Θα μπορούσα να τρώω κάθε πρωί το ίδιο πρωινό, θα μπορούσα να περιμένω στις εννέα και πέντε ακριβώς το ίδιο λεωφορείο και να κοιμάμαι πάντα ανάσκελα, όμως δεν θα μπορούσα να διασχίζω αυτόν τον δρόμο για δεκαεφτά χρόνια.
Της Χρύσας Γούτα
Η ιστορία του θα ξεκινούσε όπως όλες οι ερωτικές ιστορίες που είχε αγαπήσει, με ένα τραγικό γεγονός που θα οδηγούσε σε όλα τα άλλα.
Διήγημα του Αποστόλη Ηλιόπουλου
Το Φάντασμα χτύπησε την εξώπορτα.
- Μα πώς κατάφεραν να με δουν, αναρωτήθηκε ο κύριος Στίλμαν.
Διήγημα του Τάσου Αλεξιάδη
Δέκα καλοκαίρια πηγαίναμε στην κατασκήνωση, όλοι μαζί στην ίδια ομάδα, τους Ιχνηλάτες. Ξεκινήσαμε στα πέντε μας και κλείναμε πια τα δεκαπέντε.
Διήγημα της Ρένας Σαμαρά-Μάινα
Ήμουν δευτέρα δημοτικού όταν άκουσα την κυρία Μανωλία να παίζει στο πιάνο μια σονάτα του Μπετόβεν. Μαγεύτηκα. Από τότε το όνειρό μου ήταν να γίνω μουσικός, σαν εκείνη. Ήταν πρωτευουσιάνα με πτυχίο από το Εθνικό Ωδείο. Ποιος ξέρει πώς κατέληξε στα χωριά μας.
Του Δημήτρη Βουκάντση
Διαφέραμε πολύ. Εγώ κοινωνικός και με εμπιστοσύνη στις επόμενες στροφές της ζωής, αυτός μαζεμένος, επιφυλακτικός και με περισσότερη σύνεση.
Της Γεωργίας Δρακάκη
Πριν δύο εβδομάδες, ούτε μήνας δεν είχε περάσει από την κηδεία, με φώναξε η μάνα μου να τη βοηθήσω να αμπαλάρουμε τα βιβλία της γιαγιάς.
Του Απόστολου Μαϊκίδη
Αγαπητέ μου,
Γνωριστήκαμε πριν πολλά χρόνια. Εγώ νέα κι όμορφη. Όρθια πάνω στο ξύλινο τραπέζι. Εσύ με τη μεγάλη μύτη σου ν’ ακουμπάει στο χαρτί. Καθισμένος στη στρογγυλή καρέκλα του γραφείου. Εγώ με τα χέρια στεφάνι πάνω από το κεφάλι και το αριστερό πόδι τεντωμένο ψηλά. Εσύ με μουντζουρωμένα από το μελάνι δάχτυλα. Οι είκοσι πέντε ολόιδιοι μολυβένιοι στρατιώτες στη σειρά. Μόλις έπαιρνες τα μάτια σου από πάνω τους, με περικύκλωναν κρυφοκοιτάζοντας κάτω από την κοντή μου φούστα. Με φουντωμένα μάγουλα, με γυάλινα μάτια. Μετά από λίγο συνέρχονταν, ίσιωναν την πλάτη κι έμεναν ακίνητοι, με το όπλο στον ώμο. Για ώρες. Φύλαγαν το κάστρο.
Της Αναστασίας Κάτσικα
Γριβάδι δεν ξαναβάζω στο στόμα μου. Είναι ωραίος μεζές. Πάει και με το τσίπουρο, αλλά άμα παραγγείλετε εγώ θα φύγω.
Του Γιώργου Μυλωνά
Σήμερα Δευτέρα, τετάρτη Μαΐου, ανήμερα της αγίας Πελαγίας, της εκ Ταρσού, και του Ιλαρίωνα του θαυματουργού, του οποίου έχω και το όνομα –μεγάλη η χάρη τους!– έχω να σας κάνω μια σημαντική αποκάλυψη. Δεν υπάρχει κορωνοϊός!
Του Παναγιώτη Γούτα
Οι καμπάνες της Κυριακής ηχούσαν ακόμα, όταν το λεωφορείο μπήκε στο σταθμό. Ο κόσμος τον προσπερνούσε αδιάφορα, συζητώντας ζωηρά και σέρνοντας βαλίτσες κατά μήκος των διαδρόμων, ενώ μερικά παιδιά έτρεχαν εδώ κι εκεί, τραβώντας ανυπόμονα τους γονείς τους από το χέρι.
Διήγημα της Ηρώς Κάπα
«Μπαμπά», φώναξα με αγωνία μόλις μπήκα σπίτι. «Κοίτα τι λέει η εφημερίδα! Ο-Σαρ-γκά-νης-στον-ΠΑ-Ο. Μας τον πήρανε;»
Διήγημα του Γιώργου Οικονόμου
Ο κύριος Εξαπίνης ήταν ο προσωπικός φωτογράφος της βασιλικής οικογένειας του Τονάζ, ενός αχανούς βασιλείου που απλωνόταν από την Γκρίζα Βουνοκορφή ως την Άγονη Κοιλάδα.
Διήγημα της Δήμητρας Λουκά
Ω εσείς τρισκατάρατοι Πλούτωνα και Περσεφόνη, που σκαρφιστήκατε την καταδίκη μου! Ωιμέ, ο βαριόμοιρος εγώ!
Διήγημα της Άρτεμης Γρίβα
Στο αεροδρόμιο του νησιού. Πέρα απ' τη τζαμαρία απλωνόταν η πίστα απογείωσης. Αν ήταν πρωί, θα μπορούσες ν' αγναντεύσεις τον ορίζοντα, τώρα όμως η γυάλινη επιφάνεια έμοιαζε με κάτοπτρο που καθρέπτιζε την ψυχρά φωτισμένη αίθουσα αναμονής.
Του Χρυσόστομου Αγαπητού
Η οδός Πανεπιστημίου έχει τώρα ερημώσει. Η συννεφιά επισπεύδει το σούρουπο. Σε λίγο θα βρέξει το δίστιχο: βουρκωμένη Δευτέρα / η χειρότερη μέρα. Η συγκεκριμένη είναι η 27η Φεβρουαρίου, το έτος 1899. Ο αιώνας φθίνει, σαν τα φύλλα που πέφτουν.
Του Κυριάκου Μαργαρίτη
Ήταν ένα από τα, μετρημένα στα δάχτυλα του ενός χεριού, «ορφανά» κρούσματα του κορωναϊού στην χώρα, στα τέλη Φεβρουαρίου του 2020.
Του Παναγιώτη Γούτα
Λίγο πριν ξυπνήσω βρισκόμουν στη Νάξο, κοντά στην ανηφορική οδό Καμπανέλλη που οδηγεί σ’ εκείνον τον λόφο του ακρωτηρίου κάτω από τον οποίον εκτείνεται η αρχαία υποθαλάσσια πόλη.
Διήγημα του Νίκου Ξένιου
Ο Θωμάς σπρώχνει το καρότσι με το μωρό στον πλακόστρωτο πεζόδρομο.
Διήγημα του Γιάννη Γορανίτη
Και ενώ ένιωθα το παγωμένο άγγιγμα της κάννης στο γυμνό μου κεφάλι θυμήθηκα τη μητέρα μου να λέει: «Ήταν δύσκολοι καιροί τότε». Πότε, όμως, άρχισε η αντίστροφη μέτρηση;
Διήγημα του Θοδωρή Τσαπακίδη
Σου είχα πει κάποτε: Αν ποτέ το σκεφτείς στα σοβαρά, αν δεν την παλεύεις άλλο, πάρε με να περάσω. Ό,τι και να γίνει.
Διήγημα του Χρήστου Μπουραντά
Στα μέρη μας, στα ανατολικά οροπέδια, τα παιδιά παίρνουν τα ονόματά τους από τον κινηματογράφο.
Διήγημα της Μέμης Κατσώνη
Ξεκίνησαν ψηλοί, γινήκανε νάνοι. Καιρό τώρα το παλεύουνε. Τι το παλεύουνε δηλαδή, που κάθε φορά το πάνε και πιο κάτω. Πόσο πιο κάτω;
Διήγημα της Μελίνας Πετροπούλου
Αρχές του φετινού Απρίλη ήτανε, απόγευμα υγρό, που ανέβαινα με τα πόδια την Κηφισίας στο ύψος της Αγίας Τριάδας.
Διήγημα του Γιάννη Δενδρινού
13 Νοεμβρίου 2024 ΕΠΩΝΥΜΩΣ
«Γιατί άνθρωποι που έχουν ήδη στο σπίτι τους έναν μεγάλο (ή και τεράστιο) αριθμό βιβλίων τα οποία δεν έχουν προλάβει να διαβάσουν συνεχίζουν να αγοράζουν κι άλλα;» Ο Αχ
15 Δεκεμβρίου 2023 ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
Mυθιστορήματα, νουβέλες, διηγήματα, ποιήματα: Επιλογή 100 βιβλίων, ελληνικών και μεταφρασμένων, από τη βιβλιοπαραγωγή του 2023. Επιλογή: Συντακτική ομάδα της Book
19 Δεκεμβρίου 2023 ΣΙΝΕΜΑ