Της Σώτης Τριανταφύλλου
Όταν τα ρολόγια έλειωναν, βγαίναμε στον κόσμο. Το σκοτάδι κατέβαινε χαμηλά, οι βάρδοι προηγούνταν με τον μαγεμένο αυλό – ο όχλος, διατηρούσε τους κανόνες του, εμείς κανόνες δεν είχαμε. Τα μεσάνυχτα, αγοράζαμε φτηνά γέλια και ποτά – αγοράζαμε, κλέβαμε ή δανειζόμασταν.
Οι άλλοι σταδιοδρομούσαν στο Καλό, μετρούσαν το άγιό τους χρήμα, ασφαλίζονταν – ο κόσμος έρεε, συστρεφόταν, για πολλά χρόνια έκαιγα τις γέφυρες, ποτέ δεν μετάνιωνα. Όταν γύριζα νωρίς το πρωί, υπέφερα από πυρετούς έγχρωμους και κυμαινόμενους: η ζωή ήταν αβάσταχτα μεταλλική – περιπλανιόμουν ανάμεσα σε κοχλίες, σε γρανάζια, σε γυροσκόπια, σε τόρνους και σε στρόμβους. Οι τούρτες ήταν φτιαγμένες από λάσπη – ανατινάζονταν κι αυτές μαζί με όλα τ’ άλλα, ανατινάζονταν όταν δεν πυρπολούνταν. Τα μεσάνυχτα, βγαίναμε στις λεωφόρους: οι σειρήνες θρηνούσαν και ούρλιαζαν, περιοδεύαμε, προπαγανδίζοντας τον εαυτό μας – καμιά φορά σε θυμόμουν, σε θυμόμουν με θλίψη άφωνη, καθώς θα συμμορφώνεσαι, εγώ θα είμαι εδώ: θα χορεύω με τους στραγγαλιστές – θα χορεύω στον ρυθμό των αλμπίνων. [...]
Άλφαμπετ Σίτυ, 1992
Οι αλμπίνοι ήταν ο Johnny και ο Edgar Winter, που εμφανίστηκαν την περασμένη Κυριακή στο Olympia, στο Παρίσι. Η αίθουσα του Olympia μεταμορφώνεται ανάλογα με τον καλλιτέχνη: άλλοτε μοιάζει με θέατρο, άλλοτε με rock’n’roll venue. Ο Jοhnny Winter θα έπαιζε με τον Alvin Lee, αλλά, καθώς την κάνουμε ένας-ένας, στις 6 Μαρτίου ο Alvin Lee πέθανε – έτσι, ο Johnny κουβάλησε support από το χωριό του στο Τέξας ή από το Leland του Μισσισσίπι όπου πέρασε μερικά χρόνια όταν ήταν μικρός. Το support των χωρικών πέτυχε τον στόχο του -την κλιμάκωση της ανυπομονησίας και, εν τέλει, την υπογράμμιση του μεγάλου ονόματος της βραδιάς: όταν ο Edgar– που έπαιζε σαξόφωνο - αποχώρησε από τη σκηνή, είπε, με χαρακτηριστική γενναιοδωρία, «Ηere’s my brother, the music hero» κι αρχίσαμε όλοι να πηδάμε πάνω κάτω. Let it rock, pretty mama.
O Johnny Winter είναι music hero: ένας από τους μεγαλύτερους κιθαρίστες όλων των εποχών, όπως μας αρέσει να λέμε – παρότι οι προτιμήσεις και τα κριτήρια ποικίλλουν, παρότι μερικές τεχνικές δεν συγκρίνονται μεταξύ τους. Το 1968 κυκλοφόρησε το «Progressive Blues Experiment»: απέκτησα τον δίσκο δυο-τρία χρόνια αργότερα – τότε, τα αγαπημένα μου κομμάτια ήταν το «Βlack Cat Bone» (που δεν το είπε στο Olympia) και το «Mean Town Blues» (που το είπε, αν και δεν ταιριάζει στο Παρίσι, mean towns είναι το Σικάγο, το Ντιτρόιτ, το Μέμφις – όχι το Παρισάκι). Στη συνέχεια, περίμενα ότι θα αφιερώσει τη βραδιά στον Alvin Lee - φάνηκε όμως να έχει ξεχάσει εντελώς τη χαμένη προοπτική του jamming. Παρ’ όλ’ αυτά, ο Johnny Winter ήταν και παραμένει, εκτός από μεγάλος κιθαρίστας, μεγάλος jammer – τα jamming sessions με τον Mike Bloomfield και τον Al Kooper στο Filmore East, καθώς και οι συνεργασίες του με τον Muddy Waters αποτελούν μέρος της μυθολογίας ροκ και των μπλουζ. Με τον Alvin Lee είχε εμφανιστεί το 1983 στο Palladium της Νέας Υόρκης – δεν ήμουν εκεί, αλλά φαντάζομαι την κιθαρική έκρηξη. Επίσης, ο Εdgar είχε συνεργαστεί με τον Alvin Lee στο «Whola Lotta Shakin’ Goin’ On» και σε δυο-τρία λάιβ όπου έπαιζε πλήκτρα… Αν αρχίσω να κάνω συνδυασμούς, θα γίνω ακόμα πιο βαρετή. Για να επανέλθω στον Johnny, έπαιζε με τον Rick Derringer στο LP «Still Alive and Well», όπου έκανε blues covers κλασικών κομματιών όπως το «Let it Bleed» των Stones και το «From a Buick 6» του Dylan – τα οποία δεν είπε την περασμένη Κυριακή παρόλο που εγώ τα περίμενα.
Είπε το «Rock Me Baby» του Willie Broonzy από εκείνο το LP του 1973 και στη συνέχεια τρία covers από το «Captured Live!» του 1976: «Ιt’s All Over Now», «Jumpin’ Jack Flash» και «Highway 61 Revisited” σε extended version, πράγμα που ίσως ο Alvin Lee να κατάφερνε ακόμα καλύτερα: ο πρώην frontman των Ten Years After ήταν σολίστας και κάθε extended version ακουγόταν διαφορετική και μοναδική. Στη συνέχεια, ο Johnny Winter έπαιξε, όπως σχεδόν σε όλες του τις συναυλίες, το «Good Morning Little Schoolgirl» του Sonny Boy Williamson, το «Got My Mojo Workin’» του Muddy Waters και το «Black Jack» του Ray Charles.
Θα το ξαναπώ: το ροκ εντ ρολ, τα μπλουζ, ιδιαίτερα τα ηλεκτρικά μπλουζ με κάνουν εκστατικά ευτυχισμένη. Η στιγμή που ο Johnny Winter –με alto σαξόφωνο του Edgar- έπαιξαν το «Rollin’ ‘Cross the Country» από το «Saints and Sinners» μού θύμισε εκείνο το τρομακτικό εξώφυλλο: ο αλμπίνος με το βλέμμα του δαίμονα, με τα μαλλιά να ανεμίζουν. Κι ύστερα, το «Johnny B. Goode» –που το έχουμε κάπως βαρεθεί όλοι– μου θύμισε ένα λάιβ με τον Eric Clapton στο Ντάλλας, ένα λάιβ που δεν είδα αλλά όπου ξέρω ότι ο Winter έπαιξε το «Johnny B. Goode» μπροστά σε 90.000 άτομα σε έξαλλη κατάσταση. Στο encore, στο Οlympia, είπε, όπως αναμενόταν, το «Rock and Roll, Hoochie Koo» στο οποίο θα μπορούσε να κάνει ντουέτο με τον Alvin Lee αν ο Alvin Lee δεν είχε πεθάνει, καθώς και το «Dust My Broom» του Elmore James που το είχα ακούσει στο «Bottom Line» στη Νέα Υόρκη αλλά που, μετά, δεν συμπεριλήφθηκε στο LP «Live in NYC ‘97». Ενώ ακουγόταν το «Dust My Broom» συνειδητοποίησα ότι πηδούσα ακόμα πάνω κάτω – όταν δεν βαριέμαι, δεν κουράζομαι ποτέ: μπορώ να πηδάω πάνω κάτω all night long όπως λέει το τραγουδάκι «Let It Rock» που θα έπαιζε ο Alvin Lee αν είχε επιζήσει μέχρι τη βραδιά στο Olympia. Let it rock, pretty mama, She rocks all night long.
ΣΩΤΗ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΥ