Η Άντζελα Δημητρακάκη διερευνά τις σχέσεις φεμινιστικής πολιτικής και σύγχρονης τέχνης
Αναμφίβολα, το παγκόσμιο τοπίο της σύγχρονης τέχνης θα ήταν αγνώριστο χωρίς τον κριτικό παρεμβατισμό της φεμινιστικής πολιτικής τόσο στη θεωρία όσο και στην πρακτική της σύγχρονης τέχνης.
Μετά τη σχετική ύφεση της δεκαετίας του ’90, όπου ένας κωμικοτραγικός μετα-φεμινισμός θεώρησε αφελώς δεδομένη την ισότητα των φύλων, «ο αγώνας συνεχίζεται» με τόση δυναμικότητα τα τελευταία δέκα χρόνια, ώστε να γίνεται λόγος για ένα «τρίτο κύμα» στον χώρο της τέχνης. Πλήθος ομαδικών εκθέσεων και συνεδρίων στην Αμερική, στην Ευρώπη και αλλού (ξεχώρισε η έκθεση-έρευνα για το φύλο στην Ανατολική Ευρώπη «Gender Check», πρώτα στη Βιέννη και τώρα στη Βαρσοβία), ειδικά αφιερώματα στον περιοδικό Τύπο και σε διεθνείς επιθεωρήσεις της τέχνης – όλα αυτά ωθούν κάποιους να αναφέρονται σε μια αναβίωση της φεμινιστικής πολιτικής στην τέχνη.
Παίρνοντας τα πράγματα από την αρχή, ο στόχος της πρώτης φεμινιστικής γενιάς στην τέχνη υπήρξε τριπλός: να ξαναγραφτεί η ιστορία της τέχνης, έτσι ώστε να αναγνωρίζεται η συμβολή των γυναικών, να στηριχθεί το επαναστατικό εικαστικό και θεωρητικό έργο σύγχρονων δημιουργών και να συμβάλει το έργο αυτό στην ανατροπή πατριαρχικών δομών αναπαράστασης. Μία από τις σημαντικότερες κατακτήσεις υπήρξε η σύνδεση της τέχνης και της ευρύτερης οπτικής κουλτούρας. Τέθηκε το ερώτημα: τι συνδέει την αναπαράσταση της γυναίκας (που παραδοσιακά εκπροσωπεί το έμφυλο υποκείμενο και σηκώνει το βάρος της «σεξουαλικότητας») στην τέχνη και στην εικόνα που προβάλλουν τα ΜΜΕ; Εικαστικοί όπως οι Cindy Sherman, Judy Chicago, Suzanne Lacy, Adrian Piper, Kiki Smith και Barbara Kruger στις ΗΠΑ, οι Jo Spence, Monica Sjoo (Σουηδή) και Mary Kelly (Αμερικανίδα) στη Βρετανία, η Valie Export στην Αυστρία, οι Gina Pane, Orlan, Κλωνάρη και Θωμαδάκη στη Γαλλία, και η Sanja Ivekovic στην πρώην Γιουγκοσλαβία έδωσαν εξαιρετικά ενδιαφέρουσες, αν και πολύ διαφορετικές, απαντήσεις.
Με επίκεντρο το σώμα, που παρουσιάστηκε σε κάθε δυνατή εκδοχή, νοούμενο ως «κείμενο» που χρήζει ανάλυσης παρά ως εικόνα προς κατανάλωση (Kelly) ή ως «σάρκα-μάσκα» που πρέπει να αποβληθεί ή να τεμαχιστεί (Orlan, Pane), οι διαφορετικές αυτές απαντήσεις είχαν ένα παράδοξο, αντιφατικό αποτέλεσμα: κατέδειξαν τόσο ένα «κοινό» πρόβλημα όσο και τις μείζονες ιδεολογικές διαφορές εντός του γυναικείου κινήματος. Το αίμα που χύθηκε υπήρξε πραγματικό (στην περίπτωση Pane και σε άλλες ιέρειες της γυναικείας performance) όσο και συμβολικό, καθώς οι αναμετρήσεις και οι αντιπαραθέσεις δίνουν και παίρνουν, στηριζόμενες από έναν θεωρητικό λόγο που εντέλει πρόταξε τη «σωστή στρατηγική» πάνω από τη γυναικεία αλληλεγγύη. Οι αρχικές προσπάθειες για μια τέχνη κυρίως ταξικής αλληλεγγύης μεταξύ των γυναικών (Kelly, Kay Hunt, Margaret Harrison και Mierle Laderman Ukeles) υπήρξαν ο μεγάλος χαμένος της υπόθεσης, καθώς υπερίσχυσε η μεταμοντέρνα οπτική, που πρόβαλε διαρκώς αγεφύρωτες διαφορές (έγχρωμες γυναίκες, λεσβίες, αστές κ.ο.κ.), οδηγώντας στην κατάτμηση ενός συλλογικού γυναικείου υποκειμένου.
Το τοπίο αλλάζει βεβαίως με την παγίωση της παγκοσμιοποίησης, που αναδεικνύει τόσο μια νέα γενιά (όχι κατ’ ανάγκη ηλικιακή) φεμινιστικής σκέψης και εικαστικής πραγμάτευσης. Εικαστικοί, όπως η Ursula Biemann, η Tanja Ostojic και η Hito Steyerl, φεμινιστικές κολεκτίβες επιμελητών, όπως οι Kuratorisk Aktion (Δανία), ή καλλιτεχνών, όπως οι Mujeres Publicas (Αργεντινή), πραγματεύονται πια τους όρους μιας συνολικής θεώρησης του γυναικείου ζητήματος, όπου το τοπικό οδηγεί αναπόφευκτα στο παγκόσμιο. Στο επίκεντρο βρίσκονται οι «γυναίκες» ως δυνητική συλλογικότητα παρά η «γυναίκα» ως σημείο-αναπαράσταση, η διακίνηση και κατανάλωση έμφυλων σωμάτων παρά η αναζήτηση των συμβολικών όρων παραγωγής της σεξουαλικής διαφοράς. Η συνέχεια έπεται, γιατί αναμφίβολα κάτι έχει αρχίσει – για μία ακόμη φορά.
* Η Άντζελα Δημητρακάκη είναι λέκτορας Ιστορίας της Τέχνης στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου και πεζογράφος. Από τις εκδόσεις της Εστίας κυκλοφορεί η μέλετη της «Τέχνη και παγκοσμιοποίηση».