
Για το δοκίμιο του Εμανουέλ Τοντ [Emmanuel Todd] «Η ήττα της δύσης» (μτφρ. Σοφία Ν. Σφυρόερα, εκδ. Πεδίο), ανελέητη κριτική στον δυτικό κόσμο (κυρίως στις ΗΠΑ, αλλά όχι μόνο) και προκλητική υπεράσπιση της πουτινικής Ρωσίας.
Γράφει ο Διονύσης Μαρίνος
Για τους Γάλλους, ο ανθρωπολόγος, ιστορικός και δοκιμιογράφος Εμανουέλ Τοντ είναι ένας κατεξοχήν agent provocateur. Ειδικά όταν ξεκινάει να αναλύει τη θετική απόκρισή του στον τρόπο που ο Βλαντιμίρ Πούτιν διαχειρίζεται θέματα γεωπολιτικής. Στο πρόσφατο βιβλίο του εκκινεί από τον πόλεμο στην Ουκρανία για να καταδείξει πώς οι δυτικές κυβερνήσεις έχουν εγκλωβιστεί σε μια εξόχως καταδικασμένη προσπάθεια να στηρίξουν τον Ζελένσκι.
Οι αντιδράσεις μετά την έκδοση της Ήττας της δύσης ποικίλουν. Το βιβλίο έχει εκτοξευτεί στη λίστα των ευπώλητων, την ίδια στιγμή που η Le Monde απέρριψε τον συγγραφέα ως ψευδοπροφήτη κι αντιγραφέα της «προπαγάνδας του Κρεμλίνου». Η αλήθεια είναι ότι το πόνημά του περιέχει άφθονες και συχνά ευφάνταστες εξηγήσεις για τους φόβους, αλλά και τις ζήλιες που κατακλύζουν τα δυτικά κράτη. Σύμφωνα με τον Τοντ, η Ρωσία μπορεί να συγκριθεί με τις ΗΠΑ σε αρκετούς δείκτες (πχ. τη χαμηλή βρεφική θνησιμότητα).
Μπορεί εντός της να λειτουργεί μια αυταρχική διοίκηση, αλλά αυτό εξηγείται από το γεγονός ότι η χώρα είναι μια «συντηρητική» δύναμη που σε μεγάλο βαθμό ικανοποιείται να ζει εντός των συνόρων της. Δεν τρέφει μεγάλα σχέδια και ο γηράσκων και στάσιμος πληθυσμός της δεν προσφέρει δημογραφική βάση για επέκταση: η Ρωσία δεν είναι «ενδιαφέρουσα» στα «μάτια ενός γεωπολιτικού».
Η Ουκρανία ως αποτυχημένο κράτος και ο «ευφυής» Πούτιν
Ο Τοντ χρησιμοποιεί όλα τα εργαλεία του για να χαρακτηρίσει τον αντίπαλο της Ρωσίας ως «αποτυχημένο κράτος». Η Ουκρανία είναι ένα χάος διαφορετικών τύπων οικογενειών – ενώ στη Γαλλία η ποικιλομορφία θεωρείται εθνικό προσόν, στην Ουκρανία μετατρέπεται σε εύθραυστη «τεχνητότητα».
Ο Τοντ θεωρεί πως η εισβολή του Πούτιν ήταν ένα προληπτικό χτύπημα για την προστασία των Ρωσόφωνων από τα επιθετικά πιόνια της Ουάσιγκτον. Αν η «αυτοκτονική» αποφασιστικότητα των Ουκρανών να υποτάξουν την Κριμαία και το Ντονμπάς προκάλεσε τον πόλεμο, ο «μηδενισμός» τους τον έχει διαιωνίσει: η σύγκρουση δίνει μια λογική στο «ανυψούμενο κράτος» τους, το οποίο μόνο οι δυτικές επιδοτήσεις κρατούν ζωντανό.
Ο Τοντ σκιαγραφεί τον Πούτιν με ευφάνταστα χρώματα.
Ο Τοντ σκιαγραφεί τον Πούτιν με ευφάνταστα χρώματα. Κατά την άποψή του είναι ένας «ευφυής» αναλυτής των παγκόσμιων υποθέσεων, εκφωνεί «υψηλά δομημένες» ομιλίες και ξεπερνά άλλους μέτριους πολιτικούς, όπως τον Εμανουέλ Μακρόν. Το βιβλίο του Τοντ γίνεται ακόμη πιο ενδιαφέρον όταν περνά από την υπεράσπιση του πολέμου της Ρωσίας στο ερώτημα γιατί τόσα πολλά κράτη είδαν τη σύγκρουση ως υπαρξιακό ζήτημα για τη Δύση. Επικρίνει την πίστη των δυτικών δυνάμεων ότι οι κυρώσεις κατά του Πούτιν θα προκαλούσαν ζημιά στην πολεμική προσπάθεια της Ρωσίας. Σημειώνει, δε, πως ακόμη και οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν έχουν επαρκή βιομηχανική βάση για να εφοδιάσουν τους Ουκρανούς με τα άρματα μάχης και τις οβίδες που θα χρειάζονταν για να ανατρέψουν τις ρωσικές δυνάμεις. Γιατί λοιπόν το πάθος γι' αυτόν τον πόλεμο;
Θρησκευτική κρίση
Ο Τοντ συσχετίζει την προσπάθεια της Δύσης να αναζητήσει τους εχθρούς της με μια προϊούσα θρησκευτική κρίση που σοβεί εντός της. Σημειώνει πως η κατάρρευση του προτεσταντισμού στις Ηνωμένες Πολιτείες, το Ηνωμένο Βασίλειο και τις Σκανδιναβικές χώρες, εξηγεί την υποστήριξη της Ουκρανίας. Τονίζει ότι κράτη όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Μεγάλη Βρετανία είχαν αντλήσει μια αίσθηση εθνικότητας από τη Βίβλο. Όπως είχε σημειώσει χρόνια πριν ο Μαξ Βέμπερ, ο Τοντ επαναφέρει το επιχείρημα ότι η ευημερία της Δύσης προήλθε αρχικά από τις προτεσταντικές συνήθειες της αυτορύθμισης και της βιομηχανίας. Δεν είναι λοιπόν περίεργο που η σταδιακή -αλλά μη αναστρέψιμη- εκκοσμίκευση της Δύσης αποδεικνύεται κοινωνικά διαβρωτική και πολιτικά αποσταθεροποιητική. Αρχικά, αυτή η διαδικασία ενίσχυσε τη δημοκρατία δημιουργώντας μια ή δύο γενιές «προτεσταντών ζόμπι», οι οποίοι ανακατεύθυναν τον θρησκευτικό τους ζήλο προς τη δημιουργία κρατών πρόνοιας. Ακόμα και τα ζόμπι, ωστόσο, δεν μπορούν να ζήσουν για πάντα.
Ο «φανταστικός» προτεσταντισμός έχει δώσει τη θέση του στο «σημείο μηδέν».
Ο «φανταστικός» προτεσταντισμός έχει δώσει τη θέση του στο «σημείο μηδέν». Ο Τοντ χρησιμοποιεί ηθικολογικά τα δημογραφικά δεδομένα για να υποδηλώσει ότι ο αποχριστιανισμός αρρωσταίνει τις προτεσταντικές κοινωνίες, καθώς η θεϊκή εργατικότητά τους εκφυλίζεται σε απλή απληστία. Οι δε Ηνωμένες Πολιτείες καθοδηγούνται από «συμμορίες» μυημένων στην Ουάσιγκτον, των οποίων ο μόνος δεσμός είναι ο εθισμός τους στη στρατιωτική υπεροχή.
Ο συγγραφέας σημειώνει ότι οι κοινωνίες παραπαίουν χωρίς το είδος του δημόσιου δόγματος που παρείχαν κάποτε οι εκκλησίες. Χρησιμοποιεί ως παράδειγμα το Ηνωμένο Βασίλειο για να καταδείξει το αληθές του επιχειρήματός του. Βλέπει τη λιλιπούτεια πολεμική του ως μια απέλπιδα προσπάθεια να αναβιώσει την εξαφανισμένη του θέση ως εκλεκτού έθνους. Παρόλο που είναι άσπονδος εχθρός του ενιαίου νομίσματος και της νεοφιλελεύθερης Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο Τοντ δεν εντυπωσιάζεται από το Brexit, το οποίο παρουσιάζει ως σύμπτωμα μιας βρετανικότητας που ξεφτίζει, παρά ως αναβίωσή της.
Πολιτικό ασυνείδητο
Έχει ενδιαφέρον ότι ο Τοντ δίνει βάση στο πολιτικό ασυνείδητο ως ουσιαστικό παράγοντα λήψης αποφάσεων. Για να κατανοήσει κανείς τις αποφάσεις μεμονωμένων πολιτικών, σημειώνει, θα πρέπει να εξετάσει τις αόρατες και βαθιές δομές που τους επηρεάζουν.
Το ομολογουμένως συναρπαστικό πορτρέτο της Αμερικής και του μεταχριστιανικού μηδενισμού της Ευρώπης είναι τόσο συντριπτικό που αφήνει ελάχιστο χώρο για λύσεις.
Το βιβλίο του Tοντ περιέχει πάρα πολλά παραδείγματα τέτοιας ιδιοτροπίας. Ας πούμε, εικάζει ότι οι εβραϊκές ρίζες του Άντονι Μπλίνκεν στην αντισημιτική Ουκρανία μπορεί να τον παρακινούν να την κρατήσει εμπλεκόμενη σε έναν καταστροφικό πόλεμο ως «δίκαιη τιμωρία» για τη δίωξη των προγόνων του. Το ομολογουμένως συναρπαστικό πορτρέτο της Αμερικής και του μεταχριστιανικού μηδενισμού της Ευρώπης είναι τόσο συντριπτικό που αφήνει ελάχιστο χώρο για λύσεις. Μόνο οι Γερμανοί τού εμπνέουν κάποια ελπίδα. Αν και ο Τοντ θεωρεί τη Γερμανία ως μια αυταρχική κοινωνία και αντιπαθεί τις προσπάθειές της να επιβάλει οικονομική λιτότητα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, απεχθάνεται περισσότερο την αμερικανική ισχύ. Ελπίζει ότι η Γερμανία θα μπορούσε να χάσει την ιδιότητά της ως «αδρανούς» έθνους και να συνεργαστεί με τους Ρώσους για να σπάσει την κυριαρχία του ΝΑΤΟ στην Ευρώπη, η οποία επέτρεψε στην Αμερική να «ρομποτοποιήσει» τις πολιτικές και οικονομικές της ελίτ.
Η ήττα της Ουκρανίας και η Γάζα
Ο Τοντ δείχνει να αναμένει με ανυπομονησία την ήττα της Ουκρανίας, κυρίως επειδή μπορεί ν' ανοίξει ξανά την ευκαιρία για μια τέτοια συμμαχία. Αντίστοιχα ζητήματα κρίσης της Δύσης ανιχνεύει και στον πόλεμο της Γάζας. Σημειώνει ότι η άνευ όρων υποστήριξη της εισβολής του Ισραήλ υποδηλώνει πράγματι ότι οι ηλικιωμένες αμερικανικές ελίτ έρχονται αντιμέτωπες με μια μορφή ψυχικής κρίσης που βρίσκει έκφραση στην «ανάγκη για βία».
Η «παιδική απλότητα» με την οποία ο πρώην Πρόεδρος Μπάιντεν παρομοίασε το Ισραήλ με την Ουκρανία ως πολιορκημένα προπύργια ελευθερίας δείχνει πόσο γρήγορα οι δυτικές αξίες μπορούν να απαξιωθούν
Η «παιδική απλότητα» με την οποία ο πρώην Πρόεδρος Μπάιντεν παρομοίασε το Ισραήλ με την Ουκρανία ως πολιορκημένα προπύργια ελευθερίας δείχνει πόσο γρήγορα οι δυτικές αξίες μπορούν να απαξιωθούν από τους υπερασπιστές τους. Η «παράλογη» δέσμευση του στρατιωτικού υλικού της Αμερικής για την καταστροφή των πόλεων της Γάζας -σε συνδυασμό με την παρατεταμένη, αν και δυσάρεστη, συναίνεση των Ευρωπαίων συμμάχων της και των κυρίαρχων μέσων ενημέρωσης- υποδηλώνει ότι δεν πάνε όλα καλά με τη Δύση.
Το ζήτημα, βέβαια, είναι ότι πολλά δεδομένα έχουν αλλάξει από την έκδοση του βιβλίου του Τοντ, με κυρίαρχο όλων την επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στο Λευκό Οίκο. Αν και ο συγγραφέας μάς θυμίζει πως η εξωτερική πολιτική του, κατά τη διάρκεια της πρώτης του θητείας, ήταν αρκετά συγκεχυμένη.
*Ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΜΑΡΙΝΟΣ είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας.
Δυο λόγια για τον συγγραφέα
Ο Εμανουέλ Τοντ έχει γεννηθεί το 1951 στη Γαλλλία. Είναι ιστορικός και ανθρωπολόγος, ερευνητής στο Εθνικό Ινστιτούτο Δημογραφικών Σπουδών της Γαλλίας (INED) και έχει ασχοληθεί ιδιαίτερα με τη μελέτη της επίδρασης των οικογενειακών δομών στην εξέλιξη των σύγχρονων κοινωνιών.
Όλα σχεδόν τα βιβλία που έχει γράψει συγκέντρωσαν το ενδιαφέρον της κριτικής και προκάλεσαν ουσιαστικό δημόσιο διάλογο. Ενδεικτικά είναι τα "La chute finale" ("Η τελική πτώση"), το οποίο ήδη από το 1976 ανήγγειλε «την αποσύνθεση της σοβιετικής σφαίρας», "Le destin des immigrés" (1994) και "L' illusion economique" (1999).