Για το μυθιστόρημα της Ντελφίν Μινουί (Delphine Minoui) «Ελεύθερη», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μίνωας, σε μετάφραση της Γιάννας Σκαρβέλη. Η μεταμόρφωση μιας απλής κοπέλας σε μαχήτρια της Ελευθερίας, στο Ιράν.
Γράφει η Χριστίνα Μουκούλη
«Κάθε φορά που κλείνουν ένα στόμα, ένα άλλο αρχίζει να τραγουδάει το τραγούδι μας»
Λίγες μέρες πριν το διαδίκτυο είχε κατακλειστεί από βίντεο και φωτογραφίες της Ahoo Daryaei, της φοιτήτριας που διαμαρτυρήθηκε για την υποχρεωτική χρήση του χιτζάμπ βγάζοντας τα ρούχα της και μένοντας μόνο με τα εσώρουχα, έξω από το Πανεπιστήμιο της Τεχεράνης. Πλέον αγνοείται η τύχη της και είναι διάχυτος ο φόβος ότι της έχει συμβεί ό,τι συνέβη στην Μαχσά Αμίνι, που κακοποιήθηκε μέχρι θανάτου από την αστυνομία ηθών, επειδή δεν φορούσε σωστά την μαντίλα της. Αυτό το θέμα πραγματεύεται και το βιβλίο της Ντελφίν Μινουί.
Είναι Οκτώβριος του 2022. Στο Σιράζ, μια πόλη του Ιράν, γίνονται διαδηλώσεις. Οι γυναίκες διαμαρτύρονται για τον θάνατο της Μαχσά Αμίνι. Για την καταπίεση που υφίστανται χρόνια τώρα. Για την κρατική, κοινωνική και οικογενειακή πατριαρχία που δεν τις αφήνει να αναπνεύσουν. Το σύνθημα που ακούγεται παντού είναι: «Γυναίκα, Ζωή, Ελευθερία». Οι γυναίκες διεκδικούν την απαλλαγή από τον καταπιεστικό ενδυματολογικό κώδικα που τις κάνει αόρατες και φυλακίζει το σώμα τους.
Στο Σιράζ μένει και η Ζάχρα με την οικογένειά της. Η Ζάχρα είναι μόλις δεκάξι χρονών. Συμμετέχει κι εκείνη στη διαμαρτυρία, και μέσα σε μια ατμόσφαιρα επαναστατικού ενθουσιασμού και αφυπνισμένης δύναμης, ανεβαίνει σε έναν κάδο σκουπιδιών και ετοιμάζεται να κάψει τη μαντίλα της. Πώς όμως έφτασε μια κοπέλα της ηλικίας της, που δεν έδινε ποτέ δικαιώματα, να επαναστατήσει και να ορθώσει το ανάστημά της απέναντι στον ανάλγητο θρησκευτικό φανατισμό; Πώς παραμέρισε τον φόβο κι αποφάσισε να παίξει τη ζωή της κορώνα γράμματα;
Την ώρα που ανεβαίνει στον κάδο και μέχρι να ολοκληρώσει την πράξη της, θυμάται ολόκληρη τη ζωή της, σαν να χρειάζεται μια τελευταία επιβεβαίωση ότι έχει νόημα η ριψοκίνδυνη κίνησή της.
Γεννημένη ως λάθος
Από διηγήσεις της μητέρας της, η Ζάχρα ξέρει ότι η γέννησή της μόνο χαρά δεν έφερε στην οικογένεια του πατέρα της και στον ίδιο. Έφερε θυμό, βρισιές, απαξίωση. Ο παππούς της μάλιστα, είχε σκεφτεί ακόμα και την πιθανότητα έκτρωσης, όταν φάνηκε στον υπέρηχο ότι το μωρό που περίμεναν θα ήταν κορίτσι. Στο Ιράν, ένα μωρό που γεννιέται κορίτσι, είναι σαν να πεθαίνει τη μέρα της γέννησής του.
Ενώ ο αδερφός της απολαμβάνει πριγκιπικά προνόμια, η Ζάχρα είναι για όλους αόρατη, ανύπαρκτη. Τόσο δεν της δίνουν σημασία, που, σε μια περίπτωση πυρκαγιάς, ξεχνούν να την βγάλουν από το δωμάτιό της. Αν δεν είχε καταφέρει να σωθεί μόνη της, θα είχε καεί ζωντανή.
Εννέα χρονών υποχρεώνεται να φορέσει τη μαντίλα, και να καλύψει τα μαλλιά της, γιατί «τα μαλλιά των γυναικών περικλείουν μια σπίθα που προκαλεί τους άντρες» και εκείνες πρέπει να είναι προφυλαγμένες από τα βλέμματά τους.
Μεγαλώνει αποδεχόμενη την απόρριψη, και γνωρίζοντας τα όρια και τους κανόνες συμπεριφοράς που της καθορίζει ο πατέρας της και η κοινωνία. Εννέα χρονών υποχρεώνεται να φορέσει τη μαντίλα, και να καλύψει τα μαλλιά της, γιατί «τα μαλλιά των γυναικών περικλείουν μια σπίθα που προκαλεί τους άντρες» και εκείνες πρέπει να είναι προφυλαγμένες από τα βλέμματά τους. Πρέπει να κρύβονται. Η μαντίλα γίνεται στο εξής υποχρεωτική σε κάθε της έξοδο από το σπίτι, διαφορετικά ο Θεός θα την τιμωρήσει και θα την κάψει στην κόλαση. Η μαντίλα γίνεται η φυλακή της.
Μπροστά στη θρησκοληψία των δασκάλων και των συγγενών της, και συνειδητοποιώντας την καταδυνάστευση των γυναικών του Ιράν από την ψευτοεπανάσταση του 1979, σιγά σιγά γεννιέται μέσα της μιαν άλλη. Όχι η υπάκουη, σοβαρή κοπέλα, αλλά μια ανυπάκουη, εξεγερμένη και εκτός νόμου. Η μία είναι για τον έξω κόσμο, η άλλη, προς το παρόν, για τον εαυτό της.
Τα κορίτσια, αν υπερασπιστούν τον εαυτό τους απέναντι στην αντρική κακοποίηση, τιμωρούνται.
Μετά έρχεται η κακοποίηση από συγγενικό της πρόσωπο, την οποία δεν βρίσκει το θάρρος να ομολογήσει σε κανέναν. Είναι δώδεκα χρονών. Αργότερα μαθαίνει ότι με παρόμοιο τρόπο κακοποιήθηκε και μια φίλη της. Ούτε κι εκείνη το λέει. Τα κορίτσια, αν υπερασπιστούν τον εαυτό τους απέναντι στην αντρική κακοποίηση, τιμωρούνται. Οι γυναίκες πάντα πληρώνουν το τίμημα. Εκείνες πάντα είναι ένοχες. Μόνο και μόνο επειδή είναι γυναίκες. Οι αντρικές ορμές πρέπει να εκτονώνονται, και δεν έχει σημασία ο τρόπος. Το αρσενικό έχει την ελευθερία να εκμεταλλεύεται το θηλυκό, να το χρησιμοποιεί όπως θέλει, να το καταργεί, να το ταπεινώνει, να το σκοτώνει. Χωρίς συνέπειες.
Η Ντελφίν Μινουί γεννήθηκε το 1974 και είναι δημοσιογράφος στην εφημερίδα Le Figaro. Κάνει διεθνές ρεπορτάζ με ειδίκευση στη Μέση Ανατολή και έχει βραβευτεί με το Albert Londres 2006 για τις ανταποκρίσεις της από το Ιράν και το Ιράκ. Τα τελευταία 20 χρόνια ταξιδεύει πολύ σε όλο τον αραβομουσουλμανικό κόσμο. Σήμερα ζει στην Κωνσταντινούπολη, από όπου συνεχίζει να παρακολουθεί από κοντά τη συριακή επικαιρότητα. Έχει γράψει τα έργα: Les Pintades à Téhéran (2009), Δέκα ετών, διαζευγμένη, Νοζούντ Άλι (2010), Τripoliwood (2011) και Je vous écris de Téhéran (2015). Το 2018 σκηνοθέτησε το ντοκιμαντέρ «Νταράγια: Η βιβλιοθήκη κάτω από τις βόμβες», το οποίο βασίστηκε στο βιβλίο της. Το ντοκιμαντέρ προβλήθηκε από το τηλεοπτικό κανάλι France 5, ενώ το 2019 απέσπασε το Βραβείο Νεανικού Κοινού του Φεστιβάλ Κινηματογράφου FIGRA. |
Η μεταμόρφωση
Όμως «ο θάνατος της Μαχσά Αμίνι, απελευθέρωσε λέξεις ανείπωτες.» Το ποτήρι είναι πια ξεχειλισμένο. Κάθε μία θα μπορούσε να είναι στη θέση της. Δεν θα αφήσουν να συνεχιστεί αυτό. Οι γυναίκες συσπειρώνονται, βγαίνουν στο προσκήνιο και απαιτούν να ζήσουν. Δηλώνουν την παρουσία τους, γνωρίζοντας ότι μπορεί να χρειαστεί και να πεθάνουν για να γίνουν ορατές. Φανερώνουν το απόθεμα ψυχικής δύναμης που διαθέτουν, μεταμορφώνονται σε πλάσματα θαρραλέα και τολμηρά, αψηφούν τον κίνδυνο και προτάσσουν τα δικαιώματά τους. Παίρνουν δύναμη η μία από την άλλη.
Η Ζάχρα είναι μαζί τους. Αφήνει πίσω το υπάκουο κορίτσι που υπήρξε, εκείνο που έσκυβε το κεφάλι και δεν έφερνε αντίρρηση. Θέλει να ζει πλέον χωρίς να κρύβεται, να μπορεί να επιλέγει τα ρούχα της, να ορίζει το σώμα της, να ικανοποιεί τις επιθυμίες της. Να έχει φωνή, να είναι ορατή και να βρει τη θέση που της αναλογεί στον κόσμο. Διεκδικεί τη ζωή της και την ελευθερία της. Μέσα στις ενθαρρυντικές ιαχές του πλήθους, ανεβαίνει στον κάδο για να κάψει το πανί της φυλακής της. Ποια θα είναι άραγε η κατάληξη της πράξης της;
Σε αυτό το εξαιρετικό μυθιστόρημα ενηλικίωσης, που μας δίνεται με τη μορφή ενός συγκλονιστικού μονολόγου, παρατηρούμε τη ζωή αυτού του κοριτσιού που, όπως κι όλα τα κορίτσια της ηλικίας της, ζητά από τη ζωή τα αυτονόητα: αγάπη, τρυφερότητα κι ελευθερία.
Λόγος ζωντανός, άμεσος, με ποιητική χροιά, νεανική φρεσκάδα και με τη δύναμη που απορρέει από την ειλικρίνειά του. Έντονη προφορικότητα, λιτότητα, ρεαλισμός και πολλά στοιχεία της επικαιρότητας. Μια γλαφυρότατη περιγραφή της ζωής και της καθημερινότητας μιας νέας κοπέλας, που γεννήθηκε σε μια χώρα όπου τίποτα δεν είναι αυτονόητο, και η πορεία της μεταμόρφωσής της σε μια μαχήτρια για την ελευθερία.
Η μετάφραση της Γιάννας Σκαρβέλη ενισχύει την αμεσότητα του κειμένου, την όμορφη ροή και τη συγκινησιακή του φόρτιση.
Απόσπασμα από το βιβλίο
«Όσο μεγαλώνω τόσο με κυριεύει το άγχος.
Αισθάνομαι υποχρεωμένη να δικαιολογούμαι για τα πάντα.
Σαν να φταίω.
Σαν να είμαι ένοχη.
Στην πραγματικότητα, ναι, είμαι ένοχη.
Γιατί είμαι γυναίκα.
Έχω μαλλιά.
Γελάω.
Μιλάω.
Σκέφτομαι.
Τραγουδάω.
Χορεύω.
Θέλω να ζήσω.
Εγώ που δεν έπρεπε να έχω γεννηθεί.»
*Η ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΜΟΥΚΟΥΛΗ είναι εκπαιδευτικός.