
Μια κουβέντα γνωριμίας με τη Βάσω Βεκρή η οποία μας συστήνεται μέσα από το μυθιστόρημα «Πάροδος» (εκδ. Βακχικόν).
Επιμέλεια: Λεωνίδας Καλούσης
Με ποια λόγια θα συστήνατε το βιβλίο σας σε κάποιον που δεν γνωρίζει τίποτε για σας;
Σχετικά με την υπόθεση: μια ψυχίατρος αποδέχεται την πρόταση να εργαστεί στις φυλακές στο πλαίσιο ενός πανεπιστημιακού προγράμματος για το οποίο δεν γνωρίζει σχεδόν τίποτα. Ερωτεύεται έναν αναρχικό κρατούμενο ο οποίος κατά τη διάρκεια μιας άδειάς του δολοφονείται από αγνώστους. Τρεις είναι οι κύριοι άξονες του βιβλίου. Ο πρώτος αφορά στη σύντροφό του που θα προσπαθήσει να ακολουθήσει τη πορεία του για να φτάσει στους δολοφόνους. Ο δεύτερος αφορά σε έναν πρώην φυλακισμένο που προσπαθεί να σταθεί στο πλευρό της ερχόμενος διαρκώς αντιμέτωπος με τα ελλείμματά του. Και ο τρίτος είναι η ιστορία ενηλικίωσης ενός νεαρού χρήστη και μουσικού ο οποίος θα καταφέρει να επιβιώσει και να κλείσει την ιστορία που άνοιξε ο βίαιος θάνατος του ήρωα.
Η Πάροδος γεννήθηκε με το χαρακτήρα της έρευνας πάνω στην αυθαίρετη φύση της εξουσίας. Της κάθε εξουσίας. Στην ανάδειξη της τραγικότητας του ανθρώπου που της αντιστέκεται. Οι ήρωες της Παρόδου είναι περιθωριακοί, αμφιταλαντευόμενοι ανάμεσα στην επιβίωση και την αξιοπρέπεια. Ερωτεύονται, εξεγείρονται, απελπίζονται, συνθλίβονται. Την ίδια ώρα που η εξουσία ποδοπατά υποστάσεις και συνειδήσεις.
Τι απαντάτε σε όσους θα πουν: ακόμη ένας συγγραφέας; Τι το καινούργιο φέρνει;
Το να επιστρατεύω επιχειρήματα για να πείσω για την αξία του έργου μου –του οποιουδήποτε έργου μου– καλώς ή κακώς μού είναι κάτι ξένο. Απέναντι σε αυτούς που θα πουν «ένας ακόμα συγγραφέας» στέκομαι με την αμηχανία της κρινόμενης δημιουργού αλλά και με πίστη στο έργο μου, ανίκανη να διαρρήξω τη συνθήκη: Το βιβλίο είναι το όπλο του συγγραφέα, άρα αυτό υπερασπίζεται τον συγγραφέα και όχι το αντίθετο.
Θεωρώ το ύφος του βιβλίου αρκετά ροκ και σε κάποια σημεία και πανκ. Σχεδόν πάντα ξεκινάω να γράφω έχοντας χορέψει αντίστοιχα κομμάτια, φαίνεται ότι βοηθάει τη συγκέντρωσή μου.
Πείτε μας δυο λόγια για το νεότευκτο «συγγραφικό σας εργαστήρι».
Χάρισα στους βασικούς χαρακτήρες μου από ένα αναλυτικό προφίλ και μικρές ιστορίες που τους αφορούσαν, σαν μικρά διηγήματα. Η διαδικασία ήταν αρκετά ευχάριστη αλλά το γλέντι άναψε όταν άρχισαν να πασχίζουν να συναντηθούν οι ιστορίες τους και να κουμπώσουν ή μια με την άλλη. Φυσικά από τις ιστορίες παρέμειναν μόνο αυτές που εξυπηρετούσαν την πλοκή. Οι υπόλοιπες λούφαξαν στις κρυψώνες τους – ποιος ξέρει μέχρι πότε. Στον κόσμο των λέξεων ή μάλλον των ιδεών χάθηκα κάποιες φορές. Οπότε αναγκάστηκα να βγω σιγά-σιγά προς τα έξω και να ανοίξω καινούριο πέρασμα.
Έχουν επηρεάσει άλλες τέχνες –κινηματογράφος, εικαστικά, κόμικς, μουσική κ.ά.– τη συγγραφική σας δουλειά; Αν ναι, με ποιους τρόπους;
Ναι, σίγουρα η αισθητική κάποιων ξένων ταινιών με σχετική θεματολογία έχουν επηρεάσει τη γραφή μου. Νοηματικά θεωρώ πολύ κοντινό το βιβλίο μου στην ελληνική ταινία «Ο Βασιλιάς» του Νίκου Γραμματικού, μια ταινία που με έχει σημαδέψει. Θεωρώ το ύφος του βιβλίου αρκετά ροκ και σε κάποια σημεία και πανκ. Σχεδόν πάντα ξεκινάω να γράφω έχοντας χορέψει αντίστοιχα κομμάτια, φαίνεται ότι βοηθάει τη συγκέντρωσή μου.
Ο δρόμος προς την έκδοση για τους νέους συγγραφείς συνήθως δεν είναι σπαρμένος με ροδοπέταλα. Ποια είναι η δική σας ιστορία;
Δεν υπάρχει δρόμος με ροδοπέταλα. Τα πάντα έχουν ένα βαθμό δυσκολίας. Είναι πολύ σπάνιο ένας νέος συγγραφέας να μη γνωρίσει την απόρριψη. Ιδιαίτερα σε συνθήκες οικονομικής κρίσης. Υπήρξε περίοδος αναμονής μιας έγκρισης και υπήρξαν και απογοητεύσεις. Αυτό το διάστημα όμως μου φάνηκε χρήσιμο για να συνηθίσω στην ιδέα της έκθεσης και να υπερνικήσω τους δισταγμούς μου. Οφείλουμε να κυνηγάμε τα όνειρά μας.
* Ο ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΚΑΛΟΥΣΗΣ είναι δημοσιογράφος.