Για την παράσταση Αθήνα, Γραμμή 1, σε σκηνοθεσία Σοφίας Βγενοπούλου, η οποία παρουσιάζεται και απόψε στη Μικρή Σκηνή της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση.
Του Νίκου Ξένιου
Κλασικό μιούζικαλ για τη ζωή στον Υπόγειο της χαοτικής μεγαλούπολης είναι η ελληνική διασκευή του έργου του γερμανού Φόλκερ Λούντβιχ (Μορμόλης, Μια γιορτή στου Παπαδάκη, Τζέλα, Λέλα, Κόρνας και Κλεομένης, Είστε και φαίνεστε) Linie 1, που παρουσιάζει στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση η Σοφία Βγενοπούλου με τη νεανική ομάδα Grasshopper Youth και με τη συνδρομή επαγγελματιών του θεάτρου, της λογοτεχνίας και της μουσικής.
Η ιδέα και η υλοποίησή της
Το έργο πραγματεύεται το ταξίδι μιας έφηβης, που έρχεται από την επαρχία στο Δυτικό Βερολίνο με σκοπό να βρει τον αγαπημένο της.
Γραμμένο το 1986, πριν από την πτώση του Τείχους –ειδικά για τον καινοτόμο βερολινέζικο θίασο για νέους Grips-Theater, με καλλιτεχνικό διευθυντή τον ίδιο τον συγγραφέα– το Γραμμή Ένα είναι στην πραγματικότητα η πορεία ενηλικίωσης μιας κοπέλας και, ταυτόχρονα, η τοιχογραφία μιας ολόκληρης πόλης. Το έργο πραγματεύεται το ταξίδι μιας έφηβης, που έρχεται από την επαρχία στο Δυτικό Βερολίνο με σκοπό να βρει τον αγαπημένο της. Διανύει, λοιπόν, ξανά και ξανά, την υπόγεια Γραμμή Ένα του Μετρό, που στη Γερμανία είναι γνωστή με τη σαρκαστική επωνυμία «Όριεντ Εξπρές», για να συναντήσει ένα καλειδοσκοπικό φάσμα χαρακτήρων, από άστεγους, μικροαπατεώνες, πόρνες, αποτυχημένους της ζωής και περιθωριακούς, για να εξοικειωθεί με την απογοήτευση του ανανταπόδοτου έρωτα και τη γλυκύτητα της ερωτικής αμοιβαιότητας, την ανθρωπιά και τη σκληρότητα.
Η αφέλεια και ο αυθορμητισμός της χαμογελαστής ηρωίδας είναι ο καταλύτης για την ενεργοποίηση άλλοτε παθητικών ατόμων, για την αφύπνιση της ανθρωπιάς: «Ακτινοβολείς λίγη ζεστασιά και τους χαμογελάς στο μετρό, και τρελαίνονται. Γιατί δεν τους έχει ξανασυμβεί ποτέ». Νέα παιδιά με ταλέντο και εμφανή έλλειψη σκηνικής πείρας στήνουν μπροστά στα μάτια μας μιαν ομαδική δουλειά που διακρίνεται από φρεσκάδα και αυθορμητισμό και σηματοδοτούν την ελπίδα μας για ένα πολιτικό θέατρο πιο πηγαίο και λιγότερο επικαθορισμένο από τα στερεότυπα των προηγούμενων δεκαετιών, ενώ με ευγνωμοσύνη νιώθουμε τον Εουτζένιο Μπάρμπα να μας «κλείνει το μάτι» από το πλάι.
Γέλιο και κλάμα, συγκίνηση και όνειρο, δυναμισμός επί σκηνής και κάποιες ιδιαίτερα αξιόλογες ερμηνείες καταγράφονται στα θετικά της παράστασης.
Το γεγονός ότι έχουμε να κάνουμε με μιούζικαλ δεν φαίνεται να μειώνει καθόλου το ρεαλιστικό κλίμα των σκηνών, και σ’ αυτό συμβάλλουν ιδιαίτερα τα κοστούμια και τα σκηνικά. Η παρουσία της ορχήστρας επί σκηνής, το χιούμορ και οι δραματικές κορυφώσεις ενός κατά βάσιν αυτοσχεδιαστικού εγχειρήματος ανοίγει την προοπτική της συνδημιουργίας, μαζί με νέους ανθρώπους, μιας τέχνης που πραγματοποιεί ηρωϊκή έξοδο από τις καθεστηκυίες της μορφές και διατυπώσεις, για να βρει τη δική της γλώσσα. Γέλιο και κλάμα, συγκίνηση και όνειρο, δυναμισμός επί σκηνής και κάποιες ιδιαίτερα αξιόλογες ερμηνείες καταγράφονται στα θετικά της παράστασης. Στα αρνητικά προσγράφονται μια κάποια προχειρότητα στη διαχείριση του κειμένου, κάποια σημεία όπου το ίδιο το κείμενο πλατείαζε, αρκετά κενά στο «δέσιμο» των σκηνών και περιορισμένες «ατασθαλίες» της κονσόλας του ήχου.
Παράλληλα, η διασκευή του Γιάννη Τσίρμπα (που με το βιβλίο του έχει δώσει εκείνα τα γνωρίσματα που καθιστούν την πλατεία Βικτωρίας δέκτη και καταγραφέα της κοινωνικής κατάστασης που διαμορφώθηκε πρόσφατα στην Αθήνα) επικεντρώνει σε πολιτικές επισημάνσεις ιδιαίτερα σημαντικές, που και σκηνικά θα ήταν δραστικώτερες εάν δεν διακρίνονταν από ανεπαίσθητα διδακτικό ή υπερβολικά επεξηγηματικό τόνο. Πιστεύουμε πως με ένα «δέσιμο» και ξαναδούλεμα η παράσταση θα έφτανε σε κορυφώσεις απίστευτες.
Για την ιστορία
Η παράσταση, μεταφρασμένη στα αγγλικά, παρουσιάστηκε σε πολλές πόλεις ανά τον κόσμο (από την Αμερική μέχρι την Αυστραλία), ενώ το έργο διασκευάστηκε σε περισσότερες από 25 γλώσσες παγκοσμίως.
Η μουσική της πρωτότυπης γερμανικής παράστασης ήταν του Birger Heymann και η σκηνοθεσία του Wolfgang Kolneder. Η παράσταση, μεταφρασμένη στα αγγλικά, παρουσιάστηκε σε πολλές πόλεις ανά τον κόσμο (από την Αμερική μέχρι την Αυστραλία), ενώ το έργο διασκευάστηκε σε περισσότερες από 25 γλώσσες παγκοσμίως. Υπάρχουν επίσης και διασκευές του έργου, όπως για παράδειγμα το Seoul Line 1 που διαδραματίζεται στην Κορέα, καθώς και μία κινηματογραφική ταινία σε σκηνοθεσία Reinhard Hauff (1988), ενώ το έργο διασκευάστηκε και για κουκλοθέατρο. Χωρίς αμφιβολία, το Linie 1 –το πιο δημοφιλές γερμανικό μιούζικαλ μετά την Όπερα της πεντάρας των Brecht και Weil– ενέπνευσε δημιουργούς σε όλον τον κόσμο, με αποτέλεσμα ποικίλες εκδοχές και ερμηνείες του πρωτοτύπου.
Παιδοψυχίατρος, σκηνοθέτις, συνιδρύτρια και καλλιτεχνική υπεύθυνη της ομάδας Grasshopper Youth, η Σοφία Βγενοπούλου έγραψε το σενάριο για την ταινία μικρού μήκους Όσο μπορείς, που γυρίστηκε με τους έφηβους του 1ου Διαπολιτισμικού Σχολείου της Αθήνας, σε παραγωγή της Στέγης. Σκηνοθέτησε Το Τρένο του Λένου Χρηστίδη, τα Ελεύθερα Ύδατα του Γιάννη Τσίρου, το Στην Οθόνη Φως του Βαγγέλη Χατζηγιαννίδη, το DNA του Dennis Kelly το Chat Room στο θέατρο Χώρα και 18 παραστάσεις για εφήβους. Η σκηνοθέτις, κρατώντας τα δομικά χαρακτηριστικά του πρωτότυπου έργου και τη βασική ιδέα της πλοκής, αλλά αντλώντας επιπλέον υλικό από συνεντεύξεις και εξομολογήσεις σημερινών Αθηναίων, θίγει την οικονομική κρίση, την εμφάνιση ακραίων εθνικιστικών ή νεοναζιστικών συμπεριφορών και τάσεων, το προσφυγικό ζήτημα. Πλέον, το ενδιαφέρον της εστιάζεται κυρίως στο πώς η θεατρική έκφραση μπορεί να γίνει εργαλείο ενδυνάμωσης και προσωπικής ολοκλήρωσης για νέους ανθρώπους, συμπεριλαμβανομένων ομάδων με περιορισμένη πρόσβαση σε καλλιτεχνικές δράσεις και ευάλωτων κοινωνικών ομάδων.
* Ο ΝΙΚΟΣ ΞΕΝΙΟΣ είναι εκπαιδευτικός και συγγραφέας.