alt

Προδημοσίευση από το μυθιστόρημα του Δημήτρη Νόλλα "Το ταξίδι στην Ελλάδα" (εκδ. Ίκαρος).

"Το Acropolis Express είχε ξεκινήσει με ηλεκτρισμό και τώρα συνέχιζε με κάρβουνο. Στριμωγμένοι σ’ ένα κουπέ της δεύτερης θέσης είχαν περάσει τη νύχτα πλάι πλάι, αφήνοντας πίσω τους το Βελιγράδι, εκείνο το γλυκό του Οκτωβρίου βράδυ. Αχάραχτα ακόμη, και σε λίγο θα περνούσανε τα Σκόπια κι ύστερα τα σύνορα, υπολόγισε ο Αρίστος, για να φτάσουνε πριν το μεσημέρι στο τέλος του ταξιδιού τους, στη Θεσσαλονίκη, ρολάροντας πάνω σε ράγες κοντά είκοσι τέσσερις ώρες, απ’ όταν ξεκίνησαν χτες το πρωί, πρώτα με ηλεκτροκίνητο τρένο κι ύστερα με ατμομηχανή, που τώρα έστελνε μαύρες τούφες καπνού να ενωθούνε με τα σύννεφα. Το φεγγάρι, χαμηλά στον ορίζοντα και πριν αρχίσει να βασιλεύει, άπλωνε ένα φωτεινό παραμυθένιο πέπλο κι ασήμωνε την πλάση στην πιο σκοτεινή της ώρα.

Η γυναίκα που καθόταν πλάι του έτριψε τα μάτια της και χασμουρήθηκε. Ρώτησε, «Πού βρισκόμαστε» και σηκώθηκε. Έκανε κι εκείνος το ίδιο με μιαν αυτόματη κίνηση που δύσκολα έκρυβε την έγνοια του για τη συνοδό του, ρίχνοντας πίσω στο κάθισμα ένα ελαφρύ πανωφόρι που τον σκέπαζε όσο λαγοκοιμόταν. Στήθηκε έξω απ’ την τουαλέτα και σκέφτηκε ν’ ανάψει ένα τσιγάρο, όσο θα την περίμενε. Ατέλειωτο αυτό το νοτιοσλαβικό έμβολο, η βαλκανική κατηφορική ευθεία. Ανεβαίνουνε, κατεβαίνουνε οι άνθρωποι και τελειωμό δεν έχουν, συλλογιζόταν ο Αρίστος, ενώ το βλέμμα του ψηλάφιζε εκείνο το πηχτό γαλακτερό σκοτάδι που διέσχιζε ο συρμός, λες και θα μπορούσε να φέρει κοντύτερα την αυγή που την υποψιαζόταν να αχνοροδίζει πολύ πέρα, στο βάθος. Εκείνο που ’χε καρφωθεί στο κεφάλι του, πέρα από τη φροντίδα του γι’ αυτήν, ήταν τα λόγια της, όταν για πρώτη φορά είχε ανοίξει το στόμα της, απ’ την αρχή του ταξιδιού, και είχε πει, «Αχ, μωρέ παιδί μου, τι πράγματα είναι φορτωμένο το κεφάλι σου... φύλλα ξερά, πεσμένα και σάπια είναι γεμάτο». Κι όταν κάποια στιγμή είχαν απομείνει μόνοι τους στο κουπέ, είχε συνεχίσει με ανεξήγητη όρεξη, «Γι’ αυτό και νομίζεις πως κάποιος σαν κι εμένα ήταν με το μέρος του Κακού, πως είχα διαλέξει το λάθος· κι όχι το σωστό. Όχι με τον Αϊζενχάουερ, ούτε με τον Ζούκωφ ή με τον Μοντγκόμερυ. Κι όμως αν έκανες τον κόπο να μπεις στη θέση του άλλου, θα ’βλεπες το καπέλο μου, το δικό μου το καπέλο. Να βρίσκομαι αλλού ήταν απ’ τα μικρά μου χρόνια αυτό που ’κανε τη ζωή μου υποφερτή. Το καύσιμο που ’βαζε μπροστά τη μηχανή... κι αυτό το ντράγκα-ντρούγκα του βαγονιού πάνω στις ράγες, σφυριές μέσ’ στο κεφάλι μου, που δεν μ’ άφηναν να κοιμηθώ όσα μερόνυχτα μας πήρε για να φτάσουμε ίσαμ’ εκεί πάνω, περισσότερο κι απ’ τις βόμβες που ρίχνανε τα αεροπλάνα γύρω μας, ήξερα πως ήτανε το πάσο μου για κείνο το ταξίδι. Και μ’ άρεζε αυτό, γιατί μ’ έπαιρνε μακριά».

Κι όταν απόφαγαν ό,τι σαλάμια και ψωμάκια κουβαλούσε μαζί της και μοιράστηκαν μια σέρβικη μπίρα που είχε αγοράσει ο Αρίστος εκείνο το δίωρο της αναμονής τους στο Βελιγράδι, χωρίς ν’ ανταλλάξουνε μιλιά παρ’ όλες τις προσπάθειές του, και συνέχισαν να κατηφορίζουν νότια, η αφορμή για να ξανανοίξει το στόμα της, δόθηκε όταν είχε μπει ένας Γιουγκοσλάβος σέρνοντας δυο χαρτόκουτα δεμένα με σχοινί, στο ένα χέρι, ενώ με το άλλο τραβολογούσε τη γυναίκα του, χωρίς να την αφήνει από κοντά του. Την έβαλε να κάτσει απ’ τη μεριά της πόρτας κι αυτός κάθισε στη μέση, δίπλα στον Αρίστο κι απέναντι απ’ τη γυναίκα, την οποία από την πρώτη στιγμή που έσυρε την τζαμένια είσοδο του κουπέ, δεν είχε πάψει να την κοιτάζει εξεταστικά.

«Συμβαίνει κάτι, παλικάρι;» ρώτησε εκείνη απότομα κι ύστερα από λίγο είχε προσθέσει επιθετικά, «γιατί με κοιτάς έτσι, ρε;» Κι εκείνος ο επιβάτης με το αρπαγμένο πρόσωπο και τα πυρετικά μάτια, τα σκεπασμένα απ’ τα πυκνά κοκκινόξανθα φρύδια του, ένας φουκαράς ξωμάχος, της απάντησε και μίλησε ελληνικά, «Τι να συμβαίνει, καλέ; Να, έτσι... κάποια μου θύμισες και τρόμαξα. Τίποτα δεν συμβαίνει». Ο Αρίστος σκέφτηκε θα μπλέξουμε τώρα, και την κοίταξε αυστηρά, όταν σκύβοντας μπροστά τής ψιθύρισε, «Τον ξέρεις;» τη ρώτησε, κι όταν εκείνη ένευσε αρνητικά, ενώ συνέχισε να την επιπλήττει  ανοιγοκλείνοντας τα χείλη του χωρίς να υψώσει τη φωνή του, της είπε, «Τότε, πώς του μιλάς έτσι, γαμώτο μου, τότε;» «Δεν έκανα τίποτα κακό, ελληνικά τού μίλησα», ψιθύρισε κι εκείνη, ακουμπώντας τα χείλη της στο αυτί του. «Και την άλλη φορά που ’χα περάσει από ’δώ», συνέχισε, «πάλι ελληνικά μίλησα», κι όταν ένιωσε την αμφιβολία να τρεμοπαίζει στα βλέφαρά του πρόσθεσε, «Δεν το πιστεύεις, ε;... κι όμως την ίδια γλώσσα μιλάμε όλοι μας».

Καλά· αρχίδια, σκέφτηκε ο Αρίστος και στράφηκε στο παράθυρο κοιτάζοντας το μαύρο σκοτάδι, κι αμέσως μετά, περισσότερο για να αποφορτίσει τη δικιά του ένταση, καθώς εκείνος ο αγρότης δεν έδειχνε να είχε προσβληθεί από τον τρόπο της γυναίκας, στράφηκε προς την πλευρά τους και ρώτησε, «Σέρβοι;» «Όχι, Μακεδόνες είμαστε», απάντησε ήρεμα εκείνος ο άνθρωπος, κι ο Αρίστος δεν κρατήθηκε και είχε πει, με μόλις καλυπτόμενο σαρκασμό, «Α! μάλιστα! Μακεδόνες...», για να προσθέσει γρήγορα γρήγορα και φαρμακερά, «κι εγώ, ο Σαλονικιός, τότε τι είμαι;» «Κι εσύ Μακεδόνας είσαι», είπε σταθερά εκείνος ο άντρας, ενώ απευθύνθηκε τώρα στη γυναίκα και συνέχισε λες και όλοι τους περίμεναν ν’ ακούσουν γιατί την είχε κοιτάξει εξεταστικά λίγο πριν. «Να, είσαι ολόιδια με μια ξαδέρφη μου, που παλιά τής είχε φανερωθεί ο προφητΗλίας στ’ όνειρο και της είχε ζητήσει να κάνει το σπίτι της μοναστήρι. Τον είχε δει, να, ολοζώντανο, μας έλεγε, μέσα σε μια μεγάλη φωτιά σαν λουλούδι, ανέβαινε-κατέβαινε, δεν θυμάμαι, και της είπε να κάνεις το σπίτι σου μοναστήρι. Να το χτίσεις και να μη φύγεις ποτέ απ’ τον τόπο, της παράγγειλε ο άγιος. Κι εκείνη δεν έφυγε, το ’φτιαξε με τα χέρια της, το ’ταξε στη χάρη του και σώθηκαν τόσες γυναίκες, γυναίκες που δεν μπόρεγαν να ησυχάσουν. Κι ύστερα πέθανε. Της μοιάζεις, πολύ της μοιάζεις· άσε που νομίζω πως έχουμε ξανασυναντηθεί... οι άνθρωποι συνέχεια χάνονται και βρίσκονται χωρίς τελειωμό», είχε προσθέσει θυμόσοφα μετά από μια μικρή παύση. «Να, κι εγώ όταν ανέβηκα στο τρένο, νόμισα που συνάντησα την ξαδέρφη μου, όταν σε είδα. Αλλά έτσι γίνεται καμιά φορά, ν’ ανταμώνουνε οι άνθρωποι στα λόγια των νεκρών, όταν σμίγουν με τους ζωντανούς», είπε και συνέχισε να την κοιτάζει επίμονα και εξεταστικά σαν να μπορούσε μέσα στο πρόσωπό της να διακρίνει τη νεκρή του ξαδέρφη.

«Κι εσείς; Τι δουλειά κάνετε; Πώς τα βγάζετε πέρα, εδώ πάνω;» ενδιαφέρθηκε τώρα να μάθει η γυναίκα, αγνοώντας τα τελευταία λόγια του συνταξιδιώτη τους, ή ίσως επειδή έγιναν αφορμή να τον προσέξει, έμοιαζε να ’χε βρει ξαφνικά την όρεξή της για κουβέντα κι όσα δεν είχε πει τόσες ώρες τα ξεφούρνιζε τώρα, λίγο πριν τους βρει η νέα μέρα στη Θεσσαλονίκη.

«Εμείς φέρνουμε παραγγελίες στο μοναστήρι, μια φορά το μήνα. Στους δυο, καμιά φορά. Αλεύρι, ζάχαρη, αλάτι, καφέ. Ό,τι χρειάζονται οι γερόντισσες απ’ τον κόσμο. Ό,τι μας ζητήσουν», κι έκανε μια κίνηση προς τα χαρτόκουτα, τα αφημένα στο διάδρομο. «Τους τα πηγαίνουμε, παίρνουμε ευλογία κι ύστερα πίσω στο χωριό». «Και πώς ζείτε ’δώ πάνω; Η ζωή πώς είναι;» επέμεινε η γυναίκα. «Να», είπε ήρεμα αυτός ο άνθρωπος, «σπέρνουμε καλαμπόκι, βάζουμε πατάτες, φασόλια, αυτά· δύσκολα». «Και δεν σκέφτηκες να φύγετε, να πάτε να δουλέψετε στη Γερμανία;» «Εμείς δεν φεύγουμε από ’δώ, καλέ κυρία· εμείς ψωμί και κρεμμύδι να τρώμε, εδώ θα μείνουμε». Δεν ξαναμίλησαν μέχρι που κατέβηκαν κι αποχαιρετίστηκαν, ενώ η νύχτα γλιστρούσε πάνω στα μάτια τους όπως το σκοτεινό κύμα της παλίρροιας κι ο Αρίστος συνέχισε να κοιτάζει τα χλομά φώτα του σταθμού εκείνης της μικρής μακεδονικής πόλης που άφηναν πίσω τους, όπου μια αφόρητη σιωπή σκέπαζε τους ρημαγμένους κήπους και τα σβηστά φώτα στους φανοστάτες των δρόμων.

Οι ελεγκτές των διαβατηρίων και οι τελωνειακοί ανοιγόκλειναν με επίπλαστη πολυπραγμοσύνη τις πόρτες των κουπέ, αφού είχαν μπει εν τω μεταξύ στο σταθμό των συνόρων, όπου θα περίμεναν καμιά ώρα, ίσως και πιο πολύ, όχι μόνο για τον έλεγχο των διαβατηρίων, αλλά και για την αλλαγή των ατμομηχανών, καθώς ο συρμός τους διασταυρωνόταν εδώ με το ελληνικό τρένο, που ’χε ξεκινήσει απ’ τη Θεσσαλονίκη για να κάνει την αντίστροφη με τη δικιά τους διαδρομή και σε λίγο θα ήταν η μηχανή του που θα τους έφερνε στον τελικό τους προορισμό. Της είπε, «Έλα, ας κατέβουμε να σε κεράσω έναν καφέ». Κι εκείνη ανταποκρίθηκε, «Να κατέβουμε, ναι· πιάστηκα τόσες ώρες», είπε και πρόσθεσε, «αλλά εγώ θα κεράσω».

Ο Καραμάνογλου είχε πει, όχι πολλά πολλά μαζί της, ούτε παραπανίσια έξοδα ούτε εξτρά, είναι μια δουλειά την οποία σου αναθέτω επειδή σου έχω εμπιστοσύνη, όταν πριν δυο βδομάδες του ζήτησε να συνοδέψει αυτή τη δυστυχισμένη γυναίκα στη Θεσσαλονίκη, όπου θα την παραλάμβαναν οι δικοί της. Ο ίδιος είχε μια μακρινή συγγένεια μαζί της, σχεδόν ξεχασμένη είχε πει, και γι’ αυτό τη νοιάστηκε. Τη λέγανε Χρυσάνθη κι είχε πάνω-κάτω τα διπλά χρόνια του Αρίστου. Του είχε εμπιστευθεί ένα-δυο πράγματα επιπλέον για κείνη, ίσα ίσα όσα χρειαζόταν να ξέρει. Μια ύπαρξη που ήρθε εργάτρια στη Γερμανία από τα χρόνια του πολέμου και με τον καιρό φαίνεται της είχε σαλέψει. Ο Αρίστος, γενικών καθηκόντων και βοηθός του Καραμάνογλου στη λαχαναγορά του Μονάχου, δέχτηκε χωρίς συζήτηση την αποστολή, καθώς ένιωσε πολύ τυχερός, αφού του δινόταν η ευκαιρία με πληρωμένα εισιτήρια να κατέβει στην Ελλάδα, απ’ όπου έλειπε κοντά τρία χρόνια.

Το κίνητρό του δεν ήταν αποκλειστικά και μόνον η ευκαιρία ενός ταξιδιού με πληρωμένα εισιτήρια, ήταν κι η περιέργειά του για την πορεία που είχε ακολουθήσει εκείνη η γυναίκα, καθώς από την πρώτη στιγμή είχε αναρωτηθεί, τι διαδρομή μπορεί να είχε κάνει ένας άνθρωπος από τα μέρη της Πτολεμαΐδας για να βρεθεί το 1943 να δουλεύει σε γερμανικό εργοστάσιο, την ώρα που είχε πάρει φωτιά ο κόσμος όλος."

 

alt

Ακολουθήστε την bookpress.gr στο Google News και διαβάστε πρώτοι τα θέματα που σας ενδιαφέρουν.


ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

«Μαργαρίτα Ιορδανίδη» του Μιχάλη Μακρόπουλου (προδημοσίευση)

«Μαργαρίτα Ιορδανίδη» του Μιχάλη Μακρόπουλου (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος από τη νουβέλα του Μιχάλη Μακρόπουλου «Μαργαρίτα Ιορδανίδη», η οποία θα κυκλοφορήσει στις 19 Απριλίου από τις εκδόσεις Κίχλη.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

Εἶχαν πιάσει γιὰ τὰ καλὰ οἱ ζέστες, καὶ τὴν ἑπόμενη Κυριακὴ κανόνισαν ν...

«Κάτι σαν αγάπη» του Πολυχρόνη Κουτσάκη (προδημοσίευση)

«Κάτι σαν αγάπη» του Πολυχρόνη Κουτσάκη (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος από το νέο αστυνομικό μυθιστόρημα του Πολυχρόνη Κουτσάκη «Κάτι σαν αγάπη – Μια υπόθεση για τον Γιώργο Δάντη», το οποίο θα κυκλοφορήσει στις 22 Απριλίου από τις εκδόσεις Πατάκη.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

Ιφιγένει...

«Επίνοια» του Κωνσταντίνου Γεωργάτου (προδημοσίευση)

«Επίνοια» του Κωνσταντίνου Γεωργάτου (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος από το βιβλίο του Κωνσταντίνου Γεωργάτου «Επίνοια – Φιλοσοφικοί στοχασμοί», η οποία κυκλοφορεί τις επόμενες μέρες από τις εκδόσεις Νίκας.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

Αν Έχεις

Αν έχεις υγεία, ζεις σε ε...

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ

Τo «100 χρόνια μοναξιά» του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες έγινε σειρά

Τo «100 χρόνια μοναξιά» του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες έγινε σειρά

Η πλατφόρμα έδωσε στη δημοσιότητα το teaser trailer του σίριαλ 16 επεισοδίων που προσπαθεί να οπτικοποιήσει το εμβληματικό μυθιστόρημα «100 χρόνια μοναξιά» του νομπελίστα Κολομβιανού συγγραφέα. Κεντρική εικόνα: © Netflix. 

Επιμέλεια: Book Press

...
Στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος: Η Άννα Κοκκίνου διαβάζει τον «Μοσκώβ-Σελήμ» του Γεωργίου Βιζυηνού

Στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος: Η Άννα Κοκκίνου διαβάζει τον «Μοσκώβ-Σελήμ» του Γεωργίου Βιζυηνού

Την Κυριακή 28 Απριλίου στις 20:00 στον Φάρο του ΚΠΙΣΝ θα πραγματοποιηθεί η τελευταία ανάγνωση της επιτυχημένης σειράς «Παραβάσεις / Αναγνώσεις», του θεατρικού αναλόγιου που επιμελείται η σκηνοθέτης Σύλβια Λιούλιου. Αυτή τη φορά, η Άννα Κοκκίνου συνεργάζεται με τον Νίκο Βελιώτη και διαβάζει τον «Μοσκώβ-Σελήμ» τ...

Μια βραδιά για τον Νίκο Γκάτσο στην Καλαμάτα

Μια βραδιά για τον Νίκο Γκάτσο στην Καλαμάτα

Καλεσμένοι στη βραδιά μιλούν για το έργο του κορυφαίου στιχουργού, ενώ θα ακουστούν και τραγούδια σε ποίηση Νίκου Γκάτσου με τη Μαρία Κρασοπούλου και τον Νικόλα Παλαιολόγο.

Επιμέλεια: Book Press

Ο Δήμος Καλαμάτας και ο Τομέας Λόγου και Γραμμάτων της Κ.Ε. «ΦΑΡΙΣ», διοργανώνουν...

ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ

«Μαργαρίτα Ιορδανίδη» του Μιχάλη Μακρόπουλου (προδημοσίευση)

«Μαργαρίτα Ιορδανίδη» του Μιχάλη Μακρόπουλου (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος από τη νουβέλα του Μιχάλη Μακρόπουλου «Μαργαρίτα Ιορδανίδη», η οποία θα κυκλοφορήσει στις 19 Απριλίου από τις εκδόσεις Κίχλη.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

Εἶχαν πιάσει γιὰ τὰ καλὰ οἱ ζέστες, καὶ τὴν ἑπόμενη Κυριακὴ κανόνισαν ν...

«Ο θάνατος έρχεται στάζοντας βροχή» του Αντρές Μοντέρο (προδημοσίευση)

«Ο θάνατος έρχεται στάζοντας βροχή» του Αντρές Μοντέρο (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος από το μυθιστόρημα του Αντρές Μοντέρο [Andrés Montero] «Ο θάνατος έρχεται στάζοντας βροχή» (μτφρ. Μαρία Παλαιολόγου), το οποίο κυκλοφορεί στις 17 Απριλίου από τις εκδόσεις Διόπτρα.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

Η μονομαχ...

«Σχολείο για την αγάπη» της Ολίβια Μάνινγκ (προδημοσίευση)

«Σχολείο για την αγάπη» της Ολίβια Μάνινγκ (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος από το μυθιστόρημα της Ολίβια Μάνινγκ [Olivia Manning] «Σχολείο για την αγάπη» (μτφρ. Φωτεινή Πίπη), το οποίο κυκλοφορεί στις 23 Απριλίου από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

Όταν έφτασαν στην κορυφή του λό...

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Δεν είναι «έγκλημα πάθους» είναι γυναικοκτονία: 5 μελέτες για την έμφυλη βία

Δεν είναι «έγκλημα πάθους» είναι γυναικοκτονία: 5 μελέτες για την έμφυλη βία

Πέντε μελέτες αναδεικνύουν τις νομικές και κοινωνικές διαστάσεις των γυναικοκτονιών και συμβάλλουν στην κατανόηση των αιτίων που προκαλούν την πιο ακραία μορφή έμφυλης βίας. Επειδή οι γυναικτοκτονίες δεν είναι «εγκλήματα πάθους» αλλά ανθρωποκτονίες με πολύ συγκεκριμένα χαρακτηριστικά.

Γράφει η Φανή Χ...

Επιστήμη, φιλοσοφία, τέχνες, βιογραφίες, λογοτεχνία: Οι εκδόσεις Ροπή μέσα από 5 βιβλία τους

Επιστήμη, φιλοσοφία, τέχνες, βιογραφίες, λογοτεχνία: Οι εκδόσεις Ροπή μέσα από 5 βιβλία τους

Με έδρα τη Θεσσαλονίκη, οι εκδόσεις Ροπή επιδιώκουν μέσω των βιβλίων τους την αλληλεπίδραση των θετικών επιστημών με άλλα γνωστικά πεδία, δίχως διάθεση να απευθύνονται μόνο σε ειδικούς και «γνώστες». 

Γράφει ο Διονύσης Μαρίνος

...
Aπό τον Γκάμπορ Μάτε έως τον Όσσο: 5 βιβλία για μια πιο υγιή και ισορροπημένη ζωή

Aπό τον Γκάμπορ Μάτε έως τον Όσσο: 5 βιβλία για μια πιο υγιή και ισορροπημένη ζωή

Πέντε βιβλία που κυκλοφόρησαν πρόσφατα μάς δείχνουν τον δρόμο για μια πιο υγιή και ισορροπημένη ζωή, μέσα από δεδομένα που προέκυψαν από σημαντικές επιστημονικές έρευνες των τελευταίων ετών και από πολύτιμα αποστάγματα πνευματικής εμβάθυνσης. 

Γράφει η Ελεάνα Κολοβού 

...

ΠΡΟΘΗΚΕΣ

ΠΡΟΘΗΚΕΣ

Newsletter

Θέλω να λαμβάνω το newsletter σας
ΕΓΓΡΑΦΗ

ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΤΗΣ ΧΡΟΝΙΑΣ

15 Δεκεμβρίου 2023 ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Τα 100 καλύτερα λογοτεχνικά βιβλία του 2023

Mυθιστορήματα, νουβέλες, διηγήματα, ποιήματα: Επιλογή 100 βιβλίων, ελληνικών και μεταφρασμένων, από τη βιβλιοπαραγωγή του 2023. Επιλογή: Συντακτική ομάδα της Book

ΦΑΚΕΛΟΙ