
Για το μυθιστόρημα της Κλαούδια Πινιέιρο (Claudia Piñeiro) «Οι χήρες της Πέμπτης» (μτφρ. Ασπασία Καμπύλη, εκδ. Carnίvora).
Γράφει η Ιωάννα Φωτοπούλου
Η Κλαούδια Πινιέιρο αποτελεί την πιο πολυμεταφρασμένη συγγραφέα της Αργεντινής μετά τον Μπόρχες και τον Κορτάσαρ, με σημαντικά βραβεία στο ενεργητικό της. Στη χώρα μας είναι ήδη πολύ γνωστή και ιδιαίτερα αγαπητή, καθώς από τις εκδόσεις Carnivora κυκλοφορούν τα βιβλία της Δικιά σου για πάντα, Η Έλενα ξέρει, Καθεδρικοί και Μπέτι Μπου, ενώ πρόσφατα μεταφράστηκε εξαιρετικά από την Ασπασία Καμπύλη και το πρώτο της μυθιστόρημα, με τον καταπληκτικό τίτλο Οι χήρες της Πέμπτης.
Αν και η Πινιέιρο συνήθως χαρακτηρίζεται ως συγγραφέας αστυνομικών μυθιστορημάτων, η ίδια θεωρεί τον χαρακτηρισμό περιοριστικό ‒ και όχι άδικα. Τα έργα της δεν εξαντλούνται στην αναζήτηση του δολοφόνου· διαθέτουν έντονο κοινωνικοπολιτικό χαρακτήρα και σαφή προσανατολισμό σε ζητήματα που άπτονται του φεμινιστικού κινήματος, στο οποίο η ίδια είναι ενεργό μέλος. Παρ’ όλα αυτά εδώ έχουμε το πιο «αστυνομικό» της μυθιστόρημα, τοποθετημένο στη σχετικά πρόσφατη εποχή της μεγάλης οικονομικής κρίσης στην Αργεντινή.
Η δράση εκτυλίσσεται στο Άλτος δε λα Κασκάδα, ένα ιδιωτικό, περιφραγμένο προάστιο στα περίχωρα του Μπουένος Άιρες με δεκαπέντε φύλακες να το φρουρούν κατά τη διάρκεια της ημέρας και είκοσι δύο τη νύχτα. Εκεί, μια παρέα ανδρών -ο Γκουστάβο, ο Ρόνι, ο Μαρτίν και ο Τάνο- συναντιούνται κάθε Πέμπτη στο σπίτι του τελευταίου, το πιο μεγάλο και επιβλητικό της περιοχής, για να φάνε και να παίξουν χαρτιά ενώ οι γυναίκες τους -Κάρλα, Βιρχίνια, Λάλα και Τερέσα-, εκείνη την ημέρα, για να μην τους ενοχλούν, πηγαίνουν αναγκαστικά σινεμά. Τη μοιραία Πέμπτη, ο ένας από τους τέσσερις φίλους γυρίζει σπίτι νωρίς ενώ οι υπόλοιποι τρεις βρίσκονται το επόμενο πρωί νεκροί στον πάτο της πισίνας. Από εκείνη τη στιγμή κι έπειτα, οι σελίδες κυλούν χωρίς να υπάρχει η κλασική αγωνία της αναζήτησης του ενόχου. Άλλωστε, δεν διεξάγονται πουθενά ανακρίσεις. Ο αναγνώστης σχεδόν ξεχνά το γεγονός και αφήνεται στην αφήγηση μέχρι το τέλος του βιβλίου, όπου θα αποκαλυφθεί το τι ακριβώς συνέβη.
Μέσα στο περίκλειστο προάστιο
Μέσα από την οπτική γωνία πολλαπλών αφηγητών ξετυλίγεται η ζωή εντός αυτού του περίκλειστου προαστίου, οι σχέσεις που αναπτύσσονται μεταξύ των κατοίκων και ο αγώνας των ηρώων να διατηρήσουν τα κεκτημένα που τους διαχωρίζουν από την υπόλοιπη κοινωνία και τους επιτρέπουν να ζουν σε συνθήκες ευμάρειας ενώ όλα γύρω τους καταρρέουν. Πόσο εφικτό όμως είναι αυτό σε μια εποχή που πλέον οι οικονομικές κρίσεις έχουν ονόματα όπως τα καιρικά φαινόμενα, ενώ τα χρήματα αλλάζουν χέρια από τη μια στιγμή στην άλλη, διαταράσσοντας την πάλαι ποτέ σταθερότητα του πλούτου που περνούσε από γενιά σε γενιά; Ο κόσμος αλλάζει πολύ πιο γρήγορα απ’ ό,τι στο παρελθόν κι όσοι πίστεψαν πως είναι ασφαλείς καταλήγουν θεατές της ίδιας τους της κατάρρευσης. Ο Ρόνι είναι χρόνια άνεργος, ενώ άλλοι, όπως ο Μάρτιν και η Λάλα, έχουν πρόσφατα χρεοκοπήσει και σχεδιάζουν να μετακομίσουν στο Μαϊάμι ώστε να κρύψουν τον ξεπεσμό τους. Σε πολλά κεφάλαια, αφηγήτρια είναι η Βιρχίνια, η οποία ασχολείται με αγοραπωλησίες σπιτιών και συντηρεί την οικογένειά της, ενώ γύρω τους περιστρέφεται πλήθος χαρακτήρων, καθένας με τη δική του ιστορία, οι οποίοι συμπληρώνουν τον καμβά της κοινωνικής υποκρισίας.
Το περίφημο corallito -λέξη που σημαίνει «μικρή περίφραξη» ή «παιδικό πάρκο»- ήταν το καθεστώς που επιβλήθηκε από τον τότε υπουργό οικονομικών προκειμένου να σώσει τις τράπεζες, κάτι ανάλογο με αυτό που ζήσαμε και στη χώρα μας το 2015.
Το 2001, η Αργεντινή βιώνει τη μεγαλύτερη οικονομική κρίση της σύγχρονης ιστορίας της, με τον μισό πληθυσμό της χώρας να περνά από μια σχετική οικονομική άνεση στην απόλυτη ένδεια. Το περίφημο corallito -λέξη που σημαίνει «μικρή περίφραξη» ή «παιδικό πάρκο»- ήταν το καθεστώς που επιβλήθηκε από τον τότε υπουργό οικονομικών προκειμένου να σώσει τις τράπεζες, κάτι ανάλογο με αυτό που ζήσαμε και στη χώρα μας το 2015. Οι αναλήψεις χρημάτων απαγορεύτηκαν και, μετά τις έντονες αντιδράσεις, επιτράπηκε η ανάληψη μόνο μικρών ποσών καθημερινά. Η περίφημη Αρχή της Μετατρεψιμότητας, που ταύτισε το πέσο με το δολάριο, οδήγησε τελικά στον θάνατο την οικονομία της χώρας.
Η Πινιέιρο δένει άψογα αυτό το ιστορικό πλαίσιο με την πλοκή. Οι ήρωές της ζουν μέσα σε ένα «παιδικό πάρκο» με ωραίους κήπους, πισίνες, γήπεδα γκολφ και τένις, μακριά απ’ όσα συμβαίνουν στη χώρα τους. Διαθέτουν νταντάδες και οικιακές βοηθούς, χρεώνονται για ν’ αγοράσουν σκυλιά ράτσας με δόσεις, οι γυναίκες κάνουν επεμβάσεις πλαστικής χειρουργικής και γενικότερα, απολαμβάνουν έναν πλούτο που θα αποδειχτεί επισφαλής. Κανείς δεν μπορεί να μπει στο προάστιο χωρίς εξονυχιστικό έλεγχο.
Η συγγραφέας περιγράφει το πώς οι κάτοικοι εκπαίδευσαν τα δικά τους σκυλιά ώστε να μη φεύγουν από τα όρια του κήπου, μέσω ενός συστήματος ηλεκτροσόκ ‒ μια σαφή αλληγορία για τη δική τους αυτοεπιβαλλόμενη αιχμαλωσία.
Η ψευδαίσθηση αυτή κλονίζεται όταν εμφανιστούν τα αδέσποτα σκυλιά, οι λεγόμενοι σιμαρόνες, όπως ονομάζονταν και οι σκλάβοι που κατάφεραν να δραπετεύσουν. Αυτά τα σκυλιά μπαίνουν, άγνωστο πώς, στο προάστιο και διαταράσσουν την εύθραυστη ηρεμία του. Το πρόβλημα θα λυθεί, φροντίζοντας οι κάτοικοι να σκεπάζουν καλά τα σκουπίδια τους, όπως ακριβώς κάνουν και με τους εαυτούς τους. Η συγγραφέας περιγράφει το πώς οι κάτοικοι εκπαίδευσαν τα δικά τους σκυλιά ώστε να μη φεύγουν από τα όρια του κήπου, μέσω ενός συστήματος ηλεκτροσόκ ‒ μια σαφή αλληγορία για τη δική τους αυτοεπιβαλλόμενη αιχμαλωσία. Οι κάτοικοι του Άλτος δε λα Κασκάδα είναι στην πραγματικότητα φυλακισμένοι των ίδιων τους των αναγκών και των κοινωνικών προσδοκιών που οι ίδιοι δημιούργησαν.
Πίσω από τις κλειστές πόρτες
Η κοινωνική υποκρισία εκδηλώνεται παντού: οι φίλοι είναι εν δυνάμει πελάτες και οι πελάτες εν δυνάμει φίλοι. Τα σχολεία των παιδιών λειτουργούν ως πεδίο δημοσίων σχέσεων μεταξύ των γονιών, οι οποίες ενδεχομένως να αποβούν επωφελείς στο μέλλον. Οι κυρίες ιδρύουν φιλανθρωπικά σωματεία ως μέσο κοινωνικής προβολής. Την υποκρισία αυτής της κλειστής κοινωνίας θα έρθουν να ξεσκεπάσουν δύο παιδιά: ο Χουάνι, γιος της Βιρχίνια, και η Ρομίνα, η υιοθετημένη κόρη της Μαριάννα. Τα βράδια τριγυρνούν στις γειτονιές και καταγράφουν όσα συμβαίνουν πίσω από τις κλειστές πόρτες. Όταν ο Χουάνι αποτυπώσει μια άβολη ιδιωτική στιγμή του γείτονά του στη ζωγραφική, με κίνδυνο να τιναχτεί στον αέρα η κοινωνική συνοχή, η πράξη του δεν θα μείνει ατιμώρητη. Απειλείται με αποβολή από το σχολείο, η μητέρα του κατηγορείται για αμέλεια και το παιδί τίθεται υπό επιτήρηση, ως «άτομο υψηλού κινδύνου», λόγω δήθεν χρήσης ναρκωτικών.
Οι «εκλεκτοί» του country, όπως το αποκαλούν, θα αναπτύξουν αντανακλαστικά προστασίας από καθετί ξένο. Κάποιοι επικαλούνται παλαιότερους κανονισμούς, που περιόριζαν την εκπροσώπηση οποιασδήποτε συλλογικότητας στο 10%, ενοχλημένοι από την εγκατάσταση μιας εβραϊκής οικογένειας. Απειλή θεωρείται και η Κάρμεν, η οποία παραμένει στην περιοχή μετά το διαζύγιό της και προκαλεί τα χρηστά ήθη όταν απομονώνεται στο σπίτι μαζί με την οικιακή βοηθό της.
«Παρότι πιστεύεις πως είσαι υπεύθυνη αποκλειστικά για τις δικές σου πράξεις, το να κοιτάζεις είναι επίσης μια πράξη» λέει η Πινιέιρο
Μια συγγραφέας όπως η Κλαούδια Πινιέιρο δεν θα μπορούσε να μην αναδείξει ζητήματα που αφορούν τη θέση των γυναικών. Των γυναικών που αναβάλουν τη φροντίδα του εαυτού τους για «όταν τα παιδιά τους μεγαλώσουν». Που, ακόμα κι αν είναι οι μόνες που φέρνουν χρήματα στο σπίτι, κατηγορούνται αυτές και όχι ο πατέρας για ελλιπή φροντίδα προς τα παιδιά τους. Που, ακόμα κι όταν χωρίζουν επειδή ο σύζυγός τους τις απατά επανειλημμένα, αποκλείονται από τις κοινωνικές προσκλήσεις και μένουν μόνο οι άλλες γυναίκες να τις υπερασπίζονται, αφού οι άντρες κρατούν ίσες αποστάσεις, τις οποίες όμως δεν τηρούν ούτε για τα προσχήματα όταν πρόκειται για περιπτώσεις κακοποίησης. Αυτό, φυσικά, δεν θεωρείται απειλή για την κοινωνική συνοχή. Η κοινωνία σκανδαλίζεται μόνο για όσα δεν την αφορούν, ενώ κρύβει κάτω απ’ το χαλί εκείνα που θα έπρεπε να είναι ορατά. «Παρότι πιστεύεις πως είσαι υπεύθυνη αποκλειστικά για τις δικές σου πράξεις, το να κοιτάζεις είναι επίσης μια πράξη» λέει η Πινιέιρο ‒ φράση που θεωρώ τη σπουδαιότερη του βιβλίου.
Η συγγραφέας γράφει με χιούμορ και στοχαστικότητα. Τα συνδυάζει, μάλιστα, περίφημα, προκαλώντας γέλιο στις πιο απροσδόκητες στιγμές. Είναι υποδειγματικό το πώς καταφέρνει μια φαινομενικά απλή αστυνομική ιστορία να μιλήσει για τόσο σοβαρά ζητήματα, χωρίς να κραυγάζει, και τελικά να δείξει, χωρίς να το δηλώνει ρητά, ότι καμία κατασκευασμένη πραγματικότητα δεν είναι απόλυτα ασφαλής. Όσο προστατευμένοι κι αν νιώθουμε μες στις φούσκες μας, η πιθανότητα να σκάσουν είναι υπαρκτή. Κι όπως όλοι ξέρουμε, οι φούσκες συχνά σκάνε από μέσα.
*Η ΙΩΑΝΝΑ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΥ είναι εκπαιδευτικός, κάτοχος Μεταπτυχιακού στη Δημιουργική Γραφή.
Απόσπασμα από το βιβλίο
Υπάρχουν λέξεις που δρουν σαν βάλσαμο στους γονείς. Εξαιτίας της ίδιας της λέξης και μόνο, δεν θέλει περισσότερη ανάλυση. Κύρια και κοινά ουσιαστικά που ηρεμούν τους γονείς. Ο Χουάνι κι εκείνη έχουν ολόκληρη λίστα. Ονόματα κάποιων πανεπιστημίων. Ονόματα κάποιων τραπεζών. Ονόματα κάποιων καλοκαιρινών «οικογενειακών» προορισμών. Ονόματα κάποιων φίλων, λιγοστών. Ονόματα σχολείων που εγγυώνται το καλύτερο επίπεδο αγγλικών στην περιοχή και που σε βάζουν να δώσεις το «ΙΒ», αν και οι περισσότεροι γονείς ιδέα δεν έχουν τι σημαίνει ΙΒ, ξέρουν όμως ότι κάνει τη διαφορά ανάμεσα στο ένα σχολείο και στο άλλο. Λέξεις που ηρεμούν. Αθλητισμός. Ένα παιδί που κάνει πολύ αθλητισμό είναι σίγουρα «υγιές και δεν μπλέκει με ναρκωτικά». Ό,τι άθλημα τους καρφωθεί στο κεφάλι, αρκεί να περιλαμβάνει μια μπάλα, ό,τι λογής και να ’ναι, από πράσινη φέλπα, από δέρμα νούμερο πέντε, Slazenger ή Nike, ένα εργαλείο για να τη χτυπάς (πόδι, ρακέτα, μπαστούνι του γκολφ, χέρι) και μια τρύπα για να τη βάζεις (τέρμα, τρύπα, βασική γραμμή, καλάθι του μπάσκετ).
Λίγα λόγια για τη συγγραφέα
Η Κλαούδια Πινιέιρο (Μπουρσάκο, 1960) αποτελεί την τρίτη πιο μεταφρασμένη συγγραφέα της Αργεντινής μετά τον Μπόρχες και τον Κορτάσαρ. Έχει τιμηθεί μεταξύ άλλων με τα βραβεία Clarín, LiBeraturpreis, Pléyade, Latinoamericano de Literatura Infantil y Juvenil, ACE, Sor Juana Inés de la Cruz και Pepe Carvalho.

Το μυθιστόρημά της Η Ελένα ξέρει (εκδ. Carnívora, 2021) ήταν shortlisted για το International Booker Prize 2022. Οι Καθεδρικοί (εκδ. Carnívora, 2024) τιμήθηκαν με τα βραβεία Dashiell Hammett 2021 και Best Novel de VLC Negra 2021. Το Μπέτι Μπου, το τέταρτο μυθιστόρημά της που κυκλοφορεί από τις εκδ. Carnívora, αποτελεί ίσως το πιο αντιπροσωπευτικό της νουάρ και πιθανόν για τον ίδιο λόγο το πιο γνωστό και πολυμεταφρασμένο. Από τις εκδ. Carnívora κυκλοφορεί επίσης το μυθιστόρημά της Δικιά σου για πάντα (2023).
























