Κουβαλάει όλη τη μαγκιά του Μιζούρι, βλέπει γουέστερν και γουστάρει άλογα και πιστολίδι, πλακώνεται με διπλάσιούς του, σκληραίνει το ύφος του κι όλα γύρω του γίνονται γρανίτης, χαμηλώνει τη φωνή του κι αυτή μετατρέπεται από σύριγγα σε ατλάζι, κρατάει το κοινό σε αγωνία, εξαφανίζεται για πέντε χρόνια κι επιστρέφει, έτσι ξαφνικά, ένα βράδυ με ηλεκτρική καταιγίδα.