Ο γνωστός φιλόλογος τιμήθηκε από την Εταιρεία Συγγραφέων*
Θα μπορούσε να είναι είδηση μονάχα για την ηλικία του, αλλά ο Εμμανουήλ Κριαράς, εκτός από μαραθωνοδρόμος της ζωής, είναι ένας ακούραστος μαραθωνοδρόμος της εργασίας
και της προσφοράς. Στα 104 (sic) χρόνια του συνεχίζει ακνόως να δημιουργεί, να παράγει, να παρεμβαίνει σε θέματα ελληνικής γλώσσας και παιδείας, που είναι άλλωστε και τα ζητήματα που τον ενέπνευσαν από την αρχή της ακαδημαϊκής και επιστημονικής του καριέρας. Ακόμη κι ο θάνατος της γυναίκας του, λίγα χρόνια πριν, με την οποία δήλωνε ακόμη ερωτευμένος, δεν κατάφερε να κλονίσει την μοναδική του πίστη στην αρετή της εργασίας.
Η αποδοχή της πρότασης του Γιώργου Παπανδρέου να είναι υποψήφιος στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας στις τελευταίες εκλογές, στην τελευταία και φυσικά μη εκλόγιμη θέση, είναι χαρακτηριστική της διάθεσής του να είναι «παρών» στα πράγματα του τόπου. Άλλωστε, λίγες μέρες μετά τις εκλογές, όταν υποδέχτηκε τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ στο σπίτι του στη Θεσσαλονίκη, δεν παρέλειψε για μια ακόμη φορά να τον νουθετήσει εκφράζοντας μια από τις πιο αμφιλεγόμενες απόψεις του, αυτή για την κατάργηση της διδασκαλίας των Αρχαίων Ελληνικών στο Γυμνάσιο.
Η άποψή του δεν ήταν βέβαια κεραυνός εν αιθρία, και την επαναλαμβάνει σταθερά πολλά χρόνια τώρα. Είναι άλλωστε συνέπεια όλης της μέχρι τώρα επιστημονικής πορείας του. Λαύρος δημοτικιστής από τα πρώτα χρόνια του γλωσσικού ζητήματος, σταθερός υπέρμαχος του μονοτονικού, αποτελεί στο χώρο της εν ελλάδι γλωσσολογικής κοινότητας τον «προοδευτικό» (απαραίτητα τα εισαγωγικά) πόλο – με τον καθηγητή Γεώργιο Μπαμπινιώτη να καταλαμβάνει την άλλη πλευρά. Αν και αυτά που τους ενώνουν είναι περισσότερα από αυτά που τους χωρίζουν (ούτε Μπαμπινιώτης συζητάει επιστροφή του πολυτονικού, ενώ σε επιμέρους απόψεις τους για τη γλώσσα δεν διαφωνούν), η μεγάλη τους διαφορά έγκειται στο πώς βλέπουν την ελληνική γλώσσα στη διαχρονία της. Για τον Μπαμπινώτη, η ελληνική γλώσσα είναι ένα ενιαίο συνεχές από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, εξού και η εμμονή του στις «διορθωτικές» επεμβάσεις στην ορθογραφία, βάσει ετυμολογικών δεδομένων (μια εμμονή που, δεδομένης και της ευρείας εξάπλωσης του λεξικού του, έχει προσθέσει αρκετούς πονοκεφάλους στους διορθωτές σε εκδόσεις και εφημερίδες). Για τον Κριαρά, τα αρχαία ελληνικά είναι μια άλλη γλώσσα (προσοχή, όχι ξένη), διαφορετική από τη σημερινή, γι’ αυτό και δεν την καταλαβαίνουμε οι σημερινοί Έλληνες. Σε αυτή του την άποψη εδράζεται και η πεποίθησή του ότι τα αρχαία ελληνικά δεν είναι σωστό να διδάσκονται στο Γυμνάσιο, όταν οι μαθητές δεν έχουν ακόμη κατακτήσει τη δική τους γλώσσα, κι ότι θα έπρεπε η διδασκαλία τους να περιοριστεί στο λύκειο. Εννοείται βέβαια, προς αποφυγή παρεξηγήσεων, ότι ως διδασκαλία των αρχαίων ελληνικών δεν εννοούνται τα αρχαία κείμενα, που μπορούν κάλλιστα να διδάσκονται μεταφρασμένα, αλλά η ίδια η γλώσσα (συντακτικό, γραμματική, κ.λπ).
Χρήσιμο είναι ωστόσο να έχει κανείς στο μυαλό του ότι την άποψη αυτή για τη διδασκαλία των αρχαίων στο γυμνάσιο εκφράζει ο ακαδημαϊκός του οποίου κορυφαίο έργο του είναι το ημιτελές «Λεξικό της μεσαιωνικής ελληνικής δημώδους γραμματείας, 1100-1669» (από το οποίο ωστόσο έχουν ήδη εκδοθεί 14 τόμοι!), άνθρωπος δηλαδή που έχει αφιερώσει τη ζωή του στη μελέτη της ελληνικής γλώσσας μέσα στους αιώνες. Σήμερα, παρότι όπως λέει αισθάνεται απομονωμένος αφού όλοι του οι δικοί του άνθρωποι έχουν πια «φύγει», χαίρει άκρας υγείας και εξακολουθεί να εργάζεται καθημερινά.
*Στον Εμμανουήλ Κριαρά απονεμήθηκε το βραβείο της Εταιρείας Συγγραφέων «Διδώ Σωτηρίου» για την εξαιρετική προσφορά του στα Ελληνικά Γράμματα.