Προδημοσίευση αποσπάσματος από το μυθιστόρημα της Σώτης Τριανταφύλλου: «Το λούνα παρκ στο ιερό βουνό», που κυκλοφορεί την 1η Νοεμβρίου από τις εκδόσεις Πατάκη.
Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός
Εκείνο το βράδυ, όταν γύρισα στο σπίτι, η γιαγιά έπαιζε στο πιάνο το Όνειρο αγάπης του Λιστ, πατώντας τη σουρντίνα. «Παίξ’ το χωρίς τη σουρντίνα, γιαγιά» είπα κι άρχισα να κλαίω. Θυµήθηκα τον γιατρό Ντίµοφ στο Τζιτζίκι του Τσέχοφ που, όταν ο Κοροστελιόφ κάθεται στο πιάνο, του λέει: «Αδερφέ µου, παίξτε µας κάτι µελαγχολικό». Τον τελευταίο καιρό, αν κι όλο κάτι έγραφα για την εργασία, τα πρόσωπα του Τσέχοφ δεν υπήρχαν πια, έµοιαζαν µε κιτρινισµένες φωτογραφίες. Αναρωτιόµουν µήπως το θέµα που είχα διαλέξει ήταν υπερβολικά µεγάλο και υπερβολικά κουρασµένο. Μήπως να το περιόριζα στον Τσέχοφ; Στα διηγήµατα του Τσέχοφ; Στους Ρώσους συγγραφείς που έγραψαν για µας τις Γεωργιανές; Ταυτοχρόνως αµφέβαλλα για όλα: άξιζε άραγε να ασχοληθώ µε τις κόρες και τις συζύγους στρατιωτικών που ξέρουν λίγα γαλλικά; Μεσιέ, µαντάµ, µον σερ, ντεκολτέ, ορεβουάρ; Έπρεπε να ασχοληθώ µε τις γυναίκες στη γεωργιανή λογοτεχνία· που δεν δυσκολεύουν ακόµα περισσότερο τα πράγµατα όπως στη ρωσική ― κι εκτός αυτού είναι λιγότερες. Ίσως πάω στη Λειψία, σκεφτόµουν, µονάχα για να δω µια πόλη που βοµβαρδίστηκε· να τη δω, έστω, µέσα απ’ την αιθαλοµίχλη. Στη Γερµανία µπορείς να βρεις όλα τα παλιά τεύχη του περιοδικού Pop µε έγχρωµες φωτογραφίες που αν τις ξεδιπλώσεις έχουν µέγεθος γιγαντοαφίσας. Ίσως µάλιστα να γλιστρήσω στη Δύση· αλλά όχι µε την οµάδα των δηµοσιογράφων· µοναχή µου.
Ένας µουσικός ονόµατι Ντµίτρι Σελιβάνοφ είπε στη διάρκεια µιας συναυλίας ότι «η Σοβιετική Ένωση βλέπει φως στην άκρη του τούνελ», αλλά ότι µάλλον «το φως είναι οι φανοί του τρένου που έρχεται καταπάνω της».
Η γιαγιά σήκωσε το πόδι της απ’ το πεντάλ της σουρντίνας κι εγώ συνέχισα να κλαίω µέχρι που τέλειωσε το κοµµάτι. Έκλαιγα τόσο σπαραχτικά, ώστε ήρθε και κάθισε δίπλα µου και βάλθηκε να κλαίει κι αυτή. «Το φέρετρο δεν είναι ποτέ άδειο» δικαιολογήθηκε· είχα την παράξενη αίσθηση ότι ζούσα την ίδια σκηνή ξανά και ξανά. «Υπάρχουν πάντα λόγοι για να κλάψει κανείς». Υπήρχαν: εκτός από τους νεκρούς στους δρόµους, άνθρωποι έπαψαν να προσέχουν κι έπαθαν ατυχήµατα· µερικοί αυτοκτόνησαν ― λένε ότι ένας µουσικός ονόµατι Ντµίτρι Σελιβάνοφ είπε στη διάρκεια µιας συναυλίας ότι «η Σοβιετική Ένωση βλέπει φως στην άκρη του τούνελ», αλλά ότι µάλλον «το φως είναι οι φανοί του τρένου που έρχεται καταπάνω της»· κι ύστερα πήρε ένα σεντόνι που είχε κρύψει κάτω από το πιάνο, το έδεσε στην οροφή του θεάτρου και γύρω από τον λαιµό του και πήδηξε στο κενό. Άκουσα µια ακόµα αδέσποτη φήµη ότι µερικοί συµπατριώτες µας φοβούνταν πως θα γίνει πόλεµος κι έµπαιναν στα ψυχιατρεία από µόνοι τους ― «Χαίρετε, δεν είµαι στα καλά µου, ας κάτσω λίγο εδώ να συνέλθω, δώστε µου και χάπια».
[...]