και πεποιθήσεις. Ο Ζ. ως βαθιά θρησκευόμενο άτομο, αλλά παράλληλα μαχητής της σκοταδιστικής περί θεού αντίληψης, του θρησκευτικού λαϊκισμού και της εκκλησιαστικής τυπολατρίας, κλονίζεται με την παρατεταμένη περιπέτεια υγείας της αδελφής του (του πιο αγαπημένου πλάσματος στον κόσμο μαζί με τα παιδιά του, όπως χαρακτηριστικά δηλώνει στις σελίδες του βιβλίου), αλλά στο τέλος, εμβαθύνοντας στη δοκιμασία στην οποία εκτέθηκε η ίδια και τα στενά της πρόσωπα, επανακάμπτει, βρίσκοντας λύσεις και απαντήσεις στους φιλοσοφικούς-θρησκευτικούς προβληματισμούς του, πάλι μέσω της πίστης. Το κείμενο βρίθει διακειμενικών αναφορών (Καμύ, Σίνγκερ, Βέιλ, εκκλησιαστικά εδάφια κ.α) και λειτουργεί ιαματικά και παρηγορητικά σε αναγνώστες που πέρασαν στο παρελθόν (ή που περνάνε) παρόμοιες δοκιμασίες, με ασθένειες δικές τους ή συγγενικών τους προσώπων.
Ο Φίλιπ Ροθ στο Πατρική κληρονομιά, κινείται σε άλλο μήκος κύματος απ’ ό,τι ο Ζουμπουλάκης. Στο μυθιστόρημά του που κυκλοφόρησε στην Αμερική το 1991 (πρωτοκυκλοφόρησε στην Ελλάδα από τις εκδόσεις Χατζηνικολή το 1995), περιγράφεται η περιπέτεια υγείας και τελικά ο θάνατος τού υπερήλικα (86 ετών) πατέρα του, από όγκο στον εγκέφαλο. Παράλληλα γίνεται μια ανατομή του αρχετυπικού πατρικού συμβόλου, ένα περίτεχνο και λεπτομερέστατο σκιτσάρισμα του χαρακτήρα και της προσωπικότητας του Χέρμαν Ροθ, αλλά και της σχέσης του με τον γιο-συγγραφέα. Ο Ροθ (που κινείται στα όρια της αθεΐας, παρότι γιος σχετικά θρησκευόμενων Εβραίων της Αμερικής) δεν ψάχνει θρησκευτικό ή φιλοσοφικό αποκούμπι για να ερμηνεύσει τον θάνατο, ενώ παρακάμπτει κάθε διάθεση παραμυθίας και παρηγοριάς προκειμένου να φτάσει στην αλήθεια. Μιαν αλήθεια που αφορά τόσο τον άκαμπτο, γοητευτικό, αρχέγονο, ελαφρώς τσιγκούνη, κάποιες φορές απολαυστικό, απόλυτο, γκρινιάρη και συχνά αμφίθυμο ογδονταεξάχρονο πατέρα, αλλά και τον ίδιο του τον εαυτό. Ένα βιβλίο απόλυτα ρεαλιστικό (το πλέον αυτοβιογραφικό βιβλίο του Ροθ ∙ μέχρι και το εξώφυλλο είναι μια παλιά ασπρόμαυρη φωτογραφία με τον πατέρα Ροθ και τους δύο γιους του να σχηματίζουν ένα Υ, στην περιοχή του Νιούαρκ), αληθινό, γραμμένο με αριστοτεχνική αμεσότητα, ζωντάνια αλλά και χιούμορ (παρότι το βαρύ πέπλο της ασθένειας καλύπτει τις σελίδες του, απ’ την αρχή ώς το τέλος), που ανακηρύχτηκε το 1993 από το περιοδικό TIME ως το καλύτερο βιβλίο στην κατηγορία της μη μυθοπλαστικής πεζογραφίας.
Κοινός θεματικός άξονας των δύο παραπάνω βιβλίων, οι ανθρώπινες παθήσεις και το πρόσωπο του θανάτου. Ο δρόμος προς την αλήθεια και η αντιμετώπιση, εκ μέρους των συγγραφέων, της ανθρώπινης τραγωδίας διαφέρουν. Ο Ζ. δίνει προτεραιότητα (και παίρνει εξηγήσεις) στην, ενίοτε κλονισμένη, πίστη στον Θεό, και τα ερμηνεύει όλα με βάση την αστείρευτη και αιώνια αγάπη Του προς τον κόσμο και τους ανθρώπους. Ο Ροθ ενδιαφέρεται να ψηλαφήσει τον θάνατο κυρίως μέσω της μνήμης και της γύμνωσης της ψυχής και των συναισθημάτων του, ανακαλύπτοντας, παράλληλα, το πείσμα για επιβίωση που χαρακτηρίζει το ανθρώπινο είδος.
Δύο βιβλία, λοιπόν, κοινής θεματολογίας, διαφορετικής οπτικής και φιλοσοφικής προσέγγισης, εξίσου σημαντικά, κατά τη γνώμη μου, και ελκυστικά στην ανάγνωση, παρότι ο θάνατος, αδυσώπητος, πλανάται στις σελίδες τους.
Philip Roth
Μτφρ. Τάκης Κίρκης
Εκδόσεις ΠΟΛΙΣ, 2012