
Για την ποιητική συλλογή της Δήμητρας Κουβάτα «Καθαρό οινόπνευμα» (εκδ. Μανδραγόρας). Στην κεντρική εικόνα: Πίνακας του Χρήστου Μποκόρου από την έκθεση «Τα Στοιχειώδη».
Του Μάκη Καραγιάννη
Ο τίτλος της δεύτερης συλλογής της Δήμητρας Κουβάτα, που αρύεται από τη Νεολιθική νυχτωδία στην Κροστάνδη του Νίκου Καρούζου επίσης, όπως φαίνεται και από το μότο του βιβλίου, προσδιορίζει και την προσωπική της ποιητική ηθική. Ποίηση ως φάρμακο και ξόρκι για τις ανεπούλωτες πληγές. Από το εναρκτήριο ποίημα εγκαθιδρύει συνταγματικά την περιοχή στην οποία θα κινηθεί: «να μένω εγώ αδάκρυτη αστέναχτη κι ωραία».
![]() |
|
Καθαρό οινόπνευμα |
Ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά του ποιητικού της λόγου είναι η δραματικότητα. Η ένταση, όμως, που διατρέχει το ποίημα, δεν εκβιάζεται και δεν ισοδυναμεί με τη ρητορική της δήλωση. Προκύπτει από τη σκηνοθεσία του ποιήματος. Κερδίζει την αξιοπιστία της αφήγησης από την πικρή ιστορία που παραλείπεται εκτός πεδίου των στίχων και νοηματοδοτεί με ένα κρυφό και απροσδόκητο φως το ποίημα. Από την αυτογνωσία του αφηγηματικού υποκειμένου στον δρόμο, από την αθωότητα στη σφαγή που συντελείται αθόρυβα με τα μικρά και καθημερινά.
Η δραματικότητα υποστηρίζεται από έναν χαμηλόφωνο αφηγηματικό λόγο, πρωτοπρόσωπο και πικρά στοχαστικό όταν απευθύνεται εις εαυτόν, ερωτικά εξομολογητικό σε δεύτερο πρόσωπο. Ο λόγος της, μαθητευόμενος της οδύνης, κρουστός, με έντονη εικονοποιία και την παρουσία της φύσης, διάστικτος από δεκαπεντασύλλαβους, πυκνώνει αφοριστικά στον ακροτελεύτιο στίχο.
Οι δύο ενότητες του βιβλίου, τα «Φερτά υλικά» και «Έως την πέτρα οργωμένα», ισοζυγισμένες σχεδόν ανάμεσα στον θάνατο και τον έρωτα, με μνήμες και απουσίες που καίνε. Μεταερωτικός στοχασμός που γλείφει τις εκδορές κι αναζητά πάλι το ρίγος του αναπεπταμένου πόθου, τη λυτρωτική αφή της σάρκας, και «των απελπισμένων εραστών το σκότος και το θάμπος». «Χωράφια οι πάλαι ποτέ μας εραστές / κορμιά ως την πέτρα οργωμένα»
«Χωράφια οι πάλαι ποτέ μας εραστές/ κορμιά ως την πέτρα οργωμένα»
Οι λέξεις στην ποίηση της Δήμητρας Κουβάτα δεν είναι μαλθακές, όπως συμβαίνει στη φλύαρη ποίηση. Σε πιάνουν από τον γιακά και δεν σ’ αφήνουν να φύγεις. Κάτω από τους στίχους της αιμορραγεί μια αλήθεια που σπαρταρά: «δεν θέλω ως και τον ύπνο σου το κάθαρμα που είσαι να θυμίζεις». Μια εξαιρετική οικονομία δεν αφήνει καμιά λέξη δεν πάει πέφτει κάτω χαμένη. Κυρίαρχη του υλικού της ξέρει να το τιθασεύσει και με όχημα έναν ωραίο μεταφορικό λόγο να το απογειώνει από την τυραννία της κυριολεξίας, να το μετουσιώνει σε ποίηση.
![]() |
|
Η Δήμητρα Κουβάτα (Βελεστίνο, 1970) σπούδασε Φιλοσοφία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο. Ζει στη Θεσσαλονίκη, όπου και εργάζεται ως καθηγήτρια στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Η πρώτη της ποιητική συλλογή Σκυλί δεμένο (εκδ. Μανδραγόρας), ήταν στη βραχεία λίστα για το Βραβείο Γιάννη Βαρβέρη 2018 της Εταιρείας Συγγραφέων. Ποιήματά της έχουν δημοσιευτεί σε έντυπα και ηλεκτρονικά περιοδικά, ενώ μερικά μεταφράστηκαν στα Ιταλικά και Ισπανικά. |
Το ποιητικό της σύμπαν αναπνέει, επίσης, και από τον καθαρό αέρα της παράδοσης. Η γλωσσική της σκευή εμπλουτίζεται από καταγωγικές μνήμες, τοπωνύμια, από ιδιωματισμούς και λέξεις θησαυρισμένες εκ περιουσίας. Ανάβρες, άγανα και διάσελα είναι έκτυπα στην επιφάνεια του κειμένου. «Μυρίζει κρύο αέρα κι έλατο», ακούγονται βιολιά, πετούν κοτσύφια. Στο πρώτο μου βιβλίο, με τον ομώνυμο τίτλο, είχα ονομάσει αυτή την τάση στη μεταπολεμική μας λογοτεχνία ως «αισθητική της ιθαγένειας». Συμπεριλαμβάνει, μεταξύ άλλων, και μια ομάδα συγγραφέων – όπως ο Μ. Γκανάς, ο Χ. Μπράβος, ο Δ. Χατζής, ο Μ. Μέσκος ο Χ. Μηλιώνης, ο Σ. Δημητρίου κ. ά. Στις σελίδες τους κυκλοφορεί ένα αίσθημα ζωής και ένα ύφος της τέχνης που αντανακλά έντονα την ατμόσφαιρα του τόπου, της ιστορίας και της παράδοσης. Τα θέματα και ο κόσμος των ποιημάτων της Κουβάτα εκτυλίσσονται και ανήκουν στο αστικό τοπίο. Υπάρχει, ωστόσο, στην ποίησή της ένας απόηχος της παράδοσης και της ελλαδικής ενδοχώρας μέσα από γλωσσικά μοτίβα που υπαινίσσονται μια βιωματική σχέση με αυτήν και αναχωνεύονται δημιουργικά, ώστε να διαφοροποιείται από την άοσμη ποίηση δωματίου.
Ωστόσο, κι αυτό είναι, νομίζω, η πιο σημαντική κατάκτηση της Δήμητρας Κουβάτα, μα και για ένα νέο ποιητή αν τα καταφέρει: Με τις δυο πρώτες συλλογές έχει οριοθετήσει μια ποιητική περιοχή, τα θέματα και τα σύμβολά της. Τους ποιητικούς τρόπους που της προσδίδουν την ποιητική της ιδιοπροσωπία, ώστε να είναι ήδη μια αναγνωρίσιμη φωνή. Κι αυτό προοιονίζεται μια πολύ ενδιαφέρουσα εξέλιξη.
* Ο ΜΑΚΗΣ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ είναι πεζογράφος και κριτικός. Τελευταίο του βιβλίο, το δοκίμιο «"Μικρό και αλαζονικό έθνος" – Δοκιμές ελληνικής αυτογνωσίας» (εκδ. Επίκεντρο).